Όσοι γνώριζαν την σταδιακή παρακμή του Έλβις Πρίσλεϊ, δεν ξαφνιάστηκαν από την είδηση του θανάτου του, στις 16 Αυγούστου του 1977. Μάλιστα, το τελευταίο single που μπήκε στους καταλόγους επιτυχιών, ήταν το Way Down, το οποίο είχε ηχογραφήσει στο στούντιο του σπιτιού του τον Οκτώβριο της προηγούμενης χρονιάς, έφτασε μέχρι το νούμερο 53 (το τελευταίο του νούμερο 1 ήταν το υπέροχο Suspicious Minds, 7 χρόνια πριν) και τον Αύγουστο του 77 σκαρφάλωσε μερικές θέσεις, ισορροπώντας μετά βίας στο νούμερο 18. Μικρή απόδειξη της μεταστροφής στο κοινό του Πρίσλεϊ ήταν πως το πάλαι ποτέ έμβλημα της ροκ, είχε πλέον επιτυχία στα gospel και country charts, σε ένα κοινό τόσο συντηρητικό, όσο κι εκείνο που κάποτε έκαιγε τους δίσκους του ως βλάσφημους και προκλητικούς για τα χρηστά ήθη.
Ήταν μόλις 42 ετών, αλλά έμοιαζε να έχει διανύσει καριέρα πολλών δεκαετιών, εξαιτίας της μαζικής επιρροής του στην ποπ κουλτούρα, και της σαρωτικής του εργογραφίας: είχε προλάβει να πρωταγωνιστήσει σε 32, φαντεζί, σινεμασκόπ και αξιολησμόνητες (εκτός από το Jailhouse Rock) ταινίες, από το 1956 μέχρι το 1970, και φυσικά να κυκλοφορήσει δεκάδες albums και εκατοντάδες τραγούδια, πολλά από τα οποία αξέχαστα, καθώς και να περιοδεύσει σε όλον τον κόσμο επιδεικνύοντας τις θηριώδεις ικανότητες του στα live. Ήταν ο βασιλιάς του rock n’ roll, που είχε εκθρονιστεί καιρό πριν, αλλά κανείς από το στενό του περιβάλλον δεν τολμούσε να του το σφυρίξει.
Eίχε προλάβει να πρωταγωνιστήσει σε 32, φαντεζί, σινεμασκόπ και αξιολησμόνητες (εκτός από το Jailhouse Rock) ταινίες, από το 1956 μέχρι το 1970, και φυσικά να κυκλοφορήσει δεκάδες albums και εκατοντάδες τραγούδια, πολλά από τα οποία αξέχαστα, καθώς και να περιοδεύσει σε όλον τον κόσμο επιδεικνύοντας τις θηριώδεις ικανότητες του στα live.
Μετά το τέλος, κυκλοφόρησαν, εκτός από ανέκδοτα κομμάτια και ατελείωτες ανθολογίες με το γνωστό υλικό, ιστορίες και κουτσομπολιά για τα ναρκωτικά και τις καταχρήσεις στο κάστρο του, την Graceland. Ένα ευτραφές και ιδρωμένο φάντασμα του αεικίνητου, αεράτου και σέξι παλιού εαυτού του, ο Πρίσλεϊ γέρασε πολύ γρήγορα, καθώς δεν πρόλαβε να αντιληφθεί τι σήμαιναν τα 60ς, και πόσο αστραπιαία είχε φυσήξει ένας διαφορετικός άνεμος. Εγκλωβισμένος σε μια συγκεκριμένη περσόνα, και φορτωμένος με την πανοπλία που θα ενέπνεε στρατιές από σωσίες που ακόμη και σήμερα βγάζουν το ψωμάκι τους μιμούμενοι τον Fat Elvis με τις πούλιες και τις φαβορίτες, διέκοψε τους δεσμούς του με την πραγματική μουσική και παντρεύτηκε την ευρεία έννοια της showbiz με ολέθρια αποτελέσματα. Κι ενώ όλοι ομολογούσαν πως εκείνος υπήρξε ο μαγικός σπινθήρας και η πολύτιμη γέφυρα των μπλούζ των μαύρων με το ρον των λευκών, ο Έλβις βυθιζόταν σε μια υπερπροστατευμένη καχυποψία. Έμοιαζε με την Γκλόρια Σουάνσον στη Λεωφόρο της Δύσης του Μπίλι Γουάϊλντερ που αποσύρθηκε πλούσια και μουμιοποιημένη σε μια επιτύμβια έπαυλη και προσποιόταν πως δεν καταλάβαινε πως ο καιρός της δόξας της είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί, γιατί αρνείτο να κατανοήσει σε ποιούς καιρούς πλέον ζούσε- ειρωνικά, λίγους μήνες αργότερα, πέθανε ο μεγαλύτερος σταρ του βωβού σινεμά, ο Τσάρλι Τσάπλιν, που είχε ωστόσο προλάβει να γίνει ένας ζωντανός και αγαπητός θρύλος, πριν αποτραβηχτεί στην Ελβετία για να χαρεί την πολυμελή οικογένεια του.
Το κύκνειο άσμα, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα είχε απολαύσει πολύ μεγαλύτερη, μεταθανάτια δημοφιλία, δεν ήταν δυνατόν να πουλήσει περισσότερα αντίτυπα ή να δημιουργήσει μια ψευδαίσθηση ανάστασης, όπως έγινε πριν από μερικά χρόνια με τον Μάϊκλ Τζάκσον (που παρεμπιπτόντως, ειδωλοποίησε τον Πρίσλεϊ ως το σημείο να παντρευτεί την κόρη του!), γιατί τα γούστα της εποχής ταξίδευαν σε άλλα πελάγη: το καλοκαίρι του 1977, τα αμερικάνικα ραδιόφωνα κατακλύζονταν από το Rumours των Fleetwood Mac και το Hotel California των Eagles. Οι πρώτοι είχαν κάνει την τελευταία από τις πολλές αλλαγές στο πολύπαθο σχήμα τους, όταν με μια κίνηση ματ, προσέλαβαν δύο χρόνια πριν τον Λίντσεϊ Μπάκινχαμ και την Στίβι Νικς, δίνοντας μια αιθέρια, ποπ ένεση στα μπλουζ απομεινάρια του Πίτερ Γκρίν και του Ντάνι Κίργουαν. Το άλμπουμ τους καρφώθηκε στο νούμερο ένα απί 31 εβδομάδες και μόνο οι Καλιφορνέζοι Eagles διέκοπταν την κυριαρχία τους, με τον ομώνυμο ύμνο του δίσκου και μια πιο country rock εγκατάλειψη στο αβίαστο, αρμονικό, νωχελικό τους στιλ. Με τους Steely Dan και το μυστηριώδες, τζαζόφιλο, αριστουργηματικό τους Aja, και τη Λίντα Ρόνσταντ και τον Μπάρι Μάνιλοου να ανεβαίνουν επίσης στην πρώτη θέση, τα charts έμοιαζαν να έχουν καταληφθεί από εντελώς διαφορετικούς Αμερικανούς, σε σχέση με τον ήχο του Πρίσλεϊ 20 μόλις χρόνια πριν. Ως εναλλακτική πρόταση για το mainstream, η ντίσκο ξεμάκραινε ακόμη περισσότερο, προσθέτοντας εμφατικά και ξεδιάντροπα χορευτικά, το rhythm στο blues, παίρνοντας μεγαλύτερη απόσταση από την επανάσταση στην οποία ηγήθηκε ο Πρίσλεϊ με τις ηχογραφήσεις του στην εταιρεία Sun.
Κι επειδή όλα κάνουν τον κύκλο τους, και το κουβάρι ξεμπλέκεται από εκεί που δεν το περιμένει κανείς, την ίδια χρονιά η Αγγλία παίρνει φωτιά με την punk, με αλήτες που βρίζουν και φτύνουν, ουρλιάζουν και διαμαρτύρονται μουσικά, με τον δικό τους τρόπο, χιλιάδες μίλια μακριά από τον αμερικάνικο Νότο, ενάντια σε διαφορετικούς Θεούς και διαφορετικού τύπου κατεστημένο βόλεμα. Όπως και ο βασιλιάς της ροκ, έτσι και οι πρωτεργάτες της πανκ δεν φύτρωσαν με παρθενογένεση, και οφείλουν πολλά σε προηγούμενους, εξίσου ζόρικους και ίσως πιο ευφάνταστους μουσικούς δημιουργούς, που δεν είχαν την τύχη να ηγηθούν κινήματος και να αναγνωριστούν στο πραγματικό τους μέγεθος. Όπως και ο Πρίσλεϊ, όσο κι αν ενόχλησαν στην αρχή, έγιναν οικεία ονόματα στη συνέχεια, παρήκμασαν φυσιολογικά, όσοι δεν πέθαναν πριν την ώρα τους, και δεκαετίες αργότερα, έγιναν μόδα από τους οίκους υψηλής ραπτικής. Ο Έλβις, που για κάποιους ζει ακόμη (δεν διαδίδεται τέτοια φήμη για όποιον κι όποιον…), θα είχε τσαντιστεί πολύ με αυτή την αδόκιμη σύγκριση του με την πανκ μουσική. Αλλά αν τον άφηναν να τη σκεφτεί καλύτερα, μάλλον θα έβλεπε ουσιαστικές ομοιότητες και θα κολακευόταν.