«Αρχαίο, τιμητικό και κάπως δολοφονικό». Κάπως έτσι είχε περιγράψει η New York Times σε άρθρο της του 1931, την αναβίωση του calcio storico ή αλλιώς ‘Φλωρεντίνικου Ποδόσφαιρου’, ενός αθλήματος που είχε πραγματοποιηθεί την προηγούμενη χρονιά στην πόλη της Φλωρεντίας προς τιμήν της 400ης επετείου από την πολιορκία της πόλης από τον Αυτοκράτορα Κάρολο Κουίντο. Επρόκειτο για μια πρωτοβουλία του φασίστα ηγέτη Alessandro Pavolini, ο οποίος αποφάσισε να αναβιώσει ένα αρχαίο άθλημα μεγάλου ανταγωνισμού, προκειμένου να ενισχύσει τον τουρισμό της Τοσκάνης και να ενδυναμώσει το αθλητικό πνεύμα των Ιταλών. Για την πραγματοποίηση των αγώνων αυτών, τέσσερις από τις γειτονιές της πόλης κλήθηκαν να συναγωνιστούν η μία την άλλη.
Οι ρίζες του Φλωρεντίνικου ποδοσφαίρου φτάνουν μέχρι την εποχή του Ομήρου. Το παιχνίδι που στην αρχαία Ελλάδα ονομαζόταν σφαιρομαχία, υιοθετήθηκε αργότερα από τον Ρωμαϊκό στρατό, ο οποίος το χρησιμοποίησε ως τύπο προπόνησης με το όνομα ‘L’Harpastum’, δηλαδή ‘Το ξέσκισμα’. Γύρω στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα, το άθλημα είχε ήδη γίνει δημοφιλές σε όλη την Φλωρεντία και μπορούσες να το συναντήσεις σε κάθε δρόμο και πλατεία της πόλης.
Οι παίκτες που παίρνουν μέρος στο άθλημα είναι μεταξύ 20 και 40 ετών, ενώ πολλοί από αυτούς είναι πορτιέρηδες ή σωματοφύλακες, μποξέρ, παίκτες του rugby ή βετεράνοι του στρατού.
Από την αναβίωσή του το ’30 μέχρι σήμερα, το Φλωρεντίνικο ποδόσφαιρο διοργανώνεται κάθε χρόνο, με τον τελικό να λαμβάνει χώρα στις 24 Ιουνίου, ανήμερα της γιορτής του πολιούχου της πόλης, του San Giovanni. Το άθλημα που έμελλε να χαρακτηριστεί ως 'το πιο βίαιο άθλημα στον κόσμο', παίζεται σε γήπεδο με άμμο, με 27 παίκτες σε κάθε ομάδα, οι οποίοι στόχο έχουν να σκοράρουν με μια δερμάτινη μπάλα, χρησιμοποιώντας το σώμα τους με κάθε πιθανό τρόπο. Ο ανταγωνισμός είναι συνεχής και η μάχη δίνεται σώμα με σώμα, κεφάλι με κεφάλι, για την κατοχή της μπάλας. Κλωτσιές, μπουνιές και πάλη, είναι μέσα θεμιτά για την κατάκτηση του στόχου. Στο παιχνίδι οι παίκτες φορούν παραδοσιακά κοστούμια, εμπνευσμένα από μεσαιωνικές περιβολές. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ο Αμερικάνος δημοσιογράφος των New York Times του ’30, ονόμασε το άθλημα στο άρθρο του: «Ποδόσφαιρο που παίζεται με μετάξια και σατέν».
Το φωτογραφικό ντοκουμέντο του Ιταλού φωτογράφου Alessandro Iovino, είναι ένα σπάνιο χρονικό της πορείας μιας ομάδας μέχρι τον αγώνα. Ο ίδιος με μεγάλο κόπο και μετά από τρεις μήνες προσπάθειας, κατάφερε να πείσει την ομάδα των Azzurri (μπλε), που εκπροσωπούν την γειτονιά Santa Croce, να τους ακολουθήσει και να μπει στο άδυτο των προπονήσεών τους. «Αυτοί οι άνθρωποι είναι πολύ δεμένοι και πολύ παθιασμένοι με την εκδήλωση», εξηγεί ο ίδιος.
Οι παίκτες που παίρνουν μέρος στο άθλημα είναι μεταξύ 20 και 40 ετών, ενώ πολλοί από αυτούς είναι πορτιέρηδες ή σωματοφύλακες, μποξέρ, παίκτες του rugby ή βετεράνοι του στρατού. Η ομάδα που παρακολούθησε ο Alessandro λέγεται πως έχει κερδίσει το τουρνουά περισσότερες φορές από κάθε άλλη ομάδα. Ωστόσο, αυτή την χρονιά ηττήθηκε από τους Santo Spirito Bianchi. Το έπαθλο του αγώνα είναι εξίσου μεγάλη έκπληξη. Πρόκειται για μια αγελάδα Chianina, μια από τις παλαιότερες ράτσες αγελάδας στον κόσμο που έχει Ιταλική καταγωγή. Όπως είναι προφανές, οι ομάδες που συμμετέχουν στο ιστορικό άθλημα της Τοσκάνης, δεν αγωνίζονται για το έπαθλο. Κίνητρό τους, όπως εξηγεί και ο φωτογράφος, είναι η τιμή, ο σεβασμός που έρχεται με την αιματοχυσία.
Ο Alessandro Iovino, είναι φωτογράφος γεννημένος στην Parma της Ιταλίας. Ξεκίνησε να ασχολείται με την φωτογραφία το 2013 μετά την ολοκλήρωση του master του στο Speos photography school του Λονδίνου.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στο Roads and Kingdoms.
Το facebook page του Alessandro Iovino, εδώ.
σχόλια