Με μια μεγάλη έκθεση με τον υποβλητικό τίτλο «Η Μνήμη της Επανάστασης» το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης καταλαμβάνει το Eργοστάσιο της Σχολής Καλών Τεχνών στην Αθήνα. Πρόθεσή της να ανιχνεύσει κατά πόσο η έννοια της επανάστασης διατηρεί ή όχι, στο πέρασμα του χρόνου, την εμψυχωτική απήχησή της. Επιπλέον, επανέρχεται στο θεμελιώδες ερώτημα εάν και κατά πόσο η έννοια «επανάσταση» αναγνωρίζεται ακόμη ως το «όχημα» που μεταφέρει και εξυψώνει την προσδοκία ενός ευρύτερου καλού και μια συνολικής προόδου της κοινωνίας.
Η «Μνήμη της Επανάστασης» είναι μετεξέλιξη της έκθεσης που διοργανώθηκε πέρσι στο ΚΜΣΤ με αφορμή τα 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Εκεί τα εκτιθέμενα έργα συνυπήρχαν με άλλα, προερχόμενα από την περίφημη Συλλογή Κωστάκη, η οποία ανήκει στο ΚΜΣΤ και συγκεντρώνει 1.275 θαυμαστά έργα απ' όλο το φάσμα της ρωσικής πρωτοπορίας. Στην αθηναϊκή εκδοχή της έκθεσης υπάρχουν μόνο αναπαραγωγές έργων της Συλλογής Κωστάκη. Συμμετέχουν όμως πολύ περισσότεροι καλλιτέχνες απ' ό,τι στη Θεσσαλονίκη, στο σύνολό τους 70.
Η έκθεση ανιχνεύει κατά πόσο η έννοια της επανάστασης διατηρεί ή όχι, στο πέρασμα του χρόνου, την εμψυχωτική απήχησή της. Επιπλέον, επανέρχεται στο θεμελιώδες ερώτημα εάν και κατά πόσο η έννοια «επανάσταση» αναγνωρίζεται ακόμη ως το «όχημα» που μεταφέρει και εξυψώνει την προσδοκία ενός ευρύτερου καλού και μια συνολικής προόδου της κοινωνίας.
Ο όρος «ρωσική πρωτοπορία» συνενώνει ένα πλήθος καλλιτεχνικών ρευμάτων που εμφανίστηκαν στη Ρωσία κατά το διάστημα 1910-1930, τότε που καταγράφεται η οριστική αποδόμηση των σταθερών που συντηρούσαν τη ρίζα της παράδοσης στη ζωγραφική δημιουργία. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι η αποδόμηση συνέβη με ιλιγγιώδη επιτάχυνση, που ανάλογή της δεν έχει καταγραφεί από την Ιστορία της Τέχνης. Ήταν η εποχή κατά την οποία η συνάρθρωση ενός νοήματος με ένα καλλιτεχνικό έργο υπερέβη οριστικά και αμετάκλητα τη βαρύτητα του θέματος τού ίδιου καλλιτεχνικού έργου.
Τα έργα της ρωσικής πρωτοπορίας δεν μπορούμε να τα αντιλαμβανόμαστε σήμερα και να αναφερόμαστε σε αυτά σαν να είναι απογυμνωμένα από το βάρος των σημασιών και των συμβολισμών που με τα χρόνια έχουν αγκιστρωθεί επάνω τους.
Ένα καλό παράδειγμα είναι το «Τετράγωνο» ή «Μαύρο καρέ σε λευκό φόντο», όπως είναι ο πλήρης τίτλος του περίφημου έργου του Kazimir Malevich. Από τη στιγμή που φέρει πλέον τόσο πολλούς συμβολισμούς δεν μπορεί να θεωρείται άδειο, ως εικόνισμα της αξίας του απόλυτου κενού, κατά την αρχική πρόθεση του δημιουργού του, λέει ο καλλιτέχνης Ανδρέας Λυμπεράτος, ο οποίος στην έκθεση συμμετέχει με δύο έργα του τα οποία αναφέρονται στο συγκεκριμένο διάσημο έργο και στηρίζονται στην ιδέα της προσθήκης σ' αυτό συμβόλων μιας πιθανής αλλά και αμφίβολης επαναστατικής ουτοπίας.
Με το «μαύρο καρέ» ασχολείται και ο Άγγελος Σκούρτης και πιθανόν να αναφέρεται σε αυτό με κάπως πιο συναισθητικό τρόπο ο Δημήτρης Μεράντζας με τον επιβλητικό σταυρό του από χρυσά φτυάρια, που βρίσκεται ψηλά σε έναν τοίχο του Εργοστασίου, κατά τον τρόπο που ο Malevich είχε κρεμάσει ψηλά το «μαύρο καρέ», στο ύψος που παραδοσιακά οι Ρώσοι χωρικοί τοποθετούσαν τα εικονίσματά τους.
Οι εικόνες των Λένιν, Στάλιν και λοιπών ηγετικών μορφών της Οκτωβριανής Επανάστασης γίνονται επίσης πηγές έμπνευσης. Η Νατάσσα Πουλαντζά, για παράδειγμα, τυπώνει τις μορφές τους, μαζί με εκείνη του Καλίνιν, πάνω σε μια ρεπροντιξιόν έργου του Jackson Pollock και επαναλαμβάνει την αντίστροφη διαδικασία (δηλαδή εκτύπωση έργου του Pollock πάνω στις μορφές των τριών) σε άλλο έργο της. Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα και σκωπτική αναφορά στη διαμάχη που είχε ξεσπάσει στους εικαστικούς κύκλους της Ελλάδας κατά τα τέλη του Eμφυλίου και τη δεκαετία του 1950, τότε που η ελληνική αριστερά αποκήρυσσε τον αμερικανικό εξπρεσιονισμό ως ρεύμα αποπροσανατολιστικό από τις αρχές της Επανάστασης και ανίκανο να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του λαού από την τέχνη.
Η έκθεση περιλαμβάνει και πλήθος αναφορών στις λεπτεπίλεπτες και υπέρκομψες μορφές του σουπρεματισμού, καθώς και άλλα έργα που πλευρίζουν τη ρωσική πρωτοπορία χωρίς να αποζητούν συγγένεια των μορφών. Δεν υπάρχει ούτε ένα έργο που να μην κεντρίζει το μάτι ή που να καταλήγει ο θεατής ότι δεν περιέχει κάτι το ενδιαφέρον.
Από πού πηγάζουν, άραγε, ο τόσος ενθουσιασμός και η έμπνευση; «Ίσως από το γεγονός ότι η γενιά του '30 και η προσήλωσή της στην αναζήτηση και αποθέωση της "ελληνικότητας" δεν άφηναν τα περιθώρια στους Έλληνες καλλιτέχνες να βουτήξουν όσο θα ήθελαν στις αρχές του μοντερνισμού και αυτό έχει αφήσει ένα απωθημένο σε όλες τις κατοπινές γενιές, που είναι αισθητό ακόμα και σήμερα, έναν αιώνα περίπου μετά» λέει ο καλλιτέχνης Δημήτρης Γεωργακόπουλος που συμμετέχει επίσης στην έκθεση.
Αν ζούσαμε σε μια εποχή και σε ένα κράτος που θα αναλάμβαναν το χρέος τους να αναγνωρίζουν και να προβάλλουν την πολιτισμική τους ταυτότητα και την πολιτιστική τους παραγωγή, τότε όλα αυτά τα έργα θα αγοράζονταν και θα παραδίδονταν ως δωρεά στο ΚΜΣΤ. Το αξίζουν γιατί υπάρχει αλήθεια σε αυτό που διατείνονται ότι πιστεύουν.
Η έκθεση συνδιοργανώνεται από το ΚΜΣΤ και την ΑΣΚΤ. Την επιμέλεια της υπογράφει ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής του ΚΜΣΤ κ. Γιάννης Μπόλης.
Την έκθεση των εικαστικών έργων πλαισιώνουν αφίσες, προτομές ηγετών της Οκτωβριανής Επανάστασης, φωτογραφίες και λοιπά παραφερνάλια από τη συλλογή Βασίλη Κωνσταντίνου που έχει παραχωρηθεί στο ΚΜΣΤ. Το μόνο δυσάρεστο σε όλα αυτά είναι το ωράριο λειτουργίας της έκθεσης και πιο συγκεκριμένα το «ποτέ την Κυριακή», που δεν διευκολύνει την επίσκεψη για όλη την οικογένεια.
Έως 14/4, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, εκθεσιακός χώρος «Νίκος Κεσσανλής», Πειραιώς 256, Ταύρος, 210 481966, Τρ.-Παρ. 12:00-20:00, Σάβ. 11:00-15:00
σχόλια