Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ CHER είναι τόσο μεγάλη ώστε ο δαιμόνιος (και δαιμονικός) παραγωγός Phil Spector της είχε ζητήσει κάποτε να στέκεται λίγα μέτρα πίσω από το μικρόφωνο όταν έκανε back-up φωνητικά για συγκροτήματα όπως οι Ronettes. Είναι επίσης τόσο βαθιά ώστε οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί είχαν αρνηθεί παίξουν το ντεμπούτο single της επειδή νόμιζαν ότι ήταν ένας άντρας που τραγουδούσε ένα ερωτικό τραγούδι σε έναν άλλο άντρα.
Τελικά όμως εκείνη κατάφερε να αξιοποιήσει αυτή την πανίσχυρη φωνή, αρχικά στις συνεργασίες της με τον τότε σύζυγό της Sonny Bono, και στη συνέχεια μόνη της. Αργότερα, θα κέρδιζε τη Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία της στο πολιτικό δράμα Silkwood («Η εξαφάνιση της Κάρεν Σίλκγουντ», 1983) πλάι στη Μέριλ Στριπ και Όσκαρ για την μνημειώδη εμφάνισή της στο Moonstruck («Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού», 1987).
Το 1998, ηχογράφησε ένα κομμάτι με τίτλο "Believe" το οποίο παραμένει το single με τις περισσότερες πωλήσεις από σόλο καλλιτέχνη. Η Cher δεν το έβαλε κάτω ποτέ, και είναι αυτό το σθένος της επιβίωσης ενάντια στις αντιξοότητες που την έχει κάνει απόλυτη ηρωίδα για τις λεγεώνες των ΛΟΑΤΚΙ θαυμαστών της όλα αυτά τα χρόνια.
Υπάρχει μια παράξενη ακινησία στη Σερ. Τόσο στα τραγούδια όσο και στην οθόνη μεταδίδει μια συναρπαστική αλλά γήινη και προσγειωμένη αυτοκυριαρχία.
Αυτό το σθένος φαίνεται να είχε ενσωματωθεί στην Cher εξαρχής. Γεννημένη στο Ελ Σέντρο της Καλιφόρνια το 1946, η Σέριλιν Σαρκίσιαν ήταν η κόρη μιας πρώην μοντέλου και ηθοποιού και ενός Αρμενικής καταγωγής οδηγού φορτηγού. Τα προβλήματα του πατέρα της με τα ναρκωτικά και τον τζόγο οδήγησαν τους γονείς της στο διαζύγιο όταν εκείνη ήταν δέκα μηνών μόλις. Όμως ένας απόηχος από την άστατη και επιπόλαιη προσωπικότητά του ακούγεται στην πρώτη της ατομική No 1 επιτυχία, το "Gypsies, Tramps and Thieves" του 1971, στο οποίο υιοθετεί την οπτική ενός Ρομά κοριτσιού που περιφρονείται από τον κοινωνικό περίγυρο, μέχρι να νυχτώσει – όταν οι άντρες έρχονται κρυφά να «καταθέσουν τα λεφτά τους».
Όπως και η ηρωίδα της ταινίας Mermaids («Γοργόνες») του 1990 που η ίδια υποδύθηκε, η single πλέον μαμά της Cher, όχι μόνο μετακόμιζε από το ένα μέρος στο άλλο, ζώντας σε διάφορα σημεία της Νέα Υόρκης, του Λος Άντζελες και του Τέξας, αλλά κάθε τόσο φρόντιζε να εφευρίσκει από την αρχή την προσωπικότητά της. Ξαναπαντρεύτηκε αρκετές φορές αλλά τα χρήματα ήταν πάντα τόσο λίγα ώστε, όπως είχε αποκαλύψει σε συνέντευξή της, η Cher έδενε τα παπούτσια της με λαστιχάκια ενώ κάποτε την είχαν αφήσει για λίγο σε ορφανοτροφείο.
Η μικρή Σέριλιν ήταν ένα ήσυχο παιδί που μεγάλωσε με τη λάμψη των σταρ της Χρυσής Εποχής, όπως η Μπέτι Ντέιβις, η Κάθριν Χέμπορν και η Μάρλεν Ντίτριχ – γυναίκες δυναμικές και ανεξάρτητες, που ήταν εκείνες που καθοδηγούσαν την πλοκή. Η Cher εγκατέλειψε το σχολείο στα 16 της και αφοσιώθηκε στην προσπάθειά της να δικτυωθεί στο Χόλιγουντ, χορεύοντας και τραγουδώντας σε μπαρ για να βγάλει το νοίκι, προτού πιάσει δουλειά το 1962 ως οικονόμος του μελλοντικού της συζύγου, Σαλβατόρε «Σόνι» Μπόνο.
Μέσω του Sonny κατέληξε να βρει δουλειά ως βοηθητική φωνή στο στούντιο του Φιλ Σπέκτορ, ο οποίος εκτίμησε αμέσως τον πλούσιο και βαθύ τόνο της φωνής της, επιλέγοντάς της ως την μοναδική «συνοδευτική» γυναικεία φωνή στην τεράστια επιτυχία των Righteous Brothers "You've Lost That Lovin' Feeling". Ο Σπέκτορ είχε ήδη αρχίσει να συμπεριφέρεται με αλλοπρόσαλλο και βίαιο τρόπο στο στούντιο. Αλλά η έφηβη Cher ήταν κάτι παραπάνω από ικανή να διατηρήσει τα κεκτημένα της.
Θυμόταν σε συνέντευξή της στον Guardian το 2018: «Ο Φιλ με ρώτησε, στα γαλλικά, αν θα έκανα σεξ μαζί του. Και του απάντησα, επίσης στα γαλλικά, "Ναι – αλλά μόνο για χρήματα". Παραλίγο να πέσει από την καρέκλα του. Δεν το περίμενε αυτό από καμία». Θυμόταν επίσης ότι ο Σπέκτορ της ζήτησε να «παρακολουθεί» την τότε σύζυγό του Ρόνι και να του δίνει αναφορά. H Cher αρνήθηκε. «Με τίποτα δεν επρόκειτο να καρφώσω κάποιο από αυτά τα κορίτσια. Ήταν φίλες μου».
Όταν κατέθεσε αίτηση διαζυγίου το 1974, επικαλέστηκε τον όρο «ακούσια δουλεία» ως λόγο για τη λήξη του γάμου. Όταν το διαζύγιο διευθετήθηκε τελικά το 1978, η Cher εξασφάλισε το 50% των μετοχών του καταλόγου με τα τραγούδια τους – αν και μόλις τώρα πρόσφατα κατάφερε να αποσπάσει επιτέλους από τη χήρα του Σόνι Μπόνο τα κέρδη που δικαιούταν μετά το θάνατο του το 1998. Παρότι η Cher έγινε αρχικά διάσημη φορώντας καφτάνια, σύντομα αγκάλιασε τις πιο «λιτές» εμφανίσεις, ενώ αργότερα θα γινόταν η πρώτη γυναίκα που έδειξε τον αφαλό της στην τηλεόραση.
Μετά το διαζύγιό της, προκάλεσε σκάνδαλο φορώντας ένα «γυμνό φόρεμα» στο Met Gala. Όταν φόρεσε ξανά το φόρεμα για το εξώφυλλο του περιοδικού Time την επόμενη χρονιά, τα περίπτερα ξέμειναν από αντίτυπα σε ορισμένες πολιτείες, ενώ η κυκλοφορία του τεύχους απαγορεύτηκε σε άλλες. Το 1989, το MTV απαγόρευσε το βίντεό της για το "If I Could Turn Back Time" επειδή φορούσε ένα κορμάκι με διχτυωτό στρινγκ.
Όταν η μουσική καριέρα της Cher φάνηκε να σκοντάφτει στις αρχές της δεκαετίας του '80, εκείνη επέστρεψε στην πρώτη της αγάπη: την υποκριτική. Στην οθόνη, εξέπεμψε μια ωμή ευπάθεια που εξέπληξε πολλούς. «Οι τραγουδιστές δεν πίστευαν ποτέ ότι ήμουν τραγουδίστρια και οι ηθοποιοί δεν πίστευαν ποτέ ότι ήμουν ηθοποιός», είχε πει. Το κοινό όμως παρέμεινε γοητευμένο από το χάρισμά της. Υπάρχει μια παράξενη ακινησία στη Σερ. Τόσο στα τραγούδια όσο και στην οθόνη μεταδίδει μια συναρπαστική αλλά γήινη και προσγειωμένη αυτοκυριαρχία.
Ίσως η περιπλανώμενη παιδική της ηλικία να την ανάγκασε να γίνει η ίδια ο πλανήτης και η πατρίδα της, ένας κόσμος με τη δική του βαρύτητα. Μπορείτε να το δει κανείς αυτό να ξεδιπλώνεται έξοχα στην εντυπωσιακή της έκτακτη εμφάνιση στο Mamma Mia! Here We Go Again του 2018. Υποδυόμενη τη θρυλική γιαγιά της νεαρής ηρωίδας της ταινίας, βγαίνει από ένα μαύρο ελικόπτερο ντυμένη στα λευκά, και ερμηνεύει με το μοναδικό της κύρος το "Fernando" των ABBA. Είναι μια κορυφαία στιγμή camp αισθητικής και αντίληψης και ταυτόχρονα η πιο ειλικρινής έκφραση αγνής αγάπης, τυλιγμένες μαζί σε ένα αιώνιο ποπ κομμάτι.
Με στοιχεία από The Independent