Ίσως έχετε ακούσει ότι όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διεκδικούσε να μπούμε σαν χώρα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όλοι οι ηγέτες των μεγάλων χωρών ήταν εναντίον της Ελλάδας, δεν θέλανε να μπει η Ελλάδα στην Κοινότητα. Πάει λοιπόν ο Καραμανλής να συναντήσει τον Schmidt- τον Καγκελάριο της Γερμανίας- και αυτός του λέει: «Ξέρετε, κύριε Καραμανλή, δεν έχετε τις οικονομικές προϋποθέσεις...». Και ο Καραμανλής –όπως μου είπε- του απάντησε: «Εσείς που έχετε αιματοκυλήσει την Ευρώπη δύο φορές, έχετε το δικαίωμα να είστε μέσα στην Κοινότητα και εμείς που δώσαμε τα φώτα σε όλους εσάς, θα είμαστε εκτός; Να ξέρετε, αυτό που σας λέω μεταξύ μας, τώρα που θα σταθούμε μπροστά στους δημοσιογράφους που μας περιμένουν έξω, θα το πω δημοσίως!».
Βγήκανε έξω, σταθήκανε μπροστά στους δημοσιογράφους –μου λέει ο Καραμανλής- και, πρώτος, δηλώνει ο Schmidt: «Είμαστε υπέρ της Ελλάδας, πρέπει να μπει στην Κοινότητα». Όταν μου το διηγήθηκε αυτό ο Καραμανλής, νόμιζα ότι έχει ωραιοποιήσει λίγο τα πράγματα... Περνάει ο καιρός, πρύτανης εγώ στη Σορβόννη, και μετά από χρόνια, με πιάνει ο Mitterand και μου λέει: «Κυρία Αρβελέρ, θα κάνω μια συνάντηση των αρχηγών της Ευρώπης θέλω να την κάνω στη Σορβόννη, σας παρακαλώ να προεδρεύσετε» -δεν επιτρέπαμε να προεδρεύσει μέσα στη Σορβόννη κανείς που δεν είχε σχέση με τη Σορβόννη. Έρχονται οι αρχηγοί των κρατών και σε μια στιγμή διαλείμματος με πιάνει ο Kohl –ήταν αυτός Καγκελάριος τότε- και μου λέει: Έχω ανάγκη από ένα ήσυχο γραφείο...πού ήσυχο, για μια ιδιωτική συνάντηση με τον Lubbers. Θέλω ένα γραφείο να είμαστε μόνοι μας, οι δυό μας». Του λέω, «Ακούστε, το μόνο γραφείο που είναι σίγουρο, είναι το δικό μου. Πάρτε το γραφείο μου». Του δίνω το γραφείο μου και βγαίνω έξω και βλέπω όλους αυτούς τους μεταφραστές και τους παρατρεχάμενους του Kohl να συζητούν και να περιμένουν τον Καγκελάριο να τελειώσει την συνάντηση του. Για να τους κάνω παρέα, πιάνω την κουβέντα μαζί τους και δεν ξέρω πως, έρχεται η κουβέντα και μου λέει ο βασικός μεταφραστής του Kohl: «Κυρία Αρβελέρ, έχετε ακούσει την ιστορία με τον Schmidt και τον δικό σας, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή;». «Ναι!», και αρχίζω να του την διηγούμαι όπως την είχα ακούσει από τον Καραμανλή. Τελειώνοντας, γυρίζει ο μεταφραστής και μου λέει: «Ακριβώς έτσι έγινε. Εγώ ήμουν αυτός που μετέφρασα αυτή τη φράση του Καραμανλή»!
_____
Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ, Μια μεγάλη Ελληνίδα, Συνομιλίες με τον Θανάση Λάλα, εκδ. Αρμός (σελ. 65-66)
σχόλια