Τρυφερός, κανονικός, διορατικός. Με άλλα λόγια, ο Βίλιαμ Βίστιν δεν διαθέτει τίποτε από όλα όσα συναντά κανείς στους υπόλοιπους αστυνομικούς επιθεωρητές, αφού έχει βαλθεί να αποδείξει ότι είναι πραγματικός, όχι βγαλμένος από την άβυσσο της μυθοπλασίας ή κάποια ανήλιαγα γραφεία γεμάτα μοιραίους, όμορφους πρωταγωνιστές και αποτσίγαρα σε ξεχασμένα τασάκια. Ο ίδιος δεν είναι καν ευειδής, αν και έχει έντονα χαρακτηριστικά, δεν πίνει, δεν έχει χαρακτηριστικά μανιοκαταθλιπτικού ή κάποια άλλη ένδειξη που θα τον καθιστούσε «καταραμένο». Το μόνο που ξέρει να κάνει καλά, ίσως καλύτερα από τους άλλους, είναι η δουλειά του, προσπαθώντας να κρατήσει κάποια ικμάδα εκλογίκευσης στο παράλογο σύμπαν που είναι γεμάτο πτώματα και φόνους. «Ο Βίστιν πήρε ένα πλαστικό κύπελλο χωρίς να κάνει κανένα σχόλιο. Το είχε ξαναδεί το έργο: υπήρχαν άνθρωποι που ήταν αόρατοι στους άλλους.
Το μόνο που δεν έβγαζε νόημα ήταν πως υπήρχε κάποιος που ήθελε να τους σκοτώσει» γράφει ο Χορστ για τον επιθεωρητή Βίστιν στη νέα περιπέτεια του ήρωα του που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διόπτρα με τον τίτλο Πρωτόγονο Ένστικτο (σε μετάφραση Δέσποινας Παπαγρηγοράκη). Επισημάνσεις οι οποίες ενδεχομένως να μην ενδιέφεραν καθόλου, αν δεν ήταν αποκαλυπτικές μιας μεγάλης αλήθειας: ο άνθρωπος που επινόησε τον επιθεωρητή Βίστιν υπήρξε επιθεωρητής ο ίδιος. Γιατί εκτός από ακριβής και συναρπαστικός συγγραφέας, ο βραβευμένος και πολυμεταφρασμένος συγγραφέας εργαζόταν επί σειρά ετών στο τμήμα Δίωξης Ανθρωποκτονιών.
Ο άνθρωπος που επινόησε τον επιθεωρητή Βίστιν υπήρξε επιθεωρητής ο ίδιος. Γιατί εκτός από ακριβής και συναρπαστικός συγγραφέας, ο βραβευμένος και πολυμεταφρασμένος συγγραφέας Χορν Λίερ Χορστ εργαζόταν επί σειρά ετών στο τμήμα Δίωξης Ανθρωποκτονιών
Γι' αυτό και οι μυθοπλαστικές εικασίες, οι «σάλτσες» με τις οποίες εμπλουτίζουν τα αστυνομικά μυθιστορήματα οι συγγραφείς, ακόμα και το σύνηθες προφίλ του αλκοολικού ήρωα, δεν ταιριάζουν στα συνεπή αστυνομικά του Χορστ: πάντα γραμμένα με ακρίβεια, αλλά χωρίς τις υπερβολές των ιστοριών με τους καταραμένους ήρωες «με τα γένια τριών ημερών», όπως λέει και ο ίδιος. Άλλωστε, όπως ομολογεί, οι πολυετείς έρευνες που έχει πραγματοποιήσει ως επιθεωρητής τον έχουν βοηθήσει να μη γράφει πράγματα γελοία και ανυπόστατα, π.χ. για γεμιστήρες που οπλίζονται σε περίστροφα(!), για ίχνη από DNA που λαμβάνονται με άσχετο τρόπο, λεπτομέρειες που μόνο ένα έμπειρο μάτι μπορεί να διακρίνει.
«Έχω μεγάλη εμπειρία από ποικίλα είδη αστυνομικής έρευνας. Τα τελευταία δέκα χρόνια, προτού αποχωρήσω από το Σώμα, εργαζόμουν ως αστυνομικός επιθεωρητής, κάτι που σημαίνει πως ήμουν εγώ ο κύριος ερευνητής σοβαρών και πολύπλοκων υποθέσεων, όπως οι ανθρωποκτονίες. Αυτό το επαγγελματικό υπόβαθρο είναι και η μεγαλύτερη δύναμή μου ως συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας. Η αστυνομία είναι ένα εξαιρετικό παρατηρητήριο της κοινωνίας, όπως και μια καλή αρχή για τη συγγραφή ρεαλιστικών αστυνομικών μυθιστορημάτων. Αργά ή γρήγορα, τα δυσλειτουργικά κομμάτια της κοινωνίας μας έρχονται αντιμέτωπα με την αστυνομία» ομολογεί ο ίδιος. Εξού και το ότι ο επιθεωρητής Βίστιν εκ των πραγμάτων διαθέτει δικά του κομμάτια: δεν παρασύρεται από αυθορμητισμούς και δεν γυρνοβολάει μεθυσμένος σε μισοσκότεινα ροκ μπαρ της πόλης.
Είναι διορατικός και φροντίζει, πάνω απ' όλα, να φέρει εις πέρας υποθέσεις που κανείς άλλος δεν μπορεί, δίνοντας έμφαση στη λεπτομέρεια. Δεν τον νοιάζει πολύ η εμφάνισή του, συνήθως κυκλοφορεί με σακάκια που δεν διακρίνονται για το στυλ τους, τα μαλλιά του είναι κάπως ατημέλητα, κάτι που οφείλεται και στη μακρόχρονη έλλειψη γυναικείας παρουσίας. Άλλωστε, για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν αναγκασμένος να επιστρέφει σε ένα άδειο σπίτι, αφού έμεινε χήρος όταν η γυναίκα του σκοτώθηκε σε δυστύχημα σε μακρινή αποστολή της Norad στην Αφρική. Τελικά, βρήκε σύντροφο, τη Σουζάνε, που τον κινητοποίησε και τον έβγαλε από τη μοναξιά, αλλά η ίδια δεν κατάφερε να ανταγωνιστεί τη μεγάλη της αντίζηλο, τη δουλειά του αγαπημένου της. Μένοντας μακριά από τις γυναίκες –μάλλον ο μόνος επιθεωρητής για τον οποίο δεν είναι προτεραιότητα–, ο Βίστιν φαίνεται να τα δίνει όλα στην έρευνα.
Βοηθάει και το γεγονός ότι έχει πια μεγαλώσει και ότι στο πλευρό του στέκεται πάντα η κόρη του Λίνε, της οποίας ο ρόλος γίνεται όλο και πιο δραστικός. Ειδικά στο νέο βιβλίο, το Πρωτόγονο Ένστικτο, η Λίνε αποκτά πια τον πρώτο ρόλο στην υπόθεση του γείτονα-θύματος Βίγκο Χάνσεν. Παρότι έχει κι αυτή τα προσωπικά της θέματα, αφού προσπαθεί να ξεπεράσει τη σχέση της με τον Τόμι Κβάιντερ, δεν το βάζει κάτω και αποφασίζει να αφιερωθεί στην εξιχνίαση των εγκλημάτων προφανώς ενός ακόμα serial killer.
Το γεγονός ότι η ίδια εργάζεται ως δημοσιογράφος βοηθάει στο να φωτίσει με διαφορετικό τρόπο την υπόθεση, καθώς γνωρίζει, αλλά με διαφορετικό τρόπο, τι σημαίνει έρευνα. Επιπλέον, η ενεργός παρέμβασή της κινητοποιεί τον τρόπο που συνδέεται η αστυνομία με τη δημοσιογραφία – μια σχέση αγάπης μίσους. Και στις διάσπαρτες αναφορές διαφαίνεται όχι μόνο η διαφορά στον τρόπο έρευνας αλλά και στο πώς όλα όσα ερευνώνται καταλήγουν να γίνουν ξεκάθαρα τεκμήρια, και όχι καθαρή εξιστόρηση ή μυθοπλασία. «Η Λίνε τον ευχαρίστησε και στάθηκε μπροστά στο παράθυρο. Έξω ο αέρας μαστίγωνε το ελαφρύ στεγνό χιόνι και το μάζευε σε θίνες στις άκρες του δρόμου. Είχε διαβάσει πολλές αστυνομικές αναφορές, ιατροδικαστικές εκθέσεις και δημόσιες δηλώσεις για να ξέρει πως όλα αυτά που τυπώνονταν στο χαρτί ήταν μόνο αυτά για τα οποία ο συγγραφέας ήταν σίγουρος».
Όλοι αυτοί είναι ακριβώς οι λόγοι που καθιστούν τον επιθεωρητή Βίλιαμ Βίστιν όχι μόνο κανονικό άνθρωπο αλλά και τον πλέον συμπαθή. Άλλωστε, είναι πια παππούς από την κόρη του Λίνε κι ένας 60άρης που έχει δει και έχει ζήσει τα πάντα. Το καλύτερο στοιχείο του όμως είναι η τρυφερότητα και η συμπόνια του, αφού τα απωθημένα που κάνουν τους υπόλοιπους επιθεωρητές δυσλειτουργικούς εδώ απουσιάζουν πανηγυρικά. Καταφέρνει να παραμένει νηφάλιος ακόμα και όταν εμφανίζονται μπροστά του οστά, κρανία, ξεκοιλιασμένα πτώματα – από τον τρόπο που περιγράφονται καταλαβαίνεις ότι συνιστούν στοιχεία της έρευνας και όχι ανεκδιήγητα κομμάτια της άλλης πλευράς του φεγγαριού. Εξάλλου, στόχος του συγγραφέα, που ακολουθεί το βλέμμα του ήρωά του, δεν είναι να τρομάξει τον αναγνώστη ή να του ζωντανέψει έναν ζοφερό κόσμο αλλά να του δείξει όλα τα κομμάτια του παζλ, όλες εκείνες τις ενδείξεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην επίλυση του μυστηρίου. Και ως πρώην αστυνομικός ο Χορστ ξέρει καλύτερα από όλους ποιος είναι και το κυριότερο πώς ακριβώς θα μπορούσε να είναι ο φονιάς.
Σε συνεντεύξεις του έχει εξηγήσει ότι μια ανεξιχνίαστη υπόθεση την οποία ερευνούσε για χρόνια κατέληξε να του γίνει εμμονή, βασικό, μάλλον, χαρακτηριστικό της δουλειάς του επιθεωρητή. Το ίδιο συνέβη και με τη λογοτεχνία, καθώς ήθελε να αποδείξει ότι, εκτός από ιδανικός ερευνητής, είναι και ικανός συγγραφέας: «Όταν απέσπασα ένα από τα πιο περίβλεπτα λογοτεχνικά βραβεία της Νορβηγίας και άκουσα τον υπουργό Πολιτισμού της χώρας να με προσφωνεί, συνειδητοποίησα οριστικά ότι ήμουν πλέον συγγραφέας πλήρους απασχόλησης».
Κατάφερε, λοιπόν, να φτιάξει έναν επιθεωρητή ως ιδανικό alter ego του, αφού και ο ίδιος είναι ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης που ζει στη βόρεια Νορβηγία, καθώς και έναν ιδανικό εκπρόσωπο των αστυνομικών του Βορρά. Με άλλα λόγια, τον τέλειο φορέα του ατμοσφαιρικού κόσμου που έχει στήσει ο συγγραφέας του, έναν αστυνομικό που θα ήθελε κανείς να έχει δίπλα του, από τους λίγους που θα τον έκαναν να νιώθει ασφαλής.
Infο:
Το τελευταίο βιβλίο της σειράς του Χορστ με τίτλο Πρωτόγονο Ένστικτο μόλις κυκλοφόρησε από τη Διόπτρα.