Στην περίφημη έκθεση της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών «Το έπος της Ανατολής στη φαντασία των Ελλήνων», η οποία είναι ένας φόρος τιμής στη λογοτεχνία της προσφυγιάς μέσω σπουδαίων Ελλήνων λογοτεχνών όπως ο Μυριβήλης, ο Βενέζης, ο Σεφέρης, ο Θεοτοκάς και άλλοι μικρασιατικής καταγωγής που έζησαν τον όλεθρο της καταστροφής της Σμύρνης αλλά και τα μαρτύρια της αιχμαλωσίας, κυρίως όμως την απόγνωση του να είσαι πρόσφυγας, παρουσιάζεται για πρώτη φορά και η άλλη πλευρά του δράματος, «το έπος του άλλου».
Πώς έζησαν και ερμήνευσαν την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη οι Τούρκοι και τις αντιδράσεις των Τούρκων διανοουμένων την ώρα που στην Ανατολή «έβραζε» το εθνικιστικό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ; Πώς συναντιέται η τουρκική λογοτεχνία με την ελληνική πάνω από τα αποκαΐδια της Σμύρνης των Ελλήνων;
Η ιστορικός και τουρκολόγος Νατάσα Λαιμού, visiting research fellow του Kings College, η οποία υπογράφει μαζί με τη διευθύντρια των Αρχείων της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα Ναταλία Βογκέικωφ-Μπρόγκαν την επιμέλεια της έκθεσης, εξηγεί το ιστορικό πλαίσιο και αποκαλύπτει τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες που απαρτίζουν τη γενιά των Τούρκων λογοτεχνών του Πολέμου της Ανεξαρτησίας, όπως λέγεται ο ελληνοτουρκικός πόλεμος της περιόδου 1919-1922 στη γείτονα χώρα.
— Τι ήταν εκείνο που προκάλεσε την εκρηκτική αντίδραση πολλών Τούρκων ήδη από το 1919;
Στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 οι Τούρκοι έχασαν τη Ρούμελη, δηλαδή την ευρωπαϊκή Τουρκία, εκτός από την ανατολική Θράκη, που ήταν οθωμανική από τον δέκατο τέταρτο αιώνα και είχε σημαντικούς μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Μέχρι το τέλος του Μεγάλου Πολέμου έχασαν και τις αραβικές χώρες. Τους είχαν μείνει μόνο η Ανατολική Θράκη, η Κωνσταντινούπολη και η Ανατολή και έβλεπαν ότι οι νικήτριες δυνάμεις είχαν βλέψεις ακόμη και σ’ αυτές.
Ιδιαίτερη αντίδραση προκαλούσαν οι Έλληνες, τους οποίους έβλεπαν ως πρώην υπηκόους και όχι ως ισάξιους αντιπάλους, όπως, για παράδειγμα, τους Άγγλους.
Τα πράγματα δεν είναι ποτέ άσπρα ή μαύρα. Με σεβασμό πάντοτε προς όσους υπέστησαν τα δεινά του πολέμου και είχαν προσωπική εμπειρία των βιαιοτήτων θα πρέπει ψύχραιμα να βλέπουμε όλες τις πλευρές. Είναι γνωστό ότι κατανοώντας τον «άλλο» κατανοούμε καλύτερα τον εαυτό μας. Η λογοτεχνία δεν είναι βέβαια τεκμήριο ιστορικών γεγονότων. Μπορεί όμως να γίνει αφορμή να ανατρέξουμε σε βιβλία Ιστορίας.
— Τι ακριβώς σηματοδότησε η Συνθήκη του Μούδρου το 1918 στην τουρκική ιστορία;
Ταπεινωτική ήττα για την Οθωμανική Τουρκία στον Μεγάλο Πόλεμο. Ήταν μεγάλο πλήγμα για τον τουρκικό λαό που είχε υποστεί πολλές ήττες ήδη από τον προηγούμενο αιώνα.
— Βρέθηκαν ουσιαστικά υπό διεθνή κατοχή;
Ναι και όχι. Τυπικά οι όροι της ανακωχής επέτρεπαν στις νικήτριες δυνάμεις την κατοχή μόνο καίριων σημείων και υποχρέωναν σε διάλυση τον οθωμανικό στρατό. Αναπτύχθηκαν κατοχικές ζώνες, των Γάλλων στην Κιλικία, των Ιταλών στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία, των Ελλήνων στα δυτικά παράλια και κοινή των συμμάχων στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά οι σύμμαχοι δεν διέθεταν δυνάμεις να επιβάλουν κατοχή στο εσωτερικό της Ανατολής και στον Πόντο. Έτσι η τουρκική αντίσταση ρίζωσε στο εσωτερικό.
Η Συνθήκη των Σεβρών του 1920 προέβλεπε τον διαμελισμό της Ανατολής με ένα μικρό υπόλοιπο στο εσωτερικό για τους Τούρκους, γι’ αυτό οι Sèvres παραμένουν μέχρι σήμερα σύμβολο της αποφευκτέας υποταγής στις ξένες δυνάμεις στον τουρκικό πολιτικό λόγο.
Συχνά ξεχνάμε ότι η Συνθήκη των Σεβρών δεν απέδωσε την κυριαρχία της ζώνης της Σμύρνης στην Ελλάδα. Επρόκειτο απλώς για προσωρινή πενταετή διοίκηση, στο τέλος της οποίας θα κρινόταν η κυριαρχία μετά από δημοψήφισμα.
— Η επέλαση των Ελλήνων στα βάθη της Ανατολής ήταν λάθος του Βενιζέλου ή του Κωνσταντίνου; Ή και των δύο;
Μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρεις φάσεις. Την αρχική απόβαση το 1919, μια προέλαση πέρα από τη ζώνη της Σμύρνης με την έγκριση, αλλά χωρίς τη στρατιωτική υποστήριξη των Συμμάχων το καλοκαίρι του 1920, όταν ήταν ακόμη πρωθυπουργός ο Βενιζέλος, και την εντελώς ατυχή επέλαση του 1921 υπό την αντιβενιζελική κυβέρνηση, που κατέληξε στην ήττα στον Σαγγάριο. Πρόκειται για διαφορετικές εσφαλμένες εκτιμήσεις και αποφάσεις και αν πρέπει να αποδώσουμε ευθύνες, θα πρέπει να μοιραστούν.
Ο Κωνσταντίνος βέβαια είναι απλώς σύμβολο της αντιβενιζελικής κυβέρνησης γιατί, όπως διαμαρτυρήθηκε και ο ίδιος, δεν συνέβαλε ουσιαστικά στις αποφάσεις.
— Ο Βενιζέλος εμπιστευόταν τη δύναμη του ελληνικού στρατεύματος;
Και ο Βενιζέλος, όσο ήταν στην εξουσία, και αργότερα οι αντιβενιζελικοί πίστευαν ότι ο ελληνικός στρατός μπορούσε να καταστείλει την τουρκική αντίσταση. Ο Βενιζέλος όμως κατάλαβε καλύτερα την ανάγκη της στήριξης από τους Συμμάχους. Την απουσία της την αψήφησαν οι αντιβενιζελικοί το 1921 με καταστρεπτικές συνέπειες.
— Η στήριξη των Συμμάχων που δεν ήρθε ποτέ.
Οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί στήριξαν αρχικά την απόβαση στη Σμύρνη για δικό τους συμφέρον,για να αποτρέψουν τους Ιταλούς. Αργότερα οι Αμερικανοί αποχώρησαν από τη σκηνή και οι Γάλλοι έκριναν ότι τους συνέφερε μια συνεννόηση με τους Τούρκους. Η αγγλική στάση ήταν αλλοπρόσαλλη.
Οι αγγλογάλλοι πράγματι κράτησαν αποστάσεις, προφασιζόμενοι την επιστροφή του Κωνσταντίνου. Κατά πόσο όμως ήταν αυτή το ουσιαστικό κίνητρο και όχι οι αλλαγές στις διεθνείς συγκυρίες και η αναγνώριση της ισχύος της τουρκικής αντίστασης είναι συζητήσιμο.
— Ο ελληνικός στρατός ποιους πολεμούσε, τον τακτικό στρατό ή τους ατάκτους;
Αρχικά ο ελληνικός στρατός αντιμετώπιζε κυρίως ατάκτους, αλλά από την αρχή του 1921 ο κύριος αντίπαλος ήταν τακτικά σώματα.
— Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα μένος ρατσιστικό από την πλευρά τον Τούρκων;
Πιστεύω ότι το μένος επικεντρώνεται στους Έλληνες και λιγότερο στις άλλες συμμαχικές δυνάμεις, καταρχάς γιατί όλο αυτό θεωρείται εισβολή στη χώρα τους από εκείνους που ήταν κάποτε υπόδουλοι. Επίσης, οι Έλληνες αποτελούσαν μια μόνιμη δημογραφική απειλή – οι Άγγλοι και οι Γάλλοι επί παραδείγματι ήταν απλώς περαστικοί.
Οι Τούρκοι είχαν ζήσει, και αυτό το έχει παρατηρήσει και ο σπουδαίος ιστορικός Έρικ Ζούρχερ, το προηγούμενο της Μακεδονίας και της Κρήτης και υπήρχε ο τρόμος ότι θα μπορούσε να συμβεί το ίδιο και στην Ανατολή.
— Αυτό που οι Τούρκοι αποκαλούν «εισβολή» από τους Έλληνες εκείνη τη στιγμή, η Ιωνία, είχε μεγάλη συναισθηματική και ιστορική σημασία. Ήταν λίγο σαν συνέχεια της Επανάστασης του ’21.
Ναι, αλλά απλή πλειοψηφία Ελλήνων υπήρχε μόνο στην πόλη της Σμύρνης. Στο βιλαέτι, δηλαδή στη γύρω επαρχία, η πλειοψηφία ήταν μουσουλμανική. Μικροί θύλακες με αμιγώς ελληνικά χωριά και κωμοπόλεις, όπως η γενέτειρα του Βενέζη, το Αϊβαλί, ή τα Μοσχονήσια, όπου υπήρχε εύρωστο ελληνικό στοιχείο, βεβαίως υπήρχαν, αλλά στην όλη περιφέρεια υπήρχε και εύρωστο τουρκικό στοιχείο.
Καταλαβαίνω τη συναισθηματική πλευρά του πράγματος κι εγώ, εδώ έχω γαλουχηθεί και έχουμε διδαχτεί ότι υπάρχει μια αδιάσπαστη συνέχεια χιλιάδων χρόνων. Όμως δεν είναι ακριβώς έτσι.
— Ο τακτικός στρατός ή Τσέτες διέπραξαν τις βιαιότητες;
Απ’ ότι φαίνεται, και οι δύο. Ευθύνες για βιαιότητες έχουν και ο ελληνικός στρατός και σώματα ατάκτων στο πλευρό του.
— Ο Μουσταφά Κεμάλ (Ατατούρκ) είχε καθοριστικό ρόλο από την αρχή;
Στο επίσημο αφήγημα που επέβαλε ο ίδιος με τον 36ωρο «Λόγο» του το 1927 μεγιστοποιείται ο δικός του ρόλος και ελαχιστοποιείται η συμβολή άλλων. Αναγνωρίζοντας αυτό, πάντως, πρέπει να αναγνωρίσουμε επίσης την καταλυτική του επιρροή στην οργάνωση της αντίστασης από το 1919, στην τελική νίκη του 1922 και στις μετέπειτα μεταρρυθμίσεις.
— Ποιος ήταν ο ρόλος της Χαλιντέ Εντίπ, ιδρύτριας του πρακτορείου «Ανατολή»;
Μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν ιδιαίτερα μορφωμένη γυναίκα. Πήγε σε ελληνικό νηπιαγωγείο και αργότερα ήταν η πρώτη γυναίκα που αποφοίτησε από το Αμερικανικό Κολέγιο.
Προερχόταν από την τάξη των πεφωτισμένων και διανοουμένων και για ένα διάστημα ήταν παντρεμένη με έναν πολύ σπουδαίο μαθηματικό και διανοούμενο, τον Σαλίχ Ζεκί Σαγιάρ, ο οποίος ήταν και από τους ιδρυτές του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης. Ήταν σημαντική λογοτέχνις που πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα πριν από τον Μεγάλο Πόλεμο.
Το 1919 τάχτηκε με το αντιστασιακό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ. Το 1922 έγραψε το «Πύρινο Πουκάμισο» που θεωρείται το πρώτο μυθιστόρημα του Πολέμου της Ανεξαρτησίας. Δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «İkdam». Υπάρχει αντίγραφο ενός φύλλου στην έκθεση. Αφότου εκδόθηκε στην Τουρκία το μετέφρασε η ίδια στα αγγλικά το 1924 με τίτλο «Shirt of Flame».
— Έβγαζε λόγους εναντίον της απόβασης του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη.
Η ίδια ξεκίνησε υποστηρίζοντας την ιδέα αμερικανικής εντολής για την Τουρκία υπό την αιγίδα της Κοινωνίας των Εθνών για να αποφευχθεί ο διαμελισμός της χώρας, ιδέα που αποδείχτηκε μάταιη. Πράγματι προσφώνησε τα πλήθη σε συλλαλητήριο διαμαρτυρίας κοντά στην Αγία Σοφία λίγες μέρες μετά την απόβαση. Κατά τη διάρκεια του πολέμου είχε ενεργή δράση στην Άγκυρα και στο μέτωπο.
— Η γυναίκα αυτή αργότερα ήρθε σε ρήξη με τον Κεμάλ.
Βέβαια, γιατί κατάλαβε ότι ο Μουσταφά Κεμάλ απαιτούσε απόλυτη υποταγή στις δικές του επιταγές. Με την εξέλιξη του κεμαλικού καθεστώτος σε σχεδόν απροκάλυπτη δικτατορία από το 1926 η Χαλιντέ Εντίπ αναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό με τον δεύτερο σύζυγό της, τον γιατρό Αντνάν Αντιβάρ, και το 1928 εξέδωσε στα αγγλικά το «Turkish Ordeal», όπου δίνει τη δική της εκδοχή για το κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ.
Η πρώτη έκδοση που έχουμε στην έκθεση περιέχει σχόλια καθόλου κολακευτικά για εκείνον. Για τα γεγονότα της Σμύρνης όμως δεν λέει ουσιαστικά τίποτα. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τη φωτιά της Σμύρνης έχει μία φράση μόνο.
— Ποια ήταν η στάση του Ναζίμ Χικμέτ στο κίνημα;
Όπως πολλοί άλλοι, ο Ναζίμ Χικμέτ «δραπέτευσε» στην Ανατολή για να συμμετάσχει στο αντιστασιακό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ τον χειμώνα του 1921 και αμέσως δημοσίευσε το ποίημα «Πρωταντικρίζοντας την Ανατολή» στην εφημερίδα «Yeni Gün».
Έχει ίσως σημασία να πούμε ότι έγινε δεκτός από τον Μουσταφά Κεμάλ με σύσταση της Χαλιντέ Εντίπ. Ο Μουσταφά Κεμάλ αμέσως κατάλαβε ότι ο ενθουσıώδης νεαρός ποιητής είχε επαναστατικές ιδέες. Φοβούμενος ότι μπορεί να προκαλούσε προβλήματα αν τον δεχόταν στον τακτικό στρατό, τον έστειλε στο Μπολού, μια συντηρητική πόλη της Μαύρης Θάλασσας, να διδάξει σε σχολείο.
Από κει πέρασε μαζί με τον συνοδοιπόρο του ποιητή Βαλά Νουρεντίν (Βα Νου) στη σοβιετική Γεωργία και στη συνέχεια έμεινε για κάποιο διάστημα στη Μόσχα.
Η βιογραφία και το έργο του Ναζίμ Χικμέτ είναι πολύ γνωστά. Υπάρχει η άποψη ότι η πρώτη του αυτή εμπειρία από την Ανατολή, με τους εξαθλιωμένους από τις κακουχίες και τους συνεχείς πολέμους κατοίκους πρώτα της Ανατολής και αμέσως μετά της Σοβιετικής Ρωσίας, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη στροφή του προς τον κομμουνισμό.
Μεταξύ '39 και '41, μία από τις πάμπολλες φορές που βρέθηκε στη φυλακή για τις ριζοσπαστικές του ιδέες, έγραψε ένα έπος για τον πόλεμο του 1919-1922 με αντιιμπεριαλιστική προσέγγιση. Το έργο δημοσιεύτηκε αυτούσιο το 1965, μετά τον θάνατό του. Στην έκθεση υπάρχει αντίγραφο με σχέδια του Αμπιντίν Ντινό.
— Φαίνεται ότι ξεχωριστή περίπτωση ήταν ο δημοσιογράφος Αλή Κεμάλ.
Ο Αλή Κεμάλ ήταν πολυγραφότατος και ως φιλελεύθερος ήταν ενάντιος στο Κομιτάτο της Ενώσεως και Προόδου που διοικούσε την Τουρκία από το 1913 μέχρι την ήττα του 1918 και εξ αυτού ενάντιος στην αντίσταση του Μουσταφά Κεμάλ που θεωρούσε συνέχεια της ίδιας πολιτικής.
Ο εγγονός του, εκδότης Σινάν Κουνεράλπ μάς έστειλε ένα άρθρο του από την εφημερίδα «Sabah» (10461, 31 Δεκεμβρίου 1918) με τίτλο «Η Ελλάδα και εμείς». Απόσπασμά του υπάρχει μεταφρασμένο στον κατάλογο της έκθεσης:
«Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη μας στη συνταγματική εποχή είναι το εξής: "Από την αρχή δεν μπορούσαμε να κατανοήσουμε την πολιτική των διαφόρων εθνοτήτων μας. Για παράδειγμα, κάναμε τους Ρωμηούς εχθρούς μας επειδή προτιμούσαν τη δική τους εθνότητα από την "τουρκικότητα" γιατί είχαν κατά νου την ανεξαρτησία τους και ήθελαν να δουν το έθνος τους ανυψωμένο και ελεύθερο... Έχοντας προστατεύσει τα εθνικά δικαιώματα όλων των εθνοτήτων ξεχωριστά χάρη στο κράτος δικαίου του σουλτανάτου, θα είχαμε το πλεονέκτημα να μπορούμε να ζούμε μαζί ελεύθεροι κι ευτυχισμένοι».
Ο Αλή Κεμάλ διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών την περίοδο της Κατοχής των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη και λόγω της στάσης του απέναντι στον Μουσταφά Κεμάλ θεωρήθηκε, και ακόμη θεωρείται, προδότης. Μετά τη νίκη των εθνικιστών τον απήγαγαν από την Κωνσταντινούπολη για να δικαστεί στα «δικαστήρια της ανεξαρτησίας».
Στη Νικομήδεια, το σημερινό Ισμίτ, καθ’ οδόν προς την Άγκυρα, κατακρεουργήθηκε από το πλήθος με προτροπή του ίδιου του Νουρεντίν Πασά, που λίγο νωρίτερα είχε μεταχειριστεί με τον ίδιο τρόπο τον Χρυσόστομο Σμύρνης.
— Ήταν όντως ο προπάππος του Μπόρις Τζόνσον;
Ναι, πράγματι. Μία από τις προ-προγιαγιάδες του Άγγλου πολιτικού από την πρώτη γυναίκα του Αλή Κεμάλ είχε το επώνυμο που υιοθέτησε ο προπάππος του.
— Ο «Ξένος» είναι το πιο εμβληματικό βιβλίο της γενιάς του Πολέμου της Ανεξαρτησίας;
Ναι, το αριστουργηματικό και πρωτοποριακό για την εποχή του μυθιστόρημα της τουρκικής λογοτεχνίας. Ο συγγραφέας του, Γιακούμπ Καντρί Καραοσμάνογλου, υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής του Μουσταφά Κεμάλ μέχρι τέλους.
Το 1932, εννέα χρόνια μετά την εγκαθίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας, και μετά την επιβολή ριζικών μεταρρυθμίσεων για το πέρασμα από την αυτοκρατορία στο σύγχρονο ανεξάρτητο εθνικό κράτος που ξέρουμε ο συγγραφέας προβληματίζεται για την επιτυχή εφαρμογή αυτών των μέτρων.
Στον «Ξένο», έχοντας ως βάση τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, ο Γιακούπ Καντρί θέτει το πρόβλημα του αβυσσαλέου χάσματος που χωρίζει τον απλό χωρικό της Ανατολής από την τάξη των διανοούμενων που τον διοικεί εννέα χρόνια μετά τον νικηφόρο πόλεμο.
— Ποιος είναι ο ξένος του μυθιστορήματος;
Ο Αχμέτ Τζελάλ, Κωνσταντινουπολίτης απόμαχος αξιωματικός του στρατού που έχασε το χέρι του στην εκστρατεία στα Δαρδανέλλια, ακολουθεί τον υπασπιστή του σε ένα χωριό της Ανατολής για να βρει γαλήνη μακριά από την τραυματική εμπειρία του πολέμου και την ξένη κατοχή. Εκεί όμως δεν μπορεί να ταυτιστεί με τους εγκαταλελειμμένους στη μοίρα τους ντόπιους συμπατριώτες του.
Ένθερμος οπαδός του Μουσταφά Κεμάλ ο ίδιος, αισθάνεται ξένος απέναντί τους, όπως ξένοι αισθάνονται και οι ίδιοι προς εκείνον, παρόλο που μιλούν την ίδια γλώσσα.
Η υπόθεση εκτυλίσσεται μέσα από σελίδες ημερολογίου και είναι γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο. Η παραληρηματική αφήγηση και η αναφορά σε ιστορικά γεγονότα χωρίς σωστή χρονολογική σειρά ενισχύει την αίσθηση της αποξένωσης τόσο μεταξύ των προσώπων του μυθιστορήματος όσο και μεταξύ του αναγνώστη και αυτών.
— Ποια είναι η σημασία του συλλογικού βιβλίου μαρτυριών «Από τη Σμύρνη στην Προύσα»;
Είναι μια καταγραφή από μαρτυρίες χωρικών για τις βιαιοπραγίες των Ελλήνων στρατιωτών. Δημοσιεύτηκε το 1922. Ο υπότιτλος είναι «Ιστορίες, γράμματα και έρευνα σχετικά με την ευθύνη του ελληνικού στρατού» και αποτελείται από μικρές ιστορίες.
— Θα ενοχλούσε αν μεταφραζόταν και εκδιδόταν στην Ελλάδα;
Φυσικά. Όταν διάβασα για πρώτη φορά ένα μυθιστόρημα της Χαλιντέ Εντίπ γι' αυτόν τον πόλεμο δεν μπορούσα να «καταπιώ» εύκολα το ότι οι Έλληνες περιγράφονται με τόσο μελανά χρώματα σε αυτό το λογοτεχνικό είδος.
— Αυτό αποδεικνύει ότι ο εθνικισμός προκαλεί τις ίδιες ακριβώς αντιδράσεις σε όλους.
Τα πράγματα δεν είναι ποτέ άσπρα ή μαύρα. Με σεβασμό πάντοτε προς όσους υπέστησαν τα δεινά του πολέμου και είχαν προσωπική εμπειρία των βιαιοτήτων, θα πρέπει ψύχραιμα να βλέπουμε όλες τις πλευρές. Είναι γνωστό ότι κατανοώντας τον «άλλο» κατανοούμε καλύτερα τον εαυτό μας. Η λογοτεχνία δεν είναι βέβαια τεκμήριο ιστορικών γεγονότων. Μπορεί όμως να γίνει αφορμή να ανατρέξουμε σε βιβλία Ιστορίας.
— Είναι και ο λόγος που θελήσατε να δείξετε στην έκθεση αυτή και την άλλη πλευρά;
Τα έργα που δημοσιεύονται την περίοδο του πολέμου και του Μεσοπολέμου και αντλούν το θέμα τους από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο είναι, όπως θα περίμενε κανείς, εκ διαμέτρου αντίθετα στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Υπάρχουν όμως κοινοί λογοτεχνικοί τόποι και στις δύο πλευρές: η αφήγηση στηρίζεται σε προσωπική εμπειρία και η γραμμή που χωρίζει την πραγματικότητα από τη μυθοπλασία είναι πολύ λεπτή.
Κοινός επίσης τόπος με διττή έννοια είναι η Ανατολή. Το ζητούμενο μητέρα-πατρίδα είναι κοινό και για τους δυο λαούς, μόνο που πολλοί από τους Τούρκους λογοτέχνες αντικρίζουν την Ανατολή και την πραγματική κατάσταση εκεί για πρώτη φορά.
Κοινός τόπος είναι επίσης ότι κάθε λογοτεχνία προβάλλει το μαρτύριο που υποφέραμε «εμείς» και αγνοεί το μαρτύριο του «άλλου». Εδώ μπορούμε να πούμε ότι Έλληνες λογοτέχνες όπως ο Βενέζης, που πέρασε δεκατέσσερις μήνες στα τρομακτικά Τάγματα Εργασίας, και ο Μυριβήλης, μεταξύ άλλων, μπόρεσαν να περιγράψουν και κάποιες σκηνές ανθρωπιάς εκ μέρους των εχθρών τους. Αυτό δεν συναντάται στα αντίστοιχα έργα της τουρκικής λογοτεχνίας αυτής της περιόδου.
Τα πράγματα βέβαια αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου. Μια μεγάλη διαφορά είναι ότι από τη λογοτεχνία των Τούρκων λείπουν σχεδόν παντελώς τα βάσανα των μουσουλμάνων προσφύγων που είχαν κατακλύσει τη χώρα πολύ πριν – υπάρχουν κάποιες σποραδικές αναφορές σε ορισμένα έργα.
Σημαντικό επίσης είναι το ότι και στις δύο χώρες η κοινή μνήμη των γεγονότων είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτύπωμα των λογοτεχνικών έργων. Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι, ενώ ότι χαρακτηριστικά μυθιστορήματα όπως η «Ζωή εν τάφω» του Μυριβήλη, το «Νούμερο 31 328» και η «Αιολική Γη» του Βενέζη, η «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Δούκα και ο «Λεωνής» του Θεοτοκά έχουν μεταφραστεί στα τουρκικά, κανένα από τα σχετικά τουρκικά μυθιστορήματα δεν έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά.