Δεν είναι άνοιξη αυτό
Ένα πολυπόστ του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου
08.13
Κωλόκαιρος. «Ίσως η φύση να αισθάνεται πλήξη!». Έχω έρθει στη θάλασσα για ήλιο και άνοιξη – φυσάει, κάνει κρύο, αλλά οι Σκανδιναβοί, γυμνοί, χλωμοί, ξανθοί, μπαίνουν στα κύματα με αυτό το σιγαληνό χαμόγελο που σα να σέρνει όλες τις μελαγχολίες του κόσμου. Απ' το ταξί που μ' έφερε είδα τα πράσινα χωράφια, κάτι παράφορο στις ασυνάρτητες αυλές, σπασμένες πλαστικές καρέκλες κάτω από μπουμπουκιασμένα δέντρα, έτοιμα να εκραγούν, όπως η σεξουαλικότητα μέσα από την ακμή σε πρόσωπο εφήβου.
Τουλάχιστον κοιμάμαι καλά και φέτος πέθαναν μόνο τρεις φίλοι μου.
08.23
Σκέφτομαι μήπως ήταν καλύτερη ιδέα να κατέβαινα στην Αίγυπτο – στον Νείλο. Ψάχνω λίγο τα δρομολόγια του «Sudan». Είναι το παλιό ατμόπλοιο που κάνει δρομολόγια Λούξορ, Ασουάν, Εντφού κ.λπ. – με συντηρημένη την παλιά ατμομηχανή του. Είκοσι καμπίνες όλο κι όλο. Εδώ τοποθετέι το Έγκλημα στον Νείλο η Άγκαθα Κρίστι. Αλλά από το λίγο search πέφτω πάνω στους δεκάδες πυροβολημένους (σαν κι εμένα) – ψώνια του οριενταλισμού, για να το θέσω κομψά. Πώς θα αντέξω μια βδομάδα με δαύτους στο εστιατόριο, στο στενό κατάστρωμα...
Μια λύση είναι τα ταπεινότερα ποταμόπλοια, αλλά κι εκεί εξαναγκάζεσαι στον κοινό βίο.
10.37
Οι επιλεκτικές ευαισθησίες του Μπιμπίλα, αγωνιστή του #metoo και υπερασπιστή των αστείων βιασμού του Σεφερλή
Δεν συμπαθώ ούτε αντιπαθώ τον κύριο Μπιμπίλα. Πιστεύω όμως ότι οι έπαινοι που του αποδίδουν είναι λίγο μεταμοντέρνοι – «να, κοιτάξτε πόσο κουλ είμαστε που γουστάρουμε τον βασιλιά της βιντεοκασέτας». Μιμούνται τον Χατζιδάκι στη φάση με τον Φλωρινιώτη, ο οποίος βασικά ήθελε να τρολάρει τη σοβαροφάνεια του μουσικού κατεστημένου, εκθειάζοντας ένα πρόσωπο που θα τους έβγαζε απ' τα ρούχα τους.
Ο κύριος Μπιμπίλας είναι ένας ηθοποιός του βιοπορισμού, αυτό τουλάχιστον δείχνει το άθροισμα των συμμετοχών του: δυο-τρεις φορές μόνο τον χρησιμοποίησαν σε κάτι που δεν ήταν trash, περισσότερο για το φιζίκ του παρά για την υποκριτική του. Τα υπόλοιπα είναι εντελώς ασήμαντα από καλλιτεχνική άποψη, για να το πούμε μετρημένα.
Ως άνθρωπος, δείχνει καλός και αλληλέγγυος. Συντρέχει σε όλους τους θανάτους των ηθοποιών, ιδίως των άπορων, με μια έγνοια μάλλον ειλικρινή. Κι αν κρίνω από αυτό το πόντκαστ του Άρη, ο οποίος μέχρι πρότινος τον λάτρευε, είναι προσηνής, με πρακτική σκέψη. Ξέρει επίσης να προκαλεί τον θόρυβο: είτε μιλώντας για φερόμενους βιαστές όπως ο Λιγνάδης είτε δηλώνοντας στα κανάλια «κοιμάμαι γυμνός με άρωμα λουκουμόσκονης».
Τα τελευταία χρόνια, ο κύριος Μπιμπίλας ασκεί επίσης έντονη κοινωνική κριτική. Πολιτεύτηκε με το αστείο κόμμα της Κωνσταντοπούλου, μίας από τους πιο τοξικούς πολιτικούς των τελευταίων χρόνων (μαζί με τον Βαρουφάκη), και ως πρόεδρος του ΣΕΗ μαστιγώνει (δικαίως) κάθε σεξιστική ή ρατσιστική συμπεριφορά, συχνά χωρίς να περιμένει την κρίση της Δικαιοσύνης.
Πώς γίνεται, λοιπόν, ένας τέτοιος διαπρύσιος υπέρμαχος του #metoo, ένας τέτοιος αγωνιστής των κοινωνικών αλλαγών, να συμμετέχει στο αηδέστερο και σεξιστικότερο σίριαλ της εποχής: το σίριαλ του Σεφερλή. Και μάλιστα, να το υπερασπίζεται κιόλας.
Ήδη οι φαν του διαπιστώνουν ότι το ανέκδοτο δεν βγάζει γέλιο πια.
Είτε αυτό είναι ένα σφάλμα της στιγμής, που ανοήτως δεν το παραδέχεται, είτε όλα όσα υπερασπίζεται τα τελευταία χρόνια είναι ο μόνος υποκριτικός ρόλος που έπαιξε καλά – χρησιμοποιεί το metoo για να ψωνίσει την εκτίμηση που ποτέ δεν είχε, ωστόσο στέκεται σούζα (με το αζημίωτο) μπροστά στο ψιλοκομμένο σεξισμό του Μάρκου Σεφερλή― ο οποίος θα μείνει στην ιστορία του θεάματος για την εισαγωγή στα ελληνικά της λέξης «πισωγλέντης».
11.56
Διάβασα το Βουνί της Λουίζας Παπαλοΐζου (εκδ. Το Ροδακιό) και είμαι εντυπωσιασμένος. Εξαιρετικό μυθιστόρημα, από κάθε άποψη: γλώσσα, ιστορικό πλαίσιο, δύναμη χαρακτήρων. Με έκανε να συνειδητοποιήσω τι με συγκινεί βαθύτατα στην Κύπρο και τους Κύπριους – ένα είδος ακατέργαστης αγνότητας, ριζωμένης στο χώμα και στο νερό αυτού του καθηλωμένου νησιού, που λες και δεν το άφησαν ποτέ να ενηλικιωθεί, να ενωθεί από έρωτα με ό,τι ποθούσε (γυναίκα/ άντρα/ πατρίδα). Κατάλαβα επίσης τη ρωμαλέα ενάργεια της κυπριακής διαλέκτου – οι λέξεις ανασαίνουν μία-μία, σαν ζωντανές πέτρες, κάτω από τον ήλιο της ορεινής Τηλλυρίας.
Έχει γράψει για το βιβλίο ο Θοδωρής στη συνέντευξη που πήρε από την Παπαλοΐζου για τη LiFO:
Το «Βουνί» είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα με τρία παράλληλα μέρη και τρεις κεντρικούς ήρωες (ο Ξενής, η Κόρη-Ροδού και ο Σουηδός αρχαιολόγος), είναι επίσης «δίγλωσσο», αφού η γυναικεία αφήγηση είναι γραμμένη εξ ολοκλήρου στην κυπριακή διάλεκτο, μάλιστα προς το τέλος παρατίθεται γλωσσάρι.
Κεντρικό σημείο αναφοράς η ορεινή Τηλλυρία και οι ανασκαφές των Σόλων, από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές θέσεις του νησιού – εκεί βρίσκεται το Βουνί, ύψωμα όπου υπήρχε αρχαίο ανάκτορο. Στην περιοχή αυτή ανακαλύφθηκε τυχαία από αγρότες το μαρμάρινο άγαλμα μιας γυμνής Αφροδίτης του 1ου αιώνα π.Χ., εύρημα που απέκτησε μεγάλη συμβολική σημασία, καθώς έγινε σήμα κατατεθέν για την ελληνοκυπριακή κοινότητα [σ.σ. τον πόθο της Ένωσης με την Ελλάδα, καθώς απεδείκνυε στους Βρετανούς αποικιοκράτες την αρχαία ελληνική ρίζα της Κύπρου].
Εντούτοις, δεν είναι ιστορικό μυθιστόρημα ούτε ηθογραφία – οι αναζητήσεις που οδήγησαν στη συγγραφή του ήταν καταρχάς υπαρξιακές, καθώς προέκυψαν «από την ανάγκη να διερευνήσω αυτή την τόσο συγκεκριμένη και ταυτόχρονα αφηρημένη έννοια του “τόπου”, που υπήρξε καθοριστική και στη δική μου ζωή», αναφέρει η ίδια η συγγραφέας του.
Ένα άλλο στοιχείο που προσθέτει στην ένταση: οι αρχαιολογικές ανασκαφές των Σουηδών από το 1928 έως το 1931 είναι λεπτομερειακά τεκμηριωμένες με πλήθος φωτογραφικού υλικού. Στις κυριολεκτικά χιλιάδες φωτογραφίες που τραβήχτηκαν και πολλές έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο βρίσκει κανείς αρκετά από τα πρόσωπα που αναφέρει η Παπαλοΐζου στο μυθιστόρημά της, τα τοπία, τα δέντρα, τους αρχαιολογικούς θησαυρούς, ακόμη και την κατσίκα την πορνάριν του αρχαιολόγου.
10 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΤΩΝ ΣΟΥΗΔΩΝ ΣΤΟ ΒΟΥΝΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, 1928
ENA AΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Η κάθοδος των χωρικών. Με τις όρνιθες, τις αίγες, τις γουρούνες. Οι γουρούνες ήταν η κύρια αιτία. Γι’ αυτές κατεβαίναμε, για να πάρουμε τις λόττες στες συτζιές να φάσιν σύκα να σπάσουν. Να αυξηθεί και να πληθύνει όσο πιο γρήγορα γινόταν το κρέας τους.
Τα σύκα ήταν δική μας δουλειά. Κάτι θαλερές συκιές, στεκόσουν από κάτω και σε αφάνιζαν. Ξέραμε πώς να φτάσουμε ακόμα και τα πιο άπιαστα σύκα, να λυγίσουμε τα κλαδιά με το βάρος μας τόσο όσο να φτάσει το χέρι το σύκο χωρίς να σπάσει το κλαδί. Συχνά-πυκνά έσπαζε, φυσικά, και πέφταμε κακήν κακώς από τόσα μέτρα ύψος. Από κάτω οι μανάδες μας μάζευαν τα σύκα μέσα στην ποδιά. Κάθε μέρα η ίδια δουλειά. Τα σύκα είναι πεισματάρικα, ξεροκέφαλα, μπορεί να καταφαγωθεί η σάρκα τους από τα πουλιά μα ο μίσχος ακόμα να στέκει, να αρνείται να ενδώσει. Πρέπει να τους βάλεις χέρι για να πέσουν. Μόνο τα αρρωστιάρικα ή όσα έχουν παραψηθεί πέφτουν από μόνα τους.
Κατεβαίναμε από τα κλαδιά και ξεκινούσε η φαγούρα. Ματώναμε από το ξύσε-ξύσε. Ειδικά αν πάθαινες καμιά αναφυλαξία στο γάλα του σύκου, σ’ έπιανε η μανία. Βουτούσες στη θάλασσα για να λυτρωθείς μα η αλμύρα έτσουζε τις πληγές σου. Μας άλειφαν οι μανάδες μας με το ελαιόλαδο μήπως και καλμάρει η φαγούρα, μα το ελαιόλαδο ήταν είδος πολυτελείας, δεν το σπαταλούσαν εύκολα. Με το σταγονόμετρο.
Για τις γουρούνες κατεβαίναμε στις συκιές κάθε καλοκαίρι! Πώς και πώς περιμέναμε να γλυκάνει το κρέας της λόττας παραμονές Χριστουγέννων, να φάμε κρέας να ευχαριστηθούμε. Ως τον επόμενο χειμώνα από το κρέας της τρώγαμε. Τι ζαλατίνες φτιάχναμε, τι λουκάνικα κρεμαστά έβλεπες να λιάζονται στον ήλιο, τι κρέατα κάτω από ξύλα φορτωμένα με πέτρες για να πάρει το χοιρομέρι το σωστό σχήμα. Όσα σύκα και αν τους ρίχναμε, δεν χόρταιναν ποτέ. Τα έτρωγαν γρυλίζοντας, με ρυθμό, σάμπως να μας ευγνωμονούσαν.
Τα μεσημέρια ξαπλώναμε κάτω από τις συκιές με το άλας στα βλέφαρα και μας έπαιρνε ύπνος βαθύς. Κάθε οικογένεια είχε το δικό της δέντρο. Υπήρχαν οικογένειες που ήθελαν και δύο και τρεις συκιές –μια δεν τους έφτανε–, μα η Ροδού επέμενε να μη χωρίζουμε ποτέ. Ακόμα και αν δεν είχα ύπνο, μου άρεσε να ξαπλώνω ανάσκελα και να χαζεύω τη συκιά από τα κάτω προς τα πάνω. Έφτιαχνα παιχνίδια με τον νου μου· ξεκινούσα από ένα σημείο και προσπαθούσα να φτάσω ως την κορυφή χωρίς να περάσω από το ίδιο κλαδί δυο φορές. Πώς παίζουν τα παιδιά αυτό το παιχνίδι στο χαρτί με τον λαβύρινθο. Και οι ζίζιροι στη διαπασών, μα στην ώρα την πολλή δεν τους άκουγαν τα αυτιά μου, ώσπου κάτι συνέβαινε και σιωπούσαν απότομα. Τότε συνειδητοποιούσα πόσο σαματά έκαναν όλη την ώρα. Ήταν τόση η ησυχία του μεσημεριού που άκουγα την ψίχα του σύκου να ψήνεται μέσα στο λιοπύρι, ώσπου ένα-δύο δεν άντεχαν, άνοιγαν το στόμα τους να πάρουν αέρα.
Ένα μεσημέρι, πρέπει να ήμουν έξι-εφτά χρονών, γιατί η Ευθυμία ήταν βρέφος στην αγκαλιά της μάνας μου, άνοιξα τα μάτια μου και είδα το σύκο τη στιγμή που άνοιγε το στόμα του. Κατακόκκινο, γεμάτο δοντάκια. Το έβλεπα να τρέμει, να κατεβάζει τους χυμούς του. Ήμουν σίγουρος πως θα έπεφτε η γλυκάδα του κατευθείαν στο στόμα μου –τόσο κεντραρισμένο ήταν ακριβώς από πάνω μου– και, έτσι όπως το περιμένω με λαχτάρα, βλέπω το χέρι του πατέρα μου, που μάλλον δεν είχε προσέξει πως ήμουν ξύπνιος, να το κόβει και να το προσφέρει στη μάνα μου.
―«Το Βουνί», της Λουΐζας Παπαλοΐζου, εκδ. Το Ροδακιό
ΛΙΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το σύνολο των κινητών ευρημάτων της Αποστολής ήταν περίπου 18.000 αντικείμενα. Περισσότερα από τα μισά δόθηκαν στους Σουηδούς, εκτός από την περίπτωση των χρυσών και αργυρών αντικειμένων και των μεγάλων πήλινων αγαλμάτων. Ολόκληρος ο θησαυρός του Βουνίου παρέμεινε στην Κύπρο, εκτός από τα νομίσματα, τα οποία διχοτομήθηκαν. Τα ευρήματα από τους τάφους στους Στύλλους, τους οποίους ανέσκαψε ο [Σουηδός] Πρίγκηπας, δόθηκαν όλα στους Σουηδούς.
Τα 2.000 πήλινα αγάλματα και αγαλμάτια από το ιερό της Αγίας Ειρήνης μοιράστηκαν μεταξύ Κύπρου και Σουηδίας. Τελικά οι Σουηδοί, χάρη στη γενναιοδωρία της αποικιοκρατικής κυβέρνησης, έλαβαν γύρω στα 12.000 αντικείμενα, δηλαδή ένα ποσοστό 65% περίπου, μαζί με πάρα πολλά όστρακα, τα οποία φυλάσσονται σε 5.000 κιβώτια στις αποθήκες του «Medelhavsmuseet». Στις αρχές Μαρτίου του 1931 τα 771 ξύλινα κιβώτια όπου είχε συσκευαστεί το μερίδιο των Σουηδών στάλθηκαν με ειδικό τραίνο στο λιμάνι της Αμμοχώστου, όπου φορτώθηκαν σε σουηδικό πλοίο και αναχώρησαν για τη Σουηδία. Στα 1935, τέσσερα χρόνια μετά την αναχώρηση της Σουηδικής Αποστολής, ψηφίζεται ένας νέος και σύγχρονος Περί Αρχαιοτήτων Νόμος, που αντικαθιστά αυτόν του 1905. Με βάση τον νέο νόμο ιδρύεται το Τμήμα Αρχαιοτήτων, καταργείται η Επιτροπεία του Μουσείου και το Κυπριακό Μουσείο τίθεται υπό την ευθύνη του Κράτους. ― Από το αφιέρωμα του περιοδικού «Χρονικό» της κυπριακής εφ. «Πολίτης», «Η Σουηδική Αρχαιολογική Αποστολή στην Κύπρο 1927-1931»
Κάθε Σάββατο η Ελένη γεμίζει το μεταλλικό μπάνιο με βρασμένο νερό. «Το μπανιούιν, εγέμωσά σου το μπανιούιν», μου λέει με τα χέρια σταυρωμένα μπροστά στην κοιλιά.
― «Το Βουνί», της Λουΐζας Παπαλοΐζου, εκδ. Το Ροδακιό
MΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΚΠΤΩΣΗ ΕΔΩ
14.22
Aπό το Ιnstagram ενός Ρώσου στρατιώτη
Ανακαλύπτω πολλά με την εξής μέθοδο: διαλέγω στην τύχη ένα χωριό σε πολύ απομακρυσμένες επαρχίες π.χ. της Ρωσίας και χαζεύω τι ανεβάζουν οι ντόπιοι. Είναι πιο αποκαλυπτικό από όλα τα ντοκιμαντέρ του κόσμου. Αυτό το παιδί είχε λίγες ανεβασμένες φωτογραφίες με τους φίλους του. Συνήθως μάτσο πόζες, τραπέζια σε σπίτια, σκυθρωπή επαρχία. Πήγε στρατιώτης. Ζει;
11.02
Η λόγχη στα πλευρά
Από το θείο πάθος μέχρι το bondage, σήμερα
ΕΧΩ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΤΑΤΟΥΑΖ στον δεξί ώμο. Μια ημισέλινο κι ένα άστρο. Το χτύπησα στου Τζίμη, πριν από 35 χρόνια – θυμάμαι τον πόνο (σαν υποδόρια φαγούρα) καθώς το μηχανάκι γάζωνε την επιδερμίδα και μια λεπτή γάζα κοκκίνιζε σιγά σιγά από το αίμα.
Πίστευα ότι με το τατουάζ παύω να είμαι καλό παιδί, τότε ήταν και σπάνιο. Μόλις είχα χωρίσει από έναν πολύχρονο δεσμό και ήθελα να τα αλλάξω όλα πάνω μου – να γδάρω τα ληγμένα χάδια.
Τα χρόνια όμως περάσανε, στράβωσε η ημισέλινος, την κοιτάζω στον καθρέφτη του μπάνιου σχεδόν με συμπόνια. Τα πάθη μου έγιναν σκυλάκια σαλονιού, αν και το ίχνος τους μού θυμίζει ότι κάποτε δάγκωνα κι εγώ.
Δεν είναι απλό να θες να «τροποποιήσεις» το σώμα σου. Γενικώς, τα παιδιά της τροποποίησης είναι, ας πούμε, πολύπλοκα, όχι επειδή αντέχουν στον πόνο αλλά επειδή θέλουν να γυρίσουν φόδρα το κορμί τους (το σκήνωμα του θεού!) ή, έστω, τον κανόνα της ομορφιάς. Ήθελε κότσια, πριν γίνει μόδα.
Την πρώτη φορά που είδα βίντεο με bondage μ' έπιασε ναυτία. Όχι ότι μεγάλωσα με τους πίνακες του Φραγκονάρ – τ' άσπρα λίπη να ξεχειλίζουν στους κορσέδες. Αντίθετα! Έχω εξοικειωθεί με τα χύδην πτώματα στις οθόνες, την πορνογραφία, τη μαζική ψύχωση με την πλαστική χειρουργική – τα σφάγια στους πίνακες του Μπέικον. Βλεπω ότι το σώμα μας έχει υποστεί μια πλήρη εκθέωση, το πνεύμα του έχει εκθλιβεί όπως το λάδι απ' την ελιά, αντιμετωπίζεται σαν να 'ναι φτιαγμένο από ένα οποιοδήποτε υλικό –νάιλον ας πούμε, ή καουτσούκ– κι εσύ μπορείς να το μορφοποιήσεις όπως θες, αφού είναι ακατοίκητο.
Ωστόσο, οι σκηνές του bondage με σόκαραν. Έδειχναν ένα ζευγάρι σ' ένα άδειο δωμάτιο. Η γυναίκα ήταν αλυσοδεμένη, γεμάτη τατουάζ, κρίκους και καρφιά – ο άντρας τής κρεμούσε βάρη απ' τις θηλές, τη μαστίγωνε, έσβηνε πάνω της τσιγάρα... Ήταν και οι δύο σχεδόν ανέκφραστοι, μάτια στο κενό. Σπανίως κάποιο βογκητό. Υπήρχε μέθοδος στην ταπείνωση, ρυθμός στα επεισόδια, καθώς το σώμα κουρελιαζόταν.
Ασυναίσθητα το μυαλό μου πήγε σε ένα άλλο bondage: στους ήλους στις παλάμες του Χριστού, το φτυσμένο πρόσωπο, το αγκάθινο στεφάνι, τη λόγχη στο πλευρό, την απέραντη εμμένεια στα θεία μάτια. Και μαζί μια ατέλειωτη ακολουθία από μάρτυρες του χριστιανισμού, που κάηκαν και πριονίστηκαν ζωντανοί, αποκεφαλίστηκαν, κατασπαράχτηκαν, ανασκολοπίστηκαν – με αυτήν τη γλαρή, παθητική έκφραση, με την οποία οι σκλάβοι ενός πάθους παραδίδονται στην έξη τους.
Γιατί πονούσαν τόσο πρόθυμα ολοι αυτοί; Γιατί δροσίζονταν οι παίδες εν καμίνω; Το απαντούν οι Γραφές: διότι μέσω του σωματικού μαρτυρίου λύτρωναν τον κόσμο από τις αμαρτίες του.
Τι παραληλληλισμό να κάνουμε λοιπόν; Ότι τα πιτσιρίκια, σε έναν κόσμο που δεν έχει τον θεό του, αναλαμβάνουν τα ίδια να γίνουν οι λυτρωτές του εαυτού τους, γαζώνοντας το σώμα τους;
Υπερβολές!
Πάνε πέντε αιώνες που το σώμα ήταν στην Αραβία «ένα μυρωμένο λιβάδι όπου διασκεδάζανε οι αισθήσεις» και ο γελαστός Αλ-Ναφζαουί δόξαζε τον Θεό επειδή έπλασε τη σάρκα και το χνούδι της, το γλυκό στόμα, τις φτέρνες, τα στήθη με το άρωμα του κέδρου και τις τοξωτές πατούσες. Ακόμα πιο πριν, οι Ιάπωνες υμνούσαν τα φιλντισένια σώματα, το ακροβατικό σεξ, την ιλιγγιώδη τελετουργία του έρωτα. Και εδώ, σ' αυτήν τη χώρα, κάποτε οι άνθρωποι θεωρούσαν το κάλλος θεία ιδιότητα. Το σώμα είχε τη διαφάνεια του παριανού μαρμάρου, χαμογελούσε με ηρωική αυταξία κι αρμονική χαρά, οι περικαλλείς έφηβοι έβαζαν μόνοι τους στεφάνια δάφνης στο κεφάλι τους, απλώς και μόνο γιατί ήταν υγιείς και ωραίοι. Το σώμα ήταν γυμνό, μα όχι απογυμνωμένο – ούτε βεβαίως πληγωμένο: οι ουλές, τα τατουάζ και τα μαρτύρια ταιριάζανε στους σκλάβους.
Ώσπου ήρθε η μαυροντυμένη κοσμογονία του χριστιανισμού. Το ηρωικό κορμί έπεσε στα γόνατα. Το ομηρικό γέλιο έγινε κλάμα. Η σωκρατική ειρωνεία έγινε φόβος. Η στωική αταραξία έγινε προσευχή. Η αριστοκρατική αυτοκτονία έγινε ελπίδα. Η χαρά της ζωής έγινε πλησμονή για έναν μετα θάνατον παράδεισο. Οι μυώνες έλιωσαν σαν το κερί και κέντρο του σώματος έγινε η συντετριμμένη καρδιά, τα τεταπεινωμένα σπλάχνα, οι νεκρωμένοι βουβώνες. Το έξω έγινε μέσα, το φως σκοτάδι, η ομορφιά μαρτύριο.
Οπότε τα πιτσιρίκια από αυτό θέλουν να γλιτώσουνε. Από τις κερένιες κούκλες του χριστιανισμού. Αφότου οι αρχαίοι θεοί έπαψαν να υπάρχουν και αναδύθηκε ως εναλλακτική μόνο ένας επέκεινα, αγάμητος παράδεισος, ο ανθρώπινος ερωτισμός άρχισε να λοξοκοιτάει στην κόλαση. Εκεί τα αγόρια ήτανε πιο γεροδεμένα. Είχανε τατουάζ. Ήταν δραστήρια. Γοητεία (και μάλιστα διαβολική) απέκτησε η παρανομία και το ζοριλίκι.
Οπότε η η έξαρση του body piercing, η διάχυση του S/M look, ο εκδημοκρατισμός του τατουάζ και τα λοιπά, είναι σαν μια προσπάθεια να αποτινάξει από πάνω του ο ερεθισμένος έφηβος το ράσο και την παρθενικότητα και να αποδώσει πάλι στο κορμί του τη σεξουαλικότητα από την οποία το απογύμνωσαν. Πολλούς αιώνες πριν, η σεξουαλικότητα δεν είχε ανάγκη να καταφύγει σε τίποτα επίπονο ή δραματικό. Το σεξ διηθούνταν από το κάλλος και την ομορφιά. Το χαμόγελο των κούρων, η αφράτη σάρκα της Αναγέννησης, οι εραστές της Παλαιάς Διαθήκης (χείλη που σταλάζουν μύρο, κοιλιά από φίλντισι κεντημένο με σάπφειρους, ανάσα σαν το μήλο, ράχη σαν φοινικιά) γιορτάζανε τη σεξουαλικότητα με τον πιο φυσικό και αβίαστο τρόπο.
Αυτό, δυστυχώς, ο χριστιανισμός το άλλαξε για πάντα, πλασάροντας με πανουργία το πιο εγκληματικό εφεύρημα: το προπατορικό αμάρτημα!
Κι ομως, ψυχή και σώμα είναι το ίδιο πράγμα – απλώς ιδωμένο από διαφορετικό ύψος.
Ο Michelangelo το ήξερε:
Στη γη άλλο απ' το κάλλος δε μ' ευφραίνει
και ζωντανό στα ουράνια μ' ανεβάζει
μέσα στα πιο εκλεκτά πνεύματα με βάζει –
χάρη σπάνια στον άνθρωπο δοσμένη
19.33
Eπίσκεψη στο νέο Αρχαιολογικό Μουσείο των Χανίων. Είναι μέρα με ελεύθερη είσοδο και έχουν έρθει πολλοί ντόπιοι να το δουν. Με συγκινεί η έκφρασή τους. Δεν πολυκαταλαβαίνουν τι βλέπουν, αλλά σκύβουν πάνω στα εκθέματα με ταπεινό θαυμασμό, μισάνοιχτο στόμα, αλληλοκοιτάζονται με τους φίλους τους – κάτι μεταξύ ντροπής και απορίας. Έχει καταβληθεί προσπάθεια για το καλύτερο, αλλά η σύγκριση με το Μουσείο Ηρακλείου είναι συντριπτική.
Τράβηξα 7 φωτογραφίες εις ανάμνησιν.
5 ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΘΗ ΤΟΥ ΛΑΠΤΟΠ ΜΟΥ
1-2.
Σημασία έχει να μη βγαζει τίποτα η Google με δεξί κλικ. Τότε μόνο η φωτογραφία σου έχει κάποια αξία, κάποια μοναδικότητα.
3.
4.
5.
Mια φωτογραφία του Πάρι Ταβιτιάν, από έναν κόσμο που φαίνεται πια σαν επιστημονική φαντασία. Ένα ξένοιαστο καλοκαίρι στην Ελλάδα.
Αντίο παιδάκια...