Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά.

Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Ο αρχιμάγειρας του Love Boat, Παναγιώτης Ρωμανός, τρίτος από αριστερά.
1

«Η αλήθεια είναι ότι δεν με πίστευαν, τότε μικρός, όταν έλεγα για το πλοίο, για τα μέρη που είχα πάει. Θυμάμαι στο σχολείο, που έγραφα και καλές εκθέσεις, πήγαινε η μητέρα μου να πάρει τους βαθμούς και της έλεγε η δασκάλα «πάρα πολύ καλό παιδί ο Γεράσιμος και έχει και μεγάλη φαντασία» και η μητέρα μου εξηγούσε ότι είμαι παιδί ναυτικού, ότι όντως είχα επισκεφθεί το Αλέρτ, το βορειότερο μέρος της γης, ότι έτσι έχουν τα πράγματα, όπως τα περιγράφω, και δώστου κουβάλαγε φωτογραφίες για να τους πείσει.


Τα παιδικά μου χρόνια τα πέρασα μέσα στο Love Boat. Από 18 μηνών ταξίδευα με το πλοίο, ζούσαμε μέσα στο βαπόρι, με σεφ τον πατέρα μου. Γυρίσαμε όλο τον κόσμο, πηγαίναμε 6 μήνες Αμερική, Βόρεια Ευρώπη, Βόρειο Πόλο και 6 μήνες Νότια Ευρώπη, Μεσόγειο και Αφρική.

 

Ήταν πάντως δύσκολα, ξεκίναγε ο μπουφές από τα χαράματα, μετά είχε δεύτερο μπουφέ στις 9 το πρωί, το βράδυ δύο τραπεζαρίες και μετά, στη μία πάλι, τη νύχτα, μπουφέ. Δεν σταμάταγε ποτέ η κουζίνα.

Του πατέρα μου του άρεσε η μαγειρική, διάβαζε πολύ, μελετούσε, έχει γράψει βιβλία μαγειρικής, το αγαπούσε. Ήταν δάσκαλος στη δουλειά του. Ξεκίνησε από τα βαπόρια του Τυπάλδου. Εκεί γνώρισε και τη μητέρα μου. Η μάνα μου είχε σπουδάσει νοσηλευτική και εργαζόταν ως νοσηλεύτρια, στο ίδιο πλοίο ήταν μάλιστα και ο Καββαδίας ασυρματιστής


Γέννημα θρέμμα Πασαλιμανιώτης ήταν ο πατέρας μου, με καταγωγή από τη Κεφαλονιά. Ήταν από φτωχή οικογένεια και αναγκάστηκε να μπει από μικρός στα καράβια, στην αρχή ως βοηθός μάγειρα. Είχε μάθει να μαγειρεύει από τη γιαγιά μου – μεγάλη μαγείρισσα. Δύσκολη δουλειά, βέβαια, στα κρουαζιερόπλοια όχι τόσο όσο είναι στα φορτηγά πλοία, αλλά η θάλασσα πλήρωνε καλά.

Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Φωτογραφία με τα αυτόγραφα των πρωταγωνιστών της σειράς.


Εμένα με είχαν σαν μασκότ, με τη Βίκι (Jill Whelan), την κόρη του καπετάνιου, την Τζούλι, την ξεναγό (Lauren Tewes), τον καπετάνιο, με κυνηγούσαν, ο Μάκης από δω, ο Μακης από κει. Θυμάμαι η Τζουλι μου έφερνε κάτι ταψάκια με ποπ κορν, δεν υπήρχαν τότε εδώ αυτά, και τρελαινόμουν. «Μάκη αυτά για σένα» μου έλεγε. Ήμουν πιτσιρίκος στο καράβι και όλα με εντυπωσίαζαν, κυκλοφορούσα με μία γραβάτα, είχα ερωτευτεί και μία χορεύτρια...

Όταν έφτασα σε ηλικία για να πάω σχολείο, ερχόμασταν στην Αθήνα τον Σεπτέμβρη. Τα Χριστούγεννα ξαναφεύγαμε. Όποτε το πλοίο ήταν Ευρώπη, έπιανε λιμάνι στο Ρότερνταμ και πηγαίναμε εκεί. Το καλοκαίρι κατά κανόνα βρίσκαμε το βαπόρι στην Αμερική και για τρεις μήνες ταξιδεύαμε.


Στα γυρίσματα, δεν υπήρχε άλλος κόσμος στο καράβι, μόνο οι ηθοποιοί και τα συνεργεία και καμιά φορά έφερναν και τις οικογένειές τους. Μεγάλο καράβι για την εποχή του, χώραγε 2.500 επιβάτες.


Τα μενού ήταν όλα κανονισμένα από πριν, και η αλήθεια είναι ότι ένας ηθοποιός (Ted Lange) που έπαιζε τον μπάρμαν είχε ιδιαίτερες προτιμήσεις, ποτέ δεν του άρεσε το μενού της παραγωγής και ζητούσε τα δικά του. Τον τρέλαινε τον πατέρα μου, στο τέλος όμως τα βρίσκανε.

Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Στο κατάστρωμα του κρουαζιερόπλοιου.


Ήταν πάντως δύσκολα, ξεκίναγε ο μπουφές από τα χαράματα, μετά είχε δεύτερο μπουφέ στις 9 το πρωί, το βράδυ δύο τραπεζαρίες και μετά, στη μία πάλι, τη νύχτα, μπουφέ. Δεν σταμάταγε ποτέ η κουζίνα. Είχε 76 άτομα προσωπικό, 72 μαγείρους και 4 ζαχαροπλάστες, και εγώ είχα ένα αυτοκινητάκι ηλεκτρικό και γύρναγα όλη μέρα στη κουζίνα.

Τα περισσότερα επεισόδια γυρίζονταν όταν το πλοίο ήταν αγκυροβολημένο, τρεις-τέσσερις φορές αλλάζαμε και λιμάνι, αυτό που βλέπαμε δηλαδή να μπαινοβγαίνει κόσμος ήταν όντως σε κάποια αποβάθρα. Συνήθως τα γυρίσματα ήταν σε Αμερική και Καραϊβική, είχαμε έρθει και Μεσόγειο, είχαμε πάει Ρόδο, Κρήτη, Κουσάντασι.


Το πλοίο είχε 3 πισίνες, δυο θέατρα, δυο κινηματογράφους, εστιατόρια. Τώρα βέβαια τα κρουαζιερόπλοια έχουν εκσυγχρονιστεί, τότε όμως ήταν από τα λίγα που υπήρχαν. Οι ηθοποιοί γύριζαν τα επεισόδια, 5-6 ώρες κρατούσαν τα γυρίσματα, και μετά έκαναν διακοπές με τις οικογένειες τους.


Στον πατέρα μου δεν έκανε εντύπωση το σκηνικό με τα γυρίσματα του Love Boat γιατί έτσι κι αλλιώς οι πελάτες του κρουαζιερόπλοιου ήταν οικονομικά εύποροι Αμερικανοί, ηθοποιοί, οπότε είχε συνηθίσει. Μετά, να σου πω την αλήθεια, ήταν και κουραστικό, γιατί ξέφευγε από τον τρόπο που δούλευε, είχε να κάνει διαφορετικά φαγητά για 15 μέρες, και να ακολουθήσει το μενού που είχε προκαθορίσει η παραγωγή.

Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Καναπεδάκια γαρίδας, μενταγιόν αστακού και μους από γλώσσα.


Στην Ελλάδα κάποια στιγμή σταμάτησαν να προβάλλουν νέα επεισόδια (σ.σ. Το Πλοίο της Αγάπης [The Love Boat] προβλήθηκε από το 1977 έως το 1986 στην ΕΡΤ), ο πατέρας μου συνέχισε ως σεφ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80. Σταμάτησε το 1988-1989, ήταν δηλαδή στην Πριγκίπισσα του Ειρηνικού (σ.σ. η ονομασία του πλοίου όπου γίνονταν τα γυρίσματα ως Love Boat) γύρω στα 12-13 χρόνια. Είχε μία περιπέτεια υγείας και αναγκάστηκε να σταματήσει.


Όταν του έλεγα ότι θα γίνω ναυτικός, δεν ήθελε με τίποτα, μου έλεγε πρώτα θα κλείσω τα μάτια μου και μετά θα γίνεις. Μην βλέπεις τώρα, τότε ήταν δύσκολα, δεν μπορούσες να έχεις επικοινωνία, φαντάσου κάναμε 15 μέρες να περάσουμε τον Ατλαντικό. Τώρα υπάρχουν δορυφόροι, τηλέφωνα, αλλά τότε... Ακόμα θυμάμαι την αγωνία της μητέρας μου.


Εκείνη την εποχή, όταν βγήκε στη στεριά, άρχισε να δουλεύει σε εστιατόρια, ήταν ο πρώτος σεφ στην Ιθάκη, άνοιξε εστιατόριο στην Ιεράπετρα της Κρήτης, έγραφε και κάθε Τετάρτη στην εφημερίδα «24 ώρες» συνταγές και μενού.


Το σήμα κατατεθέν του ήταν ο μουσακάς αλα ρομάνα, που ήταν ιδιαίτερος και δεν μπορούσε να τον πετύχει κανείς. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να γράψει τα απομνημονεύματα του. Πέθανε το 1999 ξαφνικά, αρρώστησε και έφυγε μέσα σε ενάμιση μήνα. Ήταν 70 χρονών, δραστήριος πολύ, είχαμε ανοίξει και ένα εστιατόριο στην Κεφαλονιά...


Έζησα όμως εξαιτίας του ένα πραγματικά καταπληκτικό παραμύθι».

Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Μακέτα του πλοίου Calypso.
Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Αριστερά σφυρίδα, γαρίδες μπουκέτο και μενταγιόν ψαριού και δεξιά καπνιστός σολομός.
Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Ξεκίνησε από τα βαπόρια του Τυπάλδου.
Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Αυτόγραφο ηθοποιού με αφιέρωση στον Παναγιώτη Ρωμανό.
Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο με το «Πλοίο της Αγάπης». Κυριολεκτικά. Facebook Twitter
Ταξίδια
1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιώργος Καπουτζίδης: «Στη Νέα Ζηλανδία είδα πραγματικά ευτυχισμένους ανθρώπους»  «Στη Νέα Ζηλανδία είσαι πάρα μα πάρα πολύ μακριά από οτιδήποτε» Ο Γιώργος Καπουτζίδης θα μπορούσε να ζήσει για πάντα στη Νέα Ζηλανδία

Γιώργος Καπουτζίδης / «Στη Νέα Ζηλανδία δεν εκνευρίζονται, δεν κορνάρουν»

O γνωστός σεναριογράφος και ηθοποιός ταξίδεψε ως την άλλη άκρη του κόσμου για να γνωρίσει από κοντά μια χώρα που, πέρα από την επιβλητική της φύση, φαίνεται να έχει επιλέξει έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Και με το που προσγειώθηκε, τον υποδέχτηκε… μία Καρυάτιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Στο Μέσο Γερακάρι Ζακύνθου, η Αθήνα δεν είναι καν στον ορίζοντα»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στο Μέσο Γερακάρι Ζακύνθου, η Αθήνα δεν είναι καν στον ορίζοντα»

Για 15 χρόνια, ο Ανδρέας Γεωργίου πηγαινοερχόταν στη δουλειά του, από ένα χωριό της Κορινθίας ως το κέντρο της Αθήνας. Η απόφαση να μετακομίσει σε ένα χωριό της Ζακύνθου δεν ήταν εύκολη. Μια φράση της κόρης του όμως τον έπεισε κι έτσι τώρα πια ζει σε ένα μέρος με ατελείωτους ελαιώνες και μεγάλη αγάπη για την ποίηση και το παραδοσιακό τραγούδι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Μονοπάτια Αγίου Όρους: Ανάμεσα στη φύση και την πνευματικότητα

Ταξίδια / Μονοπάτια Αγίου Όρους: Ανάμεσα στη φύση και την πνευματικότητα

Οι διαδρομές ανάμεσα σε επιβλητικά μοναστήρια και σκήτες, όπως και η φροντίδα για την προστασία τους, ενώνουν ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο: έναν Αυστραλό δικαστή, έναν Βέλγο τραπεζικό, έναν ψυχίατρο από το Ομάν, έναν Άγγλο εκδότη και έναν Έλληνα μηχανικό αεροσκαφών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Στο χωριό καταλάβαμε για πρώτη φορά πως ο φορτιστής του κινητού κάνει θόρυβο»

Οι επαρχίες μας / «Στο χωριό καταλάβαμε για πρώτη φορά πως ο φορτιστής του κινητού κάνει θόρυβο»

Η Δέσποινα Τζιουβάρα άφησε την Αθήνα για τον Βουτσαρά, ένα από τα Κουρεντοχώρια, και ευελπιστεί να βοηθήσει την περιοχή να περάσει σε μια νέα εποχή μετά την απότομη ερήμωση.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Δεμάτι κάλεσμα

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η καθημερινότητα δεν είναι σχεδόν ποτέ ίδια στο βουνό»

Ο Βασίλης Νάκκας, ένα από τα ιδρυτικά μέλη της ΚοινΣΕπ «Τα Ψηλά Βουνά», απευθύνει πρόσκληση σε όσους θέλουν να ζήσουν και να εργαστούν στο Δεμάτι Ζαγορίου, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη των ορεινών κοινοτήτων.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Nothing Days / Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Ένα «ανοιξιάτικο» τριήμερο σε μία πόλη που ξέρει από φυσικές καταστροφές αλλά ξέρει και να υμνεί τη ζωή, και μία μεγάλη βόλτα στην Πομπηία και στο Ερκολάνο. Από το αρχαίο «fast food» στις σύγχρονες γεύσεις της ναπολιτάνικης κουζίνας.
M. HULOT
Τρεις φίλοι από την Αθήνα δημιούργησαν μια μικρή, αυτάρκη κοινότητα στην Αιτωλοακαρνανία, έναν ζωντανό πυρήνα ανθρώπων που ζουν και εργάζονται με τη φύση αναζωογονώντας την τοπική κοινωνία

Γειτονιές της Ελλάδας / «Είναι ωραίο να μη γυρίζουν όλα γύρω από τα λεφτά»

Τρεις Αθηναίοι δημιούργησαν το Yamochori, μια μικρή, αυτάρκη κοινότητα στην Αιτωλοακαρνανία – έναν ζωντανό πυρήνα ανθρώπων που ζουν και εργάζονται με τη φύση, οργανώνοντας δράσεις και αναζωογονώντας την τοπική κοινωνία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
48 ώρες στη Λάρισα

Ταξίδια / 48 ώρες στη Λάρισα

Από τα αρχαία θέατρα που κρύβονται στο κέντρο της, μέχρι το καλλιτεχνικό χωριό της που ζωντανεύει κάτω από τον ήλιο, η πόλη αυτή δεν είναι απλώς μια ενδιάμεση στάση προς τη Θεσσαλονίκη, αλλά προσφέρει πολλά μαζί με το τσίπουρο Τυρνάβου και τον χαλβά Φαρσάλων.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
«Οι άνθρωποι του χωριού είναι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Επέλεξα να ζήσω ανάμεσά τους και όχι σε παλάτια. Κοντά τους όμως νιώθω βασιλιάς».

Γειτονιές της Ελλάδας / «Ζώντας κοντά στους ανθρώπους του χωριού νιώθω βασιλιάς»

Ο Νίκος Πατερέκας μετακόμισε ξαφνικά στη Νέα Αβόρανη, έγινε αγρότης και, αν και κάποια αγαπημένα του πρόσωπα μπορεί να μην τον στήριξαν σε αυτή την απόφαση, πορεύεται με οδηγό την υπόσχεση που έδωσε όταν έχασε τους παππούδες του.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
48 ώρες στον Βόλο

Ταξίδια / 48 ώρες στον Βόλο

Από ένα έργο του Πικιώνη και ένα ιστορικό κινηματοθέατρο μέχρι τα παραδοσιακά τσιπουράδικα και τα βιομηχανικά μνημεία, ο Βόλος αποκαλύπτει την πολυπολιτισμική του κληρονομιά. Εδώ, το παλιό συναντά το νέο, με την παραλία και τα Παλαιά να είναι μόνο η αρχή για μια συναρπαστική εξερεύνηση.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
«Η ψυχική ισορροπία που κερδίζεις φεύγοντας από την Αθήνα σου ανοίγει ορίζοντες»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η ψυχική ισορροπία που κερδίζεις φεύγοντας από την Αθήνα σου ανοίγει ορίζοντες»

Η Χαρά Δελή άφησε τη δουλειά της ως πολιτικός μηχανικός στην Αθήνα για να ζήσει από τη σαπωνοποιία στην Τρίπολη. Αν και η μετάβαση δεν ήταν εύκολη, τώρα δεν φαντάζεται τη ζωή της χωρίς τον χρόνο που απέκτησε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το καφέ του Wes Anderson, τo δεινοσαυράκι του Duomo κι άλλες 8 στάσεις σ’ ένα τριήμερο στο Μιλάνο

Ηχητικά Άρθρα / Το καφέ του Wes Anderson, τo δεινοσαυράκι του Duomo κι άλλες 8 στάσεις σ’ ένα τριήμερο στο Μιλάνο

Το Μιλάνο μπορεί να έχει μια απωθητική μουσολινική αισθητική στα κτίρια και τον χειρότερο κόσμο που μπορείς να συναντήσεις σε κέντρο πόλης, αλλά δεν είναι ούτε άσχημο, ούτε αδιάφορο.
M. HULOT
«Βγαίνεις ένα χειμωνιάτικο πρωινό από το σπίτι σου, ο ήλιος ανατέλλει και οι χιονισμένες βουνοκορφές βάφονται ροζ. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από τη ζωή»;

Ταξίδια / «Στη Μαντίνεια οι μέρες γεμίζουν με πράγματα που έχουν πραγματική αξία και νόημα»

Όταν ένιωσε ότι ο χρόνος στην Αθήνα φεύγει χωρίς να τον αντιλαμβάνεται, η Μαριλένα Παναγοπούλου επέστρεψε στο χωριό της, αφοσιώθηκε στο κρασί και απολαμβάνει πια τη ζωή σε έναν τόπο όπου ο ήλιος ανατέλλει και οι χιονισμένες βουνοκορφές βάφονται ροζ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ

σχόλια

1 σχόλια