Η μεγαλύτερη σε μήκος οροσειρά της Ελλάδας, η Πίνδος, αποτελείται από ατελείωτες δασικές εκτάσεις, ψηλές κορφές, υψίπεδα, κοιλάδες, ποτάμια και φαράγγια που στολίζουν ουσιαστικά την ηπειρωτική Ελλάδα.
Μικρότερες οροσειρές και βουνά, που χωρίζονται από χαράδρες ή κοιλάδες ποταμών εναλλάσσονται και διαδέχονται το ένα το άλλο, διαμορφώνοντας τον πιο επιβλητικό ορεινό όγκο της Ελλάδας.
Η έρευνα του μονοπατιού ''Το πέρασμα της Πίνδου'' υλοποιείται τα τελευταία χρόνια από τον Αποστόλη Τσιμπανάκο, ιδρυτή της εξειδικευμένης στον ορειβατικό τουρισμό εταιρείας Εxp.trekking, ο οποίος δραστηριοποιείται παθιασμένα στα ελληνικά βουνά για να εντοπίσει, να σημάνει και να συντηρήσει παλιά μονοπάτια. Στόχος του να διευρύνει τα δίκτυά τους μελετώντας και προτείνοντας τη δημιουργία νέων- συντροφιά, τα τελευταία χρόνια, με τον Άγγλο φιλέλληνα και συγγραφέα Τιμ Σάλμον, ο οποίος μάλιστα έχει εκδώσει μια σειρά από πεζοπορικούς οδηγούς που βασίστηκαν σε προσωπική έρευνα διάρκειας σαράντα ετών. Το ενιαίο μονοπάτι της Πίνδου αποτελείται για την ώρα από 30 διαδοχικά ημερήσια τμήματα και αναμένεται να κερδίσει τις εντυπώσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό αναβαθμίζοντας πραγματικά την πεζοπορία στην χώρα μας.
Τα δάση και τα βουνά της Πίνδου είναι ακόμα παρθένα και το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής καλύπτεται από δασικές εκτάσεις. Στην περιοχή βρίσκονται δύο από τα πιο εντυπωσιακά φαράγγια στην Ευρώπη, του Βίκου και του Αώου, καθώς και η ορεινή κοιλάδα της Βάλια-Κάλντα, περιοχές που έχουν ανακηρυχτεί εθνικοί δρυμοί και συναποτελούν το εθνικό πάρκο της Βόρειας Πίνδου.
To Πἑρασμα της Πἱνδου ξεκινἁει απὁ την Ἁμφισσα και τερματἱζει στη κορυφή του Γρἁμου πάνω από το χωριό Αετομιλήτσα, στα Αλβανικά σύνορα, όπου έγιναν οι τελευταίες μάχες του εμφυλίου Πολέμου το 1949. Φυσικά θα χρειαστούν κάποιες τροποποιήσεις του αρχικού σχεδίου μια και τέσσερις δεκαετίες ήταν αρκετές για να αλλάξει η μορφολογία του εδάφους και να δημιουργηθούν φυσικά ή τεχνητά εμπόδια.
Τα βουνά της Πίνδου δεν είναι εύκολο να περπατηθούν χωρίς μονοπάτια. «Το τερέν εἱναι δύσβατο, οι διαδρομές ασαφείς δίχως σήμανση και σε πολλές περιπτώσεις απαιτεί κατασκηνωτική διανυκτέρευση ώστε να καλύψει κανείς κάποιο ημερήσιο πεζοπορικό τμήμα τους. Το Πέρασμα της Πίνδου συμπἱπτει σε κάποια σημεία με τα διεθνή, μα εγκατελειμένα μονοπάτια Ε4 και Ε6, όμως στην ουσἱα η χἁραξη εἱναι δικἡ μας, εκ νέου, αποτελοὑμενη απὁ παμπἁλαια μονοπἁτια που υπἁρχουν εδὡ και αιὡνες» εξηγεί ο κ. Τσιμπανάκος ο οποίος έχει βάλει σκοπό της ζωής του την αποκατάσταση των ''ξεχασμένων'' μονοπατιών της χώρας μας κάτι που ταυτίζεται και με το έργο του 76χρονου Τιμ Σαλμον ο οποίος εδώ και χρόνια διασχίζει τα ελληνικά όρη καταγράφοντας πορείες και εντυπώσεις.
«Είχα τις ευκαιρίες μου να περπατήσω σχεδόν όλα τα τμήματα της διαδρομής τα τελευταία 16 χρόνια. Αν κανείς θελήσει να την κάνει ολόκληρη θα χρειαστεί τουλάχιστον ένα μήνα» εξηγεί ο κ. Τσιμπανάκος. «Περνάει από δυσπρόσιτες τοποθεσίες και απομονωμένα χωριά. Διασχίζει την οροσειρά της Πίνδου μέσα από οροπέδια, ψηλές κορυφές, φαράγγια, ποταμούς και αχανείς δασικές εκτάσεις, λιθόστρωτα καλντερίμια, αμέτρητα πέτρινα γεφύρια και παλιά μοναστήρια. Είναι απλά υπέροχα» καταλήγει.
Τα δάση και τα βουνά της Πίνδου είναι ακόμα παρθένα και το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής καλύπτεται από δασικές εκτάσεις. Στην περιοχή βρίσκονται δύο από τα πιο εντυπωσιακά φαράγγια στην Ευρώπη, του Βίκου και του Αώου, καθώς και η ορεινή κοιλάδα της Βάλια-Κάλντα, περιοχές που έχουν ανακηρυχτεί εθνικοί δρυμοί και συναποτελούν το εθνικό πάρκο της Βόρειας Πίνδου. Επίσης, σε όλο το μήκος της απαντώνται πολλοί ορεινοί οικισμοί με μακρόχρονη ιστορία και ιδιαίτερη αρχιτεκτονική.
Ο φυσικός πλούτος της μακροσκελούς οροσειράς υπερβάλει σε κάθε ματιά καθώς σπάνια λουλούδια και φυτά, καρποφόρα και κωνοφόρα δέντρα, αμέτρητα βότανα και μανιτάρια πλαισιώνουν την εναλλασόμενη χλωρίδα ενώ είναι γνωστό ότι η Πίνδος αποτελεί βιότοπο για τα πιο σπάνια είδη ζώων όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη, όπως η καφέ αρκούδα και ο λύκος. Κανείς όμως συναντά επίσης ελάφια, ζαρκάδια και αγριόγιδες.
Ο κ. Τσιμπανάκος μού εξηγεί ότι το να αποκαθιστάς χαλασμένα ή κλειστά μονοπάτια θέλει κυρίως πολλή μελέτη, επιμονή και υπομονή. Πρέπει να "διαβάσεις" το ανάγλυφο του βουνού, την υδρολογία του, την γεωλογία του, την αναγέννηση δασών και γενικότερα τις πιθανές εξελίξεις που δέχεται το φυσικό περιβάλλον. Χρειάζεται να το περπατήσεις εσύ ο ίδιος και να το καθαρίσεις για να μπορείς να το ξαναπεράσεις ώστε να προβείς σε διαπιστώσεις.
Όταν φτιάχνεις ένα μονοπάτι χρειάζεται να λαμβάνεις υπ' όψιν τους πεζοπόρους που πρόκειται να το περπατήσουν και τα καιρικά φαινόμενα που πιθανόν να συναντήσουν στο διάβα τους. Χρειάζεται να κάνεις επαρκή σήμανση και να έχεις προνοήσει να τέμνει σχετικά συχνά έστω και παλιούς δασικούς δρόμους για λόγους ασφαλείας (διακομιδή τραυματία κλπ).
Προσωπικά φροντίζω να μοιράζομαι τις πληροφορίες που συλλέγω με το πεζοπορικό κοινό μέσω blogs και άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Πληροφορίες όπως, που βρίκεται η είσοδος του μονοπατιού, χιλιομετρικές αποστάσεις και χρόνους, υψομετρικές διαφορές, σημεία κατασκήνωσεις, πηγές, επικύνδινα σημεία, διαμονές κλπ.
Πάντως είναι αρκετά απαιτητική σαν εργασία. Πρέπει να περπατάς για χιλιόμετρα με βαρύ εξοπλισμό στη πλάτη και να κατασκηνώνεις για μέρες μέσα στο δάσος».
«Δεκάδες εκατοντάδες πεζοπόροι περνούν κάθε χρόνο τα μονοπάτια των Γαλλικών Πυρηναίων ή της Κορσικής. Αυτές οι διαδρομές είναι γνωστές σε όλο τον κόσμο. Γιατί λοιπόν να μη δημιουργήσουμε το δικό μας μονοπάτι στις οροσειρές της Πίνδου ή της Πελοποννήσου και να βοηθήσουμε τα μικρά ορεινά χωριά που προσπαθούν να επιβιώσουν αναπτύσσοντας ένα είδος πεζοπορικού και ορειβατικού τουρισμού» αναρωτιέται ο Τιμ Σάλμον, ο οποίος επισκέπτεται την χώρα μας από το 1958.
«Πρωτοβρέθηκα στην Ελλἁδα το Πἁσχα στα τέλη της δεκαετίας του '50, όταν ήμουν ακόμη μαθητἡς Λυκεἱου. Γοητεύτηκα και ορκἰστηκα να γυρἱζω ὁσο πιὁ σὐντομα μποροὐσα. Έτσι κι ἐκανα. Κἁθε καλοκαἱρι, όταν ήμουν ακόμα φοιτητἡς στο πανεπιστήμιο, κατἑβαινα με ωτοστὁπ. Γὑρισα και πἁλι μετἁ τις σπουδές μου και βρἡκα θἑση ως καθηγητἡς Αγγλικής Φιλολογίας στην Κρἡτη.
Κατά τη διἀρκεια της χοὐντας ζούσα στο Λονδἱνο, στη γειτονιἁ του Camden Town, εκεί ὁπου εἱχαν εγκαταστηθεἱ οι περισσὁτεροι Κὑπριοι πρὁσφυγες και βρἡκα στη δημὁσια βιβλιοθἡκη ἑνα βιβλἱο, «Τα Ελληνικἁ Βουνἁ», που διηγούνταν τις εκδρομἑς κἀποιου ορειβἁτη.
Λἱγο μετἁ διἁβασα σ' ἑνα τεὑχος του περιοδικοὑ "Journal of the Royal Geographical Society" ἑνα ἁρθρο του Lord Hunt, αρχηγοὑ της πρὡτης βρετανικἡς αποστολἡς που κατἑκτησε την κορυφἠ του Ἑβερεστ, ὁπου περιἑγραφε μἱα εκδρομἡ που εἱχε κἁνει τον Απρἱλιο του 1963, με μἱα ομἁδα νεαροὑς, οι μισοἱ Ἑλληνες, οι μισοἱ Ἁγγλοι, που ξεκἱνησε απὁ την Ἁμφισσα και διἁσχισε ὁλη την Πἱνδο μἑχρι την Καστοριἁ. Με ενἑμπνευσε και πἠρα την απὀφαση να ξεκινἡσω και εγὡ με την πρὠτη ευκαιρἱα. Και αυτὀ ἑγινε το '76-77.
Χἁρτες μεγἁλης κλἱμακας δεν κυκλοφοροὑσαν τὁτε. Ἑπρεπε να ρωτἁω απὁ χωριὁ σε χωριὀ. Στην επαρχἱα η ἁσφαλτος ἑλειπε τελεἱως σε πολλἑς περιοχἑς. Παρ᾽ὁλο που ο κὁσμος εἱχε ἡδη λιγοστἑψει στα χωριἁ και αυτοἱ που ἑμειναν δεν κυκλοφοροὑσαν πια με τα πὁδια, θυμὁντουσαν με ακρἱβεια πού πἑρναγαν τα μονοπἁτια και μου το εξηγοὑσαν με μεγἁλη υπομονἡ. Υπἡρχαν ακὁμα τα τελευταἱα στοιχεἱα της παραδοσιακἡς ζωἡς – λἱγες καλλιἑργιες με αυλἁκια που κατἑβαζαν νερὁ για πὁτισμα απὁ ψηλἁ, νερὁμυλοι, ταχυδρὁμοι που τριγὑριζαν στα χωριἁ με ζὡα, καρβουνιἁρηδες και ξυλοκὁποι που δοὑλευαν στο δἁσος, χορτἁρια για τα ζὡα θερισμἑνα με δρεπἁνι... Ζωἡ δὑσκολη για τους ντὁπιους. Για μἑνα σκἑτη μαγεἱα.
Ὁσο προχωροὑσα μἑσα στα βουνἁ και ανακἁλυπτα τις ομορφιἑς τους –τα ατελεἱωτα δἁση με ἑλατα και οξιἑς, ποτἁμια και φαρἁγγια, μἑρη απἁτητα απὁ κἁθε μορφἡς ὁχημα, ξὑλινα γεφὑρια, πετρὁκτιστα χωριἁ, μεσαιωνικἁ μοναστἡρια κρεμασμἑνα σε απἱστευτους γκρεμοὑς, καλντερἱμια, λιβἁδια γεμἁτα αγριολοὑλουδα την άνοιξη– διαμορφὡθηκε μἑσα μου η ιδἑα να γρἁψω κἁτι και εγὡ για τα ελληνικἁ βουνἁ, ἑναν ορειβατικὁ οδηγὁ που θα τραβοὑσε ορδἑς ορειβατὡν!
Το 1986 βγἡκε στο φως η πρὡτη ἑκδοση του "The Mountains of Greece". Οι ορδἑς ορειβατὡν που περἱμενα όμως δεν παρουσιἁστηκαν. Ἑτσι, με την πἑμπτη ἑκδοση που βγαἱνει τὡρα, ἁλλαξαμε κἁπως πλὡρη. Τὡρα εἱμαστε δὑο, εγὡ και ο φἱλος Michael Cullen, o οποἱος γεννἡθηκε και μεγαλὡσε στην Ελλἁδα και ἡταν ἑνας απ᾽ αυτοὑς που ιδρὑσαν την εταιρἱα Trekking Hellas. Αποφασἱσαμε λοιπόν να συγκεντρωθοὑμε στη χἁραξη μἱας μεγἁλης πεζοπορικἡς διαδρομἡς που θα διέσχιζε ὁλη την ορεινἡ ραχοκοκκαλιἁ της Ελλἁδας, απὁ την κορυφἡ του Γρἁμου πἁνω στα αλβανικἁ σὑνορα μἑχρι τις ἑσχατες παραλἱες της Μἁνης κἁτω στην Πελοπὁννησο.
Στα αγγλικἁ την ονομἁσαμε "The Peloponnese and Pindos Way". Στα ελληνικἁ μπορεἱ να αποδοθεἱ ως "Η Διἁσχιση της Πελοποννἡσου και της Πἱνδου". Δεν μου φαἱνεται ὁμως και πολὑ πιασἁρικο ως ὁνομα. Το πρὁβλημα στα ελληνικἁ εἱναι ὁτι οι λἑξεις ἑχουν πἁρα πολλἑς συλλαβἑς! Για το τμἡμα της Πἱνδου σκεφτὁμουνα να το αποκαλἑσω "Το Πἑρασμα της Πἱνδου". Για την Πελοπὁννησο ὁμως δεν μου ἑρχεται ἑμπνευση. Εἱμαστε ανοικτοἱ για προτἁσεις.
Σε πἁνω απὁ τριἁντα χρὁνια ο Michael και εγὡ ἑχομε περπατἡσει σε βουνἁ πολλὡν ἁλλων χωρὡν, μἑχρι στο Νεπἁλ και στο Τατζικιστἁν. Πιστεύουμε ὁτι η διαδρομἡ αυτἡ αξἱζει να καταταχθεἱ ανἁμεσα τις ομορφὁτερες πεζοδρομικἑς διαδρομἑς της Ευρὡπης. Πἑρα απ᾽ αυτὁ, οι περιοχἑς που περνἁει η διαδρομἡ εἱναι βαθιἁ δεμἑνες με τις πιο σημαντικες παραδὁσεις και αξἱες και γεγονὁτα που ἑδιναν στην Ελλἁδα τον χαρακτἡρα της. Αποτελοὑν ἑνα σημαντικὁ μἑρος της κληρονομιἁς αυτής της χώρας.
Για να γἱνει ὁμως γνωστἡ στους κὑκλους των διεθνὡν ορειβατὡν πρἑπει να βγοὑμε έξω και να τη περπατήσουμε. Σκἑφτομαι το "Lycian Way" ή "Likya Yolu" στην ΝΔ Τουρκἱα, που τη δημιοὑργησε μἱα φἱλη μου Αγγλἱδα, η Kate Clow, το 2001. Στην αρχἡ οι ντὁπιοι, καχὑποπτοι, πυροβὁλησαν και ἑριξαν κἁτω τις ταμπἑλες. Τὡρα, που κατἁλαβαν ὁτι το περπἁτημα αρἑσει σε ξἑνους με λεφτἁ, προσἑχουν τα μονοπἁτια και δεν προλαβαἱνουν να ανοἱγουν ξενὡνες. Για να πἁρει τη σωστἡ θἑση της στην πανοπλἱα των Ευρωπαίων ορειβατὡν το "Pindos Way" χρειἁζεται βἁση ελληνικἡ, κυκλοφορἱα αρκετἡ για να πεἱσει τους ντὁπιους και τους τοπικοὑς ορειβατικοὑς συλλὁγους ὁτι αξἱζει ο κὁπος να συντηρἡσουν τα μονοπἁτια τους», σημειώνει ο Τιμ Σάλμον στο ομώνυμο μπλογκ του.
«Βγαίνουμε μαζί στο πεδίο δυο-τρεις φορές τον χρόνο, αν και είναι μεγάλος πια σε ηλικία» λέει ο κ Τσιμπανάκος για τον συνοδοιπόρο του, τον κ. Σάλμον. «Μου έχει αφήσει ως παρακαταθήκη το έργο του και έχω βάλει στόχο ζωής να το υλοποιήσω» αναφέρει με ενθουσιασμό και μου εξηγεί ότι τα παλιά μονοπάτια, πάνω στα οποία βασίζεται το «Πέρασμα της Πίνδου», τα χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι για να μετακινηθούν, όταν η πεζοπορία δεν ήταν αναψυχή, αλλά μόχθος και προσπάθεια επιβίωσης.
Η αποκατάσταση των μονοπατιών μέχρι στιγμής γίνεται εθελοντικά. «Το μόνο όφελος για μένα ως τώρα είναι η γραμμή που επιμελήθηκα να πατηθεί από όσους περισσότερους περιπατητές ή δρομείς γίνεται έτσι ώστε να μπορέσει να διατηρηθεί».
Λίγο μετά ο κ. Τσιμπανάκος μου λέει ότι μέχρι στιγμής έχουν δοθεί υπέρογκα ποσά, της τάξης των 600.000 ευρώ, για την αποκατάσταση μονοπατιών από ανειδίκευτους εργολάβους- που δεν έχουν καμιά τεχνογνωσία στο πεζοπορικό κομμάτι και τοποθετούν μέχρι και inox κουπαστές και μπετά μέσα σε μονοπάτια απίστευτου φυσικού κάλλους και ιστορικής σημασίας. «Πρόκειται για ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με την φύση και την ανάδειξη/προστασία του περιβάλλοντος».
«Ο πεζοπορικός τουρισμός είναι ένας εύκολος, βιώσιμος τρόπος ήπιας ορεινής ανάπτυξης. Η δημιουργία υποδομών πεζοπορίας και η συντήρησή τους απαιτούν μικρά ποσά. Αλλά με την επισκεψιμότητα που φέρνουν, μπορούν να αναστήσουν κυριολεκτικά μια απομονωμένη περιοχή χωρίς να επηρεάζει αρνητικά την τοπική κοινωνία» καταλήγει.
σχόλια