Παράλληλα με το Σκανδιναβικό, και μετά την παγκόσμια επιτυχία του βιβλίου της Τζίλιαν Φλιν, «Το κορίτσι που εξαφανίστηκε», το υπο-είδος Αστυνομικού Μυθιστορήματος που γνωρίζει τεράστια άνθηση παντού είναι αυτό του ψυχολογικού θρίλερ με ηρωίδες γυναίκες και θέμα τα συνήθως ενδοοικογενειακά προβλήματα που αντιμετωπίζουν: προβλήματα μείζονα, που έχουν να κάνουν με την ταυτότητά τους και με τη ζωή τους την ίδια. Ονομάστηκε domesticnoir, όρος που επινοήθηκε μεν το 2013 για να χαρακτηρίσει το «Κορίτσι του τρένου» της Πόλα Χόκινς, αλλά που μπορεί να συμπεριλάβει και πολλά βιβλία παρελθόντων ετών. Οι συγγραφείς τους είναι σχεδόν πάντα γυναίκες, αλλά διαβάζονται και από τα δύο φύλα: ουσιαστικά, δεν γράφεται πια Αστυνομική Λογοτεχνία που να απευθύνεται μόνο στους μισούς δυνάμει αναγνώστες της, όπως φέρ’ ειπείν συνέβαινε με το προπολεμικό, κλασικό noir, όταν αυτό ακόμη συνδεόταν με τα pulp περιοδικά, ή με τα hardboiled αστυνομικά με ήρωες σκληροτράχηλους, κυνικούς ντετέκτιβ, που επίσης έλκουν την καταγωγή από τα φτηνά (και υπέροχα) περιοδικά αφηγημάτων δράσης, φαντασίας, τρόμου και εξωτικών περιπετειών.
Το μυθιστόρημα της Σάρα Πίνμπορο, «Πίσω από τα μάτια της» (Εκδόσεις Ψυχογιός, σε ωραία μετάφραση από τον έμπειρο Χρήστο Καψάλη), είναι χαρακτηριστικό του είδους και έχει ήδη κάνει τεράστια επιτυχία παντού, ενώ έχει σηκώσει και πάρα πολλή συζήτηση στα διάφορα βιβλιοφιλικά φόρουμ — συζήτηση που, όπως όλες του είδους (ας μου επιτραπεί), είναι μάλλον αστεία, καθώς εντέλει επικεντρώνεται στο αν και πόση ελευθερία μπορεί να πάρει ένας συγγραφέας. Η απάντηση είναι: «Όση θέλει». Και η Πίνμπορο παίρνει όση απαιτείται. Και το «Πίσω από τα μάτια της» ξεχωρίζει και για αυτό.
Έχουμε να κάνουμε εδώ με ένα στιβαρό σύγχρονο μυθιστόρημα χαρακτήρων και καταστάσεων που ξεφεύγουν από το συνηθισμένο. Κανείς από τους τρεις πρωταγωνιστές δεν είναι «καλός», θετικός, με κανέναν δεν μπορούμε να ταυτιστούμε πλήρως ή, όταν το κάνουμε, αισθανόμαστε αμέσως άβολα και επιλέγουμε τον επόμενο.
Κυρίως όμως: έχουμε να κάνουμε εδώ με ένα στιβαρό σύγχρονο μυθιστόρημα χαρακτήρων και καταστάσεων που ξεφεύγουν από το συνηθισμένο. Κανείς από τους τρεις πρωταγωνιστές δεν είναι «καλός», θετικός, με κανέναν δεν μπορούμε να ταυτιστούμε πλήρως ή, όταν το κάνουμε, αισθανόμαστε αμέσως άβολα και επιλέγουμε τον επόμενο. Αυτό δεν είναι ένα εύκολο τρικ, και η Πίνμπορο, που έχει διαβάσει πολύ noir και ξέρει το είδος (είμαι σίγουρος πως λατρεύει τον Τζέιμς Τσέιζ), παίζει με τα συναισθήματά μας με μαεστρία. Είναι καλή, είναι πολλά χρόνια στο παιχνίδι, και αυτό είναι το πρώτο βιβλίο από τα σχεδόν είκοσι που εξέδωσε που έκανε το μεγάλο μπαμ.
Δυο λόγια για την πλοκή
Η Αντέλ, κοντά στα τριάντα, είναι πανέμορφη και σαγηνευτική. Μοιάζει με κλασάτη ηθοποιό, είναι πλούσια, γοητεύει και κερδίζει τους πάντες και φαίνεται εξαιρετικά ευχαριστημένη με τη ζωή της. Το ίδιο επιτυχημένος και ελκυστικός είναι και ο κατά λίγα χρόνια μεγαλύτερός της Ντέιβιντ, ο ψυχίατρος σύζυγός της, που εργάζεται σε μία ακριβή κλινική. Η Λουίζ, από την άλλη, είναι μια άχαρη, παχουλή, πολύ «καθημερινή» κοπέλα, μάλλον αδιάφορη, με έναν κατεστραμμένο γάμο, με ένα παιδί που θέλει να βρίσκεται και με τον μπαμπά του, με οικονομικά προβλήματα και με μια καλή σχέση με το αλκοόλ. Θα βρει δουλειά μερικής απασχόλησης στο ιατρείο του Ντέιβιντ και θα γνωριστεί τυχαία, στον δρόμο, με την Αντέλ. Και φυσικά θα εμπλακεί στη ζωή τους, και μάλιστα με όλους τους πιθανούς τρόπους. Πρωτίστως, θα γίνει ερωμένη του Ντέιβιντ και ταυτόχρονα κολλητή και εξ απορρήτων φίλη με την Αντέλ. Με ένα ζευγάρι που κρύβει πολύ περισσότερα μυστικά από όσα μπορούμε να φανταστούμε. Πολύ-πολύ περισσότερα.
Δείχνει κουρασμένος, όμως το χαμόγελό του είναι θερμό και ειλικρινές και τα γαλάζια μάτια του λαμπυρίζουν μόνο για μένα, και νιώθω το πρόσωπό του να αναψοκοκκινίζει. Είναι γελοίο αυτό που συμβαίνει. Εργαζόμαστε στον ίδιο χώρο καθημερινά. Κανονικά, τώρα ποια έπρεπε να έχω συνηθίσει την παρουσία του, όμως αυτό το πρωινό είναι διαφορετικό. Κάτι άλλαξε χθες τη νύχτα, όταν μείναμε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι και μιλήσαμε. Φυσικά, δεν κράτη σε πολύ — οι γνωστές τύψεις σύντομα εγκαταστάθηκαν ανάμεσα στα κορμιά μας που ηρεμούσαν. Οι άντρες είναι παράξενα πλάσματα. Κάνουν λες και η προδοσία κρύβεται στο γέλιο και στην επικοινωνία, κι όχι στο σεξ. Βέβαια, μπορεί να μην έχουν άδικο.
Το γράψιμο της Πίνμπορο είναι όμορφο, η πλοκή σχεδιασμένη με μαεστρία και χωρίς κενά, η δράση μεταφέρεται από το σήμερα στο χθες χωρίς να κουράζει, ενώ η οπτική των δύο αφηγητριών εναλλάσσεται διαρκώς: μαθαίνουμε σιγά-σιγά τα τεκταινόμενα, πότε διαβάζοντας την πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Αντέλ και πότε εκείνην της Λουίζ. Έξυπνο βιβλίο, που παίζει ωραία με τους κώδικες του μοντέρνου θρίλερ. Και, κατά κάποιον τρόπο, ένα σημαδιακό βιβλίο: νομίζουμε πως κάπου εδώ εξαντλείται το θέμα του «απλού» domestic noir. Όχι επειδή θα σταματήσουν να γράφονται βιβλία με κακοποιημένες γυναίκες, προς Θεού. Αλλά επειδή η Πίνμπορο, με τα twist που εισάγει, κλείνει το μάτι σε αναγνώστες, editors και εκδότες, φτιάχνοντας τρόπον τινά ένα mixed genre μυθιστόρημα. Και πολύ καλά κάνει.
Αυτό που θα συνεχίσει πάντως σίγουρα να μας απασχολεί, και να το απολαμβάνουμε, για πολλά χρόνια ακόμη είναι το ψυχολογικό θρίλερ εν γένει, και κυρίως το ψυχολογικό θρίλερ που θα (εξακολουθούν να) γράφουν γυναίκες. Οι γυναίκες συγγραφείς Αστυνομικού έχουν κάνει τη μεγάλη τους αντεπίθεση την τελευταία δεκαετία. Μετά την Πατρίσια Χάισμιθ, την Π. Ντ. Τζέιμς και τη Ρουθ Ρέντελ, που υπήρξαν οι κορυφαίες του είδους για πολλά χρόνια, στην ίδια κατηγορία με τους άντρες εμβληματικούς crime fiction συγγραφείς, μία νέα γενιά γυναικών έχει πάρει τη σκυτάλη και κινεί την αγορά του είδους. Καθόλου παράξενο, μάλιστα, που όλο και περισσότεροι άντρες συγγραφείς προσπαθούν να δουν την πραγματικότητα υποδυόμενοι οι ίδιοι τις γυναίκες. Δεν είναι εύκολο. Δεν είναι για τον καθένα. Διαπραγματευόμενοι τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης κατάστασης, οι άντρες υπήρξαν πάντα —όσο και αν ακούγεται παράδοξο κάτι τέτοιο— πιο ρομαντικοί. Οι γυναίκες είναι πιο άμεσες, συχνά πιο ωμές, λένε τα πράγματα με το όνομά τους και περιγράφουν τη σκληρή πραγματικότητα ως έχει, χωρίς πολλά-πολλά, αν και με βαθιά γνώση της τραυματικής ψυχοσύνθεσης των ανθρώπων. Οι γυναίκες διεισδύουν με μεγαλύτερη άνεση στο μυαλό και στην καρδιά των ηρώων τους, ψαύουν μαεστρικά τα μυστικά τους και μας τα αφηγούνται ατάραχες. Και με ένα μικρό, σχεδόν αδιόρατο χαμόγελο.