TO BLOG ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΥ
Facebook Twitter

They mistook my kindness for weakness― Ένα πολυπόστ του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου



They mistook my kindness for weakness

Ένα γεύμα στην κοιλάδα Μπεκάα, άγνωστες ρήσεις του Φράνσις  Μπέικον, το μαράζι του εντέχνου, τα Γεράκια της Νύχτας, το αρπακτικό βλέμμα στα μπαρ, ένα άγαλμα στο Αρχαιολογικό Μουσείο και ένα τραγούδι της Λάνα ντελ Ρέι.

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Ο ουρανός της Γάζας τη νύχτα της 1ης Οκτωβρίου, μετά την εκτόξευση εκατοντάδων ρουκετών προς τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Φωτογραφίες @suhailnssar Ο Suhail ζει και εργάζεται (όπως μπορεί) στη Γάζα της Παλαιστίνης.

 

ΒΡΗΚΑ το νέο βιβλίο του Nigel Slater μισάνοιχτο στον καναπέ και το σήκωσα ανόρεχτος. Δεν παρακολουθώ την πληθωριστική συζήτηση γύρω από το φαγητό, που είναι ιστορικά πρωτοφανής νομίζω, και οφείλεται ίσως στην ασυνείδητη νοσταλγία μας για μια εστία, ένα ζεστό πιάτο φαΐ, έτσι καθώς καλπάζουμε όλοι κατά μόνας, σκληρά καρύδια, loners, εξάδελφοι Πονς. Τέλος πάντων, άρχισα να διαβάζω τις σύντομες ιστορίες για φαγητά και κήπους και με κατέκλυσε μια ευεργετική πράυνση, σαν εικόνες από αναγνωστικό δημοτικού, αν και ήταν εικόνες ενός πολύ μοντέρνου, σκληρού κόσμου.

Το μικρό κεφάλαιο που μεταφράζω είναι για ένα γιορτινό τραπέζι στην Κοιλάδα Μπεκάα του Λιβάνου, την περιοχή που ακριβώς αυτές τις μέρες βομβαρδίζει το Ισραήλ, πλήττοντας θύλακες της Χεζμπολά.


NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Λωρίδα της Γάζας... Φωτογραφία @suhailnssar


Μια γιορτή με αρνί

Κοιλάδα Μπεκάα, Λίβανος


BΓΑΖΟΥΜΕ  μια σειρά από τραπέζια στην αυλή, σπρώχνοντάς τα όλα μαζί στο ανώμαλο έδαφος. Κολλάνε μεταξύ τους άτσαλα, μερικά πιο ψηλά από τα άλλα, ένα ξεχαρβαλωμένο πόδι εδώ κι εκεί. Ένας από τους καλλιτέχνες που μένουν μόνιμα στον καταυλισμό έχει ζωγραφίσει στο μακρύτερο από τα τραπέζια κοκκινοκίτρινες πεταλούδες σε έντονο μπλε φόντο. Κάποιος σκορπά παντού πλαστικά πιάτα με χρυσό περίγραμμα, στολισμένα με ροζ και τιρκουάζ τριαντάφυλλα. Θα πιούμε από χάρτινα ποτήρια και θα φάμε με κουτάλια.

s
To εξώφυλλο του βιβλίου

Φέρνουν από την κουζίνα ρηχά γυάλινα μπολ στο μέγεθος τιμονιού, με βουναλάκια από αχνιστό ρύζι, κίτρινα γογγύλια και κομμάτια από μαγειρεμένο αρνί που ακόμα δεν το έχουν ξεψαχνίσει. Γύρω γύρω, περιμετρικά, ένα δαχτυλίδι από τραγανά καφέ φαλάφελ, το καθένα σαν ένα τέλεια μυτερό αυγό από σιτάρι, θυμάρι και ψιλοκομμένα κρεμμύδια. Τα μπολ με την πιο αχνή κίτρινη σάλτσα –ένα μείγμα από τους χυμούς του μαγειρεμένου κρέατος, κουρκουμά και γιαούρτι– στριμώχνονται ανάμεσα σε σωρούς από ζεστές πίτες, σαν τεράστιες τηγανίτες, τσαλακωμένες σαν σεντόνια. Υπάρχουν πλαστικά μπουκάλια με νερό και πορτοκαλάδα, όχι αλκοόλ.
Η μουσική ακούγεται από ένα σκονισμένο μαγνητόφωνο, ένα υπνωτιστικό λιβανέζικο ροκ που προσπαθώ ανεπιτυχώς να βρω στο Shazam από το σερνάμενο ίντερνετ. Στο πιάτο μου με την καυτερή κίτρινη σάλτσα, το φαλάφελ και τα τηγανητά κάσιους ξεπροβάλλει ένα γαλάζιο τριαντάφυλλο κάτω από τον όγκο του μεταξένιου μακρύκοκκου ρυζιού. Ρουφάω το κρέας από τα λεπτά παΐδάκια και ρίχνω με το κουτάλι το ζουμί και το γιαούρτι πάνω στο ρύζι μου.
Η συζήτηση είναι αρχικά χαμηλόφωνη, περιορίζεται σε ψιθύρους στα αραβικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά. Είμαστε καλλιτέχνες, μάγειρες και μουσικοί, ντόπιοι και κάποιοι που βρίσκονται πολύ μακριά από την πατρίδα τους. 

Τα πιάτα περνούν γύρω από το τραπέζι. Νερό, ένα μπολ με σάλτσα, κομμάτια αρνιού και ζεστό ρύζι γίνονται δεκτά με μικρούς αναστεναγμούς ικανοποίησης.

Καθώς ο ήλιος δύει, η συζήτηση δυναμώνει σιγά σιγά και γίνεται μια χαρούμενη χάβρα, ένα γαλήνιο, ενθουσιώδες μουρμουρητό, μέχρι που φτάνει στο σημείο να μην μπορείς ν’ ακούσεις τίποτα εκτός από τον άνθρωπο δίπλα σου. Οπουδήποτε αλλού θα το απέδιδα στην επίδραση του αλκοόλ. Αλλά εδώ οφείλεται στο φαγητό και στη χαρά τού να το μοιράζεσαι.
Καθώς ο ουρανός γίνεται πορφυρός και βυσσινί, νυχτερίδες πετούν πάνω από τα κεφάλια μας, κοράκια έρχονται να ξεκουραστούν στις οδοντωτές στέγες ερειπωμένων κτιρίων με ραγισμένους σοβάδες και τρύπες. Στο βάθος ακούγεται ο ήχος των εκρήξεων, η συνεχής υπενθύμιση του πόσο κοντά βρισκόμαστε στη Συρία. Προς το παρόν, γιορτάζουμε.

― Νigel Slater, «A thousand feasts: Α joyful new memoir on the pleasures of food, travel and gardening»

 


Μ' αρέσουν τ' άστρωτα κρεβάτια· όμως άστρωτα από έρωτα.

Ο ΦΡΑΝΣΙΝ ΜΠΕΪΚΟΝ ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ ΨΙΘΥΡΙΣΤΑ



NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Κρασί, έρωτας, ταξίδια... O Francis Bacon με τον George Dyer στο Orient Express, το 1965

Ένα μικρό βιβλίο ακραίας αισθητικής επιμέλειας, το «Οnly too much is enough». Λόγια που είπε ο Φράνσις Μπέικον στον Michael Peppiatt στη διάρκεια μιας πολύχρονης φιλίας. Δεν έχουν τη στιβαρότητα, την ακρίβεια και τον στοχασμό των συνεντεύξεών του με τον David Sylvester («Η ωμότητα των πραγμάτων», εκδ. Άγρα) ίσως γιατί πολλά είναι μεταφερμένα από μνήμης, αλλά διακρίνεις κι εδώ τον εύθυμο μηδενισμό του, την ανακουφιστική απουσία κάθε θεού ή μεταφυσικής ― μόνο χρώμα και ατσάλινα νεύρα και σάρκα που την καις με τσιγάρα, και μια καρδιά που χτυπάει μοναχή. Την ψηλαφητή ματαιότητα ενός πνεύματος που επειδή δεν έχει να χάσει τίποτα σηκώνει την μπάνκα. Με δριμύ χιούμορ, σχεδόν μπατάλικο (μέχρι για το πόσο μικρό πουλί έχει ο Λούσιαν Φρόιντ μιλάει) αλλά και τη μεγάλη, σχεδόν ασκητική σοβαρότητα με την οποία φέρθηκε στην Τέχνη του, μεταξύ άστρων και υπονόμου.

Μεταφράζω μερικές ρήσεις του, πρόχειρα. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εξαιρετικές αγγλόφωνες εκδόσεις eris που είχαμε παρουσιάσει και εδώ.

W
Tο εξώφυλλο του βιβλίου

Η μεγάλη τέχνη σε επαναφέρει πάντα στην ευθραυστότητα της ανθρώπινης κατάστασης.

Θέλω να φτιάξω μια πολύ δομημένη εικόνα, που να προκύπτει όμως τυχαία.

Όλη η ζωγραφική είναι ένα ατύχημα. Αλλά δεν είναι και ακριβώς  ατύχημα, διότι πρέπει κανείς να επιλέξει ποιο μέρος του ατυχήματος θα κρατήσει.


 

Νομίζω ότι ένα πράγμα σχετικά με τους καλλιτέχνες –υπάρχουν πολύ λίγοι πραγματικοί καλλιτέχνες, φυσικά– είναι ότι παραμένουν πολύ πιο σταθεροί στις παιδικές τους αισθήσεις. Οι άλλοι άνθρωποι συχνά αλλάζουν εντελώς, αλλά οι καλλιτέχνες τείνουν να παραμένουν σε μεγάλο βαθμό όπως ήταν πάντα.


 

Όλοι οι έμποροι έργων τέχνης είναι απατεώνες! Κάποιος μου είπε τις προάλλες για κάποιον έμπορο ότι δεν μπορεί να είναι απατεώνας, είναι τίμιος. Φοβάμαι ότι οι τίμιοι είναι το ίδιο κακοί· στην πραγματικότητα, οι τίμιοι είναι συνήθως οι χειρότεροι από όλους.

Ξέρω ότι η γκαλερί μου είναι εδώ, προσπαθώντας μόνο να βγάλει χρήματα από μένα. 



Ορισμένα έργα του Πικάσο δεν μου έχουν ξεκλειδώσει μόνο εικόνες αλλά και τρόπους σκέψης, ακόμα και τρόπους συμπεριφοράς. Δεν συμβαίνει συχνά, αλλά το έχω βιώσει. Απελευθέρωσαν κάτι μέσα μου, κάνοντας χώρο για κάτι άλλο. 

Δεν εκπλήσσομαι που ο Hockney ήταν τόσο επιτυχημένος. Εξάλλου, οι πίνακες είναι σαν εικονογραφήσεις στο «Marie Claire». Δεν υπάρχει τίποτα σε αυτούς στο οποίο να σταθεί κανείς κι αυτός είναι ο λόγος που αρέσουν στον κόσμο.

Πολύ λίγα από τον Σαίξπηρ έχουν διαβρωθεί από τον χρόνο. Το έργο του είναι απαλλαγμένο εντελώς από κάθε θρησκεία ή πίστη. Μπορεί να έβαζε τον Θεό κάθε λίγο και λιγάκι για να δώσει βάθος στην προοπτική, αλλά είναι απαλλαγμένο από κάθε είδους πίστη.

Η «Ορέστεια» έχει αυτές τις εικόνες που είναι τόσο όμορφες και με συντροφεύουν πάντα. Εκεί που λέει «Γιατί αίμα ανθρωπινό τη μύτη μου χαϊδεύει» ήταν μία από αυτές. Μετά ήταν μια άλλη που περιέγραφε την Κλυταιμνήστρα να κάθεται πάνω από τη θλίψη της σαν κλώσσα. [Σημ. μτφρ.: Όσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα τέτοια εικόνα στην «Ορέστεια». Ωραία εικόνα πάντως. Ειδήμονες, διορθώστε με, αν σφάλλω.]

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Francis Bacon, Study from the human body, 1949

s

Χρειάζεται πειθαρχία σε όλα, ακόμα και στην επιπολαιότητα. Προπαντός στην επιπολαιότητα.



Ήταν ένας Έλληνας που με ψώνισε μια φορά στην οδό Ντόβερ και πήγαμε στο σπίτι του και μετά, όση ώρα ήταν στο μπάνιο και άρχισα να ψάχνω τις τσέπες του, πρέπει να μ' έβλεπε από τον καθρέφτη. Βγήκε και είπε: «Τι κάνεις εκεί, Φράνσις;» και του είπα: «Ε, αφού βλέπεις τι κάνω», και μου είπε: «Δεν χρειάζεται να το κάνεις αυτό. 
Θα μπορούσες απλά να το ζητήσεις». Και με πήγε στην τράπεζά του και σήκωσε 100 λίρες, που ήταν πολλά χρήματα εκείνη την εποχή, και μου τις έδωσε. Πρέπει να πω ότι ήταν ένας θαυμάσιος τρόπος συμπεριφοράς και δεν το ξέχασα ποτέ.
 



Είμαι αυτό που η Γερτρούδη Στάιν ονόμαζε «απλώς περίπλοκος».


 

Ο πατέρας μου ένιωσε αηδία όταν έμαθε ότι ήμουν ομοφυλόφιλος και με έστειλε στο Βερολίνο με έναν πολύ αρρενωπό φίλο του για να με «ισιώσει». Αλλά φοβάμαι ότι δεν τα κατάφερε, γιατί αυτός ο άντρας αποδείχθηκε ότι ήταν ένα πραγματικό κτήνος που πήδαγε οτιδήποτε κινούνταν. Και λίγο αργότερα ήμασταν μαζί στο κρεβάτι.
 

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Francis Bacon, Two Figures, 1953

 



Όταν πεθάνω, θέλω απλώς να με βάλουν σε μια σακούλα και να με πετάξουν στον υπόνομο.



Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, συνήθιζα να κυνηγάω τους υπηρέτες. Μου άρεσε να είμαι κοντά τους. Είμαι αυτό που θα μπορούσες να πεις απόλυτα ομοφυλόφιλος. Δεν νομίζω ότι υπήρξε θέμα επιλογής. Ήταν εκεί, από την αρχή.


Πάντα προτιμούσα την κωλοτρυπίδα απ' το μουνί.



Νομίζω ότι θα ήταν υπέροχο να υποκύψεις ολοκληρωτικά σε κάποιον. Πάντα λαχταρούσα να γνωρίσω έναν άντρα που να είναι πιο σκληρός και πιο έξυπνος από μένα Αλλά, δυστυχώς, μόλις τους γνωρίσεις, οι περισσότεροι άντρες αποδεικνύονται τρομακτικά αδύναμοι.

Η ομοφυλοφιλία είναι τραγική. Είναι πιο τραγική και πιο μπανάλ από αυτό που αποκαλείται «κανονική» αγάπη.

Πάντα φορούσα γυναικεία εσώρουχα. Ακόμα και τώρα φοράω καλσόν και κιλότα όταν βγαίνω έξω για να ψωνιστώ. Κι εδω συμβαίνει ένα άλλο περίεργο πράγμα. Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις ποια θα είναι η αντίδραση των άλλων. Για κάποιον λόγο αυτό είτε τους ενθουσιάζει είτε τους αηδιάζει εντελώς.


 

Μου είπε: «Είστε ο κύριος Μπέικον;», και του απάντησα: «Κύριος Μπέικον, κυρία Μπέικον, δεσποινίς Μπέικον ― ό,τι νομίζεις, αγάπη μου».


 

Τα γηρατειά είναι φρικτά. Φρικτά. Αν υπήρχε κάποια επέμβαση για να ξανακερδίσω τη νεότητα, ακόμα κι αν ήταν πολύ δυσάρεστη, θα την έκανα αμέσως, όπως θα έκανα και λίφτινγκ προσώπου, αν πίστευα ότι θα λειτουργούσε πραγματικά.


 

Μ' αρέσουν τ' άστρωτα κρεβάτια· όμως άστρωτα από έρωτα.
 


QUEER EYE― 1  Το αρχαίο σώμα

Περισσότερο για να εξακριβώσω πώς δουλεύει ένα φλας που πήρα για τη Leica (ναι, ξέρω, θεωρείται έγκλημα για τους puristes, ας με διαγράψουν απ' το κλαμπ) πήγα ξανά στο Αρχαιολογικό μια συννεφιασμένη μέρα. Εξεπλάγην από το πόσο διαφορετικό αποτέλεσμα βγαίνει από κάμερα σε κάμερα. Π.χ. λίγους μήνες πριν, με τη Rolleiflex, το αποτέλεσμα ήταν αυτό.

Με τη Leica, ένας άλλος κόσμος.

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO
NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO
NIGHTHAWKS Facebook Twitter

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO


 

QUEER EYE― 2 Ένα αρπακτικό βλέμμα θηρίου που δεν τολμά ν' αγγίξει

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO

Υπό ορισμένη γωνία αυτός ο «παις» μού φάνηκε προκλητικά ρευστός. Εννοώ queer. Αν σκεφτείς πόσους αιώνες δίσταζαν οι κούροι  ν' απλώσουν το ένα πόδι τους μπροστά και να κυλήσει αίμα στη μνημειακή ακαμψία τους, αυτό εδώ το σπάσιμο της μέσης, η σχεδόν χορευτική κίνηση του αγοριού, αναδίδει έναν αισθησιασμό καινούργιο. 

Και το φιλντισένιο βλέμμα του. Δεν έχει βεβαια σχέση με το βεβαρυμένο βλέμμα που αποκτήσαμε καθώς μας πλάκωσαν οι αιώνες (και τ' άτιμα σεντόνια).  Σχεδόν αθώο απέναντι στις  ενοχές των χριστιανών που θα 'πεφταν σαν μετεωρίτης από τον ουρανό. Πονηρεύοντας τη ωραία σάρκα, λερώνοντας το Κάλλος. Πόσα χιλιόμετρα τύψεων μέχρι να φτάσουμε στο «λιμασμένο μάτι» του ανθρώπου που ψάχνεται (ο Μπέκετ στο «Νανούρισμά» του), στο «μάτι το αχόρταγο» του Χριστιανόπουλου ― ο gay «μάτης» που κολλάει σαν τσίχλα στην πλάτη σου όταν περνάς από τη μαραζιάρα μπάρα με τις έχιδνες, όταν κατρακυλάς στη σκάλα που τρίζει, με δεμένο ώμο.


 


ΤΑ ΓΕΡΑΚΙΑ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ Το βλέμμα του Ron, που ήθελε κι απόψε να κοιμηθεί δίπλα σε κάποιον, μετά τη συνουσία.

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Η κομβική σκηνή από το Nighthawks του Ron Peck (1978): Δυο μάτια που καρφώνουν

Ένα είναι όμως το αρπακτικό βλέμα που θυμάμαι όλα αυτα τα χρόνια, ίσως επειδή ήταν το πρώτο σχετικό. Το βλέμμα του Ron Peck στα «Nighthawks», την queer ταινία του 1978 που προβλήθηκε στην Ελλάδα ως «Γεράκια της νύχτας». Στο Studio, φοιτητής. «Μας δουλεύει ο τύπος», σκεφτόμουνα, καθώς η κάμερα έμενε καρφωμένη με ένα ασφυκτικό μονοπλάνο πάνω στα μάτια του όταν τσέκαραν την αγορά κρέατος στο μπαρ. Με μανία, αγωνία, προσδοκία. Καρφιά που ψάχνουν στο κενό, κάπου, οπουδήποτε, να σταθούν, να κρεμαστεί η νύχτα. «Υπερτιμημένη ταινία» είπα τότε, αλλά περιέργως εκείνη η σκηνή με ταλαιπώρησε σαν μύκητας. Διότι τελικά ήταν αληθινή. Διότι την ενσάρκωσα πολλάκις. Και η τσαντίλα μου ήταν, ουσιαστικά, αμηχανία. Αφού κανείς δεν θέλει να δει ότι το πάθος του είναι μια στενή κουζίνα. Κι ο πόθος του ένας εθισμός για να περνάει η ώρα, ίσως και να θολώνει τα νερά. Ότι, τάχα, το καις, ενώ καίγεσαι.


C

Clip από την ταινία «Γεράκια της νύχτας» του Ron Peck


Ιντερμέδιο

You took my sadness out of contextAt the Mariners Apartment ComplexI ain't no candle in the wind

I'm the board, the lightning, the thunderKind of girl who's gonna make you wonderWho you are and who you've been

And who I've been is with you on these beaches

Your Venice bitch, your die-hard, your weaknessMaybe I could save you from your sinsSo, kiss the sky and whisper to JesusMy, my, my, you found this, you need thisTake a deep breath, baby, let me in

You lose your way, just take my handYou're lost at sea, then I'll command your boat to me againDon't look too far, right where you are, that's where I amI'm your manI'm your man

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Aπό το «There are no homosexuals in Iran» του Ιρανού φωτογράφου Laurence Rasti.
NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Aπό το «There are no homosexuals in Iran» του Ιρανού φωτογράφου  Laurence Rasti.

They mistook my kindness for weaknessI fucked up, I know that, but JesusCan't a girl just do the best she can?Catch a wave and take in the sweetnessThink about it, the darkness, the deepnessAll the things that make me who I am

And who I am is a big-time believerThat people can change, but you don't have to leave herWhen everyone's talking, you can make a stand'Cause even in the dark I feel your resistanceYou can see my heart burning in the distanceBaby, baby, baby, I'm your man, yeah

You lose your way, just take my handYou're lost at sea, then I'll command your boat to me againDon't look too far, right where you are, that's where I amI'm your manI'm your man

Catch a wave and take in the sweetnessTake in the sweetnessYou want this, you need thisAre you ready for it?Are you ready for it? Are you ready for it?



ΣΤο μάτι το αχόρταγο. Ένα παραμύθι. 
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας ψαράς φτωχός και άτυ­χος. Οι άλλοι ψαράδες γυρνούσαν με τα δίχτυα γεμάτα — αυτός τίποτα. Μια μέρα, εκεί που έλεγε να τα μαζέψει και να φύγει γιατί απ’ το πρωί δεν είχε πιάσει τίποτα, σκάλωσε στο αγκίστρι του ένα πράμα τόσο δα, ίσαμε μια φακή. Γεμάτος απορία το ανέβασε πάνω και κάθονταν και το ξέταζε: μήτε για ψαράκι φαίνονταν, μήτε για πετραδάκι. Μια και δυο, το παίρνει και το πάει στο βασιλιά, που άμα κανείς φτωχός τού πήγαινε τίποτα, του το ξεπλήρωνε αμέσως με χρυσάφι. Γεμάτος περιέργεια ο βασιλιάς βάζει να το ζυγιάσουν, μα όσο χρυσάφι και αν έβαλε, η ζυγαριά δεν έγερνε. Φέρανε τότε τα μεγάλα καντάρια κι όλο το θησαυρό απ’ τις αποθήκες, μα κείνο το πραματάκι δεν έλεγε να κουνηθεί από τη θέση του. Τότε ο βασιλιάς έστειλε και φώ­ναξαν όλους τους σοφούς, μα κανείς δε μπόρεσε να λύσει το μυ­στήριο. Μονάχα ένας ξένος που έτυχε περαστικός από κείνα τα μέρη, το ξέτασε από δω, το ξέτασε από κει, στο τέλος γύρεψε να του φέρουν λίγο χώμα. Πήρε το πραματάκι, το ’βαλε στη μικρή ζυγαριά, έριξε πάνω του το χώμα, και λέει του βασιλιά: «Ρίξε λιγάκι χρυσό απ' την άλλη μεριά». Δεν πρόλαβε να ρίξει το χρυσό, κι αμέσως έγειρε η ζυγαριά. Όλοι τους θαύμασαν, και πρώτος ο βασιλιάς, που ζήτησε απ’ τον ξένο να του εξηγήσει το μυστήριο. Και τότε εκείνος του είπε: «Τουτο το πραματά­κι, βασιλιά μου, είναι μάτι· κι όσο είναι πάνω απ' το χώμα και βλέπει, με τίποτα δε λέει να χορτάσει».

― Ντίνος Χριστιανόπουλος, διασκευή από παραμύθι

aa

 






 


ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΨΥΧΟΥΛΑ! ΔΩΣΑΜΕ! ΝΟΙΩΣΑΜΕ!

Στη Δραπετσώνα δεν έχουμε ζωή

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
WE LOVE ANAL (& THREESOMES): Λαγανάς, Ζάκυνθος, Οκτώβριος 2024... Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO

Τ' απόνερα του καλοκαιριού στον Λαγανά. Τ' αγγλάκια, άθυμα πια απ' την πολλή κραιπάλη, αγοράζουν T-shirts που γράφουν πάνω «Ι love anal», «I love threesomes» κ.λπ. Ένα παιδί γλαρωμένο κάτω από το εκτυφλωτικό νέον του ταμείου στέλνει κάπου φάτσα φόρα τις dick pics του. Και το ραδιόφωνο, περιέργως, παίζει κάποιο σταθμό του λεγόμενου εντέχνου.

Πόσο ξένο ακούγεται πια αυτό το αισθηματολογικό κλαψούρισμα! Πόσο άσχετο και άκυρο με όσα ζούμε! Παράπονο, αυτοοικτιρμός, αυτολύπηση, μεμψιμοιρία... Τα παιδιά κατουριούνται πάνω τους από τα ντραγκς και το ραδιόφωνο νανουρίζει ακόμη το αυτί του γκασταρμπάιτερ. Το άδειο τους πακέτο: δραματικότητες στον αυτόματο ή, στο άλλο άκρο, τσίπουρα και ελληνική λεβεντιά, σωπάτε ορέ, να τραγουδήσει ο μπροστάρης.

Φταίνε τα τραγούδια μας, φταίει κι ο λυράρης
μα φταίει κι ο ίδιος ο λαός γιατί είναι μαραζιάρης

Δεν θα ξεχάσω το γλέντι που στήθηκε όταν πήρε η Ελλάδα τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αβραμόπουλος και Γιάννα Αγγελοπούλου με πούρα και στρας το έκαψαν (στις Βρυξέλλες, νομίζω), χορεύοντας, μεταξύ άλλων, το «Στη Δραπετσώνα δεν έχουμε ζωή»! Η σύγχυση είχε ήδη αρχίσει από τότε, όμως θα γινόταν ακόμα μεγαλύτερη. Η μεγάλη κρίση, όσο ριζοσπαστικοποίησε τους Αγανακτισμένους τόσο μας έστρεψε στα λίθινα σιγουράκια του εντέχνου που διαπνέονταν πάντα από μια ηθική λεβέντικη και πικραμένη, ιδεολογήματα περισσότερο παρά τραγούδια, τα οποία συνομιλούσαν ευθέως με τους αριστερούς «ποιητές της ήττας». Ποια αριστερά όμως, πλάκα μού κάνεις; Κι εδώ σύγχυση και υποκρισία ― αφού από την πικρή, ακέραιη αριστερά του Μανόλη Αναγνωστάκη, η φάση εξέβαλε σε μια φάρσα: στην κυνική, τυχάρπαστη αριστερά του Παππά και του Τσίπρα. Ένα βίαιο ξύπνημα.

Είχε δείξει πολύ ωραία ο Μαρμαρινός το απελπισμένο έρπην μας στα άδεια κελύφη αυτών των τραγουδιών, στην παράστασή του «Κομμώτριες / Μεταπολίτευση». Όπου οι ηθοποιοί μεθάνε, κλείνουν τα μάτια και τραγουδάνε γκαρίζοντας, αγκαλιασμένοι, το ένα έντεχνο μετά το άλλο («Τα σπίτια είναι χαμηλά», «Η μέρα εκείνη δεν θ' αργήσει», «Σώπα όπου να' ναι θα σημάνουν οι καμπάνες»), βγαίνουν μέσα από το στόμα τους τα λόγια, σαν αλλόκοτα ψάρια του Ιερώνυμου Μπος, μεταλλαγμένα μυθικά πλάσματα, με κεφάλι κότας και ουρά σκύλου, ανεξαιρέτως όμως με μάτια υγρά και μισόκλειστα. 

Μέσα από την ομίχλη όλων αυτών ξεπροβάλλουν οι λίγοι μεγάλοι. Ο Χατζιδάκις πρωτίστως που ήταν πάνω από είδη, ο γενναίος Ζαμπέτας, ο Σαββόπουλος... μια χούφτα ακόμη.

Είμαι σίγουρος ότι αν στον Λαγανά το συγκεκριμένο βράδυ το ραδιόφωνο έπαιζε Χατζιδάκι και όχι Τσανακλίδου, δεν θα έγραφα όσα έγραψα... 


NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO

Γυρνώντας από τη Θεσσαλονίκη τις προάλλες, παράκαμψη στη Βεργίνα. Να δω ξανά τους αρχαίους τάφους.Tα ασύλληπτα χρώματα. Το βασιλικό κυνήγι με τον κάπρο στον τάφο του Φιλίππου, τα πληγωμένα ελάφια, το λιοντάρι που το δαγκώνουν τα σκυλιά, την αρκούδα στα βράχια. Σχεδόν ευτυχία ― η μεγάλη ομορφιά...

NIGHTHAWKS Facebook Twitter
Φωτ.: Στάθης Τσαγκαρουσιάνος/ LIFO
Μy sadness out of context― Ένα πολυπόστ του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου Facebook Twitter

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ