Ο Μάρτης ήταν κάπως ― ένα πολυπόστ
Κνιδωτικός δερμογραφισμός, η παρέλαση στη Θεσσαλονίκη, Cookie Mueller, στην αγροικία του Άρη Δημοκίδη, Σιμπόρσκα, το μη ελαστικό δέρμα μου, μια συνομιλία με το χέρι μου, η σύντομη ζωή των προγόνων μας
ΣΕ ΕΝΑ '60s EXPLOITATION της κακιάς ώρας, αγγλικό, απ' αυτά που μ' αρέσει να κατεβάζω στο YTS όταν χάνω το συγχρονισμό μου με τον μοντέρνο κόσμο (τον ούτως ή άλλως κατακερματισμένο και γεμάτο θανατερή αυτοπεποίθηση), είδα τα πιο ωραία credits ταινίας. Σεξουαλικοποιημένα μεν― αλλά εμένα μού θύμισαν την Αγία Αθανασία του Αιγάλεω, που γύμνωνε στα δικαστήρια τα στήθη της (γριά γυναίκα) δείχνοντας περήφανη τι έγραψε πάνω τους η Παναγία. Στην πραγματικότητα, έπασχε από κνιδωτικό δερμογραφισμό.
Εγκυκλοπαίδεια: «Ένα μέρος του πληθυσμού (5%) πάσχει από μία κατάσταση που ονομάζεται κνιδωτικός δερμογραφισμός. Σ’ αυτήν την περίπτωση μετά από μηχανικό ερεθισμό/άσκηση πίεσης στην περιοχή του δέρματος εμφανίζεται μια πομφώδης αντίδραση του δέρματος (δηλαδή οίδημα & ερύθημα) κατά μήκος της επιφάνειας που ασκήθηκε η πίεση/τριβή. Ανάλογα με τα σημεία πλήξεως μπορεί να εμφανιστούν εντυπωσιακές δερματικές αλλοιώσεις, που συνήθως διαρκούν λίγα λεπτά έως μισή ώρα περίπου.
25η Μαρτίου στη Θεσσαλονίκη.
Κάπως εφιάλτης, αν δεν νοιώθεις ευζωνάκι στην τοποθεσία Ρούπελ. Πλην των αγνών στρατόκαυλων (που τους αρέσει να παίζουν πόλεμο - δείτε εδώ Αλμοδοβάρ μιλιτέρ ), ποικίλοι άλλοι ηθοποιοί του πατριωτισμού παρελαύνουν αυτές τις μέρες σαν την υπολοχαγό Νατάσσα. Στόχος: το target group «Ελληνόψυχοι». Οι δουλίτσες μιας ασόβαρης Ελλάδας.
Τα μεγάλα λόγια περί πατρίδος είχαν πάντα μια γεύση καπηλείας στην Ελλάδα. Αναμενόμενο. Είναι μια πατρίδα μητριά για τους μισούς Έλληνες (τους ηττημένους μιας ήττας που κάθε λίγο κάποιος την αναζωπυρώνει), δεν έχει καταλήξει καν σε μια κοινά αποδεκτή νεώτερη Ιστορία κι η κάθε λέξη που λες μπαίνει ακόμα στο ζύγι ενός αόρατου εμφυλίου. Οπότε κρείττον το να μιλάς σεμνά και μετρημένα. Πόσο μάλλον οι πολιτικοί, που ασχέτως παρατάξεως, συναντιούνται σε μια θεατρικότητα βουλεβάρτου ― χουντικά άρματα στο Καλλιμάρμαρο, drones του Χαρδαλιά.
Λεξικό: «πατριδοκάπηλος ο [patriδokápilos] : αυτός που εκμεταλλεύεται την ιδέα της πατρίδας (τον πατριωτισμό, τη φιλοπατρία) για να επιτύχει ιδιοτελείς σκοπούς, προσωπικά οφέλη».
Μπορείς βέβαια πάντα να αποστρέψεις το βλέμμα σου. Από τη μια όψη του ξενοδοχείου εξελίσσεται η «μεγαλειώδης παρέλαση»· από την άλλη η «μητέρα όλων μας», η θάλασσα.
Γούστα.
Ο Θερμαϊκός μπροστά στο Μακεδονία Παλάς
ΟΜΑΔΙΚΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ COOKIE MUELLER
Αυτή η γυναίκα στην πασίγνωστη φωτογραφία της Ναν Γκόλντιν είναι η Cookie Mueller. Αν και δεν το επιζήτησε και ήταν λίγο απ΄όλα, άφησε βαθιά ίχνη στο αμερικανικό αντεργκράουντ. Το ηλεκτρικό της πέρασμα. Πέθανε στα 40 από aids.
Mε τη Ναν ήταν κολλητές. Εδώ φωτογραφίζονται την εποχή που η Ναν είχε ξυλοκοπηθεί άγρια από τον σύντροφό της- ήθελαν να χωρίσουν και δεν ήξεραν πώς. Αυτές οι μέρες γέννησαν τη Μπαλάντα της σεξουαλικής εξάρτησης.
Tης έχω αδυναμία. Ήταν love at first sight. Έγραφε για τους καλλιτέχνες που αγαπά στο πρώτο Details (ένα ιδιαίτατο πειραματικό περιοδικό, πριν το αγοράσει η Conde Nast- αυτό το διαλυτήριο του γκλάμουρ στο οποίο πάνε τα χιπ περιοδικά για να πεθάνουν).
Το γράψιμό της ήταν σπιντάτο, ευφυές, πικρό και κουρασμένο. Τα σύντομα άρθρα της άρχιζαν με μια αστραπή. Και τέλειωναν με ένα κρότο ή αναστεναγμό. Υπάρχουν σε βιβλία πλέον.
Με τον άντρα που παντρεύτηκε. Πέθανε κι αυτός από aids, λίγους μήνες πριν από αυτήν. Η αρρώστια και το στίγμα θέριζαν τότε. Η ακτιβιστική δράση της Ναν Γκόλντιν έχει τις ρίζες της εκεί.
Όμως η πιο βαθιά σχέση της Cookie ήταν με μια ξεχωριστή γυναίκα, την Sharon Niesp. Η αγάπη τους ήταν θρυλική. Παίζαν κι οι δύο παρανοϊκά ρολάκια στις ταινίες του Τζον Γουότερς. Όταν η Cookie νόσησε, η Sharon γύρισε κοντά της κι έμεινε ως το τέλος. «Αν αυτό δεν είναι αγάπη, τι είναι;», αναρρωτιέται η Ναν στην «Αιματοχυσία».
Θυμάμαι σαν και τώρα την πρώτη φράση από το πρώτο άρθρο της που διάβασα, στα πρώιμα ΄80s: «Στη Νέα Υόρκη, τα αστέρια δεν είναι στον ουρανό, περπατάνε στο πεζοδρόμιο». Από κάτι τέτοια ψήθηκα κι έγινα δημοσιογράφος.
Κρίμα που δεν έζησε να δει τη δόξα της Ναν, το παιδί της να μεγαλώνει, την αρρώστια να νικιέται, τα μαλλιά της ν' ασπρίζουν...
Στο σπίτι του Άρη Δημοκίδη είναι πάντα Χριστούγεννα
Σχεδόν χωρίς να το θέλει, ο Άρης της «Σκληρής Αλήθειας» έχει γίνει ένας από τους πιο δημοφιλείς δημοσιογράφους της εποχής.
_________
«Δεν ξεστήνουμε ποτέ το Χριστουγεννιάτικο δέντρο», μου λέει ο Αρης. Όντως ένα φωτισμένο δέντρο υπάρχει στη γωνία του κεντρικού δωματίου του σπιτιού. Ευτυχώς, δεν αναβοσβήνει.
«Σε πειράζει να βάλω μιαν εικόνα; Μερικοί θα το θεωρήσουν creepy...»
«Δεν έχω πρόβλημα...»
Ποτέ δεν είχε πρόβλημα ο Άρης. «Ασ΄τους να λένε». Πριν ακόμη τα τρολ κάνουν σκληρή την πέτσα μας, αυτός δεν έδινε δεκάρα. Ανέκαθεν συνομιλούσε νηφάλια με την νεοελληνική τρέλα. Κι αυτό ήταν η μυστική του δύναμη. Μαζί με την ιλιγγιώδη αποδελτίωση κυριολεκτικά χιλιάδων trivia στο μυαλό του και το κομπιούτερ του.
Μη τα ξεναλέμε. Η συνάντησή μας ήταν το τέλειο match. Ο ένας έδωσε στον άλλον αυτό που είχε ανάγκη ― πλήρη δημιουργική ελευθερία, εκκεντρικό εργασιακό στυλ, ιδέες να ξεκολλήσουμε, πάθος για το ίντερνετ, προπάντων πολύ γέλιο και συνενοχή στα πάντα. Ποτέ δεν ήμουν αφεντικό του· ποτέ δεν ήταν υπάλληλος. Γίναμε φίλοι.
Ήθελα να δω το σπίτι που ζει τα τελευταία χρόνια με τον Γιώργο. Ρουστίκ (ας πούμε), πάνω από ένα κλειστό, μικρό κόλπο, δίπλα στη Βουρβουρού. Aν και σ' ένα απίθανο χωματόδρομο, τα google maps με πήγαν καρφί.
Κήπος, μπόλικες γάτες, χαώδες μέσα, γωνιές να αράζεις και να βλέπεις το χιόνι ή τη βροχή. Κανείς ολόγυρα.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ
Και μια συνομιλία με το χέρι μου (εκείνο έμεινε βουβό)
Αν δεν κάνω λάθος, η Λούλου του Βέντεκιτ (την είχε παίξει έξοχα, πάνω από 30 χρόνια πριν, η Καρυοφιλλιά Καραμπέτη) λέει κάποια στιγμή για το πέρασμα της νιότης: «όταν το δέρμα σου θα πάψει να είναι ελαστικό». Δεν ξέρω πώς είναι στο γερμανικό κείμενο― αλλά ελαστικό δέρμα;
Μήπως δροσερό; Απαλό ίσως;
Κι όμως. Βλέπω το δέρμα στο γόνατό μου, ξερό και γεμάτο ζάρες και συμφωνώ τελικά. Το δέρμα ξεραίνεται όπως τα δέντρα, όπως τα φύλλα― έχει δίκιο η Λούλου.
Κοιτάω το χέρι μου και του λέω: Εσύ, είσαι το ίδιο χέρι που πριν 55 χρόνια χάιδευε την Ίρμα, το σκυλί μου, κι έκλεβε τα μούρα της Μαύρας; Είσαι το ίδιο χέρι που έσφιγγε ένα αρχαίο walkman στο τρένο Ρώμη - Μεσσίνα, τη δεκαετία του '80; Περιέργως δεν σε αναγνωρίζω. Είχα την εντύπωση ότι σε κάθε νέα φάση, είχα ένα άλλο χέρι, ένα άλλο πόδι― τόσο διαφορετικές ήταν οι εμπειρίες μου που κάθε εποχή έσβηνε την προηγούμενη, ή μάλλον την κατάπινε. Είχα την εντύπωση ότι μαζί κατάπινε και τα μέλη μου. Σε κάθε περίπτωση, σού είμαι ευγνώμων που με ακολούθησες ως εδώ, είσαι το πιο παλιό πράγμα που ξέρω, μετά τη μάνα μου και τον αδελφό μου.
Βούρλα στις Πρέσπες τις προάλλες
Το δέρμα ενός άντρα 48 ετών.
Η σύντομη ζωή των προγόνων μας
Λίγοι απ' αυτούς έφταναν τα τριάντα.
Τα γηρατειά ήταν το προνόμιο των βράχων και των δέντρων.
Η παιδική ηλικία τελείωνε τόσο γρήγορα όσο μεγαλώνουν τα λυκόπουλα.
Ο καθένας έπρεπε να βιαστεί,
να προλάβει τη ζωή
πριν βασιλέψει ο ήλιος,
πριν πέσει το πρώτο χιόνι.
Δεκατριάχρονες να ανατρέφουν παιδιά,
τετράχρονοι να πλησιάζουν αθόρυβα τις φωλιές
των πουλιών στους θάμνους,
να οδηγουν τους κυνηγούς στα είκοσι —
αυτοί δεν υπάρχουν πιά, έχουν πεθάνει από τότε.
Οι στόχοι του απείρου έλιωσαν γρήγορα.
Οι μάγισσες μάσησαν τα μάγια
με όλα τα δόντια της νεότητας ανέπαφα.
Ένας γιος έμπαινε στην ανδρική ηλικία
-
κάτω από το βλέμμα του πατέρα του.
Κάτω απ' τα ανέκφραστα μάτια του παππού γεννιόταν ο εγγονός.
Κι άλλωστε δεν μετρούσαν τα χρόνια.
Μετρούσαν δίχτυα, απόχες, καλύβες και τσεκούρια.
Ο χρόνος, τόσο γενναιόδωρος σε κάθε μικρούλικο
αστέρι στον ουρανό,
τους άπλωνε ένα σχεδόν άδειο χέρι
και γρήγορα το έπαιρνε πίσω σα να 'ταν
η χειρονομία πολύ μεγάλη.
Ένα βήμα παραπάνω, δυό βήματα παραπάνω,
δίπλα στον ακτινοβόλο ποταμό
που αναδυόταν απ' το σκοτάδι και χανόταν
μες στο σκοτάδι.
Δεν υπήρχε στιγμή να πάει χαμένη,
ούτε καθυστερημένες ερωτήσεις
ούτε αργοπορημένες αποκαλύψεις,
εκτός από εκείνες που δοκιμάζονταν στον χρόνο.
Η σοφία δεν μπορούσε να περιμένει
τα γκρίζα μαλλιά.
Έπρεπε να βλέπει ξεκάθαρα προτού δει το φως
και ν' ακούει κάθε φωνή προτού ακουστεί.
Καλό και κακό —
λίγα ήξεραν γι' αυτά, όμως τα 'ξέραν όλα:
όταν θριαμβεύει το κακό, το καλό τρέχει
να κρυφτεί,
όταν το καλό φανερώνεται τότε
το κακό μένει κρυμμένο.
Δεν γίνεται να κατακτήσουμε κανένα
από τα δυό
ή να τα άπορρίψουμε παραβλέποντας
την επιστροφή τους.
Και γι' αυτό, αν υπήρχε χαρά, τότε με μιά
αίσθηση φόβου,
αν υπήρχε απόγνωση, τότε όχι χωρίς
κάποια ήρεμη ελπίδα.
Η ζωή, κι αν μας τύχει μακρόχρονη, θα είναι
πάντοτε μιά σύντομη ζωή.
Πολύ σύντομη για να της φορτώνουμε
οτιδήποτε άλλο.
__________
Βισουάβα Σιμπόρσκα, Η σύντομη ζωή των προγόνων μας. Μετάφραση: Βασίλης Καραβίτης. Στον τόμο με ποιήματά της «Μια ποιητική διαδρομή», εκδ. Σοκόλη.
ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΣΤΥΛ
Τα καλοκαίρια των προγόνων μου στη Ζάκυνθο
Νομίζω η άποψη από τον Κόκκινο Βράχο
Kαι για το τέλος μια φετινή φωτογραφία από την Ιπανέμα. ― Ποια πατρίδα; Ποια θρησκεία; Ποια οικογένεια;