Πριν λίγο καιρό βρήκα στο γιουσουρούμ ένα κιτρινισμένο βιβλίο, παλιό, πολύ παλιό, βγαλμένο σίγουρα πριν απ’ το ’50. Μπορεί να υπάρχουν και οι επανατυπώσεις, αλλά εγώ είχα την τύχη να πιάσω στα χέρια μου την πρώτη-πρώτη έκδοση τού θεατρικού τού Αλέξη Δαμιανού «Το καλοκαίρι θα θερίσουμε» στις Εκδόσεις Γκοβόστη από το 1947. Στο βιβλίο δεν αναγράφεται χρονολογία τυπώματος (υπάρχει μόνο μιαν ημερομηνία, η 20/12/46 στο τέλος του κειμένου), ψάχνοντας όμως στην Εθνική Βιβλιοθήκη εντόπισα τον «κωδικό εισόδου» του βιβλίου (1947/1-0029), κάτι που ήρθε απλώς να επιβεβαιώσει εκείνο που υπέθεσα (μετά βεβαιότητος).
Το έργο του Δαμιανού ανεβαίνει στο θέατρο Βρετάνια, από τον θίασο «Ενωμένοι Καλλιτέχνες» την 26/11/1945 (όπως διαβάζουμε σε καταχώρηση του «Ριζοσπάστη» της εποχής) σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι (στο βιβλίο το επώνυμο είναι γραμμένο ως «Χατζιδάκης», αλλά και ως «Χατζηδάκης») και σκηνοθεσία Γιώργου Σεβαστίκογλου.
Αυτή η πίστη στον λαϊκό άνθρωπο (και τη γλώσσα του), στον αγώνα του να δαμάσει τη φύση μένοντας στέρεα συνδεμένος μαζί της και λειτουργώντας συγχρόνως με την ηθική των νόμων της, είναι ό,τι διαπερνά απ' άκρη σ' άκρη το «Καλοκαίρι θα θερίσουμε». Εκείνο, εννοώ, που αναγνωρίζουμε και στα φιλμαρισμένα έργα της ωριμότητας τού Αλέξη Δαμιανού, το «Μέχρι το Πλοίο», την «Ευδοκία», ακόμη και τον «Πατούχα», ταινίες δηλαδή για το σινεμά ή την τιβί που αποτέλεσαν κάτοπτρα της αληθινής ζωής του.
Οι «Ενωμένοι Καλλιτέχνες» ήταν κατά βάση ένας ΕΑΜικός θίασος, που ιδρύθηκε στις αρχές του ’45 και πορεύτηκε, αγωνιστικά-θεατρικά μέχρι και την επόμενη χρονιά. Μέλη του υπήρξαν σημαντικότατοι ηθοποιοί, κάποιοι εκ των οποίων υποδύθηκαν ρόλους και στο συγκεκριμένο έργο. Ανάμεσά τους οι Στάσα Ιατρίδου, Δήμος Σταρένιος, Νίκος Βασταρδής, Νάσος Κεδράκας, Δημήτρης Βεάκης, Ασπασία Παπαθανασίου, Τίτος Βανδής, Καίτη Ασπρέα, Δ. Μπαλαδήμας, ενώ ρόλος υπήρχε και για τον ίδιο τον συγγραφέα..
Το έργο του 24χρονου Δαμιανού αντανακλά την ψυχολογία των νέων μετά τον δεύτερο πόλεμο (υπενθυμίζω πως οι τελευταίοι Γερμανοί αποχώρησαν από την Αθήνα την 12/10/1944), όταν κάτω από τις πλέον ανυπόφορες συνθήκες δοκιμάστηκαν σχέσεις και φιλίες μέσα από τους καθημερινούς αγώνες, αλλά και τις πιο εγκληματικές προδοσίες (τις συνεργασίες με τον κατακτητή εννοώ, τον δοσιλογισμό ή τον μαυραγοριτισμό).
Το αγροτικό στόρι θίγει σοβαρά ζητήματα, όπως ας πούμε την ελεεινή εξουσία που ασκούν στην μεταπολεμική Ελλάδα οι πρώην «συνεργάτες» των Ναζί, αλλά ταυτοχρόνως και την ελπιδοφόρα προοπτική που ανοίγεται για τον διαλυμένο κόσμο μέσα από τη ζωτική ανάγκη για πρόοδο, και βεβαίως την κοινή πάλη που μπορεί να υπερβεί φυσικά και άλλα τινά εμπόδια.
Ο Δαμιανός, ήδη απ’ αυτό το πρώτο έργο του βάζει τις βάσεις μιας προβληματικής (μαζί και αισθητικής), που θα τον απασχολήσει σε όλο τον υπόλοιπο βίο του, κάτι το οποίο εντοπίζεται, ανατριχιαστικά σχεδόν, σε μια συνέντευξή του στον Σωτήρη Κακίση («Τα Νέα», 7/4/2001) δεκαετίες αργότερα, λίγο πριν το τέλος της ζωής του:
«Μα δεν αγάπησα στη ζωή μου τίποτα περισσότερο. Εννοώ από την μπαναλιτέ της λειτουργίας του ελληνικού λαού. Την ασύγκριτη καθημερινότητά μας. Προσοχή: όχι, κατηγορηματικά όχι, την μπαναλιτέ της ιθύνουσας τάξης. Την απλότητα του καθημερινού μας ανθρώπου. Που του φτάνει ένα κρασάκι για να ’ναι δικός του ο κόσμος όλος».
Αυτή η πίστη στον λαϊκό άνθρωπο (και τη γλώσσα του), στον αγώνα του να δαμάσει τη φύση μένοντας στέρεα συνδεμένος μαζί της και λειτουργώντας συγχρόνως με την ηθική των νόμων της, είναι ό,τι διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη το «Καλοκαίρι θα θερίσουμε». Εκείνο, εννοώ, που αναγνωρίζουμε και στα φιλμαρισμένα έργα της ωριμότητας τού Δαμιανού, το «Μέχρι το Πλοίο», την «Ευδοκία», ακόμη και τον «Πατούχα», ταινίες δηλαδή για το σινεμά ή την τιβί που αποτέλεσαν κάτοπτρα της αληθινής ζωής του.
Ο 20χρονος Μάνος Χατζιδάκις δεν έγραψε μόνο μουσική για το θεατρικό του Δαμιανού, αλλά κι ένα τραγούδι – με την παρτιτούρα, όπως και τους στίχους του να είναι τυπωμένα στο τέλος του βιβλίου. Το τραγούδι λέγεται «Τα παιδιά κάτου στον κάμπο» και οι στίχοι του, γραμμένοι από τον ίδιο τον Χατζιδάκι, πάνε έτσι ακριβώς:
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΤΟΥ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ
Τα παιδιά κάτου στον κάμπο
στήσαν όλα το χορό
και λυγάνε τα ποτάμια
και καρφώνουν τον αητό
Έλα κόρη μ’ έλα και τ’ αυγερινού
κοίτα στήσανε καρτέρι
χίλι’ αστέρια του ουρανού.
Τα παιδιά κάτου στον κάμπο
φωσφοράν τις λαγκαδιές
κυνηγάνε τα τσακάλια
καβαλάν τις αστραπές
Έλα κόρη μ’ έλα κι άναψε φωτιά
κοίτα τόσα παλικάρια
τραγουδάν την μπαρμπαριά.
Όποιοι δεν γνωρίζουν την ιστορία σίγουρα θα εκπλαγούν. Οι στίχοι φέρνουν στη μνήμη το τραγούδι «Τα παιδιά κάτω στον κάμπο» με τη Μαρία Κάτηρα από το OST της ταινίας του Ντούσαν Μακαβέγιεφ “Sweet Movie” (1974). O Χατζιδάκις θυμήθηκε δηλαδή, σχεδόν 30 χρόνια μετά το θεατρικό του Δαμιανού, το πρωταρχικό τραγούδι, διασκευάζοντάς το τόσο στη μουσική, όσο και στους στίχους. Το λέω τούτο, γιατί η μελωδία του παλιού σκοπού (έτσι όπως φανερώνεται στην παρτιτούρα, που υπάρχει στο «Καλοκαίρι θα θερίσουμε») δεν έχει ουδεμία σχέση με το κομμάτι από την ταινία του Μακαβέγιεφ, ενώ και οι στίχοι (φυσικά) διαφέρουν.
Πάντως, αυτή η παλιά μελωδία ενσωματώθηκε λίγο αργότερα στον «Καλαματιανό» από το έργο «Για Μια Μικρή Λευκή Αχιβάδα» (1947-48), ενώ το τραγούδι, με τους συγκεκριμένους στίχους του ’45, φαίνεται πως αποδίδεται για πρώτη φορά από την Λίτσα Σακελλαρίου στο LP «Άμα Λευτερωθή η Κρήτη/ Μάνος Χατζιδάκις + 5» [MINOS, 1971] ως «Τα παιδιά κάτω στον κάμπο» (όπως είχα εσχάτως την ευκαιρία να το ακούσω σε σπίτι φίλου).
Ας επιστρέψουμε, όμως, στα του θεατρικού…
Το «Καλοκαίρι θα Θερίσουμε» ήταν, περαιτέρω, η αφορμή ώστε να γνωριστούν οι Μάνος Χατζιδάκις και Μίκης Θεοδωράκης, ένα γεγονός που, από μόνο του, έχει τη σημασία που έχει. Όπως διαβάζουμε στο περιοδικό «Μετρονόμος» (#52, Απρίλιος-Ιούνιος 2014) στο κείμενο των Αλέξη Βάκη & Ιάσονα Χανδρινού «Ο Χατζιδάκις της ΕΠΟΝ»:
«Λίγους μήνες μετά τον “Τελευταίο Ασπροκόρακα” (σ.σ. στις αρχές του ’45) ο Χατζιδάκις προσχωρεί στον ΕΑΜικό θίασο Ενωμένοι Καλλιτέχνες.(…) Τη χειμερινή περίοδο 1945-46 η Μικρή Σκηνή των Ενωμένων Καλλιτεχνών ανέβασε στο θέατρο Βρετάνια το έργο του Ίρβιν Σώου “Θάψτε τους νεκρούς” σε σκηνοθεσία Γιώργου Σεβαστίκογλου και μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Και λίγο αργότερα το ελληνικό έργο “Το καλοκαίρι θα θερίσουμε” του πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα και μετέπειτα σκηνοθέτη Αλέξη Δαμιανού. Για την παράσταση αυτή ο Χατζιδάκις έγραψε –στίχους και μουσική– το τραγούδι “Τα παιδιά κάτου στον κάμπο”(…) Η εκτέλεση του τραγουδιού γινόταν από χορωδία που διηύθυνε ο επίσης 20χρονος ΕΠΟΝίτης μουσικός από τη Νέα Σμύρνη Μίκης Θεοδωράκης».
Και τι ωραιότερο, για να κλείσουμε αυτό το μικρό σημείωμα, από μιαν ακόμη συγκινητική ανάμνηση τού Αλέξη Δαμιανού, όπως εκείνη κατατέθηκε στον Σωτήρη Κακίση:
«Ήταν μετά το πρώτο μου θεατρικό, το “Καλοκαίρι θα θερίσουμε”. Που πήγαμε μετά με τον καλύτερό μου φίλο, τον Σίμωνα τον ταπεινό, και ψιλόβρεχε. Κι ακολουθήσαμε εκείνη την κοπελίτσα από το λούνα παρκ, που ’δινε στη σκοποβολή τα βελάκια. Κι αυτή μας οδήγησε στις πρώην στέρνες, σε κάτι παράγκες που ’μενε με το φίλο της. Και σκύψαμε και μπήκαμε και μας κεράσανε κρασί, ξύδι σκέτο, και ψωμί. Σαν το καλύτερο γλέντι μετά την πρεμιέρα. Ακριβώς μετά τον Πόλεμο ήτανε, στη φτώχεια μέσα και στη στέρηση. Και βγήκα εγώ ύστερα και κοίταγα, και δεν υπήρχε πια σταγόνα νερό στις στέρνες. Αλλά σε μια μάντρα πάνω, σε μια ξερολιθιά, χωρίς καθόλου χώμα, χωρίς καθόλου νερό, είχε ανθίσει ένα ραδίκι, ένα λουλούδι πανέμορφο. Με τον ήλιο μόνο είχε ανθίσει, με τον ήλιο μόνο ζούσε. Ένα λουλούδι που τα καταφέρνει μες την πέτρα. Η Ελλάδα δηλαδή….».
σχόλια