Άψογες κορμάρες, ωραίοι νεκροί
Ακόμη ένα ταξίδι εκεί που βρίσκω νόημα
Καλά να πάθω. Μπαχρέιν. Μανάμα. Τα Σαββατοκύριακα, το έλα να δεις. Από τη γέφυρα που επονομάζεται και Johny Walker Bridge χιλιάδες Σαουδάραβες έρχονται να πιούν και να μισθώσουν σεξεργάτριες. Οι οποίες παίζει να είναι η πιο πολυάριθμη κοινότητα μετά τους oil refiners. Άπειρες. Παντού. Εν εξάλλω. Εδώ επιτρέπεται και το αλκοόλ και η πορνεία, οπότε καταλαβαίνεις. Σε τραβάνε απ' το μανίκι.
Νομίζω εδώ μού τελείωσε οριστικά το on/off ρομάντσο μου με τα Κράτη του Κόλπου, που βασικά οφείλεται στο παλιό σκάλωμά μου με τον Γουίλφρεντ Θέσιγκερ. Χαζό. Ο Θέσινγκερ, διέσχισε και ουσιαστικά γεωγράφησε αυτά τα έθνη, όταν όλα ήταν έρημος και φελλάχοι, ξεχασμένοι στη στεγνή, ελεύθερη ζωή τους. Όταν όλα ήταν άμμος και άστρα. Τώρα όλα είναι χρήμα, υποκρισία και κραιπάλη. Μόνο που αυτά τα βόδια, που μόνο που δεν ρεύονται μπροστά σου, κακομαθημένα και κοινωνικώς αμόρφωτα, δεν ξέρουν ούτε καν να ασωτεύουν. Ρίχνονται με τα μούτρα σε κάτι πολύχρωμα φωσφοριζέ κοκτέιλ και ψωνίζουν ασιάτισσες σα να είναι γκάτζετ. Υπάρχουν πάνω από 50 ψευδοντιζάιν κλαμπ στη Μανάμα (πήγα στα δύο μεγαλύτερα, τραγωδία) με χαζοράπ djs, ρωσίδες στρίπερς (ο θεός να τις κάνει, γυμναστικές επιδείξεις) και σαούντις που φοράνε τις τρέντι μάρκες σαν τσίγκινες πανοπλίες. Δεν έχω δει πιο μελαγχολικό όργιο. Πολλοί χαλιούνται, τους παίρνουν σηκωτούς έξω στην ανυπόφορη νύχτα που είναι αδύνατον να τη διασχίσεις πεζή λόγω ακραίου καύσωνα (τη διέσχισα, μ΄αρέσει η ζέστη).
Το μόνο βασίλειο που μου έχει αφήσει καλή αίσθηση, τελικά, είναι το Ομάν. Είναι άλλου τύπου άνθρωποι. Με ευγένεια και εσωτερική ησυχία. Και βεβαίως, πιο όμορφοι.
Το μόνο που σ' αρέσει στη Μανάμα είναι η άνεση των κτιρίων, το εκπληκτικό από κάθε άποψη αεροδρόμιο (αρχιτεκτονική, λειτουργικότητα, εργονομία), τα πολυχρηστικά malls, και κυρίως το Four Seasons. Εξαιρετικό. Kαι ένας εκ των τριών σεφ, από το Κιλκίς!
Με σχετική ταλαιπωρία, μέσω Κουβέιτ (με τη χειρότερη εταιρεία που έχω πάρει ποτέ ― την Jazeera Airways ― καθυστέρηση, χάνω την connecting πτήση κ.λπ.) φτάνω νύχτα στην Αλεξάνδρεια. Όλα αλλάζουν. Τα νερά της Μεσογείου, ο ζέφυρος, το ξενοδοχείο που αγαπώ, το Cecil. Kυρίως αυτή η ράτσα, με τα ανυπόκριτα χαμόγελα, τον ψυχισμό παιδιού, την πηγαία καλωσύνη, την μοιρολατρική ξενοιασιά. Εδώ είμαστε, είπα. Μη το ψάχνεις, η Αίγυπτος είναι ο τόπος σου. Εκείνη η μέθη που ένοιωσες 20 χρονών φοιτητής, όταν άνοιξε η πόρτα του αεροπλάνου και κατέβηκες στο Κάιρο (ο άερας ήταν λιγόθυμος και μυρωμένος, ή έτσι σου φαινόταν), και το πρώτο μπάνιο στο Ασουάν, στα νερά του Νείλου, μπούζι. Έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας από τότε, η ίδια μέθη, τα ίδια βράδια, το ίδιο φεγγάρι της Αλεξάνδρειας (κρατώντας το παλιό στην αγκαλιά του). Και αυτό το χάος στο οποίο έχω μάθει να πλοηγούμαι αμέριμνος, σαν παιδί που χάθηκε αλλά δεν το νοιάζει καθόλου πού πάει. (Είπα «σαν»).
Οι κατακόμβες του Κομ ελ-Σοκάφα.
Οι κατακόμβες του Κομ ελ-Σοκάφα. Καλά συντηρημένες, τα νερά που έφταναν εδώ από το κανάλι ελ-Μαχμούντια έχουν αποσυρθεί, αφήνουν μόνο λίγη μούχλα στη πορώδη πέτρα, χρώμα σμαραγδιού. Τάφοι, τάφοι, χιλιόμετρα υπόσκαφων ταφων σε τρεις ορόφους ―άλλο που δεν θέλω. Μόνο που εδώ υπάρχει ένα έξτρα γοητείας. Αυτό που λέει ο Καβάφης «Είμεθα ένα κράμα εδώ», σε ελληνορωμαϊκοαιγυπτικακή έκδοση. Μείξη τριών τεχνοτροπιών, με ολίγη από Κόπτες. Όχι δυο μέτρα γης για τον καθένα, αλλά πέτρινη σαρκοφάγος, κυριλέ, για τους πλουσίους, σμιλεμένη στα υγρά, παγωμένα έγκατα της γης, στην αταραξία του μεγάλου ύπνου ― αυτό που μου είχε πει ο Πεντζίκης και τον κοίταγα σα χάνος: «Καλό μου παιδάκι, μην είσαι στούρνος, η αξία ενός πολιτισμού μετριέται από τον τρόπο που φέρεται στους νεκρούς του».
Οι πρώτοι αμερικανοί που είδα σε αυτό το ταξίδι. Με τη γλώσα σα τσιχλόφουσκα, τη θανάσιμη αυτοπεποίθηση, τις φωνές, τα στεντόρεια wow, το ροδαλό, μεταξένιο δέρμα ― έχουν κάτι γραπωτικό όμως τελικά...
Αυτό το queer παιδάκι μού έκανε εντύπωση. Κοιταζόταν στον καθρέφτη του ipad συνεχώς, αυτοκαταβροχθιζόμενο, φτιάχνοντας τα τσουλούφια του, δοκιμάζοντας μούτες, γωνίες, βλέματα... Μηδέν επαφή, αν όχι περιφρόνηση με το περιβάλλον. Σα να προσπαθούσε να ρίξει το είδωλό του και να μη τού καθόταν. Κάπως κάπου θρίλερ...
Σαν κόμιξ. Τάφος έξω από τις κατακόμβες. Αδέσποτα κουτάβια παίζουν τριγύρω. Ένα μπαίνει στο ξέμπαρκο μνημείο χαρμόσυνα και τραβάει τα κορδόνια μου. Μοιάζει πολύ με τον Άνουβη της τοιχογραφίας. Ο φύλακας έχει πάει σε μια σκιά, το όπλο ακουμπισμένο σε μια αρχαία κολώνα, καπνίζει και μιλάει στο κινητό. Γελάει, δόντια κάτασπρα, όχι της λεύκανσης...
Τα πέριξ
Το γλυκό φαρνιέντε στις συνοικίες της Αιγύπτου, ενδεδυμένο την εργασία. Όλα, με το πάσο τους. Ανάμεσα στα πεντάλεπτα της δουλειάς, ημίωρα με χαύνωση και κουβεντολόι. Τα λέει λίγο ρατσιστικά ο Σεφέρης στις Μέρες. Μέχρι να κουνήσουν το ένα χέρι, γεμίζει μύγες το άλλο. Αλλά εμένα μ' αρέσει. Αυτό είναι η ηδονή του ταξιδιώτη, οχι; Δεν ανήκει πουθενά. Διασχίζει τις ζωές των άλλων, δίχως να σκέφτεται τι είναι ωφέλιμο ή πρέπον ή παραγωγικό, αλλά μόνο τι είναι φαντασιωτικό και τι ενεργοποιεί τις εγκιβωτισμένες μέσα του εικόνες μιας παλιάς ευτυχίας που ξαναγίνεται καινούρια.
Grande, grande bellezza
Επειδή συνδέεις τη Ρώμη και τα ελληνιστικά με μια παρακμιακή, άγαρμπη εκπνοή του ελληνικού μέτρου, παραξενεύεσαι βλέποντας τόση ομορφιά στο Ελληνορωμαικό Μουσείο της Αλεξάνδρειας. Δυο δεκαετίες κλειστό, άνοιξε πέρυσι και είναι εντυπωσιακό, για πολλούς λόγους. Πλούσιο στα καλά εκθέματα, σύγχρονα σχεδιασμένο και με ωραία αφήγηση.
Οι δύο ταύροι που γυρίζουν το νερόμυλο. Οι επιστήμονες πλέον συμφωνούν ότι στην Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων εφευρέθηκε αυτό το σύστημα άδρευσης που συναντούσες μέχρι λίγα χρόνια πριν στους αγρούς της Άνω Αιγύπτου.
Κλεοπάτρα. Οι εύσαρκοι μηροί, η κομψή κοιλιά, το κοίλον της ήβης, το ένδυμα πολυτελές, αλλά το πρόσωπο φαγωμένο σύριζα.
Μια κορμάρα που (δεν) σβήστηκε απ' τη μνήμη
Η άψογη κορμάρα του Κόμμοδου. Δεδομένου πόσο παλιόμουτρο ήταν, ενδέχεται να είναι κάτι σαν τα φίλτρα του ίνσταγκραμ: ψιλοφέηκ. Γιός του Μάρκου Αυρήλιου, δεν ενσάρκωσε ούτε μια λέξη από όσα σπουδαία έγραψε ο μπαμπάς του στο εξέχον δείγμα της στωικής φιλοσοφίας «Τα εις εαυτόν» (γραμμένο στα ελληνικά). Ήταν τυρανικός, εκδικητικός και ψώνιο. Απαίτησε να επονομαστεί Novus Romanus Hercules ― εξ ου και το πορνοάγαλμα. Τέλος πάντων, τον σκότωσαν οι φρουροί του. Τόσο σκαιά υπήρξε η εποχή του, που μετά θάνατον, τού επιβλήθηκε από την Ρωμαϊκή Σύγκλητο «καταδίκη μνήμης» (damnatio memoriae).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Στην αρχαία Ρώμη η Σύγκλητος επέβαλλε την «καταδίκη μνήμης» (damnatio memoriae) σε περιπτώσεις επιφανών προσώπων που είχαν εμπλακεί σε συνομωσίες, που κρίθηκαν ένοχοι προδοσίας ή θεωρούνταν επικίνδυνοι για την ασφάλεια του κράτους ή είχαν πέσει σε δυσμένεια. Η καταδίκη ήταν ατιμωτική και πρακτικά σήμαινε την απάλειψη κάθε μαρτυρίας της ύπαρξης του προσώπου εκείνου, την καθολική διαγραφή του από το δημόσιο κλίμα, σαν να μην είχε ποτέ υπάρξει. Η ρωμαϊκή Σύγκλητος αποφάσιζε για τη δήμευση της περιουσίας του καταδικαζόμενου, την απόσυρση, διασκευή ή καταστροφή γλυπτών και άλλων απεικονίσεων και, φυσικά, την απόξεση του ονόματός του από επιγραφές και δημόσια κείμενα.
― Νίκος Γ. Μοσχονάς, Στην επικαιρότητα του παρελθόντος, κεφ. «Damnatio memoriae», εκδ. Αρχείο, Αθήνα 2015
Οι Ταναγραίες, γάτοι, σκύλοι
Δεν είναι του γούστου μου η μόδα των μουσείων εσχάτως να φτιάχνεις ινσταλέησον από πολλά ομοειδή ευρήματα. Τα μουσεία δεν είναι γκαλερί. Oι επιμελητές ας κουλάρουν λιγάκι, θέλουν να αφήνουν τη σφραγιδούλα τους ακόμη κι εδώ. Όμως μου άρεσε αυτό το πλήθος από Ταναγραίες, με τις γαλάζιες και ρόζ εσθήτες ― οι μικροσκοπικές κόρες της Βοιωτίας είχαν μαζικότατη παραγωγή με το τσουβάλι το 4º και 3º αι. π.Χ., οπότε ok.
Τέλος, το τέλος
Nεκρική επίχρυση προσωπίδα μούμιας. Με στεφάνι στα μαλλιά.
Ένα έξοχο πορτρέτο Φαγιούμ, μάλλον αθλητή αν κρίνεις από το γυμνό στέρνο ― πιστό, αληθοφανές για να το αναγνωρίσει η περιπλανώμενη ψυχή και να το μετενσαρκώσει.
Κι αυτή η μούμια, η ατάραχη, ποτέ ενοχλημένη, never unboxed, που με συγκλόνισε περισσότερο από όλα ― αν επιτρέπεται.
Τώρα είμαι στο Κάιρο ξανά. Την πιο όμορφη πόλη του κόσμου