Αν με ρωτούσες στο παρελθόν τι ήταν αυτό χωρίς το οποίο δεν θα μπορούσα να ζήσω, δύο θα ήταν οι σίγουρες απαντήσεις: ζάχαρη και ζάχαρη!
Η μητέρα μου σπανίως μας έπαιρνε γλυκά να φάμε. Και όταν λέω σπανίως εννοώ 2 φορές τον χρόνο. Χριστούγεννα και Πάσχα.
Τα ντουλάπια του σπιτιού δεν φιλοξένησαν ποτέ σοκοφρέτες, ντόνατ, ζελεδάκια, πάστες, μπισκότα ούτε καν λίγο παντεσπάνι. Η ζάχαρη ήταν εχθρός.
Έφτιαχνε βέβαια σπιτικά γλυκά αλλά όταν είσαι παιδί δύσκολα επιλέγεις το θυμαρίσιο μέλι αντί για τη μερέντα.
Πολλές φορές αυτό το αίσθημα της στέρησης με οδηγούσε να αγοράζω κρυφά σοκολάτες από το ψιλικατζίδικο και να τις καταβροχθίζω όλες μονομιάς. Να κρατάω την μερέντα στα χέρια μου, πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας, να ανοίγω το καπάκι και μέσα σε πέντε λεπτά να βλέπω τον πάτο του κουτιού.
Μεγαλώνοντας η ανάγκη μου για γλυκό τριπλασιάστηκε καθώς ήρθε η εφηβεία, το στρες, οι ξέφρενες ορμόνες, οι εξεταστικές, η δουλειά, οι πικροί χωρισμοί, που έκαναν τη βάφλα με επικάλυψη υγρής σοκολάτας, τρεις μπάλες παγωτού και σιρόπι βανίλιας ανάγκη ζωτικής σημασίας.
Όλα άλλαξαν όμως την περίοδο που χρειάστηκε να νοσηλευτώ για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω ενός σοβαρού προβλήματος υγείας.
Οι γιατροί στο νοσοκομείο μου είπαν πως πλέον ζωτικής σημασίας είναι να κόψω τη ζάχαρη. Συγκεκριμένα είπαν «απαγορεύεται δια ροπάλου».
Με τη βία λοιπόν αναγκάστηκα και τη σταμάτησα. Δεν έκοψα μόνο τα γλυκά αλλά οτιδήποτε περιείχε μέσα ζάχαρη για τουλάχιστον ενάμιση χρόνο.
Οι πειρασμοί στον έξω κόσμο όμως βάλλουν από παντού. Ξανά οι γιορτές, οι έξοδοι, το τρέξιμο, η δουλειά, οι ορμόνες, οι σχέσεις, οι χωρισμοί. Δεν άντεξα και ξανακύλησα.
Στην αρχή είχα αρκετά τραγικά ξεσπάσματα που με έκαναν να πέφτω στα πόδια των γονιών μου και κλαίγοντας γοερά να ικετεύω για λίγα ψίχουλα σοκολάτας.
Με τον καιρό όμως συνήθισα. Οι λιγούρες δεν εξαφανίστηκαν, απλά τις ικανοποιούσα αλλιώς. Και λειτουργούσε σχεδόν τέλεια εντός του νοσοκομείου.
Όταν πια πήρα εξιτήριο και οι γιατροί μού είπαν πως είμαι καλά, τους ρώτησα με ύφος παραπονεμένου κουταβιού: «Μπορώ να τρώω τώρα κανονικά ό,τι θέλω; Ακόμα και γλυκά;».
Μου απάντησαν πως ναι, μπορούσα, αλλά τη ζάχαρη έπρεπε να την αποφεύγω γενικά. «Όχι μόνο εσύ, αλλά όλοι μας» είπε η γλυκιά παθολόγος. «Μια φορά στο τόσο βέβαια δεν πειράζει», μου χαμογέλασε.
Οι πειρασμοί στον έξω κόσμο όμως βάλλουν από παντού. Ξανά οι γιορτές, οι έξοδοι, το τρέξιμο, η δουλειά, οι ορμόνες, οι σχέσεις, οι χωρισμοί. Δεν άντεξα και ξανακύλησα.
Κάτι όμως είχε αλλάξει. Δεν ένιωθα ευχαρίστηση ή ενέργεια μετά την πραλίνα φουντουκιού. Το σώμα μου έχανε την ευεξία του, το στρες αυξανόταν, η όρεξη άνοιγε και το μόνο που κατάφερνα είναι να τρώω κι άλλο και να βάζω κιλά. Ένας μάταιος φαύλος κύκλος γεμάτος αρνητικά συναισθήματα.
«Τέλος», είπα με πυγμή μια μέρα αποφασίζοντας να βγάλω τη ζάχαρη μια για πάντα από τη ζωή μου. «Το έχω ξανακάνει και θα τα καταφέρω», σκέφτηκα καθώς κατάπινα το τελευταίο μπισκότο από το κουτί.
Πέρασε πολύς καιρός μέχρι το στομάχι και το μυαλό μου να συμφιλιωθούν με αυτήν την απώλεια και να σταματήσω να μοιάζω με τοξικοεξαρτημένη σε έλλειψη.
Μέρες που στεκόμουν μπροστά από τη βιτρίνα του φούρνου και γλυκοκοίταζα βυθισμένη στη θλίψη το φανταχτερό λαχταριστό τσιζκέικ, στιγμές που φθονούσα όποιον απολάμβανε αργά και βασανιστικά ένα υπέροχο σοκολατένιο σουφλέ, νύχτες που έβγαινα έξω με τις πιτζάμες ψάχνοντας ανοιχτό περίπτερο για λίγη δόση σουκρόζης.
Ξεκίνησα να διαβάζω άρθρα που μίλαγαν για τη ζάχαρη και τις επιπτώσεις στην υγεία. Έβλεπα άπειρα βίντεο στο Ίντερνετ, όπου επιστήμονες παρουσιάζουν πόσο καταστροφική είναι για τον εγκέφαλο και τον οργανισμό μας.
Ομιλίες στο ΤEDx και συνεντεύξεις καθημερινών ανθρώπων από όλο τον κόσμο που μιλούσαν για την απεξάρτηση τους από αυτήν. Επιστημονικές έρευνες, διαιτολόγοι, οδοντίατροι, δερματολόγοι και γιατροί την ενοχοποιούσαν για προβλήματα υγείας, όπως τον καρκίνο, τον διαβήτη, την παχυσαρκία, την ακμή, το Αλτσχάιμερ, ακόμη και για την κατάθλιψη.
«Μα καλά πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι και τι εννοούν είκοσι γραμμάρια ημερησίως;» αναρωτιόμουνα.
Θέλοντας να απαντήσω σε περισσότερα ερωτήματα που είχα, αν όντως καταστρέφει η ζάχαρη και αν μπορεί κάποιος να τη βγάλει τελείως από τη ζωή του, επικοινώνησα με την κλινική διατροφολόγο Άννα Μπεζιάνη.
«Η ζάχαρη υπάρχει παντού, ακόμη και στις αλμυρές τροφές», μου απάντησε, «στα κράκερ, στα πατατάκια, στα λουκάνικα. Τα γλυκά έχουν κατακλύσει την αγορά τροφίμων. Αυτό σε συνδυασμό με την έλλειψη άσκησης έχουν εκτοξεύσει την παχυσαρκία.
»Είναι απολύτως αποδεδειγμένο ότι προκαλεί διαβήτη ενώ όλο και πιο πολλές έρευνες δείχνουν ότι η γλυκόζη τρέφει τα καρκινικά κύτταρα».
Η σκέψη να τη βγάλω τελείως από τη ζωή μου άρχισε να γιγαντώνεται. «Ο εγκέφαλος χρειάζεται γλυκόζη», συνέχισε, «η κοινή ζάχαρη είναι ένας δισακχαρίτης (γλυκόζη και φρουκτόζη). Τη γλυκόζη ο οργανισμός μπορεί να τη βρει και από άλλες καλές πηγές, όπως την πατάτα, το ρύζι, το ψωμί. Άρα μπορεί κάποιος να ζει χωρίς ζάχαρη» είπε δίνοντάς μου το τελειωτικό χτύπημα.
Ταρακουνήθηκα και αποφάσισα μαζί με την κολλητή μου που βρισκόταν στην ίδια φάση να απέχουμε από τη ζάχαρη για έναν ολόκληρο μήνα.
Όσο πέρναγε ο καιρός και ερχόμουν πιο κοντά στη στιγμή που θα έτρωγα γλυκό, εκείνο όλο και απομακρυνόταν. Δεν μου έλειπε.
Είχα βρει νέους ευφάνταστους γευστικότατους τρόπους να ικανοποιώ την ανάγκη μου και είχα συνηθίσει τόσο που, όταν πέρασε ο ένας μήνας, η ιδέα ενός brownie μου ήταν τελείως αδιάφορη. Το ίδιο ακριβώς και για τη φίλη μου.
Αντιθέτως ένα μεγάλο μπολ γιαούρτι με μέλι, ξηρούς καρπούς, φρούτα, σπόρους, βρώμη και κανέλα ήταν ό,τι έπρεπε για να επιβραβεύσουμε τους εαυτούς μας.
Πέρασαν ακόμα πέντε μήνες, με τη ζάχαρη να έχει βγει σχεδόν τελείως από τη διατροφή μου. Στις μεγάλες λιγούρες προτιμούσα μια κουταλιά ταχίνι ή σταφίδες.
Σε περιόδους αδιαθεσίας και στρες έτρωγα ξηρούς καρπούς και μούρα, άντε και λίγο παστέλι. Το μέλι μου έδινε όλη την ενέργεια που χρειαζόμουν μέσα στη ημέρα.
Το βάρος μου μειώθηκε ενώ έτρωγα κανονικά χωρίς να στερούμαι και γυμναζόμουν ελάχιστα. Το φούσκωμα εξαφανίστηκε. Ο ύπνος, το δέρμα, τα μαλλιά και η διάθεσή μου βελτιώθηκαν τόσο που δεν με αναγνώριζα. Ένιωθα ισορροπία, σωματική και ψυχική.
Υπήρξαν φυσικά και οι στιγμές που ενέδωσα γιατί κακά τα ψέματα κανείς δεν ξεπέρασε τον χωρισμό με γάλα καρύδας, κράνμπερι και σιρόπι αγαύης αλλά ήταν σπάνιες. Το γλυκό δεν έλειπε από την ζωή μου απλά είχε αντικατασταθεί από φυσικά, καθαρά, πεντανόστιμα θρεπτικά προϊόντα.
Πλέον κοντεύω έναν χρόνο που τρώω υγιεινά. Αλλάζοντας τη στάση μου απέναντι στη ζάχαρη και τον τρόπο που τρέφομαι, άλλαξαν και οι υπόλοιποι τομείς στη ζωή μου. Απέκτησα περισσότερη πειθαρχία και αυτοέλεγχο. Γεύομαι τα πράγματα με μεγαλύτερη ευχαρίστηση.
Η εμμονική στέρηση των «κακών» τροφών αντικαταστάθηκε από τη συνειδητή επιλογή των «καλών». Χωρίς να χρειάζεται να μετακομίσω πίσω στο νοσοκομείο ή στο πατρικό μου ώστε να καταπιεστώ και να αποφύγω τους πειρασμούς, συνεχίζω να ζω σε έναν κόσμο όπου η επεξεργασμένη ζάχαρη υπάρχει παντού, όπως επίσης υπάρχουν και οι μπανάνες, τα αυγά, το ψωμί, τα λαχανικά, το μέλι, οι σπόροι και ένα κάρο γλυκές υγιεινές τροφές.
Σίγουρα υπάρχουν στιγμές και περίοδοι που χάνω την ισορροπία και αποζητάω λίγο γλυκό, και δεν εννοώ είκοσι γραμμάρια, αλλά όταν συμβαίνει αυτό ανατρέχω σε όλα αυτά που έχω δει και έχω διαβάσει, σκέφτομαι τα λόγια των επιστημόνων και των γιατρών, αναλογίζομαι όλη την προσπάθεια και τον κόπο που έχω κάνει και επανακτώ τον έλεγχο.
Αν πάλι δεν μπορώ με τίποτα να συγκρατηθώ από το βελούδινο, υγρό, αμαρτωλό, σοκολατένιο σουφλέ σκέφτομαι τα λόγια της γλυκιάς παθολόγου, «μια φορά στο τόσο, δεν πειράζει», και το τρώω.