Μέχρι το 1983, οπότε κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Γράμματα στην αγαπημένη», έναν χρόνο δηλαδή μετά τον βιολογικό του θάνατο, ο Μάνος Λοΐζος δεν είχε αφήσει δισκογραφημένα δείγματα με τον ίδιο ως τροβαδούρο, καλλιτέχνη του οποίου η κιθάρα έμοιαζε προέκταση των χεριών του. Όλοι του οι δίσκοι, από τον «Σταθμό» του 1968 μέχρι το «Για μια μέρα ζωής» του 1980, ήταν δουλειές ενός ολοκληρωμένου λαϊκού-έντεχνου συνθέτη, πάντα σε λόγια σημαντικών ποιητών και στιχουργών και με τις μεγαλύτερες φωνές (Χάρις Αλεξίου, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Μαρία Φαραντούρη, Γιώργος Νταλάρας, Γιάννης Καλατζής, Δήμητρα Γαλάνη κ.ά.). Θα εξαιρούσα κάποια κομμάτια που ηχογράφησε ο ίδιος με τη φωνή του για τα υπέροχα «Τραγούδια του δρόμου» του 1975 («Τσε», «Τ' ακορντεόν», «Ο μέρμηγκας»), καθώς βέβαια και το «Σ' ακολουθώ», που δεν έχει πάψει να μεταδίδεται απ' όλα τα ραδιόφωνα και να επανεκτελείται.
Η μελοποίηση του Τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ απασχολούσε τον Λοΐζο από το 1971, απ' όταν έφτιαξε τα τέσσερα πρώτα τραγούδια στην ελληνική απόδοση του Γιάννη Ρίτσου. Τα δισκογραφικά του σχέδια, όμως, καθ' όλη τη δεκαετία του 1970 δεν του επέτρεπαν να τους δώσει την τελική τους μορφή. Συνήθιζε να μπαινοβγαίνει στο στούντιο δοκιμάζοντας κάποια τραγούδια είτε με τη φωνή του είτε με άλλους τραγουδιστές. Αρχικά επρόκειτο να ενορχηστρώσει το υλικό ο Νίκος Μαμαγκάκης, σχέδιο που εγκαταλείφθηκε νωρίς, μια και ο Λοΐζος αποφάσισε να το αφήσει στην άκρη. Αργότερα θέλησε να επιμεληθεί ο ίδιος τις ενορχηστρώσεις, αλλά και πάλι άφησε το πρότζεκτ λόγω των υποχρεώσεών του. Όταν καταστάλαξε κι έβαλε μπροστά τα τραγούδια, μετά το '79, είχε επιλέξει μια λιτή ενορχήστρωση: κιθάρες, λαούτο και πιάνο. Σύμφωνα με όσα γράφει ο παραγωγός του άλμπουμ Αχιλλέας Θεοφίλου στο ένθετο της έκδοσης, ο Λοΐζος άκουγε πολύ έναν δίσκο του Άγγλου κιθαρίστα και λαουτιέρη Julian Bream και ονειρευόταν μια δισκογραφική σύμπραξη μαζί του.
Τα «Γράμματα στην αγαπημένη» ήταν ο δίσκος που λειτούργησε ως ευαγγέλιο για όλη την επόμενη γενιά των Ελλήνων τραγουδοποιών, των τροβαδούρων με την κιθάρα, από τον Σωκράτη Μάλαμα και τον Ορφέα Περίδη μέχρι τον Χρήστο Θηβαίο και τον Αλκίνοο Ιωαννίδη.
Αυτό που δεν έγινε ποτέ γνωστό, μέχρι τη μέρα που ανασύρθηκε από τα συντρίμμια της Columbia στον Περισσό το σχετικό ντοκουμέντο, ήταν ότι ο Λοΐζος ήθελε για ερμηνευτή των τραγουδιών αυτών τον συνεργάτη του Μανώλη Ρασούλη που είχε τραγουδήσει και στα «Νέγρικα» (1975) δίπλα στη Μαρία Φαραντούρη. Τον πίστευε πολύ ο Λοΐζος τον Ρασούλη ως τραγουδιστή και απόδειξη είναι ότι στα «Τραγούδια του δρόμου», αν δεν του υπεδείκνυε ο Ρασούλης τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, εκείνος θα έλεγε τον «Στρατιώτη» και τον «3ο Παγκόσμιο». Γεγονός είναι όμως πως, άγνωστο ποια χρονιά ακριβώς, πολλά από τα «Γράμματα στην αγαπημένη» ηχογραφήθηκαν με τη φωνή του Ρασούλη. Η ανεύρεση μιας μπομπίνας με τις πρόβες Λοΐζου - Ρασούλη στα τραγούδια αυτά εν έτει 2011, ζώντος του Ρασούλη, ήταν αναμφισβήτητα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ντοκουμέντα που μας κληροδότησε το ελληνικό τραγούδι μέσα από τη χωματερή του ιστορικού κτιρίου της Columbia! Μάλιστα, πολλές από τις δοκιμαστικές εκείνες ηχογραφήσεις ανέβηκαν στο YouTube, έτσι, ως αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, δεδομένης επίσης της αποσιώπησής τους τα χρόνια που μεσολάβησαν.
Τέλος πάντων, αρχές του 1982 ο Μάνος Λοΐζος προόριζε οριστικά τα τραγούδια για τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη, περιμένοντάς την να τελειώσει μιαν άλλη δουλειά, δική της. Συγκεκριμένα, τον δίσκο «Η Μαρία Φαραντούρη τραγουδάει Λιβανελί», που ήταν και παρεμφερής ως πρότζεκτ λόγω της περιβόητης ελληνοτουρκικής φιλίας εκείνου του καιρού αλλά και λόγω των ποιημάτων του Χικμέτ, μεταφρασμένων από τον Γιάννη Ρίτσο και τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και μελοποιημένων από τον Ζουλφί Λιβανελί. Έναν άλλο τραγουδιστή που ήθελε ο Λοΐζος δίπλα στη Φαραντούρη ήταν ο Δημήτρης Κατοίκος, συνεργάτης του από τις μπουάτ δίπλα στη Μαρίζα Κωχ, τον Μανώλη Ρασούλη και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου την περίοδο της Μεταπολίτευσης.
Ο τίτλος του δίσκου ήταν έτοιμος, «Γράμματα στην αγαπημένη», που εμπνεύστηκε ο τραγουδοποιός από την ποιητική συλλογή του Ναζίμ Χικμέτ «Επιστολές και ποιήματα 1942-1946», η οποία είχε κυκλοφορήσει από τον Κέδρο στη μετάφραση πάντα του Ρίτσου. Τελικά, όμως, τον πρόλαβε το εγκεφαλικό και ο απρόσμενος θάνατος στη Μόσχα της τότε Σοβιετικής Ένωσης: 17 Σεπτεμβρίου του 1982.
Έναν χρόνο μετά, τον Οκτώβριο του 1983, τα «Γράμματα στην αγαπημένη» κυκλοφόρησαν ως το πρώτο μεταθανάτιο άλμπουμ του τραγουδοποιού με τη φωνή του από τις δοκιμαστικές ηχογραφήσεις μέσα του '70 και μια λιτή, πρόχειρη ενορχήστρωση. Απορίας άξιον γιατί δεν βγήκαν οι ηχογραφήσεις με τη φωνή του Ρασούλη ή γιατί δεν μπήκε η Φαραντούρη στο στούντιο να γράψει απ' την αρχή τα κομμάτια, καταπώς το 'θελε ο δημιουργός τους. Ας είναι! Ο δίσκος αυτός, έτσι όπως έφτασε σ' εμάς, αν δεν ξέραμε καθόλου, λόγου χάριν, τον Λοΐζο και τις προηγούμενες δουλειές του, θα λέγαμε πως είναι το απόλυτο αριστούργημα. Δεκατέσσερις μπαλάντες ακουστικές από έναν κύκλο με δεκαοχτώ συνολικά κομμάτια (τα υπόλοιπα τέσσερα δεν ηχογραφήθηκαν ποτέ) όλο μελαγχολία, λυρισμό και συναίσθημα. Ακριβώς σαν και τα ποιήματα του Ναζίμ Χικμέτ, του «αγαπημένου μας Ναζίμ Χικμέτ με τα γαλάζια μάτια», όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο μεταφραστής του στη χώρα μας Γιάννης Ρίτσος.
Και κάτι ακόμα: Τα «Γράμματα στην αγαπημένη» ήταν ο δίσκος που λειτούργησε ως ευαγγέλιο για όλη την επόμενη γενιά των Ελλήνων τραγουδοποιών, των τροβαδούρων με την κιθάρα, από τον Σωκράτη Μάλαμα και τον Ορφέα Περίδη μέχρι τον Χρήστο Θηβαίο και τον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Δεν ξέρω δηλαδή αν θα συνέβαινε το ίδιο με έναν ακόμα καλοενορχηστρωμένο δίσκο του Λοΐζου και ερμηνευμένο από έναν άλλον τραγουδιστή συνεργάτη του. Τέλος, έχω την αίσθηση πως η εικόνα του Λοΐζου, μόνου στο στούντιο να αποδίδει τα συγκεκριμένα κομμάτια, είναι πολύ κοντά σ' αυτήν του Νίκου Κούνδουρου για το ντοκιμαντέρ «Τραγούδια της φωτιάς»: ο Μάνος Λοΐζος, πάντα με την κιθάρα του, να ερμηνεύει με πάθος τον αξέχαστο «Τσε» του.
Μάνος Λοϊζος - Τσε Γκεβάρα (1974)
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 17.9.2017
σχόλια