Ο πολύς Τζούλιαν Σνάμπελ έγινε γνωστός από τους τεράστιους νεο-εξπρεσιονιστικούς πίνακές του, διάσημος για τις εξαιρετικές του ταινίες και δημοφιλής, αλλά και μισητός, για την έλλειψη μετριοφροσύνης: έχει δηλώσει πως είναι «ό,τι πιο κοντινό στον Πικάσο σε αυτήν τη γαμημένη ζωή». Ο Σνάμπελ που συνάντησα στη Βενετία, την οποία θεωρεί δεύτερο σπίτι του, με αφορμή το φιλμ Μιράλ, ήταν ένας ευγενικός και πολύ ομιλητικός, γοητευτικός άνδρας, συνεπαρμένος από την Παλαιστίνια συγγραφέα του βιβλίου Ρούλα Τζεμπρεάλ (με την οποία έχει δεσμό), ενοχλημένος μόνο από την αντηλιά, γι’ αυτό και δέχτηκε διστακτικά τα γυαλιά ηλίου που του δάνεισα, καθώς δεν έβρισκε τα δικά του.
Ο πατέρας μου εμπορευόταν μεταχειρισμένα ρούχα και γυαλιά ηλίου στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό, που φτιάχνονταν ειδικά για το Ναυτικό. Τον βοηθούσα για χαρτζιλίκι και όταν σπούδαζα και ξέμενα από λεφτά, του ζητούσα να μου στείλει ένα κουτί με γυαλιά και πουλούσα 2 περίπου δολάρια το ζευγάρι για να ξελασπώσω. Είναι αυτά που αποκαλούσα «γυαλιά του συνηθισμένου ανθρώπου». Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ πως αυτά τα φτηνά αξεσουάρ θα εξελίσσονταν σε βιομηχανία δισεκατομμυρίων. Εγκατέλειψα νωρίς την ενασχόλησή μου αυτή.
Νομίζω πως δεν υπάρχει σύγχυση γύρω από το στυλ μου, αλλά απορία για το τι ακριβώς κάνω κάθε φορά, για το μέσον και το θέμα δηλαδή. Είναι όντως ασυνήθιστο να ζωγραφίζεις, να σχεδιάζεις, να σκηνοθετείς. Το κοινό χαρακτηριστικό είναι η θέλησή μου να δημιουργήσω κάτι και να φτιάξω ένα περιβάλλον που να με ικανοποιεί, είτε μιλάμε για ένα δωμάτιο ξενοδοχείου είτε για μια άποψη προς συζήτηση, ή για έναν πίνακα που να τέρπει την όραση. Βρίσκομαι πάντα στη θέση του καλλιτέχνη.
Μένετε στην Αθήνα; Δυστυχώς, δεν έχω περάσει όσο καιρό θα ήθελα σε αυτή την πολύ όμορφη πόλη. Έχω πάει στη Σπετσοπούλα όμως. Μου είχε παραγγείλει ο Σταύρος Νιάρχος το πορτρέτο του. Ήθελε να τον ζωγραφίσω με τη ρόμπα του. Πόζαρε καθιστός απέναντί μου, στην απόσταση που βρίσκεστε εσείς τώρα. Έκανα το προσχέδιο, αλλά για λόγους που δεν θυμάμαι δεν του πούλησα ποτέ τον πίνακα. Χρόνια αργότερα, είδα στην τηλεόραση ένα ρεπορτάζ που έλεγε πως ο Νιάρχος ήταν άρρωστος και είχε σχεδόν χάσει την όρασή του. Συμπτωματικά μου τηλεφώνησε ο γιος του, ο Φίλιππος, που είναι φίλος μου, και αμέσως του έστειλα το πορτρέτο του πατέρα του. Ήταν δώρο, δεν ζήτησα χρήματα.
Αν έχεις το προνόμιο να μπορείς να μιλήσεις εκ μέρους κάποιου άλλου, είναι ευθύνη σου να το κάνεις. Είναι ευθύνη μου να μιλήσω για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Δεν το κάνω για τα λεφτά. Μπορώ να μη δουλεύω για τα χρήματα. Προφανώς, κανείς δεν δύναται να με προσλάβει.
Η Ρούλα (Τζεμπρεάλ) μού ζήτησε να ρίξω μια ματιά σε ένα σενάριο βασισμένο στο βιβλίο της, Μιράλ. Είναι πολύ αποτελεσματική και επιμελής με το βιβλίο της. Μόλις είχα ολοκληρώσει το Σκάφανδρο και την Πεταλούδα και εγκαινίαζα μια έκθεση στο Palazzo Venezia. Της είπα πως γενικά δεν μου άρεσε κανένα σενάριο που ερχόταν στα χέρια μου και δεν ήθελα να της υποσχεθώ κάτι που δεν θα μπορούσα να τηρήσω, γιατί είναι θελκτική γυναίκα και θα παρασυρόμουν. Τελικά, το διάβασα στη Νέα Υόρκη. Το σενάριο ήταν μέτριο, αλλά η ιστορία σπουδαία. Γιατί το γύρισα; Η μητέρα μου ξόδεψε πολύ χρόνο υποστηρίζοντας τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ, ήταν ιδρυτικό μέλος της επιτροπής για το νοσοκομείο Hadassah, ήδη από το 1948. Ήταν καλός άνθρωπος, καλή γυναίκα. Το όφειλα σε εκείνην να ερευνήσω το ζήτημα και να σκύψω πάνω στο πρόβλημα. Κανένας ζωγράφος δεν θέλει να φτιάξει έναν πίνακα που έχει ήδη φιλοτεχνηθεί. Γι’ αυτό κι εγώ ήθελα να γυρίσω μια ταινία για ένα θέμα που δεν έχει γίνει έτσι στο παρελθόν. Επιθυμία μου ήταν να αφηγηθώ την ιστορία της Παλαιστίνης όπως μου την είπε η μητέρα μου και τη βίωσε η οικογένειά μου που έζησε σε εκείνα τα μέρη και άνοιξε την πόρτα σε όσους ζήτησαν βοήθεια. Πήγα στην Ιερουσαλήμ και τα περίχωρα για τα γυρίσματα. Ήθελα να είναι όλα αυθεντικά και δεν είχα πρόβλημα με την εκεί κοινότητα, γιατί τη σεβαστήκαμε και την εντάξαμε στο φιλμ, τους κατοίκους και τα σπίτια τους.
Είναι μια έκκληση για ειρήνη, πέρα από θρησκείες και δόγματα.
σχόλια