Ανεστιότητα, αταξία, πλάνητας βίος. Γεννήθηκες στο 1889, στις 23 Ιουνίου, στο Μπολσόι Φοντάν, στην Οδησσό κοντά, και σ' έλεγαν Άννα Γκορένκο. Είκοσι δύο χρόνια μετά γνώρισες τον Μοντιλιάνι που ζούσε στο Παρίσι μες στην ένδεια, το αψέντι και το πελώριο ταλέντο του. Κι άλλαξες το όνομά σου, κυριευμένη από τον δαίμονα της ποίησης, το έκανες Αχμάτοβα, γιατί σκιαζόταν ο πατέρας σου μην τυχόν και σπιλώσεις το οικογενειακό σας όνομα με τα ποιητικά πετάγματά σου. Ο Νικολάι Γκουλιμιόφ, στο μεταξύ, ποιητής κι αυτός, και τυχοδιώκτης, θα εναλλάσσει τις προτάσεις γάμου προς εσένα με απόπειρες αυτοκτονίας, ώσπου να αποκομίσει το προνόμιο να τον θεωρήσεις πεπρωμένο και να τον παντρευτείς. Συχνάζεις στο καμπαρέ «Αδέσποτος Σκύλος», εκδίδεις σε τριακόσια αντίτυπα τον λυρικό σου λόγο, αρχίζεις να κερδίζεις αίγλη και θαυμασμό. Το 1918 θα διαζευχτείς τον Γκουμιλιόφ. Θα παντρευτείς τον επίσης ποιητή και ασσυριολόγο Βλαντίμιρ Σιλέικο, ένας γάμος που θα χαρακτηρίσεις «θλιβερή παρεξήγηση». Εκδίδεις το Ροζάριο, εκδίδεις το Λευκό Σμήνος. Μαίνεται ο εμφύλιος. Το Anno Domini MCMXXI τυπώνεις το 1922, κι ως το 1940, δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια, φιμώμουν τη φωνή σου, σε λένε «απολίτικη» οι ανούσιοι κομισάριοι, κάθε δημοσίευση σου απαγορεύουν. Το 1925 θα συνδεθείς με τον ιστορικό τέχνης και κριτικό Νικολάι Πούνιν. Το 1933 θα συλλάβουνε τον γιο σου, τον Λεβ Γκουμιλιόφ. Το 1935 θα συλλάβουνε κι εσένα. Γράφεις τα ποιήματα που συνθέτουν το Ρέκβιεμ, ανάμεσα στα 1935 και 1940, και θα περιμένεις ως το 1963 για να εκδοθεί το βιβλίο, στο Μόναχο, ερήμην σου, κι όσο ζούσες δεν εκδόθηκε ποτέ στη χώρα σου. Μονάχα το 1987, είκοσι ένα χρόνια μετά τον θάνατό σου (το 1966), εκδόθηκε το Ρέκβιεμ στη Ρωσία. Στα ελληνικά το γύρισε ο μέγας Άρης Αλεξάνδρου, εκδόθηκε στην Άγρα, και τώρα η Ασπασία Λαμπρινίδου, μαζί με σελίδες αυτοβιογραφίας, σε μιαν έκδοση υπέροχη, που την κοσμεί του Κώστα Γουζέλη ένα γλυπτό θαυμάσιο (εκδ. Το Ροδακιό).
2.
19 Αυγούστου 1939. VII Στο θάνατο. «Έτσι κι αλλιώς θα 'ρθείς. Εμπρός λοιπόν./ Σε περιμένω – δεν αντέχω./ Χαμήλωσα το φως, την πόρτα έχω ανοιχτή/ Για σένα, τόσο απλόν, σα θαύμα./ Και πάρε για να 'ρθείς όποια μορφή αγαπάς./ Με αέρια του θανάτου χτύπησέ με,/ Ή μ' ένα σίδερο κλεφτά σαν έμπειρος ληστής,/ Ή με του τύφου τους αχνούς φαρμάκωσέ με./ Ή έλα σαν παραμύθι, από σε γραμμένο,/ Που όλοι το 'χουν μέχρι αηδίας χορτάσει,/ Και που μιλάει για ένα κασκέτο γαλανό/ Και για τον θυρωρό που από τον φόβο έχει χλωμιάσει./ Το ίδιο κάνει τώρα. Αφρίζει ο Γενισέι/ Και τ' άστρο του βορρά φεγγοβολά./ Και στη γαλάζια λάμψη των γλυκών ματιών/ Ο ύστατος τρόμος ρίχνει σκοτεινιά». (Ρέκβιεμ, σ. 31)
3.
Μιλάει η Αχμάτοβα. Γεννήθηκα την ίδια χρονιά με τον Τσάρλι Τσάπλιν, τη Σονάτα του Κρόιτσερ του Τολστόι, τον πύργο του Άιφελ και, μου φαίνεται, τον Τ.Σ. Έλιοτ. (Ο Έλιοτ γεννήθηκε το 1888, η Αχμάτοβα το 1889) [...] Παγανιστικά παιδικά χρόνια. Στη γειτονιά αυτής της ντάτσας πήρα το παρατσούκλι «αγρίμι», επειδή περπατούσα ξυπόλυτη, τριγύριζα χωρίς καπέλο, ριχνόμουν από τη βάρκα στην ανοιχτή θάλασσα, κολυμπούσα με τις καταιγίδες και καθόμουν στον ήλιο μέχρι που το δέρμα μου ξεφλούδιζε. Και με όλα αυτά σκανδάλιζα τις επαρχιώτισσες νεαρές κυρίες της Σεβαστούπολης [...] Τους ανθρώπους της γενιάς μου δεν τους απειλεί κανενός είδους μελαγχολική επιστροφή – δεν έχουμε πού να επιστρέψουμε [...] Ο 20ός αιώνας άρχισε την άνοιξη του 1914 με τον πόλεμο, ακριβώς όπως ο 19ος είχε αρχίσει με το Συνέδριο της Βιέννης. Οι ημερομηνίες στο ημερολόγιο δεν έχουν απολύτως καμία σημασία. Αναμφισβήτητα ο συμβολισμός ήταν φαινόμενο του 19ου αιώνα. Η εξέγερσή μας εναντίον του ήταν θεμιτή, γιατί θεωρούσαμε τους εαυτούς μας ανθρώπους του 20ού αιώνα και δεν θέλαμε να παραμείνουμε στον προηγούμενο [...] Αρκετές μέρες ασχολούμαι με το βιογραφικό βιβλίο. Διαπιστώνω πως είναι πολύ βαρετό να γράφεις για τον εαυτό σου και πολύ ενδιαφέρον να γράφεις για ανθρώπους και πράγματα (η Πετρούπολη, η μυρωδιά του σταθμού στο Παβλόφσκ, τα καράβια στο Γκούνγκερμπουργκ, το λιμάνι της Οδησσού μετά την απεργία των σαράντα ημερών). Να γράφεις για τον εαυτό σου όσο λιγότερο γίνεται.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO