Τον Απρίλιο του 1953, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα ράφια των βρετανικών βιβλιοπωλείων ο χαρακτήρας του Τζέιμς Μποντ, με την έκδοση της νουβέλας Casino Royale. Ξεκινώντας με μια πρώτη έκδοση 4.728 αντιτύπων, ο Ίαν Φλέμινγκ θα έγραφε άλλα 13 μυθιστορήματα της ίδιας σειράς, τα οποία έχουν πουλήσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια αντίτυπα μέχρι σήμερα. Η τεράστια επιτυχία των βιβλίων επισκιάστηκε από τον κολοσσό στον οποίο εξελίχθηκε η κινηματογραφική σειρά, με την πιο πρόσφατη ταινία του 007 (No Time To Die) να έχει πετύχει εισπράξεις 774 εκατομμυρίων δολαρίων.
Ο Φλέμινγκ είχε επισκεφθεί το νησί για πρώτη φορά ως αξιωματικός του ναυτικού κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τον Ιούλιο του 1943, σε ένα συνέδριο για την αντιμετώπιση των καταστροφών που προκαλούσαν τα γερμανικά υποβρύχια στην γύρω θαλάσσια περιοχή. Σχεδόν αμέσως μετά την άφιξή του στο νησί της Καραϊβικής, ο Φλέμινγκ είχε ερωτευτεί το μέρος ανακοινώνοντας στον φίλο με τον οποίο έμενε μαζί: «Όταν κερδίσουμε αυτόν τον καταραμένο πόλεμο, θα έρθω να ζήσω στη Τζαμάικα ... θα ζήσω στη Τζαμάικα, θα κολυμπώ και θα γράφω βιβλία». Αργότερα θα πρόσθετε: «Θα γράψω την ιστορία κατασκοπείας που θα τελειώσει όλες τις ιστορίες κατασκοπείας». Και αυτό ακριβώς έκανε.
Μετά τον πόλεμο, ο Φλέμινγκ αγόρασε ένα οικόπεδο 15 στρεμμάτων στη βόρεια ακτή του νησιού, σχεδόν ακριβώς πάνω από την πρωτεύουσα, το Κίνγκστον, όπου έχτισε ένα μικρό σπίτι με θέα στον ωκεανό – το ονόμασε Goldeneye. Δεν ήταν καθόλου πολυτελές. Ο Φλέμινγκ ήθελε να μην υπάρχουν τζάμια στα παράθυρα για να μπορούν να πετάνε μέσα τα πουλιά, να μην υπάρχει ζεστό νερό, καθώς θα έκαναν μπάνιο στη θάλασσα καθημερινά, και μόνο έναν μικρό φούρνο και έναν νεροχύτη στην κουζίνα. Ο στενός φίλος του Φλέμινγκ και γείτονας του στην Τζαμάικα, ο διάσημος Νόελ Κάουαρντ, ήταν ένας από τους πρώτους ανθρώπους που επισκέφθηκαν το νέο σπίτι, και αμέσως αποφάνθηκε ότι έμοιαζε περισσότερο με νοσοκομείο παρά με νησιωτική βίλα.
Το πρωί της 15ης Ιανουαρίου 1952, μετά το πρωινό, ο Φλέμινγκ κάθισε στο γωνιακό του γραφείο και άρχισε να γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα. Αρχικά επιχείρησε να βρει ένα όνομα για τον ήρωά του. Πολλά χρόνια αργότερα θα έλεγε: «Ήθελα το πιο απλό, βαρετό, στεγνό όνομα, κάτι σύντομο, μη ρομαντικό, αγγλοσαξονικό και συνάμα πολύ αρρενωπό». Στο γραφείο του καθόταν παραμελημένο ένα βιβλίο που του είχαν κάνει δώρο με τίτλο Birds of the West Indies (Πουλιά των Δυτικών Ινδιών) από έναν συγγραφέα που ονομαζόταν Τζέιμς Μποντ. Εκείνη τη στιγμή αποφάσισε ότι αυτό ήταν το τέλειο όνομα για τον ήρωά του.
Με το όνομα του κύριου χαρακτήρα του πλέον επικυρωμένο, ο Φλέμινγκ έστρεψε το μυαλό του στην πλοκή του Casino Royale. Ως αξιωματικός της Ναυτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν του έλειπαν οι εμπειρίες που μπορούσε να αξιοποιήσει. Το 1941, ο Φλέμινγκ είχε επισκεφθεί τη Λισαβόνα καθ' οδόν προς τη Νέα Υόρκη, μαζί με τον διευθυντή της Ναυτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, ναύαρχο Τζον Γκόντφρεϊ – ο οποίος λέγεται ότι αποτέλεσε τη βάση για τον χαρακτήρα Μ στις ιστορίες του Τζέιμς Μποντ – όταν έτυχε να δει μια σκηνή που θα αποτελούσε τη βάση για την ιστορία του Casino Royale.
Ένα βράδυ, μετά το δείπνο, ο Φλέμινγκ και ο Γκόντφρεϊ επισκέφθηκαν το Καζίνο Εστορίλ, ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη. Καθώς κάθονταν στο τραπέζι του μπακαρά, ο Φλέμινγκ του ψιθύρισε: «Ας υποθέσουμε ότι αυτοί οι τύποι ήταν Γερμανοί πράκτορες – δεν θα ήταν τέλειο να τους ξαφρίζαμε τελείως;». Μια δεκαετία αργότερα, ο Φλέμινγκ αποφάσισε ότι αυτό το υποθετικό σενάριο θα ήταν η βάση για το πρώτο μυθιστόρημά του.
Μετά τον πόλεμο, ο Φλέμινγκ αγόρασε ένα οικόπεδο 15 στρεμμάτων στη βόρεια ακτή του νησιού, σχεδόν ακριβώς πάνω από την πρωτεύουσα, το Κίνγκστον, όπου έχτισε ένα μικρό σπίτι με θέα στον ωκεανό – το ονόμασε Goldeneye. Δεν ήταν καθόλου πολυτελές. Ο Φλέμινγκ ήθελε να μην υπάρχουν τζάμια στα παράθυρα για να μπορούν να πετάνε μέσα τα πουλιά, να μην υπάρχει ζεστό νερό, καθώς θα έκαναν μπάνιο στη θάλασσα καθημερινά
Αφού το τελείωσε, σκόπευε να το αφιερώσει στη σύζυγό του, εκείνη όμως, αφού το διάβασε, του είπε: «Δε νομίζω ότι είναι το είδος του βιβλίου που θα ήθελε κανείς να του το αφιερώσουν». Απτόητος, ο Φλέμινγκ έστειλε το χειρόγραφο στον εκδότη του αδελφού του Πίτερ, τον Τζόναθαν Κέιπ, ο οποίος το δέχτηκε απρόθυμα χάρη στην πειθώ του Πίτερ. Το Casino Royale πούλησε συνολικά 8.000 αντίτυπα τον πρώτο χρόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο και 4.000 στην Αμερική, αποσπώντας ανάμεικτες κριτικές, λειτούργησε όμως ως το εφαλτήριο για το φαινόμενο Τζέιμς Μποντ.
Από την πρώτη του κιόλας απόπειρα για μυθιστόρημα προέκυψε μια φόρμουλα που θα ακολουθούσε σε σχεδόν κάθε άλλο βιβλίο του 007. Ο Μποντ χρειάζεται μια όμορφη γυναίκα ως βοηθό του, έναν κακό που παρά κάποιου είδους σωματική ατέλεια, είναι σχεδόν ισάξιός του, και φυσικά χρειάζεται να ταξιδεύει στα πιο λαμπερά μέρη του κόσμου.
Παρά το γεγονός ότι ήταν το πρώτο βιβλίο Τζέιμς Μποντ, το Casino Royale έγινε ο τελευταίος τίτλος από τα 14 μυθιστορήματα του Φλέμινγκ που μετατράπηκε σε (επίσημη) ταινία με ήρωα τον Μποντ, αν εξαιρέσουμε την ομώνυμη σάτιρα του 1967 με τον Πίτερ Σέλερς. Σηματοδοτώντας την παρθενική έξοδο του Ντάνιελ Κρεγκ, του έβδομου ηθοποιού που υποδύθηκε ρόλο, η κινηματογραφική εκδοχή του Casino Royale κυκλοφόρησε το 2006 και παρέμεινε εξαιρετικά πιστή στο βιβλίο του Φλέμινγκ. Παρά το γεγονός ότι οι εκδόσεις Ian Fleming Publications ανακοίνωσαν τον Φεβρουάριο που μας πέρασε ότι η τρέχουσα επανέκδοση των μυθιστορημάτων του Μποντ θα περιλάμβανε κάποιες αλλαγές στα πρωτότυπα κείμενα, αποφασίστηκε ειδικά το Casino Royale να μην αλλάξει καθόλου.
Με στοιχεία από The Telegraph