“Γεια σας, έχω γράψει ένα μυθιστόρημα και θέλω να σας το στείλω για αξιολόγηση. Ποια είναι η διαδικασία;”
“Μας το στέλνετε ταχυδρομικά ή το παραδίδετε στη διεύθυνση τάδε. Ή ακόμα καλύτερα, μας το στέλνετε ηλεκτρονικά στο info@επιτροπηαναγνωσης.gr”.
“Και σε πόσο καιρό θα έχω απάντηση;”
“Σε έξι μήνες περίπου”.
“Πόσο; Τόσο πολύ πρέπει να περιμένω; Γιατί;”
“Δυστυχώς θα πρέπει να περιμένετε τη σειρά σας. Οι προτάσεις είναι πάρα πολλές και αξιολογούνται ανάλογα με την ημερομηνία παραλαβής”.
Μόλις σας περιέγραψα μια συνηθισμένη συνομιλία μεταξύ ενός επίδοξου συγγραφέα και του αρμόδιου για τα χειρόγραφα προς αξιολόγηση, σ’ έναν εκδοτικό οίκο. Γιατί συνηθισμένη; Γιατί μπορεί να επαναληφθεί πολλές φορές την ημέρα, κάθε μέρα. Ναι, απ’ τι φαίνεται συμβαίνει το εξής παράδοξο: Στην Ελλάδα γράφουν πολύ περισσότεροι απ’ όσους διαβάζουν. Οι προτάσεις που υποβάλλονται είναι υπερβολικά πολλές. Και προφανώς γίνονται για το ίδιο έργο, σε πολλούς εκδοτικούς οίκους ταυτόχρονα. Λογικό. Αν έπρεπε να περιμένει κανείς ένα εξάμηνο για να έχει μια απάντηση κάθε φορά από τον κάθε εκδότη, θα έπρεπε να επιμένει για χρόνια. Οι έξι μήνες είναι ένας μέσος όρος. Όσο πιο μεγάλος και εμπορικός είναι ένας εκδοτικός οίκος, τόσο περισσότεροι στέλνουν τις προτάσεις τους. Μοιραία, τόσο μεγαλώνει και η αναμονή, μπορεί να φτάσει και τον ένα χρόνο.
Γιατί; Γιατί είναι τόσοι πολλοί; Γιατί η μισή Ελλάδα το έχει ρίξει στο γράψιμο; Είμαστε τόσο πνευματώδεις τύποι και δεν μας φαίνεται; Και για τι θέματα γράφουν; Ποιο είναι το ποσοστό επιτυχίας; Και πώς αντιδρούν σε μια αρνητική απάντηση;
Πραγματικά φαίνεται τρελό. Γράφουν οι πάντες. Γυναίκες και άντρες κάθε ηλικίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ανάλογα με το φύλο και την ηλικία, χωρίζονται και τα θέματα. Νομίζω ότι έχει άμεση σχέση και με το είδος που αρέσει στον καθένα να διαβάζει. Συνήθως, οι άντρες γράφουν δοκίμια (επιστημονικά ή ιστορικά), αστυνομικά μυθιστορήματα και όσο ανεβαίνει η ηλικία, μαρτυρίες και απομνημονεύματα από την Σμύρνη/τον Εμφύλιο κ.α. Οι γυναίκες γράφουν κατά κύριο λόγο μυθιστορήματα, ολίγον από ποίηση ενώ σε μεγάλο ποσοστό, μόλις γίνουν μαμάδες, αρχίζουν να γράφουν παιδικά παραμύθια. Μετά την εμπορική κυρίως επιτυχία Ελληνίδων συγγραφέων τα τελευταία χρόνια, είναι σαν να ένιωσαν όλες σχεδόν οι αναγνώστριές τους την ανάγκη να γράψουν και οι ίδιες μια ιστορία. Επειδή το θεωρούν εύκολο; Επειδή ελπίζουν ότι θα κάνουν πάταγο και θα πλουτίσουν; Επειδή το έχουν απωθημένο; Προσωπικά πιστεύω ότι η επιτυχία τόσο του βιβλίου όσο και της τηλεοπτικής σειράς, “Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα”, αποτέλεσε αφορμή για ένα πολύ μεγάλο αριθμό γυναικών να μπουν στην διαδικασία όχι μόνο να γράψουν κάτι με “γυναικείο θέμα” αλλά να το υποβάλλουν και προς έκδοση. Μήπως τις απενεχοποίησε;
Και πώς ξεχωρίζει κανείς; Είναι εύκολο ν’ αναγνωριστεί το ταλέντο σου στην Ελλάδα; Ας υποθέσουμε ότι ένας μέσος εκδοτικός οίκος παραλαμβάνει 365 προτάσεις τον χρόνο. Οι προτάσεις που θα ξεχωρίσουν και θα προχωρήσουν σε έκδοση είναι περίπου 3. Λίγο αποκαρδιωτικό ε; Πόσο μάλλον όταν ήδη το εκδοτικό πρόγραμμα των περισσότερων εκδοτικών οίκων μειώνεται λόγω της κρίσης, και πολύ δύσκολα ποντάρει κανείς σ’ έναν πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα. Είναι όμως λίγο περίεργο. Από τη μια είναι τόσο κουραστικό να διαβάζεις την μια πρόταση μετά την άλλη για μήνες, και να μένεις αδιάφορος. Από την άλλη, ακριβώς επειδή συμβαίνει αυτό, όταν εμφανιστεί η εξαίρεση, την καταλαβαίνεις αμέσως και την πιστεύεις πολύ!
Το τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας είναι πολύ δύσκολο να το πιστέψει κανείς, αν δεν το ζήσει. Να μερικά περίεργα περιστατικά:
Περίπτωση γονιών-μάνατζερ: Πολλοί γονείς στέλνουν τα πονήματα των παιδιών τους γιατί ...παίρνουν καλό βαθμό στην έκθεση και “Ποτέ δεν ξέρεις! Καλέ, στην Γαλλία τις προάλλες, ένα κοριτσάκι 15 χρονών σάρωσε στις πωλήσεις!”
Περίπτωση συνομωσιολόγων: Δεν είναι λίγοι αυτοί που κάνουν ολόκληρη σκηνή εκ των προτέρων, για να πειστούν ότι δεν θα γίνει κλοπή των πνευματικών δικαιωμάτων τους -”Κι αν εσείς με απορρίψετε και μετά το γράψετε μόνοι σας και το πουλήσετε χωρίς να φαίνομαι εγώ ως συγγραφέας;”
Περίπτωση “ακούω φωνές”: Κι όμως, συχνά ακούς το “Μου ήρθε η έμπνευση εκεί που μαγείρευα/σιδέρωνα/κοιμόμουν/περίμενα την μικρή στο μάθημα μπαλέτου.. Ήρθε κάτι ουράνιο μέσα στο αυτί μου και μου διηγήθηκε την ιστορία. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο, κάτι σημαίνει!”
Περίπτωση “Φέρτε μου το Νομπέλ Λογοτεχνίας ΤΩΡΑ”: “Τι εννοείτε όταν λέτε πώς το έργο μου απορρίπτεται; Αποκλείεται! Σίγουρα το διαβάσατε; Μα μιλάμε για σίγουρη επιτυχία, το ξέρω, το ΞΕΡΩ!” Αυτό μετά από μερικές εξηγήσεις γίνεται “Σκασίλα μου! Εσείς θα χάσετε! Όταν το δείτε να γίνεται bestseller θα σκάσετε από το κακό σας!”
Τέλος, να πούμε ότι συμβουλές ή μυστικά επιτυχίας δεν υπάρχουν. Θεωρώ πολύ σημαντικό βήμα να ξεκαθαρίσει κανείς για ποιόν λόγο γράφει. Για να γίνει διάσημος και να πλουτίσει; Για να καταθέσει τα εσώψυχά του; Για να βρει μια διέξοδο, ανεξάρτητα από το αν το έργο του τυπωθεί ή έχει εμπορική επιτυχία; Σίγουρα παίζει ρόλο η σωστή συγκυρία. Πάνω απ’ όλα όμως, νομίζω ότι το πρώτο και κύριο είναι να περνά κανείς ωραία, κάνοντάς το. Και αργά η γρήγορα θα βρει και το έργο, το δρόμο του. Ποτέ δεν πήγε χαμένη, μια όμορφη ιστορία, όταν έχεις κι έναν όμορφο τρόπο να την πεις.
σχόλια