Θεσσαλονίκη, μια πόλη γένους θηλυκού, που η επίσημη ιστορία της γράφτηκε από άντρες, τους πολέμους τους και τις εξεγέρσεις τους, λες και οι γυναίκες ήταν απούσες, παντελώς αθέατες! Έχοντας αυτό στο μυαλό τους, τρεις σύγχρονες Θεσσαλονικιές, η εικαστικός Ράνια Μπέλλου, η μουσικός Νεβάρτ-Βερόν Γαλιλαία και η ποιήτρια Άνια Βουλούδη αποφάσισαν να (ξανά)διηγηθούν την ιστορία της μέσα από το δικό τους βλέμμα και την προσωπική τους καλλιτεχνική ευαισθησία. Τόπος δράσης τους το Επταπύργιο, το περίφημο Γεντί Κουλέ για τους ντόπιους, όπου για δεκαετίες φυλακίζονταν δικαίως ή και αδίκως άντρες και γυναίκες, βασανίζονταν και άφηναν την τελευταία τους πνοή, για να γίνουν στη συνέχεια τραγούδι, βιβλίο, αστικοί μύθοι.
Μέσα από μια εγκατάσταση-περφόρμανς θα αποπειραθούν να αναδείξουν τις γυναικείες φωνές του παρελθόντος, μετατρέποντάς τες σε μνήμη. Όπως λέει και στο σημείωμά της η Ράνια Μπέλλου, μία εκ των συνδημιουργών του πρότζεκτ που ετοιμάζουν και σύντομα θα παρουσιάσουν, ενός συνδυασμού εικαστικής δημιουργίας, μουσικής και ποιητικού λόγου σε μια ενιαία εγκατάσταση: «Οι φωνές των γυναικών μετατρέπονται σε μνήμη πριν από την πραγμάτωσή τους, μια ηχώ προτού γίνει φωνή, ένα αφήγημα προτού γίνει πραγματικότητα». Κι έτσι, η ιστορία των αθέατων γυναικών, η παλιά, αλλά κυρίως η πρόσφατη, θα αποτελέσει το αποδεικτικό στοιχείο της εξέλιξης μιας πόλης που εδώ και αιώνες συνεχίζει την πορεία της στο περιθώριο, ενίοτε και στο επίκεντρο των μεγάλων γεγονότων. Και μπορεί τα αρχαιολογικά ευρήματα να μην το αποδεικνύουν, αλλά οι γυναίκες, μάνες, κόρες, αδελφές και γιαγιάδες, περισσότερο ή λιγότερο ελεύθερες, έπαιξαν ενεργό ρόλο στη δυναμική της πόλης. Η εγκατάσταση του Επταπυργίου δίνει το έναυσμα να το ανακαλύψουμε.
— Πώς ξεκίνησε αυτό το πρότζεκτ;
Αφορμή στάθηκε το πρόγραμμα του υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός». Σε συνεργασία με τη Νεβάρτ-Βερόν Γαλιλαία γεννήθηκε μια διατομεακή καλλιτεχνική σύμπραξη εικαστικών, μουσικής και ποίησης, στο πλαίσιο της οποίας δημιουργείται ένας θραυσματικός χώρος που συγκροτεί μια παλίμψηστη αφήγηση, στην οποία συμπλέκονται o βιωμένος χώρος, η ποιητική του χώρου και ο ιστορικός χώρος των αρχειακών τεκμηρίων με σκοπό να βρεθεί η αυθεντική φωνή των γυναικών του τόπου ανά τους αιώνες. Η «Πόλη των αθέατων γυναικών» αφηγείται ιστορίες από γυναίκες για γυναίκες, ενώνει τελείες των οποίων η ύπαρξη ίσως δεν είχε καν διαφανεί, δημιουργεί συνάψεις που μέχρι πρότινος δεν είχε καταστεί σαφές ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν, συμβάλλοντας εν τέλει στη διάσωση της συλλογικής και πολιτιστικής μνήμης και της ταυτότητάς μας ως σύγχρονων γυναικών από τη Θεσσαλονίκη. Ένα διατομεακό έργο που δίνει φωνή στις αθέατες γυναίκες της πόλης με έναυσμα την ιστορία της, τα αρχαιολογικά ευρήματα και τη θέση της γυναίκας σε αυτήν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Είναι μια πόλη γένους θηλυκού, την ονομάζουμε γοργόνα, βασίλισσα, νύφη, φτωχομάνα, αλλά στην ιστορία της έχουν μείνει λίγα ίχνη θηλυκής παρουσίας.
Ξεκινήσαμε την έρευνά μας από το πώς πήρε το όνομά της η πόλη, ξαναείδαμε την ιστορία της από την ίδρυσή της. Η αρχική πρόταση και ιδέα ήταν να γίνει στη Ρωμαϊκή Αγορά, που βρίσκεται στην καρδιά της πόλης και κάποτε ήταν το διοικητικό κέντρο. Τα ελάχιστα αρχαιολογικά ευρήματα που υπήρχαν σχετικά με τη συμμετοχή των γυναικών σε αυτό αποδεικνύουν την παρουσία τους σε έναν δημόσιο χώρο. Στο πλαίσιο μιας λεγόμενης πατριαρχικής κοινωνίας υποθέτουμε ότι ο ρόλος της γυναίκας ήταν ξεκάθαρα να είναι υποταγμένη στον άνδρα. Οι αναφορές στις Θεσσαλονικιές της αρχαιότητας είναι λιγοστές, πόσο μάλλον όσον αφορά την παρουσία τους σε έναν δημόσιο χώρο που αποτελούσε το διοικητικό, φιλοσοφικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και κυρίως οικονομικό κέντρο της πόλης. Απόδειξη αυτού τα λιγοστά γυναικεία αγάλματα που έχουμε. Είναι μια πόλη γένους θηλυκού, την ονομάζουμε γοργόνα, βασίλισσα, νύφη, φτωχομάνα, αλλά στην ιστορία της έχουν μείνει λίγα ίχνη θηλυκής παρουσίας. Ακόμα και αργότερα, όταν κατά κάποιον τρόπο η πατριαρχία αποδυναμώνεται, ο ρόλος της γυναίκας παραμένει υποδεέστερος και η ίδια αφανής.
— Δεν εξακολουθεί να είναι έντονος ο ρόλος της πατριαρχίας;
Θέλω να πιστεύω ότι μέσα στην ιστορία της υπάρχουν γυναικείες φυσιογνωμίες που έχουν και λόγο και δύναμη και η παρουσία τους άφησε πολύ πιο έντονα τα ίχνη της από πολλών αντρών.
— Θα αναφερθείτε σε αυτές;
Πολύ λίγες γυναίκες μάς είναι γνωστές με τα ονόματα τους στην αρχαία Θεσσαλονίκη, ό,τι γνωρίζουμε προέρχεται από τις γυναικείες μορφές που παρουσιάζονται μέσα από την ποίηση και την τέχνη, τις επιγραφές, τα γλυπτά, τις μήτρες των αγγείων που έχουν επιβιώσει. Παράλληλα, χρησιμοποιούμε και υλικό από τις προσωπικές μας ιστορίες, τα αρχειακά κατάλοιπα της γενικότερης ιστορίας της πόλης.
— Που είχε έντονη δραστηριότητα κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο.
Ξεκινήσαμε να ερευνούμε αυτήν τη χρονική περίοδο, αλλά επειδή αλλάξαμε τον χώρο δράσης, μεταφέροντάς τον από τη Ρωμαϊκή Αγορά στο Επταπύργιο, το έργο μας προσαρμόστηκε στις νέες εκθεσιακές συνθήκες. Το Επταπύργιο ή, αλλιώς, Γεντί Κουλέ είναι ένας χώρος ερμητικά κλειστός, που περιβάλλεται από πάρα πολύ ψηλά τείχη, με ένα «κρυφό» παρελθόν, το οποίο άφησε πίσω του λιγοστά ίχνη γυναικείας παρουσίας, φωνές που σηματοδοτούν ιστορίες, εμπειρίες και ζωές που κάποτε εμπλέκονταν με τη ζωή του μνημείου. Μέσα από αυτό το διακαλλιτεχνικό έργο, μέσω της εικόνας, της μουσικής και του λόγου, εμείς, οι τρεις καλλιτέχνιδες, θέλουμε να δώσουμε φωνή στις αθέατες ιστορίες των γυναικών της πόλης μας. Και από τη στιγμή που ο χώρος, τα μνημειακά λείψανα του κτιριακού συγκροτήματος του Επταπυργίου, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη συλλογική μνήμη της πόλης εξαιτίας της χρήσης του ως φυλακής μέχρι και σχετικά πρόσφατα, καταλαβαίνεις ότι γινόμαστε μάρτυρες μιας αναμέτρησης του παρόντος με το παρελθόν. Άλλωστε, είχε και γυναικείες φυλακές, κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό. Ακόμα και οι πρώην κρατούμενοι των φυλακών δεν γνώριζαν την ύπαρξη της γυναικείας πτέρυγας και κατόπιν επικοινωνίας μου με την Ομάδα Προφορικής Ιστορίας του Επταπυργίου παρατήρησα την έλλειψη αρχειακού υλικού. Κάπως έτσι όλα άλλαξαν, και ενώ το δικό μου έργο αποτελούνταν από μια σειρά από κίονες, τώρα αποτελείται από ιστούς και λάβαρα…
— Εγκατάσταση μεγάλης κλίμακας;
Ναι, και αυτό είναι το ενδιαφέρον όταν μιλάμε για διακαλλιτεχνικά έργα. Θα συνδυάσουμε τη μουσική, την ποίηση και μια εικαστική εγκατάσταση, χωρίς το ένα να γίνεται σκηνικό αντικείμενο του άλλου. Η εγκατάσταση που θα φτιάξω είναι ένα αυτόνομο έργο που βασίζεται σε αρχείο της προσωπικής μου συλλογής. Πολύπλευρη και ευέλικτη, μια σπονδυλωτή δομή που συνδέεται με τη γρήγορη συναρμολόγησή της, κατασκευασμένη από προσιτά οικοδομικά υλικά, παίρνει τη μορφή λαβάρου, κομμάτια από ύφασμα ως μνημειακά λείψανα. Μια εγκατάσταση τόσο αέρινη όσο και συμπαγής, ένα ζωντανό ευμετάβλητο έργο που δημιουργείται και συγκροτεί μια παλίμψηστη αφήγηση, ενσωματώνοντας την Ιστορία μέσα από πολλές μικροϊστορίες.
— Και εκεί είναι που η εικαστική εγκατάσταση παντρεύεται με τη μουσική και τον ποιητικό λόγο;
Υπάρχουν βέβαια και δυσκολίες λόγω των σημερινών υγειονομικών πρωτοκόλλων και του πώς πρέπει το κοινό να μπαίνει και να βιώνει μια τέτοια εγκατάσταση. Το αν θα κάθεται ή θα περιφέρεται στον χώρο είναι κάτι που μας προβληματίζει, αλλά προσπαθούμε να το εντάξουμε στο διακαλλιτεχνικό μας έργο. Η πρώτη επαφή του κοινού θα είναι με την αρχειοθήκη γραμμάτων - ποιημάτων της Άνιας Βουλούδη, απ’ όπου θα προμηθεύεται την επιστολή «Προς Γυναίκα, Θεσσαλονίκη», και σιγά σιγά θα εισέρχεται στον προαύλιο χώρο, όπου θα βρίσκονται οι μουσικοί και η εικαστική μου εγκατάσταση. Σημαντικό ρόλο έχει και ο φωτισμός, ο οποίος θα καθοδηγεί τους θεατές και θα τους βοηθάει να βιώσουν συνολικά και τα τρία έργα σαν ένα, δημιουργώντας έναν διάλογο μεταξύ τους.
— Οι επιστολές αναφέρονται σε συγκεκριμένες περιόδους και εποχές;
Είναι διαχρονικές. Ένα από αυτά που μας απασχολούν είναι το αρχέτυπο της γυναίκας στη μουσική, στην τέχνη, στην ποίηση. Πρότυπο θα μπορούσε να είναι η μητέρα μου, το πώς βλέπω εγώ την αγάπη και την αγνότητα της μητέρας. Ο δυναμισμός μιας ιστορικής μορφής της πόλης, εικόνες, ήχοι, ηχογραφήσεις, αφηγήσεις, όλα αυτά είναι απόηχοι του παρελθόντος, όχι όμως τόσο μακρινοί για να είναι αδιανόητοι. Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να φαντάζεται μόνο όταν βλέπει τις εικόνες, τα σχέδια και ακούει τη μακρινή ηχώ, διαμορφώνοντας έτσι τη σχέση του με το παρελθόν και την κατασκευή του ιστορικού νοήματος.
— Η τεχνοτροπία των έργων σου εμπεριέχει τη συνάντηση παρελθόντος και παρόντος έτσι κι αλλιώς.
Το έργο μου βασίζεται στη συνειδητοποίηση της ευθραυστότητας της μνήμης και της διαπερατότητάς της από τη φαντασία και την ευρηματικότητα, επιδιώκοντας την προσφορά ενός συνθετικού κόσμου που δημιουργείται από τα διάτρητα, κατακερματισμένα αλλά και αλληλοσυνδεόμενα, στρωματοποιημένα επίπεδα λεπτών σχεδίων. Είναι η πρώτη φορά που καλούμαι να δημιουργήσω ένα έργο μεγάλης κλίμακας σε εξωτερικό χώρο, γι’ αυτό δεν χρησιμοποιώ τα αραχνοΰφαντα χαρτιά που χαρακτηρίζουν το έργο μου αλλά ημιδιάφανα και διάτρητα υφάσματα με ψηφιακές εκτυπώσεις. Μια αιθέρια εγκατάσταση με αλλεπάλληλα επίπεδα εικόνων που δημιουργούν μια αφήγηση από το παρελθόν έως σήμερα. Γυναικείες φιγούρες σε μορφή εννέα γλυπτικών ιστών-λαβάρων. Στην εν λόγω καλλιτεχνική πρωτοβουλία το έργο μας έχει να κάνει με τη μνήμη, την ιστορία, την τέχνη, την πόλη, το γένος, την ταυτότητά μας. Λέξεις και έννοιες που διαπλέκονται με έναν περίτεχνο τρόπο και όλα αυτά με τη γυναικεία μας εμπειρία ως σύγχρονων Θεσσαλονικιών γυναικών. Η φωνή της γυναίκας ανά τους αιώνες.
— Δηλαδή δεν φωτίζονται κρίσιμες στιγμές όπως οι πόλεμοι ή η κατοχή;
Εντάσσονται όλες οι χρονικές περίοδοι, χωρίς ταμπέλες. Γυναικείες φιγούρες που έχουν ταυτότητα, ιστορία: η καπνεργάτρια, η μικρή Εβραία πριν μπει σε ένα τρένο ή το κοριτσάκι της Κατοχής, η μητέρα, η γιαγιά, η αθέατη γυναίκα που έχει πολλά να μας πει, αρκεί να θέλει κάποιος να ακούσει τις ιστορίες τους. Μέσα από τη μουσική, την ποίηση και τα εικαστικά θέλουμε να διασώσουμε τη συλλογική μνήμη, τις ιστορίες όλων αυτών των αθέατων γυναικών με όχημα τη σύγχρονη τέχνη.
Η Νεβάρτ-Βερόν Γαλιλαία και το γυναικείο ανσάμπλ (φλάουτο, άρπα και βιμπράφωνο) που δημιούργησε για το πρότζεκτ θα παρουσιάσουν τέσσερις διασκευές, ξεκινώντας από τον «Επιτάφιο» του Σείκιλου, την αρχαιότερη ολοκληρωμένη μουσική σύνθεση που έχει ανακαλυφθεί και χρονολογείται στον πρώτο αιώνα μ.Χ. ,συνεχίζοντας με τα έργα «The garden of Adonis» και «Σονάτα» του Άλαν Χοβάνες, αλλά και με το «Spiegel im Spiegel» του Άρβο Πρατ. Εξηγεί: «Διάλεξα αυτά τα τέσσερα κομμάτια γιατί θεώρησα ότι το ηχόχρωμα και οι αρμονίες τους ταιριάζουν με το θέμα μας των “Αθέατων Γυναικών”, σε συνδυασμό με την εγκατάσταση της Ράνιας και την ποίηση της Άνιας. Θεωρώ ότι είναι η ώρα να ασχοληθούμε και να φωτίσουμε τόσο τη σημερινή γυναίκα όσο και τη θέση της στην αρχαιότητα. Γιατί ενώ μοιάζει να έχουν γίνει μεγάλα βήματα, η γυναίκα εξακολουθεί να είναι θύμα μιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας και, όπως βλέπουμε, εν έτει 2021 να πέφτει θύμα εγκληματικών ενεργειών. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα δικά μας και όσα έχουν αποκαλυφθεί το τελευταίο διάστημα αλλά στην κακοποίηση που υπομένουν σε πολλές χώρες ως μέρος της κουλτούρας κάποιων κοινωνιών ‒ συμβαίνουν τρομερά εγκλήματα που δεν φαίνεται να έχουν τελειωμό. Σε αυτά βασίστηκε η ιδέα μας και για τη Θεσσαλονίκη. Πρέπει να δώσουμε φωνή στη γυναικεία παρουσία σε μια ιστορική πόλη που υπήρξε σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών, η οποία, λόγω της αρμενικής μου καταγωγής, με αγγίζει ακόμα περισσότερο σε προσωπικό επίπεδο. Η πλευρά της γιαγιάς μου ήταν Αρμένιοι που εγκαταστάθηκαν εδώ ήδη από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, γεγονός που αποδεικνύει το κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της πόλης, ενώ ο παππούς μου έφτασε εδώ ως πρόσφυγας λόγω της γενοκτονίας. Όλα αυτά αποτελούν για μένα περίτρανη απόδειξη ότι η Ιστορία σε αυτή την πόλη έπαιξε καθοριστικό ρόλο, πολλές φορές ταυτιζόμενη μαζί της. Δεν είναι τυχαίο, ακόμα κι αν λειτούργησε υποσυνείδητα, ότι η αρχική μου σύλληψη βασίστηκε στην ιδέα να δούμε τη γυναίκα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα μέσα από τη μουσική και την τέχνη. Η δε επιλογή του Επταπυργίου είναι ιδανική για τα έργα που θα ερμηνεύσουμε».
Η νεαρή ποιήτρια Άνια Βουλούδη («Η πλατεία ως μια βέβαιη κατάληξη», εκδ. Αντίποδες), η οποία ζει γύρω από τη Ρωμαϊκή Αγορά και συμμετέχει με μια σειρά από επιστολές που θα γράψει, λέει: «Πάντα ένιωθα ότι υπάρχει μια ανηθικότητα στο να χρησιμοποιώ ανθρώπους που δεν γνώρισα, έργα που δεν είδα ή ιστορικές στιγμές που δεν έζησα για να δημιουργήσω ένα δικό μου έργο. Η Ιστορία και η επιρροή της όντως υπάρχει μέσα μου και στα έργα μου, αλλά δεν κρίνω χρήσιμο το να μιλήσω άμεσα γι’ αυτήν, όταν γνωρίζω καλύτερα απ’ οτιδήποτε άλλο το δικό μου παρελθόν και παρόν. Γι’ αυτό αποφάσισα να απευθυνθώ σε σύγχρονες γυναίκες της Θεσσαλονίκης. Γιατί κρίνω ότι αξίζει να γραφτεί κάτι γι’ αυτές τις γυναίκες για τις οποίες δεν θα γραφτεί καμία ιστορία. Πρόκειται για δέκα υπαρκτά πρόσωπα, γυναίκες κάθε ηλικίας του άμεσου περιβάλλοντός μου, οι οποίες θα αποκτήσουν φωνή μέσα από εμένα κι εγώ μέσα από αυτές, αποκαλύπτοντας πραγματικά στοιχεία σχετικά με τις προσωπικές τους ιστορίες και τη ζωή τους στη Θεσσαλονίκη. Όσον αφορά την αίσθηση εγκλεισμού που αποπνέει το Γεντί Κουλέ λόγω της ιστορίας του ως οχυρού και καταφυγίου σε πολιορκίες και έπειτα ως φυλακής, απ’ όπου λέγεται ότι ακούγονταν οι φωνές των κρατουμένων που περνούσαν διάφορα βασανιστήρια, αυτό με έκανε να αναθεωρήσω τον τρόπο που θα παρουσιάσω τις επιστολές και να τις κλείσω μέσα σε φακέλους, σε μια πιο ήσυχη και ταιριαστή στον χώρο κατασκευή».
Η ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΘΕΑΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Διακαλλιτεχνικό project
Ιδέα, συντονισμός, παραγωγή της εικαστικής εγκατάστασης: Ράνια Μπέλλου
Ιδέα, συντονισμός, μουσική επιμέλεια: Νεβάρτ-Βερόν Γαλιλαία
Performance από Γυναικείο Τρίο: Νεβάρτ - Βερόν Γαλιλαία (φλάουτο), Θέη Νικολάου (άρπα), Νταβίνα Φλωρεντίν (βιμπράφωνο)
Διαδραστική Εγκατάσταση: Άνια Βουλούδη
Επταπύργιο Θεσσαλονίκης
25 Αυγούστου: 20:00-20:45 & 21:00-21:45
26 Αυγούστου: 20:00-20:45 & 21:00-21:45