«Ο αρχαιολογικός χώρος θα παραμείνει κλειστός λόγω της εφαρμογής των νέων μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας μέχρι νεωτέρας», έγραφε η ενημερωτική πινακίδα έξω από τον Αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Αγοράς Αθηνών.
Μέρες πανδημίας και στον εμβληματικό αρχαιολογικό χώρο κυριαρχούσε μια εκκωφαντική ησυχία. Περνώντας την κεντρική είσοδο στην οδό Αδριανού και προχωρώντας κατά μήκος της οδού Παναθηναίων, η Αρχαία Αγορά έμοιαζε σαν ένας τεράστιος χώρος σε αναμονή.
Ήδη διανύουμε έναν χρόνο από τότε που ξέσπασε η παγκόσμια υγειονομική κρίση. Η εξάπλωση της πανδημίας, η καραντίνα και οι κοινωνικές αποστάσεις επέβαλαν νέους υγειονομικούς κανόνες που κανείς δεν είχε προβλέψει. Έτσι, οι γνώριμες εικόνες των τουριστών που περιδιάβαιναν το κέντρο της Αθήνας, απαθανατίζοντας, αμέριμνοι, διάφορα σημεία ενδιαφέροντος αλλά και τα μνημεία της Αρχαίας Αγοράς αποτελούν, εδώ και πολλούς μήνες, παρελθόν.
Οι αμέτρητες selfies των επισκεπτών, οι διαρκείς ξεναγήσεις, τα πολυάριθμα γκρουπ και οι φωνές των παιδιών έχουν σιγήσει.
Το θετικό, τουλάχιστον, απ’ αυτήν την ιστορία είναι ότι αξιοποιήσαμε την ευκαιρία και προχωρήσαμε σε συντηρήσεις αντικειμένων, σε αντικατάσταση του φωτισμού του Ναού του Ηφαίστου καθώς και στην οργάνωση κάποιων εκδηλώσεων στο πλαίσιο του προγράμματος “Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός”.
Στον αρχαιολογικό χώρο όπου άνθησε η αθηναϊκή δημοκρατία συναντώ τον Γιώργο Νικολακόπουλο ο οποίος είναι ο αρχιφύλακας και υπεύθυνος για την εύρυθμη λειτουργία της Αρχαίας Αγοράς. Εργάζεται στην Εφορεία Αρχαιοτήτων της πόλης των Αθηνών για περισσότερο από τριάντα χρόνια ενώ στο παρελθόν, για περίπου πέντε χρόνια, έχει δουλέψει και στην αρχαία Δήλο.
Μάσκες, αντισηπτικά, γάντια, μέτρα προφύλαξης, κίτρινα αυτοκόλλητα, τακτικές απολυμάνσεις συνθέτουν τη νέα καθημερινότητα στα κυριότερα μνημεία του χώρου όπως είναι η Στοά του Αττάλου, που σήμερα στεγάζει το Μουσείο Αρχαίας Αγοράς, ο ναός του Ηφαίστου, η Θόλος και το Βουλευτήριο. «Είχαμε, ευτυχώς, μόνο ένα επιβεβαιωμένο κρούσμα μεταξύ των υπαλλήλων μας» υπογραμμίζει ο κ. Νικολακόπουλος.
Στη συνέχεια, γυρίζοντας πίσω στον χρόνο, θυμάται πώς ξεκίνησαν όλα: «Πέρυσι τον Μάρτιο τίποτα δεν προμήνυε όλα όσα θα ακολουθούσαν. Εμείς προετοιμαζόμασταν για μια τουριστική περίοδο που θα έσπαγε άλλο ένα ρεκόρ προσέλευσης. Όμως, μια μέρα, όλοι οι σχεδιασμοί ανατράπηκαν. Αρχικά, δεν σας κρύβω ότι οι πρώτες εικόνες απόλυτης ησυχίας που αντικρίσαμε ήταν κάπως ανακουφιστικές για εμάς, που έχουμε συνηθίσει τις ορδές τουριστών. Μετέπειτα, ωστόσο, ήταν κάτι που σου δημιουργούσε ένα ψυχοπλάκωμα» αφηγείται.
Αφήνοντας πίσω μας την άδεια Στοά του Αττάλου περπατάμε προς τον Ναό του Ηφαίστου, ο οποίος είναι ένας από τους πλέον διατηρημένους αρχαίους ναούς του ελληνικού χώρου. Εκεί συνειδητοποιούμε πλήρως την απουσία κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας.
Στο σημείο αυτό ο κ. Νικολακόπουλος θα πει: «Ζήσαμε και ζούμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Βρισκόμαστε σε χώρους που η λειτουργία τους στηρίζεται στην επισκεψιμότητα των πολιτών. Αλλά δεν είναι μόνο ο κενός αρχαιολογικός χώρος αλλά και η ησυχία που έχει εξαπλωθεί σε όλη αυτήν την περιοχή. Μην ξεχνάτε ότι είμαστε ανάμεσα στο πολύβουο Μοναστηράκι και την τουριστική Πλάκα. Έτσι, από την έντονη κινητικότητα μεταπηδήσαμε, χωρίς να το αντιληφθούμε, σε μια καθημερινότητα αδιάκοπης ακινησίας. Υπάρχουν στιγμές που δεν ξεχνάς. Χελώνες να περπατούν χωρίς να τις εμποδίζει τίποτα, ο ήχος των πουλιών να επικαλύπτει τα πάντα αλλά και ο φόβος για το πώς θα πας ως το μετρό προχωρώντας μόνος ή μόνη σε μια άδεια πόλη. Φυσικά, το άγχος για την τήρηση των μέτρων ασφαλείας. Το θετικό, τουλάχιστον, απ’ αυτήν την ιστορία είναι ότι αξιοποιήσαμε την ευκαιρία και προχωρήσαμε σε συντηρήσεις αντικειμένων, σε αντικατάσταση του φωτισμού του Ναού του Ηφαίστου καθώς και στη οργάνωση κάποιων εκδηλώσεων στο πλαίσιο του προγράμματος “Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός”».
Εκείνη τη στιγμή επισημαίνω ότι υπό άλλες συνθήκες, κάτω από τον ανοιξιάτικο ουρανό και χωρίς τους κανονισμούς κοινωνικής αποστασιοποίησης, θα ήμασταν θεατές μιας μεγάλης προσέλευσης ανθρώπων.
«Αυτό που μας λείπει πιο πολύ είναι οι φωνές των παιδιών τα οποία έρχονταν στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών εκδρομών. Ειδικά, ο αποχαιρετισμός τους στην πύλη της εξόδου, που πάντα φωναχτά θα πουν: “Περάσαμε ωραία” και “Σας ευχαριστούμε κύριε/-α” είναι κάτι που λείπει εντελώς. Και το χειρότερο είναι ότι δεν ξέρω αν αυτά τα παιδιά θα έχουν πάλι τη δυνατότητα να μας επισκεφθούν».
Για τον ίδιο αυτός ο χώρος αποτελεί το δεύτερο σπίτι του, ακόμη και στα ρεπό και τις αργίες. Στο κινητό του τηλέφωνο έχει αποτυπώσει φωτογραφικά πολλές αξέχαστες στιγμές, όπως για παράδειγμα την πρόσφατη σφοδρή χιονόπτωση η οποία κάλυψε όλα τα μνημεία προσφέροντας ένα ξεχωριστό θέαμα. «Κανείς δεν περίμενε ότι μια πανδημία θα έθετε τα πάντα σε παύση και ότι θα εργαζόμασταν μόνοι ανάμεσα στα αρχαία μνημεία. Σίγουρα, πλέον, είμαστε πιο έτοιμοι για μια αντίστοιχη υγειονομική κρίση. Αλλά το βέβαιο είναι ότι όλη αυτή η ιστορία ήταν ένα μεγάλο μάθημα εμπειρίας και γνώσης».