Οι πρωτοπορίες που τόσο αγαπούσαν οι δύο μαικήνες. Ο ιμπρεσιονισμός. Ο Σεζάν που οριοθετούσε τα πάντα. Ο Βαν Γκογκ. Ο κυβισμός. Ο σουρεαλισμός. Η σύγχρονη τέχνη. Οι Έλληνες καλλιτέχνες στους οποίους πίστεψαν. Οι επιλογές του Βασίλη και της Ελίζας Γουλανδρή είχαν προσωπικότητα, τόλμη, μεθοδικότητα, σκέψη, υπομονή. Θα έλεγα ότι το όμορφο δεν τους ενδιέφερε καθόλου. Για να χορτάσουμε τα 180 έργα (από τα 600 περίπου της συλλογής), για 10 από τα οποία μας μίλησε αναλυτικά η Μαρία Κουτσομάλλη, Υπεύθυνη Συλλογών του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, θα χρειαστούν πολλές βόλτες στην Ερατοσθένους. Και είναι σίγουρο ότι κάθε φορά θα ενωθούμε με ένα διαφορετικό έργο. Από το 1956, που άρχισε να δημιουργείται η μυθική συλλογή, μέχρι σήμερα έχουν υφανθεί άπειροι μύθοι: έληξαν διενέξεις, αγοράστηκαν εκατοντάδες πίνακες, λύθηκαν αινίγματα, μετατράπηκαν σε θρίλερ δημοπρασίες, γράφτηκαν οι πιο γοητευτικές ιστορίες. Γιατί τι είναι το εικαστικό ταξίδι, αν δεν μπορείς να μοιραστείς τις ιστορίες του;
Francis Bacon
(1909-1992)
Τρεις σπουδές για αυτοπροσωπογραφία, 1972
Λάδι σε καμβά, σε τρία μέρη, 35.5 x 30.5 cm έκαστο
© The Estate of Francis Bacon /All rights reserved / Adagp, Paris and DACS, London 2019 / OSDEETE Athens 2019. Photograph: Christophoros Doulgeris
Σημαντικότατο έργο για τον ίδιο τον Μπέικον. Λίγους μήνες πριν από τη δημιουργία του ο Βρετανός έχει τη σπάνια τιμή να δει αναδρομική του έκθεση στο Grand Palais του Παρισιού. Το βράδυ των εγκαινίων, και ενώ είναι ήδη στο μουσείο, μαθαίνει ότι ο σύντροφός του Τζορτζ Ντάιερ (με τον οποίο γνωρίστηκε όταν τον έπιασε να του ληστεύει το σπίτι) αυτοκτόνησε. Δεν είναι ο πρώτος θάνατος γύρω από αυτή την αδιανόητη μορφή, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι ο ψυχισμός του άντεχε τέτοιους κραδασμούς. Η οδύνη ήταν μεγάλη, ο ζωγράφος ένιωθε μόνος και δυστυχής και, για να ξεφύγει από την αφόρητη μελαγχολία, ζωγραφίζει ακατάπαυστα, κυρίως τον εαυτό του.
Το προσωπικό του δράμα αλλά και το γεγονός ότι στον πίνακα κρατά τα μάτια του κλειστά, σαν να αρνείται ό,τι σημαντικότερο ενώνει έναν ζωγράφο με τον υπόλοιπο κόσμο, καθιστά την τριπλή αυτή σπουδή κορυφαία. Ο ίδιος λάτρευε τόσο πολύ το έργο, που μερικές εβδομάδες μετά την πώλησή του στον Β. Γουλανδρή έστειλε στον Έλληνα συλλέκτη γράμμα, ζητώντας του την άδεια να το δανειστεί για να το στείλει στο Metropolitan της Νέας Υόρκης, όπου του ετοίμαζαν μεγάλη έκθεση. Του έγραψε χαρακτηριστικά: «Σας παρακαλώ, πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα έργα που έχω σχεδιάσει πρόσφατα και θα ήθελα πολύ να είναι σε αυτήν την έκθεση». Αποτέλεσμα; Το συγκεκριμένο τρίπτυχο έγινε η αφίσα της έκθεσης στη Νέα Υόρκη.
Paul Cézanne
(1839-1906)
Προσωπογραφία του καλλιτέχνη ενώ κοιτάζει πάνω από τον ώμο του, 1883-1884
Λάδι σε καμβά, 25 x 25 εκ
Ο Πολ Σεζάν καθόρισε τη συλλογή, όπως καθόρισε και την εξέλιξη της ζωγραφικής. Το πρώτο έργο του Γάλλου ιμπρεσιονιστή που αποκτήθηκε είναι μια αυτοπροσωπογραφία, ένα έργο μόλις 25x25 εκατοστά, που όμως είναι από τις πιο δυνατές του είδους. Η αυτοαπεικόνιση κατέχει ιδιαίτερη θέση στις θεματικές του επιλογές (σήμερα έχουν καταμετρηθεί 54 αυτοπροσωπογραφίες), αλλά η δική μας είναι αναμφίβολα από τις πιο εντυπωσιακές.
Ο καλλιτέχνης επικεντρώνεται στο πρόσωπο που έχει αποδοθεί στο πραγματικό του μέγεθος και κυριολεκτικά δεσπόζει στη σύνθεση. Τίποτε δεν παρεμβάλλεται στην απευθείας σχέση που θα έχει αυτός ο άνδρας, παρά την άβολη πόζα του (κοιτά πάνω από τον ώμο), με τον θεατή που θα σταθεί μπροστά του.
Ο Σεζάν περιγράφει τον εαυτό του χωρίς να προσθέτει καλλωπιστικά στοιχεία. Υπογραμμίζει την κοκκινωπή χροιά της μύτης, του μάγουλου και του αυτιού, τους γκριζαρισμένους κροτάφους, την προχωρημένη φαλάκρα. Αν όντως ο πίνακας δημιουργήθηκε μεταξύ 1883 και 1884, ο Σεζάν δεν είναι πάνω από 45 ετών όταν ζωγραφίζει το έργο. Παρ' όλα αυτά, δείχνει πρόωρα γερασμένος. Γιατί; Μα, επειδή υποφέρει από τα άλυτα προσωπικά του ζητήματα. Αν και συζεί με την Ορτάνς Φικέ από το 1870 και έχουν αποκτήσει τον γιο τους Πολ, δεν έχει ακόμα βρει το θάρρος να μιλήσει για τη γυναίκα αυτή στον πατέρα του. Φοβούμενος μήπως δει το επίδομα που του καταβάλλουν να μειώνεται, ίσως και να καταργείται, ο Σεζάν υποτάσσεται στη διπλή ζωή που του επιβάλλει η οικογένειά του και, όπως είναι ολοφάνερο, υποφέρει σφόδρα.
Jackson Pollock
(1912-1956)
Αριθμός 13, 1950
Λάδι σε μασονίτη (pavatex), 56.5 x 56.5 cm
Ο εμβληματικός εκπρόσωπος του αφηρημένου εξπρεσιονισμού εντάσσει ακόμα και το σώμα του στην ιεροτελεστία της δημιουργίας, καθώς δονείται από την ιδέα να γίνεται μέρος του πίνακα. Αδιαμφισβήτητα είναι εκείνος που αποθέωσε το dripping, στοιβάζοντας επάνω στις στρώσεις χρώματος τις πιο μύχιες επιθυμίες του και τις πιο σφοδρές εσωτερικές του μάχες. Κανείς δεν έχει καταφέρει, ακόμα και σήμερα, 63 χρόνια από τον θάνατό του σε τροχαίο, να ξεδιαλύνει απολύτως την πολυπλοκότητα των δημιουργιών του.
Το έργο που έχουμε στην Αθήνα είναι από εκείνη τη σειρά δώδεκα πινάκων που συνέθεσε το 1950 πάνω σε επιτραπέζια παιχνίδια του μπέιζμπολ, τα οποία έπαιρνε από τον αδερφό του που δούλευε σε μια σχετική βιοτεχνία. Μικρότερος από τα μεγάλα murals στα οποία μας είχε συνηθίσει εκείνη την εποχή, ο «Αριθμός 13» δεν στερείται καθόλου δυναμικής και επιπλέον έχει μια συγκλονιστική ισορροπία στα χρώματα. Στο κέντρο του πίνακα, μια μεγάλη, κατακόκκινη βούλα, που δίνει ακόμα και σήμερα στους απανταχού ψυχαναλυτές μπόλικο υλικό για ερμηνείες...
Joan Miró
(1893-1983)
Η ακρίδα, 1926
Λάδι σε καμβά, 114 × 147 cm
Το ζεύγος Γουλανδρή επέλεξε τον συγκεκριμένο Μιρό (το έργο ανήκε στον Πιερ Ζανλέ, διευθυντή του Μουσείου των Βρυξελλών), διότι ήθελαν ένα έργο που να δείχνει τον σουρεαλισμό στην πιο παιδική, την πιο αυθόρμητη και αισιόδοξη μορφή του. Ο Μιρό, που ποτέ δεν εγκατέλειψε την Καταλονία, αλλά πηγαινοερχόταν ανάλογα με τις εποχές στο Παρίσι, αρθρώνει με αυτόν τον πίνακα τη δική του καλλιτεχνική γλώσσα, συντάσσει το δικό του μανιφέστο. Έτσι, σκορπά τα γράμματα (από την υπογραφή του) σε διάφορα σημεία πάνω στον πίνακα, χρησιμοποιεί κίτρινο τόσο για τον ουρανό όσο και για τη γη (μάλλον αποθεώνοντας το μεσογειακό τοπίο) και επιβεβαιώνει με αυτή την ωραία διαφυγή το μαύρο χιούμορ που βασίλευε στο σύμπαν του. Ένα μόνο στοιχείο υπάρχει «κανονικά» τοποθετημένο στην «Ακρίδα»: η χρονολογία. Είναι συμβολική. Είναι η εποχή που ωριμάζει.
Claude Monet
(1840-1926)
Ο καθεδρικός ναός της Ρουέν το πρωί (ροζ απόχρωση), 1894
Λάδι σε καμβά 100.3 x 65.5 cm
Άλλο ένα εμβληματικό έργο. Ο Μονέ βρίσκεται στη Ρουέν το 1892 για να ρυθμίσει κληρονομικά ζητήματα και αποφασίζει να ασχοληθεί με αυτόν τον ναό που είχε θέα από το σπίτι που νοίκιαζε. Τον παρατηρεί, τον φαντάζεται, τον σχεδιάζει από διάφορες πλευρές, ωστόσο, από ένα σημείο και μετά, το γοτθικό μνημείο (ο ψηλότερος ναός της Γαλλίας ακόμα και σήμερα) μετατράπηκε σε ένα είδος εμμονής. Μέχρι που άρχισε να το βλέπει ως εφιάλτη. Άλλοτε τον πλάκωνε, άλλοτε ένιωθε να του επιτίθεται, άλλοτε άλλαζε χρώματα. Είναι τέτοια η μανία του, που όταν κάποια στιγμή ανακάλυψε ότι το δοκιμαστήριο μιας γειτονικής μπουτίκ προσφέρει καταπληκτική θέα προς την εκκλησία, εγκαθίσταται εκεί! Οι πελάτισσες όμως αγανακτούν από την παρουσία του και γρήγορα τον διώχνουν. Έτσι, γυρνά στο δωμάτιο που του προσφέρει πιο κοντινή αλλά και πιο περιορισμένη θέα.
Είναι πολλές οι φορές που ο Γάλλος ιμπρεσιονιστής θα επιστρέψει στην πόλη, είναι πολλά τα τελάρα που θα παρατάξει, είναι διαφορετικές οι στιγμές μέσα στην ημέρα και τον χρόνο που θα τον «απαθανατίσει» με τις μπογιές του. Έτσι σήμερα είναι πολλά τα μουσεία σε όλον τον πλανήτη όπου μπορεί κανείς να συναντηθεί με μια όψη ή μια απόχρωση αυτού του ναού...
Pablo Picasso
(1881-1973)
Γυμνή γυναίκα με σηκωμένα χέρια, 1907
Λάδι σε καμβά, 150 × 100 cm
Πετυχαίνουμε τον Πικάσο σε μια εποχή που ήθελε να αλλάξει τη ζωγραφική και να την κάνει πιο προσωπική. Είναι μόλις 26 ετών, απομονώνεται στο εργαστήριό του, παραμελεί τους φίλους του, παύει να ζωγραφίζει και δημιουργεί τρομερή ανησυχία στην τότε σύντροφό του Φερνάντ. Το μόνο που συσσωρεύει με φρενήρεις ρυθμούς στα σημειωματάριά του είναι πέντε γυναικείες φιγούρες που μοιάζουν με μάσκες. Όταν τελειώνει όλη αυτή η προσωπική εξερεύνηση, ο κόσμος της τέχνης κράτα στα χέρια του τις «Δεσποινίδες της Αβινιόν». Η «Γυμνή γυναίκα με σηκωμένα χέρια» είναι το έργο που ζωγραφίζει αμέσως μετά τις Δεσποινίδες. Μόνο που εδώ η δίψα του διαβολεμένου Πικάσο για ελευθερία είναι ακόμα πιο ισχυρή. Υποχωρούν οι παστέλ τόνοι, φεύγει ό,τι μπορεί να φανεί ελκυστικό, ωραιοποιημένο, νατουραλιστικό. Αντ' αυτού, μας δείχνει αυτήν τη γυναίκα να στέκεται στα γόνατά της, να σηκώνει τα χέρια, να μας κοιτάει και να λέει: «Έτσι είμαι εγώ και δεν με ενδιαφέρει καθόλου αν με βρίσκετε όμορφη ή όχι». Από κείνη τη διακήρυξη και μετά ξεκινάει για εκείνον μια περιπέτεια που θα κρατήσει δεκαετίες και λέγεται κυβισμός. Το πρόσωπο γίνεται μάσκα, η προοπτική αλλάζει, η τρίτη διάσταση εξαφανίζεται και η ζωγραφική μετατρέπεται σε αυτό που έλεγε ο Σεζάν: «μόνο γεωμετρία».
Paul Gauguin
(1848-1903)
Νεκρή φύση με γκρέιπ φρουτ, 1901 ή 1902
Λάδι σε καμβά, 66 x 76.5 cm
Το έργο που δυσκόλεψε πιο πολύ τον Βασίλη Γουλανδρή και αυτό με το οποίο ξεκινά η συλλογή της μοντέρνας τέχνης για το ζευγάρι. Ο Έλληνας μαικήνας είχε θαμπωθεί από το αριστούργημα όσο βρισκόταν στην κατοχή της Margaret Biddle και για χάρη του ήταν ικανός να περιμένει χρόνια ατελείωτα. Όταν το 1957 η Biddle πέθανε, η συλλογή της πουλήθηκε στο Παρίσι. Ο Β. Γουλανδρής κατάλαβε ότι αυτή ήταν η ευκαιρία που διακαώς αναζητούσε. Έκανε τα πάντα για να είναι παρών στη δημοπρασία, ταξίδεψε στη γαλλική πρωτεύουσα αποφασισμένος, έβαλε τα δυνατά του και ανέβασε με τα χτυπήματα την τιμή του έργου στα 104 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα (δηλαδή 231.000 δολάρια εκείνης της εποχής), τη στιγμή που το προηγούμενο ρεκόρ για έργο ήταν 81.000 δολάρια. Με αυτόν τον πίνακα, όπου ο Γκογκέν αποτίει φόρο τιμής στο μεγαλείο του Σεζάν, όχι μόνο εκτόξευσε τις τιμές αλλά μέσα σε μία βραδιά έγινε ένας από τους δημοφιλέστερους συλλέκτες. Από εκείνη την ημέρα είχε τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε όλους τους μεγάλους εμπόρους, οι οποίοι ήταν πια απολύτως πρόθυμοι να του δώσουν τα καλύτερά τους έργα.
Vincent van Gogh
(1853-1890)
Νεκρή φύση με καφετιέρα, Μάιος 1888
Λάδι σε καμβά, 65 x 81 cm
Τρία αριστουργήματα του κορυφαίου Φλαμανδού εξπρεσιονιστή υπάρχουν στο μουσείο, αλλά κανείς δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος μπροστά στη θέα της «Νεκρής φύσης με καφετιέρα» [τα άλλα δύο είναι η «Συγκομιδή της ελιάς» (1889) και τα «Αλυσκάν» (1888)], καθώς η ιστορία της είναι σπαρακτική. Ο Βαν Γκογκ έχει μόλις μετακομίσει στη νότια Γαλλία, είναι μόνος του και περιμένει τον Πολ Γκογκέν, οποίος του είχε υποσχεθεί ότι θα τον επισκεφθεί. Δεν έχει καμία οικονομική βοήθεια, πέρα από τα χρήματα που του στέλνει ο αδερφός του Τεό από το Παρίσι, δεν έχει κρεβάτι να κοιμηθεί, μένει σε κάποια ξενοδοχεία και προσπαθεί, νοικιάζοντας έναν χώρο, να στήσει ένα στοιχειώδες εργαστήριο. Στα 35 του χρόνια ο αξεπέραστος Ολλανδός είναι πάμφτωχος. Τα μόνα πενιχρά υπάρχοντά του είναι ένα τραπέζι, δύο καρέκλες και τα σκεύη που βλέπουμε στον πίνακα: μια καφετιέρα, κάποια φλιτζάνια και λίγα φρούτα, τα οποία θα παρουσιάσει ως πραγματικούς θησαυρούς. Πώς θα τα δείξει τόσο πολύτιμα; Θα γεμίσει τον πίνακα με το λατρεμένο του κίτρινο –το οποίο εκείνη τη φορά δεν θα αναμείξει με τίποτα– και θα μεταμορφώσει τη σκηνή σε ιερή. Έπειτα, θα ισορροπήσει τα πάντα με διάφορες μπλε αποχρώσεις και στο τέλος θα παραδεχτεί ότι αυτή η σύνθεση του σημάδεψε ανεξίτηλα τη ζωή.
Edgar Degas
(1834-1917)
Μικρή χορεύτρια δεκατεσσάρων ετών, 1878-1881 περίπου
Μπρούντζος με καφέ πατίνα, τούλινη φούστα και σατέν κορδέλα σε ξύλινη βάση, 96.5 x 47 x 35 cm
Αυτό είναι το μόνο γλυπτό που ο Ντεγκά εξέθεσε ολόκληρη τη ζωή του. Δεν θεωρούσε τον εαυτό του γλύπτη, παρότι, όταν πέθανε και άνοιξαν οι πόρτες του εργαστηρίου του, βρέθηκαν πάνω από 70 κορυφαία έργα του είδους. Σήμερα αντίτυπα των χορευτριών υπάρχουν στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου (στο σύνολό τους τα κορίτσια είναι 27), αλλά η πρώτη απόπειρα να την εκθέσει τότε υπήρξε ολέθρια.
Ας δούμε καταρχάς ποια είναι η 14χρονη. Λεγόταν Μarie von Goethem. Ο πατέρας της ήταν ράφτης και η μητέρα της πλύστρα. Η οικογένειά της έμενε στο φτωχικό 9ο διαμέρισμα του Παρισιού και οι τρεις κόρες, για να γλιτώσουν την εξαθλίωση και την πείνα, διάλεξαν να γίνουν χορεύτριες.
Ο Ντεγκά, λοιπόν, αφού «φιλοτέχνησε» το γλυπτό της Μarie, αποφάσισε να την εκθέσει σε μια βιτρίνα. Οι επικρίσεις πήραν διαστάσεις ολέθρου, καθότι η ιδέα του θεωρήθηκε υποτιμητική. Αφενός εκείνη την εποχή μόνο τα ζώα βρίσκονταν σε βιτρίνα, αφετέρου κάποιοι πίστεψαν ότι με τον τρόπο αυτό σχολιάζει τα νεαρά κορίτσια της όπερας του Παρισιού που βασανίζονταν από τις σκληρές συνθήκες του μπαλέτου στα πρώτα τους χρόνια εκεί. Αποτέλεσμα; Αποθαρρύνθηκε τόσο που κράτησε το γλυπτό επί 30 χρόνια στα σκοτάδια του εργαστηρίου του και δεν το ξαναέδειξε σε κανέναν.
El Greco
Η θεία μορφή του, 1580
Λάδι σε καμβά, 51 x 66 cm
Στα μέσα της δεκαετίας του '50 ο Βασίλης και η Ελίζα Γουλανδρή, αποφασισμένοι να φτιάξουν μια συλλογή έργων τέχνης, κάνουν ποδαρικό στην εικαστική αγορά με τη «Θεία Μορφή» του Γκρέκο (1956). Είναι το πρώτο σημαντικό έργο που θα μπει στη συλλογή τους, και μάλιστα ήταν πολύ μεγάλη η υπερηφάνεια τους, διότι είναι από τα τελευταία έργα του ζωγράφου που βρίσκονταν σε ιδιωτικές συλλογές και τα οποία μπορούσαν να αποκτήσουν.
Με αυτόν εδώ τον πίνακα ο Θεοτοκόπουλος (στο Τολέδο της Ισπανίας εκείνο το διάστημα) κάνει αυτό που λίγοι καλλιτέχνες τόλμησαν στη ζωή τους: απεικονίζει ένα μείγμα καθολικού κόσμου και ορθόδοξου. Εμπνευσμένος από έναν καθολικό θρύλο της Αγίας Βερονίκης, μας παρουσιάζει το ιερό «μανδήλιόν» της, ωστόσο στη σύλληψη του πίνακα συμπεριέλαβε έναν ακόμα θρύλο, προερχόμενο τούτη τη φορά από τον ορθόδοξο κόσμο, αυτόν της εικόνας της Έδεσσας. Έτσι, καταφέρνει να παρουσιάσει τον Χριστό με τον πλέον απλό και προσωπικό τρόπο, και το μόνο που μαρτυρά το πάθος του είναι η μία και μοναδική σταγόνα από αίμα στο μέτωπό του.
Info
Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή
Ερατοσθένους 13, Παγκράτι, Αθήνα
Από Τετάρτη 2 Οκτωβρίου
Ώρες λειτουργίας: Τρ.-Κυρ. 10:00-18:00, Παρ. 10:00-22:00, Δευτέρα κλειστά
Εισιτήρια: Γενική είσοδος €8, μειωμένο εισιτήριο: €6
Περισσότερες πληροφορίες στο goulandris.gr
facebook.com/BEGoulandrisFoundation
instagram.com/begoulandrisfoundation
#BEGoulandris