Στις αρχές του 20ου αιώνα ένας αμόρφωτος χωρικός από τη Σιβηρία έγινε ο άνθρωπος που βρισκόταν πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλον στον ηγέτη του ενός έκτου της γης, του Νικόλαου του Β' της Ρωσίας και της οικογένειάς του. Ο Γκριγκόρι Γιεφίμοβιτς Ρασπούτιν ήταν πολύ πιο επιδραστικός από την αριστοκρατική ελίτ, πολύ πιο συναρπαστικός από εμπόλεμες καταστάσεις ή τους επισκέπτες ξένων βασιλικών οίκων και πολύ πιο ενδιαφέρων από τις αυλικές κοινωνικές εκδηλώσεις. Ήταν ένας απλός μουζίκος που έγινε αντικείμενο έλξης για τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της εποχής του. Με έναν μυστηριώδη τρόπο προέβλεψε το θάνατο της βασιλικής οικογένειας και την πτώση της ρωσικής αυτοκρατορίας. Λίγο πριν από το θάνατό του, είπε στην αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα Φιοντόροβνα: «Σύντομα μετά το θάνατό μου, θα φύγετε κι εσείς»
Ο Ρασπούτιν έμοιαζε με έναν οποιονδήποτε Ρώσο μουζίκο. Γεννήθηκε στη Σιβηρία -γιος χωρικών- και παρόλο που πήγε σχολείο παρέμεινε αμόρφωτος― δεν ήξερε καν να γράφει. Οι πνευματικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν 18 ετών σε μοναστήρι, όπου μυήθηκε στη διδασκαλία των «Μαστιγουμένων», μίας αίρεσης, τα μέλη της οποίας μαστιγώνονταν για λόγους μετανοίας και εξιλασμού. Αλλοίωσε τα κηρύγματα της αίρεσης και διατύπωσε το δικό του δόγμα, σύμφωνα με το οποίο η σεξουαλική εξάντληση ήταν το καλύτερο μέσο για να φθάσει ο πιστός στην κατάσταση της «θείας αταραξίας» και να βρεθεί πιο κοντά στον Θεό. Ο Ρασπούτιν δεν έγινε ποτέ μοναχός· εγκατέλειψε το μοναστήρι, επέστρεψε στο χωριό του όπου παντρεύτηκε και απέκτησε τέσσερα παιδιά. Το 1901 όμως αποφάσισε να γίνει προσκυνητής και πέρασε μεγάλο διάστημα περιπλανώμενος φτάνοντας μέχρι το Άγιο Όρος και τα Ιεροσόλυμα έως ότου επιστρέψει στην Αγία Πετρούπολη.
Οι πνευματικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν 18 ετών σε μοναστήρι, όπου μυήθηκε στη διδασκαλία των «Μαστιγουμένων», μίας αίρεσης, τα μέλη της οποίας μαστιγώνονταν για λόγους μετανοίας και εξιλασμού. Αλλοίωσε τα κηρύγματα της αίρεσης και διατύπωσε το δικό του δόγμα, σύμφωνα με το οποίο η σεξουαλική εξάντληση ήταν το καλύτερο μέσο για να φθάσει ο πιστός στην κατάσταση της «θείας αταραξίας» και να βρεθεί πιο κοντά στον Θεό.
Με τις υποτιθέμενες θεραπευτικές του δυνάμεις (και την διαβόητη σεξουαλική συμπεριφορά του) σε συνδυασμό με την μανία της υψηλής κοινωνίας για τον μυστικισμό και τον αποκρυφισμό κατάφερε να αποκτήσει φήμη στους ανώτερους κοινωνικούς κύκλους της Αγίας Πετρούπολης και να αποκτήσει οικονομική δύναμη από τις δωρεές των πλούσιων οπαδών του. Ποτέ όμως δεν απέκτησε κάτι αριστοκρατικό ούτε στους τρόπους ούτε στην εμφάνισή του. Είχε μια μακριά γενειάδα και στιλπνά μαλλιά χωρισμένα στη μέση. Κοιτώντας όμως τις φωτογραφίες του κάποιος σίγουρα ξεχωρίζει το βλέμμα του. Αν τα μάτια είναι ο καθρέπτης της ψυχής τότε τα μάτια του Ρασπούτιν καθρέφτιζαν την κόλαση.
Η φήμη του προσέλκυσε πολλούς σημαντικούς ανθρώπους της εποχής. Μεταξύ αυτών ήταν οι πριγκίπισσες Μηλικία και Στάνα (Αναστασία) του Μαυροβουνίου, οι οποίες είχαν έντονο ενδιαφέρον για τον αποκρυφισμό και πίστευαν ότι είχαν και οι ίδιες αποκρυφιστικές δυνάμεις. Οι δύο πριγκίπισσες ήταν πολύ κοντά στην αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα Φιοντόροβνα -μια βαθιά θρησκευόμενη γυναίκα- και την έφεραν σε επαφή με τον Ρασπούτιν κατά τη διάρκεια ενός βασιλικού πικνίκ. Ο ίδιος παρουσιάστηκε στην τσαρίνα ως «άγιος» άνθρωπος. Η Αλεξάνδρα Φιοντόροβνα τρομερά θορυβημένη για την υγεία του γιού της και διάδοχου του θρόνου, πρίγκηπα Αλεξέι που γεννήθηκε με την «νόσο των αριστοκρατών» της Ευρώπης, την αιμοφιλία -ανίατη εκείνη την εποχή- πίστεψε στις θεραπευτικές δυνάμεις του Ρασπούτιν. Είδε στο πρόσωπό του αυτόν που θα μπορούσε να σώσει το παιδί της.
Ο Ρασπούτιν επέβαλλε σε ύπνωση τον νεαρό πρίγκιπα, και του έδωσε χωρίς να έχει καθόλου ιατρικές γνώσεις τα δικά του ελιξήρια. Το γεγονός ότι ο Αλέξιος παρουσίασε σημάδια βελτίωσης του άνοιξε διάπλατα τις πόρτες του παλατιού. Η τσαρίνα τον επέβαλλε στην αυτοκρατορική αυλή και στην οικογένειά της και ήταν κάτω από την τρομερή επιρροή του. Ο μόνος που τον αντιμετώπιζε με καχυποψία ήταν ο τσάρος Νικόλαος ο οποίος είχε πληροφορίες για την υπεραναπτυγμένη λίμπιντο και την άσωτη ζωή του.
Η δύναμη του Ρασπούτιν έφτασε στο απόγειό της μετά το 1915, όταν ο Νικόλαος έφυγε στο μέτωπο κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο τσάρος Νικόλαος ανέλαβε προσωπικά την ηγεσία του στρατού επειδή ο Ρασπούτιν ισχυρίστηκε ότι είδε σε όραμα, ότι σε αντίθετη περίπτωση θα χανόταν ο πόλεμος. Με την απουσία του Νικολάου, η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα διαδραμάτισε έναν πιο ενεργό ρόλο στη διακυβέρνηση και έτσι ο Ρασπούτιν κατάφερε χειραγωγώντας την να ασκήσει σημαντική επιρροή διορίζοντας και παύοντας το προσωπικό του κράτους κατά τις επιθυμίες του.
Η τεράστια δύναμή του είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ορκισμένων και φανατικών εχθρών και αρκετές απόπειρες δολοφονίας του. Με κάποιο μαγικό τρόπο ο Ρασπούτιν πάντα κατάφερνε να επιβιώσει, μέχρι το Δεκέμβριο του 1916, όταν ο θηλυπρεπής σύζυγος της ανιψιάς του Τσάρου, Γιουσούποφ, προσκάλεσε τον Ρασπούτιν στο σπίτι του και του προσέφερε δηλητηριασμένο κρασί και γλυκό.
Το τέλος του Ρασπούτιν όμως ήταν εξίσου επεισοδιακό με τη ζωή του. Ενώ ήπιε το δηλητηριασμένο κρασί και έτρωγε τα γλυκά, δεν έδειχνε κανένα ίχνος αδιαθεσίας. Τότε ο Γιουσούποφ τον πυροβόλησε στην καρδιά. Ο Ρασπούτιν καταφέρνει να συρθεί μέχρι την αυλή, όπου τον κυνήγησαν και άδειασαν πάνω του ολόκληρο γεμιστήρα. Στη συνέχεια τύλιξαν το σώμα του μέσα σε μια κουβέρτα, του έδεσαν ένα βαρίδι και το έριξαν στα παγωμένα νερά του ποταμού Νέβα. Όταν το σώμα του βρέθηκε την επόμενη στον ποταμό, το ένα χέρι του είχε απελευθερωθεί από τα δεσμά του και οι πνεύμονες του ήταν γεμάτοι με νερό. Φαίνεται ότι αυτός ο άνθρωπος είχε μια φανταστική δύναμη και θέληση να ζήσει και συνέχισε να αγωνίζεται για τη ζωή του ακόμα και μετά τη βύθισή του στο παγωμένο νερό.