ΣΕ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΠΟΥ τα τραγούδια που κυριαρχούν προσπαθούν να κερδίσουν τις εντυπώσεις με φανταχτερές παραγωγές και ακόμα πιο φιγουρατζίδικα βίντεο, με επίδειξη ενός ασύδοτου lifestyle, ψεύτικου, με το οποίο δύσκολα μπορεί να ταυτιστεί κανείς, η περίπτωση της Δεσποινίδας Τρίχρωμης ξεχωρίζει σαν τη μύγα μες στο γάλα. Και όχι μόνο για τη μουσική της. Είναι τόσο χαμηλών τόνων που δεν θέλει να μιλήσει καθόλου για τον εαυτό της, αρνείται ευγενικά να δίνει συνεντεύξεις και γράφει τραγούδια-ιστορίες που είναι εντελώς δικά της, προσωπικά και μοναδικά, με στίχους που περιγράφουν τη ζωή που περνάει δίπλα σου, την αληθινή ζωή, με μια κοριτσίστικη τρυφερότητα που έχει συγγένεια με της Λένας Πλάτωνος αλλά και της Σύλβια Πλαθ ή της Έμιλι Ντίκινσον, παρόλο που η Δεσποινίς Τρίχρωμη αποφεύγει να μιλάει για τις αναφορές και τις επιρροές της.
Τα τραγούδια της είναι ποπ, όχι πάντα με τον κλασικό τρόπο, είναι μια ποπ ξεχωριστή και μοναδική για τη σύγχρονη ελληνική μουσική, που έχει εξελιχθεί πολύ με τα χρόνια. Η απόσταση που έχει διανύσει καλλιτεχνικά από το πρώτο άλμπουμ της «Πού πάνε τα μπαλόνια» (το 2014) –που συνοδευόταν από ένα μικρό βιβλίο– και το «Πρόσωπο ζώο πράγμα» (το 2017), μέχρι αυτό που μόλις κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Φίλες», είναι τεράστια, και αυτό δεν αφορά μόνο τους δίσκους της.
Παράλληλα με τα τραγούδια των άλμπουμ της της έχει γράψει τραγούδια για θεατρικές παραστάσεις και ταινίες – μάλιστα, για τη μουσική που συνέθεσε πέρσι σε συνεργασία με τον The Boy για την ταινία του «Winona» έλαβε το βραβείο καλύτερης πρωτότυπης μουσικής στα Βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Ίρις 2020. Έχει, επίσης, κυκλοφορήσει σε περιορισμένα αντίτυπα μία τριλογία από μικρά βιβλία που έχει γράψει μέσα στα χρόνια.
Οι «Φίλες» είναι ένας δίσκος που ξεχειλίζει από συναίσθημα, αγαπησιάρικος, καλοδουλεμένος, σύνθετος μέσα στην απλότητά του, για τον οποίο η Δεσποινίς Τρίχρωμη κόπιασε πολύ, πόνεσε πάρα πολύ, έγινε πολύ «ψείρας», αγχώθηκε, ξεαγχώθηκε, χάρηκε, ξενέρωσε, πέρασε πολλά μέχρι να βγει.
Η Δεσποινίς Τρίχρωμη δεν θέλει να μιλάει για τα τραγούδια της γιατί προτιμάει η μουσική της να μη συνδέεται με κάτι συγκεκριμένο, που να το έχει υποδείξει κιόλας ή ίδια. Και κάπως έτσι πρέπει να είναι η μουσική, γενικά: προσωπική εμπειρία και συναισθήματα, κάτι που ανακαλύπτει μόνος του ο κάθε ακροατής, χωρίς υποδείξεις και πολλές αναλύσεις.
Οι «Φίλες» είναι ένας δίσκος που ξεχειλίζει από συναίσθημα, αγαπησιάρικος, καλοδουλεμένος, σύνθετος μέσα στην απλότητά του, για τον οποίο η Δεσποινίς Τρίχρωμη κόπιασε πολύ, πόνεσε πάρα πολύ, έγινε πολύ «ψείρας», αγχώθηκε, ξεαγχώθηκε, χάρηκε, ξενέρωσε, πέρασε πολλά μέχρι να βγει. Τα οχτώ κομμάτια του, που είναι ηχογραφημένα με φυσικό πιάνο, με τη συμμετοχή και άλλων μουσικών και μιξαρισμένα σε αναλογική κονσόλα με τη βοήθεια του συνεργάτη της Γιώτη Παρασκευαΐδη, είναι προσωπικές μαρτυρίες καθημερινότητας ή αφηγήσεις για ανθρώπους αθέατους, που προσπερνάς χωρίς να προσέξεις. Όπως την «Κυρία που φροντίζει τα ζώα», το τραγούδι που ανοίγει το άλμπουμ και γράφτηκε μέσα στην καραντίνα, το τελευταίο τραγούδι που έγραψε για τον δίσκο και το μοναδικό όπου προέκυψαν πρώτα οι στίχοι και μετά η μουσική:
«Η κυρία που φροντίζει τα ζώα. Της αξίζει ένα τραγούδι. Τουλάχιστον / Πριν φροντίσει την αλογοουρά της θα ξυπνήσει με φιλιά τα γατιά της. Και φαγητό / Θα μιλήσει περνώντας σε όλους θα βρεθεί σε αόρατους κόσμους / Και πριν φτάσει η ώρα να κοιμηθεί θα αφήσει την πόρτα ανοιχτή / Όταν έχει ηλιόλουστη μέρα μας αφήνει στον πίσω αέρα. Και στην σκεπή / Κι όταν έρχεται άσχημη μπόρα μας μαζεύει σε μια όμορφη χώρα. Φιλόξενη / Θα μαλώσει αν διαπληκτιστούμε θα γελάσει αν στο χαλί κυλιστούμε / Και στο τέλος θα πει στα πολωνικά το τραγούδι από τα παλιά» τραγουδάει πάνω στο ηλεκτρονικό μοτίβο που δημιουργούν τα synth και σκέφτεσαι ότι είναι πολύ δύσκολο να τοποθετήσεις δίπλα σε κάτι άλλο ελληνικό τη μουσική της, όπως ήταν δύσκολο να τοποθετήσεις κάποτε και τα τραγούδια της Λένας Πλάτωνος.
Η μουσική συγγένεια που έχει με τη Nalyssa Green και την Kat/Κατερίνα Παπαχρήστου (Tango with lions), δύο επίσης ξεχωριστές περιπτώσεις της εγχώριας ποπ, δεν είναι τυχαία, είναι τα κορίτσια που τη συνοδεύουν όταν παίζει live και συμμετέχουν και στον δίσκο παίζοντας πλήκτρα και μπάσο αντίστοιχα, συνοδεύοντάς τη στα φωνητικά. Είναι οι «φίλες» της, όπως και η Πένυ και η Μαρία – υπαρκτά πρόσωπα, που βαφτίζουν με τα ονόματά τους δύο από τα τραγούδια του νέου άλμπουμ και δίνουν υπόσταση στην έννοια φιλία (είναι οι πιο παλιές φίλες της).
Ο εσωτερικός κώδικας επικοινωνίας –ανάμεσα στις φίλες– μπορεί να φαίνεται ακατανόητος για όσους δεν έχουν τη διάθεση να μπουν στον κόσμο της και να τον ερμηνεύσουν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα τραγούδια της είναι απρόσιτα για τους αμύητους. Όπως συμβαίνει με κάθε μορφή τέχνης, ο τρόπος που θα τα δεχτείς εξαρτάται από το προσωπικό σου υπόβαθρο: «Φεύγω απ' το σπίτι κι ας είπα ότι κάθομαι ακόμα για ένα ποτό / Πέταξα πάλι τις πάστες και μες στο συρτάρι έχω κρύψει καπνό / Κι όπως θα παίζεις μία αστεία μουσική εγώ θα σ' ερωτευτώ / Κι όσο κρατήσει μία ψεύτικη βροχή ποτέ δε θα πληγωθώ / Μπαίνω στ' αμάξι, χαρούμενη θέλω πως είμαι να προσποιηθώ / Παίρνω το δρόμο για το μαγαζί που για μένα κρατάω κρυφό / Όταν η θάλασσα θέλει παρέα εγώ μοναχή της κρατώ / Ποτέ της δε μου είπε πώς θα είμαι ωραία και πώς να αυτονομηθώ / Κι όπως θα παίζεις μία αστεία μουσική εγώ θα την τραγουδώ / Κι από τα χείλη μου βγαίνει με αλλιώτικη φωνή ποτέ δε θα πληγωθώ» τραγουδάει στην «Πένυ», το πρώτο τραγούδι που γράφτηκε για τον νέο δίσκο πάνω σε μία μελωδία στο πιάνο, που στη συνέχεια γίνεται ένα βαλσάκι με ηλεκτρονικό beat και αέρινα φωνητικά –της Kat– να συνοδεύουν τη φωνή της.
«Τα στολίδια» που ακολουθούν, γραμμένα για τη θεατρική παράσταση «Σκαλωσιά» της Μαριάννας Λιανού, είναι ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια του δίσκου, μια θηλυκή, αιθέρια μελωδία απίστευτης τρυφερότητας που ακούγεται σαν απόσπασμα από σάουντρακ του Franck Barcellini, με υπέροχους στίχους: «Τα στολίδια στην πίσω μεριά του δέντρου. Στην πίσω μεριά / Όλο ποθούν να διώξουνε το φέτος. Να διώξουνε / Δυο κορίτσια λίγο συζητούν και φεύγουν. Λίγο συζητούν / Κι ένα φίλος φεγγοβολά απ' το κέντρο. Φεγγοβολά / Κι όλο σκοπούς χαρούμενους συνθέτουν. Χαρούμενους». Λάμπει με τον ίδιο τρόπο που λάμπει το «Πάλι καλά», η καλύτερη στιγμή στο «Μπλουμ» της Nalyssa Green. Όπως λάμπει και το «Χιλιοστή φορά», ένα υποδειγματικό τραγούδι σύγχρονης ποπ, που αν έχει το airplay που του αξίζει –και δεν μείνει κρυμμένο μυστικό– θα είναι ένα από τα τραγούδια που στο μέλλον θα χαρακτηρίζουν το 2020:
«Κυριακές κοιτάζω τον θλιμμένο ουρανό μου / Και διστάζω να κοιτώ το φως του διπλανού μου / Εχθές είδα τα μάτια του στο φως του τηλεφώνου / Κοίταζε αστεία και μακάβρια δίχως ίχνος πόνου / Κάθε βράδυ με τραβάς όλο και πιο μακριά απ' τη στεριά. Και 'γω γυρίζω / Και σαν πρώτη τότε ονειρεύομαι για χιλιοστή φορά. Να μη γυρίσεις / Τα έχει όλα στην επαγγελματική του κάρτα / Και δεκαοχτώ pin σε συνδυασμούς μίας ατάκας / Οι γάτες μας δείχνουν μόνο για εμάς ενδιαφέρον / Και σφηνωμένα μέταλλα μέσα στη σάρκα φέρουν»...
Το κομμάτι –που δεν έχει και το πιο χαρούμενο θέμα, γιατί μιλάει για την κατάθλιψη, αυτή που βιώνουμε, σε σταθερή βάση, ή για κάτι γενικά από το οποίο προσπαθούμε να ξεφύγουμε, αλλά δεν τα καταφέρνουμε– έχει έξτρα πλήκτρα και φωνητικά από τη Nalyssa Green.
Οι «Φίλες» δεν έχουν αδύναμες στιγμές, όλα εδώ μέσα είναι τόσο προσεκτικά μελετημένα, τόσο «οδυνηρά» δομημένα που είναι δύσκολο να τα ξεχωρίσεις από το σύνολο. Το λιτό «Λοβ θιμ» με τον ήχο της live ηχογράφησης στο φυσικό πιάνο (μόνο πιάνο-φωνή) μιλάει για τον ανεκπλήρωτο έρωτα: «Πώς βαριέμαι να μιλάς σε άλλους. Να 'χα τον τρόπο για να σε κρατώ / Να 'χες τον τρόπο εγώ να περνώ φανταστικά / Χάθηκα στις ταπεινές σου μπλούζες. Να 'χα ένα τρόπο για να τις μαζέψω / Κι ένα τεράστιο χαλί να πλέξω / Στο ραδιόφωνο παίζει γνωστά και 'γω αδιαφορώ ψάχνω σήμα να βρω. Οριακό / Όλο την ώριμη παριστάνεις. Και 'γω σου κρύβω τόσα πράγματα / Μέτρησα τόσα συναισθήματα. Ανάμεικτα όπως το παγωτό που τρως / Θα 'θελα να σε πιστέψω μα δεν μπορώ. Ό,τι κι αν λες».
Το «Κάστρο» αρχικά γράφτηκε για την ταινία «Winona» του The Boy και αυτή είναι η δεύτερη εκτέλεση του κομματιού, με πιο ηλεκτρονικό ήχο, με beat και λίγο πιο χορωδιακό ύφος με τις Nalyssa και Kat: «Με ρωτάς αν θα 'ρθει στην ακτή κι αν το βρήκε στο χάρτη / Σου 'στειλα σήματα τρεις φορές μα δεν έχω σημάδι / Μου 'στειλες διαλεχτά καρτποστάλ με καρδούλες στην άκρη / Μάζεψα τις στιγμές σε κουτί να το κρύψω στην άμμο / Γέλασες δυνατά προσπαθείς να ξυπνήσεις το άστρο / Φύσηξα δυνατά σαν παιδί να γκρεμίσω το κάστρο».
Στη «Σιωπή για σένα» τραγουδάει «Δε με νοιάζει αν είναι αργά για μας. Με πειράζει να είμαι σιωπή για σένα / Κι ένα φλασμπάκ μου 'σκασε μια στιγμή. Χαμογελάς σαν έκρηξη», ενώ με τη «Μαρία» ο δίσκος κλείνει σαν teaser για προσεχώς με λίγες νότες από την κιθάρα του LOGOUT: «Όταν γίνεις μεγάλη τότε θα μάθεις πως δεν έπρεπε / Με τα δυο μου χέρια κλείνω το μισόκλειστο και δίνω / Ένα χάδι σ' όλα εκείνα που φαντάζουνε μακρινά / Και στις δυο ζωές μου κλείνω μυστικά που δεν γνωρίζω / Ομορφιά και αστεία λόγια. Κι αν δεν έχω πάλι δίνω / Μα έχω καρδιά. Και την άφησα. Να χορεύει εκτός. Και λιποθύμησα...».
Το εντελώς δικό της μέτρο στους στίχους δίνει στα τραγούδια μια ομοιογένεια που τα κάνει αναγνωρίσιμα, ακόμα και όταν διαφοροποιούνται ηχητικά. Τα πάντα στις «Φίλες» είναι ξεκάθαρα Δεσποινίς Τρίχρωμη και αυτό είναι κάτι που πλέον συναντάς πολύ σπάνια.
Οι «Φίλες» δεν είναι ένας δίσκος που τον αφήνεις να παίξει για να συνοδέψει ανώδυνα κάτι που κάνεις αφηρημένα, χρειάζεται προσοχή και καλή διάθεση για να αποκαλύψει τη δυναμική που κρύβει στα κομμάτια του. Είναι όμως ένας δίσκος προορισμένος για να αγαπηθεί, και θα αγαπηθεί πολύ από όποια/-ον ασχοληθεί μαζί του με την ευαισθησία που του αξίζει.
σχόλια