Zωγράφος, χαράκτης, δάσκαλος, ακαδημαϊκός, πρόεδρος της καλλιτεχνικής επιτροπής και πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Πινακοθήκης, ο Παναγιώτης Τέτσης υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες που με το έργο και τη διδασκαλία τους διαμόρφωσαν την ελληνική μεταπολεμική ζωγραφική.
Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννησή του, η Εθνική Πινακοθήκη εγκαινίασε στην αίθουσα «Ίδρυμα Αντώνιος Ε. Κομνηνός» μια μεγάλη αναδρομική έκθεση αφιερωμένη στο έργο του, αναδεικνύοντας την ιδιαίτερη ματιά με την οποία, δίνοντας έμφαση στο φως και το χρώμα, πραγματεύεται τα θέματά του.
Το έργο του Παναγιώτη Τέτση διαβάζεται συχνά μέσα από το πρίσμα της συνομιλίας του με τις εικαστικές παραδόσεις του ευρωπαϊκού μοντερνισμού και τη μονοχρωματική αφαίρεση. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει την προσήλωση του καλλιτέχνη στην παραστατική ζωγραφική και τη μελέτη του χρώματος και του φωτός ως βασικών πυλώνων της συνθετικής του αντίληψης. Είναι αυτή η εμμονή του βλέμματος που διατρέχει το σύνολο της δουλειάς του και τον καθιστά μοναδικό και απόλυτα αναγνωρίσιμο στην ιστορία της ελληνικής τέχνης.
Τα περισσότερα από τα 160 έργα της έκθεσης είναι πίνακες ζωγραφικής, χαρακτικά, ακουαρέλες και παστέλ και προέρχονται από τη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης, στην οποία τα δώρισε ο ίδιος ο Τέτσης μεταξύ του 1997 και του 2015.
Κατά την περίοδο των σπουδών του στο Παρίσι (1953-1956) ο Τέτσης επηρεάστηκε έντονα από τα μεταϊμπρεσιονιστικά ρεύματα και τους φοβιστές ζωγράφους, χωρίς όμως η έκρηξη των έντονων χρωματικών αντιθέσεων να τον απομακρύνει από την αποτύπωση του ορατού, του αντικειμένου των αισθήσεων. Αντίθετα, συνεχίζει να διερευνά τα πάθη της ψυχής, τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και το αστικό περιβάλλον, τον σύγχρονο τρόπο ζωής και τις σταθερές ορίζουσες της ταυτότητας, διατηρώντας μια εντυπωσιακή ισορροπία και μένοντας πιστός στην άσκηση του βλέμματος, στη μεταστοιχείωση του ρυθμού, της σύνθεσης, του φωτός και του χρώματος.

Η εισαγωγή των επισκεπτών στην έκθεση γίνεται από τα έργα «Λαϊκή αγορά» και «Ύδρα» και ακολουθεί μια κατάδυση στο έργο του μέσα από θεματικές ομάδες που διαδέχονται η μία την άλλη. Οι θεματικές δεν έχουν χρονολογική συνέχεια αλλά αποκαλύπτουν συνειρμικά στον θεατή το εικαστικό ιδίωμα του καλλιτέχνη, τον τρόπο με τον οποίο παρατηρεί τον κόσμο γύρω του και τον μετουσιώνει σε έργο τέχνης, πίνακα, χαρακτικό, υδατογραφία, παστέλ. Για μεγάλα χρονικά διαστήματα, που διαρκούν μέχρι και τέσσερα αν όχι περισσότερα χρόνια, ο Τέτσης μελετά, σχεδόν εμμονικά, ένα συγκεκριμένο θέμα. Δημιουργούνται «σειρές», «ενότητες», όπως οι ποδοσφαιριστές, οι κήποι, οι μπαλκονόπορτες, οι καρέκλες, τα ναυπηγεία, τα τοπία της Σίφνου, η λαϊκή αγορά, τα τραπέζια, τα τοπία της Ύδρας, οι βάρκες, οι θάλασσες, τα πορτρέτα των φίλων, οι νεκρές φύσεις, τα πεύκα και τέλος τα βράχια της Ύδρας. Οι ζωγραφικές αυτές σειρές πλαισιώνονται και με άλλα μέσα (μελάνια, χαρακτικά, ακουαρέλες) γιατί ο καλλιτέχνης θεωρεί ότι πρόκειται για συγκοινωνούντα δοχεία. Με τον τρόπο αυτό του δίνεται η δυνατότητα να δει το αποτέλεσμα στο οποίο θέλει να καταλήξει από πολλές οπτικές γωνίες.
Τα περισσότερα από τα 160 έργα της έκθεσης είναι πίνακες ζωγραφικής, χαρακτικά, ακουαρέλες και παστέλ και προέρχονται από τη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης, στην οποία τα δώρισε ο ίδιος ο Τέτσης μεταξύ του 1997 και του 2015. Επίσης, 64 από τα εκτιθέμενα έργα ανήκουν σε ιδιωτικές ή θεσμικές συλλογές. Η επιλογή των έργων έγινε με σκοπό να αναδειχθεί η «εμμονική» ματιά με την οποία παρατηρούσε το περιβάλλον του ο καλλιτέχνης και το μετουσίωνε εικαστικά αλλά και να αποκαλύψει άγνωστες πτυχές της καλλιτεχνικής του παραγωγής και τεχνοτροπίας.





