O Μάλικ και οι άλλοι

O Μάλικ και οι άλλοι Facebook Twitter
Οι αδελφοί Νταρντέν
0

Αδυναμία διαχείρισης της πρώιμης επιτυχίας του, φόβος πιθανής αποτυχίας ή πρακτική αναποφασιστικότητα; Τι πραγματικά οδήγησε τον Τέρενς Μάλικ να δημιουργήσει ερήμην του έναν μύθο αντάξιο μόνο αυτού του Κιούμπρικ; Δεν θα το μάθουμε ποτέ, γιατί, απλούστατα, μοιάζει με τη σειρά από τα αναπάντητα ερωτήματα που θέτει στις ταινίες του, ειδικά στην τελευταία, Το δέντρο της ζωής, ένα φιλμ προορισμένο να σηκώσει πολλή συζήτηση και να δημιουργήσει αντίπαλες φράξιες. Φυσικά, δεν εμφανίστηκε ποτέ στη συνέντευξη Τύπου στις Κάννες - δεν έχει μιλήσει επίσημα σε δημοσιογράφους από το 1973 και το πρώτο του μεγάλου μήκους φιλμ, το Badlands, κι η μόνη φορά που δέχτηκε να το κάνει ήταν πριν από μερικά χρόνια στο Φεστιβάλ της Ρώμης, με την αυστηρή προϋπόθεση να σχολιάσει αποκλειστικά τα αποσπάσματα από τις ιταλικές κωμωδίες που αγαπά, ειδικά εκείνες του Τοτό, με εκτενείς αναφορές στην αθωότητα που αισθανόταν βλέποντάς τες. Η απώλεια της αθωότητας βρίσκεται στο επίκεντρο της εργογραφίας του κι εμφανίζεται έντονα και στο υπαρξιακό (ο Μάλικ έχει πτυχίο φιλοσοφίας) δράμα Το δέντρο της ζωής. Ο Μπραντ Πιτ κλήθηκε ν’ απαντήσει σε ερωτήσεις στις Κάννες, ως ηθοποιός αλλά και ως παραγωγός της ταινίας αυτής, λέγοντας πως ο Μάλικ είναι ένας ντροπαλός άνθρωπος και προτιμά ν’ αφήσει τους θεατές να δουν την ταινία σαν ένα ποίημα και να την ερμηνεύσουν κατά βούληση. Όντως μοιάζει με ποίημα, συμφωνικό κι αλληγορικό, απαλλαγμένο από ειρωνεία, κυνισμό και κωμωδία. Οι αδρές πινελιές του μοιράζονται ανάμεσα σε μια ειδυλλιακή οικογένεια και στα συμπαντικά φαινόμενα που γέννησαν τον κόσμο. Με μικροσκόπιο ο Μάλικ εξετάζει τους σπόρους της βίας του πατέρα (που εκπροσωπεί τη Φύση), ο οποίος μολύνει το έργο αγάπης της μάνας (η Χάρις που συγχωρεί), σε αντιπαράθεση με το εξαιρετικά δραματικό θέατρο της Δημιουργίας. Το αποτέλεσμα είναι ένα εντυπωσιακό μωσαϊκό από εικόνες και ήχους σε φυσικό φως, ένα πάντρεμα «National Geographic» αισθητικής, ιμπρεσιονιστικής ευαισθησίας και τραγανού νατουραλισμού, με ελάχιστη πλοκή, διάσπαρτα voice-overs και περιστασιακούς διαλόγους. Το φιλοσοφικό διά ταύτα είναι μια θολή εικασία με μπόλικα θρησκευτικά overtones, κομψά εφέ από τον πιονιέρο Ντάγκλας Τράμπολ (2001, Blade Runner) και καθόλου μεταφυσική προοπτική. Πάντως, οι πρώτες αντιδράσεις από τα ξένα έντυπα δεν είναι τόσο αρνητικές όσο περίμενα. Αντιθέτως, επαινούν την εικαστική διάσταση της ταινίας κι εκφράζουν τις όποιες διαφωνίες με σεβασμό και δέος μπροστά στην ευγενική φιλοδοξία του μαέστρου, που φήμες λένε πως είναι ένας ευχάριστος και χαρωπός τύπος, που βρίσκεται στις Κάννες αλλά αρνήθηκε να φωτογραφηθεί γιατί είναι υπέρ το δέον ντροπαλός. Κι ο Λιντς δεν μιλάει για τις ταινίες του, αλλά δεν κάνει κι έτσι…

Προσπαθώντας ν’ ανακαλέσω τις ταινίες που μου άρεσαν περισσότερο κατά την πρώτη εβδομάδα του φεστιβάλ, θα σταθώ και πάλι στην αξιοθαύμαστη ικανότητα των αδελφών Νταρντέν ν’ αφηγούνται μια σκληρή ιστορία με ευαισθησία κι ακρίβεια. Στο Αγόρι στο ποδήλατο έκαναν τρομερή δουλειά και με το 11χρονο αγόρι που προσπαθεί να βρει τον πατέρα που τον εγκατέλειψε αλλά και με την έννοια του ποδηλάτου ως μέσου μεταφοράς, οχήματος ενηλικίωσης, εργαλείου εργασίας, ενός παιχνιδιού που προσφέρει ελευθερία, συνδετικού κρίκου μεταξύ της παλιάς του ζωής και της γυναίκας που το περιμαζεύει από το ορφανοτροφείο. Η ερμηνεία του πιτσιρικά Τομά Ντορέ είναι υπόδειγμα έκρηξης φυσικού φαινομένου στο πανί, μια μικρή αποκάλυψη. Η Τίλντα Σουίντον κλέβει την παράσταση στο Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν, ένα αποσπασματικό μωσαϊκό συναισθημάτων μητρικής ενοχής σε μια ταινία που δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τα γεγονότα και τις λεπτομέρειες του φονικού που διέπραξε ο έφηβος γιος της, για να τραβήξει το ψυχικό της βλέμμα πάνω του. Η Λιν Ράμσεϊ, μετά από πολλά χρόνια απουσίας, διασκεύασε το μπεστ σέλερ της Λάιονελ Σράιβερ (ναι, είναι γυναίκα με ψευδώνυμο) κι απέφυγε να επικεντρώσει στο λουτρό αίματος, προτιμώντας μια κατάδυση στα έγκατα ενός μοντέρνου οιδιπόδειου, όπου η απουσία αγάπης πληρώνεται μ’ έναν ετεροχρονισμένο κύκλο εκδίκησης.

Το τέλειο μοντάζ μεταξύ των τραυματικών αναμνήσεων και του αβέβαιου παρόντος κατόρθωσε ο Σον Ντέρκιν (παραγωγός του πολύ καλού Afterschool) στο Martha Marcy May Marlene, την ιστορία μιας κοπέλας που εγκατέλειψε μια περίεργη αίρεση στα βόρεια της Νέας Υόρκης, αλλά βασανίζεται από την πλύση εγκεφάλου και τον ψυχικό, και όχι μόνο, βιασμό που υπέστη. Η ταινία παρουσιάστηκε στο τμήμα Un Certain Regard, που εγκαινίασε ο Γκας Βαν Σαντ με το Restless, όπου πρωταγωνιστεί ο 20χρονος γιος του Ντένις Χόπερ. Το στόρι είναι ελαφρώς μακάβριο: το αγόρι είναι ορφανό, γουστάρει να συχνάζει σε κηδείες και γνωρίζεται με ένα ετοιμοθάνατο, καρκινοπαθές αλλά αισιόδοξο κορίτσι. Ο Βαν Σαντ κρατάει την αισιοδοξία και τη φιλτράρει μαζί με τον μαλακό φωτισμό του οπερατέρ του, Χάρη Σαβίδη, σε μια ανθρώπινα μαύρη κομεντί που φανερώνει πως ο Αμερικανός σκηνοθέτης, εκτός από το Elephant, το Last Days και το Milk, αισθάνεται το ίδιο άνετα με τις περιπέτειες ξεχωριστών και πάντα φωτογενών νέων, σε ταινίες που βάζουν τα δυνατά τους να μοιάζουν mainstream.

Ο Νάνι Μορέτι ξάφνιασε όσους περίμεναν πως θα καταγγείλει με βάναυση ειρωνεία το Βατικανό, αλλά στο Habemus Papam ο άθεος κομμουνιστής σκηνοθέτης προτίμησε να δει με συμπάθεια έναν νεο- εκλεγέντα Πάπα που παθαίνει σκηνικό φόβο κι αμφιβάλλει αν έχει τη δύναμη να οδηγήσει με σύνεση και καθαρό μυαλό ένα ποίμνιο δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Η σάτιρα αυτή θεωρεί πως ο Πάπας είναι ένας ακόμη ρόλος που χρήζει ψυχανάλυσης κι ερμηνείας, και τον εξετάζει δραματικά και συμπονετικά - στη συνέντευξη Τύπου, ο Μορέτι δήλωσε πως πολύ θα ήθελε να πιστεύει στη θρησκεία, αλλά δυστυχώς δεν του προκύπτει.

Μια ακόμη σκηνοθέτις, η Γαλλίδα Μαϊγουέν, συνδύασε το «Law and Order» με την παρισινή δίωξη σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, επιδεικνύοντας ικανότητα στον χειρισμό πολλών ηθοποιών, και μόνο αυτό. Η ταινία επαναλαμβανόταν και χανόταν σ’ έναν κυκεώνα πληροφοριών και σχέσεων και φαντάζομαι πως αν ένας Αμερικανός σκηνοθέτης την είχε υποβάλει για συμμετοχή, θα είχε απορριφθεί πανηγυρικά. Αντίθετα, το Apollonide του Μπερτράν Μπονελό, με επίκεντρο έναν πολυτελή οίκο ανοχής του 1900, είναι ένα αλληγορικό αλλά άδειο φιλμ μνήμης, γεμάτο αφηγήσεις γυναικών και τραύματα που παραπέμπουν στην υποταγή, χωρίς ιδιαίτερη πλοκή ή πραγματικό ερωτισμό. Τέλος, ο Καλλιτέχνης του Μισέλ Χαζαναβίσιους ήταν το ευχάριστο διάλειμμα σ’ ένα φεστιβάλ γεμάτο βαριές σκέψεις, στοχασμούς, σκοτωμούς και δραματικά θέματα. Ασπρόμαυρο κι άλαλο, γυρνάει πίσω τον χρόνο, στην εποχή της μετάβασης από το σινεμά του βωβού στον ήχο, με πρωταγωνιστές έναν σταρ (φτυστός ο Ντάγκλας Φέρμπανκς) που ξεβράζεται από τα απόνερα της τεχνολογίας και μια ενζενί που γίνεται πρώτη φίρμα, αλλά δεν έχει ξεχάσει τον άνθρωπο που κάποτε την κοίταξε με πραγματική αγάπη. Πρόκειται για το Ένα αστέρι γεννιέται, με ηχώ από τη Λεωφόρο της Δύσης και το Τραγουδώντας στη βροχή, εξαιρετικά φτιαγμένο και νοσταλγικό, χωρίς να γίνεται ζαχαρένιο ή υπερβολικά αναφορικό.

Pulp Fiction
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ιστορίες Εγκλεισμού: H Berlinale στον ρυθμό του κορονοϊού

Pulp Fiction / Ιστορίες Εγκλεισμού: H Berlinale στον ρυθμό του κορονοϊού

Επαγγελματίες απ' όλο τον κόσμο έγιναν κοινωνοί ταινιών απ' όλο τον κόσμο, αψηφώντας μια επιδημία που ξεκινούσε τα φονικά της βήματα στην Ευρώπη, και απουσίαζε ο Ιρανός Μοχάμεντ Ρασούλοφ που έμελλε να κερδίσει το κορυφαίο βραβείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεν Λόουτς: Τo μελό στην υπηρεσία του πολιτικού σινεμά

Αποκλειστική συνέντευξη / Κεν Λόουτς: Τo μελό στην υπηρεσία του πολιτικού σινεμά

Ο πολυβραβευμένος Βρετανός σκηνοθέτης Κεν Λόουτς μιλά αποκλειστικά για τη νέα του ταινία αλλά και για τη χρυσή ευκαιρία που του έδωσε η κρατική τηλεόραση να στρώσει μια μεγάλη καριέρα σε έναν χώρο που έχει καταληφθεί ανεπιστρεπτί από την εφηβοκεντρική ψυχαγωγία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Έργο χωρίς δημιουργό: η περίπτωση του Γερμανού σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

Pulp Fiction / Έργο χωρίς δημιουργό: η περίπτωση του Γερμανού σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

Ο σκηνοθέτης του εξαιρετικού «Οι ζωές των άλλων» και του «Μη χαμηλώνεις το βλέμμα», που προβάλλεται αυτές τις μέρες στις αίθουσες, μιλά στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
O Μίκης Θεοδωράκης στο σινεμά

Pulp Fiction / O Μίκης Θεοδωράκης στο σινεμά

Η συνεργασία του με τον Μιχάλη Κακογιάννη στις τρεις τραγωδίες, η προέλευση του πιο γνωστού μουσικού θέματος που συνέθεσε στην καριέρα του, που δεν είναι άλλο από το συρτάκι στον Ζορμπά, και η προοπτική μιας χολιγουντιανής σταδιοδρομίας που δεν συνέβη ποτέ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τσερνόμπιλ: το χρονικό μιας τραγωδίας έγινε μια εξαιρετική μίνι σειρά

TV & Media / Τσερνόμπιλ: το χρονικό μιας τραγωδίας έγινε μια εξαιρετική μίνι σειρά

Βουτηγμένο στον πράσινο, μουχλιασμένο τρόμο ενός Φίντσερ, μακάβρια κλειστοφοβικό, στημένο σαν προλεταριακή επιστημονική φαντασία, το «Τσερνόμπιλ» ποντάρει στο απροσποίητο σασπένς
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βέρνερ Χέρτσογκ: Ο μεγάλος τυχοδιώκτης του σινεμά στη Στέγη

Pulp Fiction / Βέρνερ Χέρτσογκ: Ο μεγάλος τυχοδιώκτης του σινεμά στη Στέγη

Ένας από τους πιο ασυμβίβαστους καλλιτέχνες της εποχής μας έρχεται στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για μια ζωντανή συζήτηση, ενώ μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του θα προβάλλονται παράλληλα. Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συγκεντρώνει μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για εκείνον και το έργο του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ