Arcade Fire
support act: Owen Pallett
Αμβέρσα | 10 Ιουνίου 2014
Από τον Άρη Μπούρα
Είναι αρκετά μεγάλη πρόκληση να βρίσκεσαι στην Κεντρική Ευρώπη και κατά την παραμονή σου στα πέριξ να περιλαμβάνουν οι Arcade Fire, στα πλαίσια της περιοδείας τους, μια κοντινή σου πόλη για συναυλία. Στο απόγειο ίσως της καριέρας τους, με ένα "Reflektor" αρκετά καλό, που αν μη τι άλλο πυροδότησε αρκετές αντιδράσεις μες στο 2013. Θετικές, αλλά και αρνητικές, όπως συνηθίζεται άλλωστε με άλμπουμ που εκτινάσσουν τη δημοτικότητα των μουσικών τους στα ύψη. Τα εισιτήρια της συναυλίας ξεκινούσαν στα 44 περίπου ευρώ, το Antwerp's Sportpaleis αποτελούσε τον κλειστό χώρο όπου θα φιλοξενούνταν το συγκρότημα από τον Καναδά, μακριά από φεστιβάλ που συχνά περιορίζουν τα γκρουπ. Οπότε, η απόφαση ελήφθη άρδην.
Η Αμβέρσα είναι μια πόλη στα Βόρεια της Ευρώπης (κάτι σαν τη Θεσσαλονίκη του Βελγίου, με λίγη περισσότερη φαντασία) που φημίζεται για τις βάφλες της, την κοκαΐνη -αποτελεί μια από τις βασικότερες πύλες εισόδου παράνομων ουσιών στην Ευρώπη-, τα διαμάντια, αλλά και τη σκληροπυρηνική Εβραϊκή κοινότητα που δίνει βροντερά παρών πάνω από 800 χρόνια στην πόλη. Προσπερνώντας όμως την επιφάνεια, τα κλισέ και κοιτάζοντας λίγο παραπέρα, διακρίνεις μια όμορφη πόλη όπου η σύγχρονη αρχιτεκτονική εναλλάσσεται με τα γοτθικά μοτίβα και τους νεο αναγεννησιακούς ρυθμούς του παρελθόντος. Συμμαζεμένα μικρά καφέ και εστιατόρια, πεζοδρομημένα στενάκια που σε καλούνε να τα ανακαλύψεις, πολύ - όπως συνηθίζεται άλλωστε σ' εκείνα τα μέρη - πράσινο, αλλά και μια πανέμορφη θέα παράλληλα του ποταμού Scheldt που οδηγεί απευθείας στη βόρεια θάλασσα.
Η αρένα όπου φιλοξενούνται οι Arcade Fire (χτισμένη το 1933) αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους χώρους διεξαγωγής συναυλιών και παραστάσεων για την πόλη, η ώρα έναρξης της συναυλίας στο εισιτήριο γράφει 20:30. Οπότε, ο συμπατριώτης τους Owen Pallett εισέρχεται στη σκηνή γύρω στις 20:00, μόνος, με το γνώριμο βιολί του επ' ώμου. Η εμφάνισή του είναι στιγμές συγκλονιστική, λουπάροντας συνεχώς μελωδίες του εγχόρδου που πάλλεται αδιάκοπα. Τα φωνητικά του είναι γλυκά, ζεσταίνουν την ατμόσφαιρα, τα διακριτικά ηλεκτρονικά γεμίζουν δειλά δειλά το background των εξαίρετων συνθέσεών του. Αν δεν έχεις ανακαλύψει ακόμη τη baroque pop του πλησίασε άφοβα.
Το show, κατά την προετοιμασία της σκηνής για τους Arcade Fire, συμπληρώνονταν από το dj set του Steve Mackey, μπασίστα των Pulp (υποθέτω πως αυτός στεκότανε κάτω από τη μάσκα που φορούσε, πάνω σε μια μικρή εξέδρα η οποία είχε στηθεί στη μέση της αρένας). Οι μουσικές του επιλογές είναι εξαιρετικές, μιξάροντας από post punk και disco του παρελθόντος, μέχρι πρώιμη house και dub ακούσματα. Κάποια στιγμή θέλω να τον αγκαλιάσω, τη στιγμή που βάζει ένα από τα διαμάντια των Colourbox, αλλά είναι αρκετά μακριά.
Οι Arcade Fire ανέβηκαν στη σκηνή λίγο μετά τις 21:00 αναγγέλλοντας το άνοιγμα της συναυλίας με το Normal Person, από το τελευταίο τους άλμπουμ, με τους Βέλγους να μην αποτελούνε και το πιο εκφραστικό κοινό του κόσμου (πρέπει να ξεπερνούσαν τις 10.000 - 12.000 με μια πρόχειρη εκτίμηση), αλλά ευτυχώς ακολούθησε το ασύλληπτα όμορφο Rebellion (Lies), που σε συνδυασμό με τις παροτρύνσεις του Win Butler άρχισαν να σηκώνουνε όρθιους και τους πιο συνεσταλμένους. Από κει κι έπειτα όλα κυλούσανε σε απόλυτη αρμονία, με την παραγωγή και τον ήχο του γκρουπ να βρίσκονται σε ακόμη υψηλότερο επίπεδο, τουλάχιστον από την πρώτη φορά που τους είδα πριν από κάποια χρόνια. Τα διπλά ντραμς και τα κρουστά γεμίζουνε το συναυλιακό χώρο δυναμικά, τα πνευστά και τα πλήκτρα ανταλλάσσουν εκατέρωθεν μελωδίες. Δε ξέρω αν η αρτιότητα οδηγεί κάποιους στην ανία, αλλά οι Arcade Fire το κοντρολάρουνε ακόμη καλά, η ζωντανή αποτύπωση της μουσικής τους στέκει εξαίσια, με το tracklist να πηγαινοέρχεται κυρίως μεταξύ του τελευταίου αλλά και του πρώτου τους άλμπουμ. Στο άκουσμα του It's Never Over (Oh Orpheus), ένα γαργαλητό αρχίζει να διαπερνά τη σπονδυλική μου στήλη, με την Régine Chassagne ως άλλη Ευρυδίκη να στέκει στη μικρή εξέδρα ανάμεσα από το πλήθος, απέναντι από τον Ορφέα, λίγο πριν την τραβήξουνε πάλι πίσω στον Άδη. Αναλογίζομαι πως είναι κρίμα να μην έχουμε τη δυνατότητα να τους δούμε ζωντανά στην Ελλάδα, τώρα που υπάρχει τόσο έντονα το ελληνικό στοιχείο στα τραγούδια τους.
Το διάλειμμα πριν το ανκόρ, φέρνει τον κλασικό punk δυναμίτη Ça Plane Pour Moi του Plastic Bertrand να παίζει στην αρένα από μια fake μπάντα, ξεσηκώνοντας τους συμπατριώτες Βέλγους σε τρελό χορό, με τους Arcade Fire να ορμάνε ξανά στη σκηνή μ' ένα από τα πρώτα τους αριστουργήματα. Κομφετί, χρώματα, αντανακλάσεις, φώτα, χαμόγελα, βελγικές μπίρες, ναι, νιώθω ωραία (παρόλο που πρέπει να ξαναπληρώσω 40 cent για να πάω τουαλέτα).
σχόλια