Συνήθιζαν να «αδειάζουν» τον Βινσέντε Μινέλι, ή τον Τζορτ Κιούκορ, αποκαλώντας τους ντεκορατέρ, ή ενδυματολόγους, για να υποτιμήσουν την αξία τους και έμμεσα, αλλά σαφώς, να υπονοήσουν την gay ευαισθησία τους, θεωρώντας πως το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι ταινίες με γυναίκες, ή με μπογιατισμένα σκηνικά και μπαλέτα.
Το μοναδικό πρόβλημα του Τομ Φορντ δεν είναι τι θα πουν οι άλλοι, αλλά πώς θα χειριστεί την περίφημη τελειομανία του. Αν και δεν κατηγόρησαν την ικανότητα ή το δικαίωμα του να σκηνοθετήσει, άκουσε συχνά τη ρετσινιά του «παραείναι τέλειο», για το υπέροχο ντεμπούτο του με το Single Man, την πρώτη του ταινία, που παρουσιάστηκε και πάλι στο Φεστιβάλ Βενετίας, και οδήγησε τον Κόλιν Φερθ σε πολλές διακρίσεις, για την ελεγχόμενα σπαρακτική του ερμηνεία. Αναγεννησιακός με την έννοια του ανθρώπου που καταπιάνεται με πολλές παραμέτρους στο κάθε project που αναλαμβάνει, (παραδόξως, δεν σχεδιάζει τα κοστούμια στις ταινίες του, όπως πολλοί πιστεύουν) ο Φορντ μεταβαίνει από την οδυνηρή κάθαρση που του προσέφερε το Single Man, σε μια πιο φιλόδοξη βουτιά στις τύψεις του έρωτα που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι ταινίες του είναι προσωπικές και δηλώνουν την πνευματική και ψυχολογική φάση που διανύει κάθε φορά που αποφασίζει να ασχοληθεί με ένα θέμα. Πρώτα μίλησε στην κρίση μέσης ηλικίας που περνούσε ο Κρίστοφερ Ίσεργουντ, με έναν μονόλογο που μαεστρικά μετέτρεψε σε εσωτερική δράση- ένα κυρίως βουβό δράμα που σχίζει την καρδιά από το μέγεθος της απώλειας και την αδυναμία έκφρασης του πένθους.
Στο Nocturnal Animals, αλλάζει σημαντικά την ομώνυμη νουβέλα, διακόπτοντας την αφήγηση με μια πλοκή που εκτυλίσσεται στο μυθιστόρημα ενός άνδρα, που χαρίζει με θερμή αφιέρωση στην πρώην σύζυγο του, η οποία τον παράτησε χωρίς να πάψει να τον αγαπά, στη μέση μιας ανολοκλήρωτης σχέσης, πληγώνοντας σε τέτοιο βαθμό, που από το βιβλίο ξεπηδούν βίαιες εικόνες, αλληγορικές αλλά τόσο γειτονικές σε αυτό που είχαν κάποτε, και διακόπηκε απότομα.
Αυτά τα Πλάσματα της Νύχτας, όπως εκείνος αποκαλούσε εκείνην γιατί κοιμόταν λίγο τα βράδια, σκοτώνουν με διαφορετικό τρόπο στην πραγματικότητα και τη φαντασία, αλλά στην ουσία αφήνουν θύματα πίσω τους, όποιο κι αν είναι το φόντο.
Όντως, η επιμέλεια των πλάνων, των χρωμάτων, των ρούχων, της κάθε κίνησης, χτυπάει στο μάτι του θεατή, έμπειρου ή λιγότερο μυημένου, που έχει μάθει να θεωρεί δεδομένη την ασχήμια ως αναπόσπαστο κομμάτι ενός βρώμικου ρεαλισμού, ειδικά όταν το περιεχόμενο ντιλάρει απροκάπυπτα τον πόνο. Ωστόσο, κάθε αρμονικά υπολογισμένη λεπτομέρεια που αναδίδει το Nocturnal Animals, από τα παχουλά μοντέλα μιας έκθεσης μοντέρνας τέχνης στους τίτλους της αρχής, μέχρι τις σκηνές φόνου στη μέση του πουθενά (στο Τέξας, τόπο καταγωγής του Φορντ, αν αυτό λέει κάτι) είναι δικαιολογημένη: η πρωταγωνίστρια, μια αστή με αυστηρή μητέρα, δουλεύει την Τέχνη, αν και πλήττει υπαρξιακά, όπως ίσως η άλλη πλευρά του ανήσυχου Φορντ νιώθει έντονα τον κορεσμό της μόδας, και ο τρόπος που τοποθετεί τον εαυτό της, την κόρη της και τον σύζυγο της, όπως ξεπηδούν από τις σελίδες του βιβλίου, αντανακλούν την οπτική της, και γίνονται εικόνα μέσα από το πρίσμα μιας ωραιοποίησης, που σπάει με κρότο από την βαναυσότητα της πλοκής. Αυτά τα Πλάσματα της Νύχτας, όπως εκείνος αποκαλούσε εκείνην γιατί κοιμόταν λίγο τα βράδια, σκοτώνουν με διαφορετικό τρόπο στην πραγματικότητα και τη φαντασία, αλλά στην ουσία αφήνουν θύματα πίσω τους, όποιο κι αν είναι το φόντο.
Ο Φορντ δεν αφήνει τίποτε στην τύχη, κι αν κάποιες φορές τα εδάφια του λογοτεχνικού δώρου του πικραμένου συντρόφου φαίνονται τραβηγμένα, είναι γιατί εκείνη δεν έχει ξεπεράσει, ούτε την απόφαση της, ούτε την ηθική πυξίδα μέσα στην ψυχή της, και προβάλλει την ενοχή, μετατρέποντας της σε υπερβολή, ίσως για τιμωρηθεί περισσότερο, τώρα που η προθεσμία πέρασε.
Το επώνυμο Φορντ είναι βαρύ στο σινεμά. Άλλος Τζον Φορντ δεν θα υπάρξει ξανά. Αλλά ο Τομ, το τρομερό παιδί της Gucci και της αμφιλεγόμενης τάσης για «αντικειμενοποίηση» των γυναικών στον 21ο αιώνα μέσα από τα επικά editorials και τη σχεδόν φετιχιστική διαφήμιση, έχει βαλθεί να αφήσει ένα εντελώς διαφορετικό στίγμα, σοβαρής δραματικότητας και αποχρώσεων πέρα από την στιλπνή επιφάνεια, ίσως με μια παραπανίσια κομψότητα στην εκτέλεση, αλλά σίγουρα με μυαλό και sophistication στη σύλληψη.
σχόλια