Πολλοί γνωρίζουν τον Τηλέμαχο Ζαγρέα από τις εμφανίσεις του δίπλα στον Θανάση Παπακωνσταντίνου (Πλαταμώνας, Αθήνα, Βερολίνο κ.ά., υπάρχουν τα σχετικά βίντεο στο YouTube ), ενώ άλλοι –δεν ξέρω αν είναι λιγότεροι ή περισσότεροι–, θα τον γνωρίζουν από την προσωπική πορεία του, τα βιβλία, τους δίσκους και τις συναυλίες του.
Όπως κι αν έχει, απ’ όποια διαδρομή και να συναντήσει κανείς τον Τηλέμαχο Ζαγρέα αποκλείεται να μη συγκρατήσει στη μνήμη του τον τρόπο και τη στάση του σκηνή και, κυρίως, εκείνα τα «περίεργα» που λέει κι ερμηνεύει (είτε στο πάλκο, είτε στους δίσκους). Από τον «Αννίβα», τον «Ο’ Σάλιβαν» και τον «Μπαρμπαλιάμτσο», μέχρι την «Τρανταφλιά», την «Αγία Πατρικία» και την «Τσουκνίδα»... ένα είναι σίγουρο. Ο τρόπος που φορμάρει τα τραγούδια του ο… διονυσιακός τραγουδοποιός είναι μοναδικός.
«Το Πάσχα του '71 είχα ένα βίωμα πνευματικό. Γιορτάζαμε σ' ένα φιλικό σπίτι και μέσα από τους παραδοσιακούς χορούς, πιασμένοι από τους ώμους κτλ., όλη αυτή τη σωματική επαφή, άρχισα να βλέπω τον "άλλο" σαν εταίρο, σαν κάποιον που να μπορείς να στηριχτείς. Αυτό ήταν για μένα κάπως σαν αποκάλυψη. Η δύναμη δηλαδή που είχε ο χορός και το δημοτικό τραγούδι».
Λαϊκός καλλιτέχνης και φιλόσοφος με αρχαιοελληνική αφετηρία, ο Τηλέμαχος Ζαγρέας, γεννημένος στον Παλιό Πλαταμώνα, στις πλαγιές του Ολύμπου, έχει έναν τρόπο να σου μεταφέρει αυθεντικές στιγμές της ζωής είτε συζητάς μαζί του, είτε τον ακούς να τραγουδάει με την Μπάντα των Σατύρων στο δικό του… olymporock ιδίωμα.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
— Γεννηθήκατε στον Όλυμπο, αλλά στις αρχές του ’60 βρίσκεστε στη Γερμανία…
Ναι. Ήταν ήδη ο αδερφός μου εκεί και πήγα για να δουλέψω και να σπουδάσω. Στην αρχή στο Ulm, μια πόλη κοντά στο Tubingen στο νότο, και από το ’61 στο Μόναχο. Έδωσα εξετάσεις για να μπω στο Φυσικό Τμήμα του Πανεπιστημίου. Φυσική, Χημεία, Μαθηματικά, μάθαινα και τη γλώσσα… Έμεινα μέχρι το ’71, κι όλη αυτή τη δεκαετία ήρθα μόνο δυο φορές στην Ελλάδα. Τη μία, για ν’ αγοράσω ένα μπουζούκι…
— Πώς ήταν όλα αυτά τα χρόνια στη Γερμανία; Και δεν εννοώ μόνο με τις σπουδές, αλλά και σε σχέση με τη μουσική…
Μπαίνοντας στη Σχολή, θυμάμαι τον καθηγητή των Μαθηματικών να μας λέει: «Τα ανώτερα Μαθηματικά είναι πολύ δύσκολα. Τον πρώτο χρόνο δεν θα πιάσετε τίποτα. Το δεύτερο κάτι θα καταλάβετε. Τον τρίτο, αν δεν τα καταφέρετε, καλύτερα ν’ αλλάξετε κλάδο». Κάτι έστριψε μέσα μου, τα παράτησα κι άρχισα ν’ ασχολούμαι με τη λεπτομηχανική. Έφτιαχνα κινηματογραφικές κάμερες. Εν πάση περιπτώσει, από το ’63 αφοσιώνομαι στη Φυσική, παρότι υπέφερα. Όπως γράφω: η ψυχή μου ζητούσε το απόλυτο και το εργαστήριο με αρρώσταινε. Έπαθα έλκος. Δυο χρόνια έτρεχα στους γιατρούς. Πάντως, το γεγονός ότι έμενα κοντά στο Schwabing, την καλλιτεχνική συνοικία του Μονάχου, μου έδινε τη δυνατότητα να έχω όλη εκείνη την επαφή και με το ροκ της εποχής, τον Dylan, ακόμη και τους Amon Düül αργότερα…
— Ασχοληθήκατε, πάντως, πρώτα με την ποίηση…
Ναι. Αυτά τα χρόνια έγραψα τα έξι ποιήματα του «Τόξου». Γράφοντας, το 1968, τον «Αητό» στη γερμανική, ήταν τότε που συνειδητοποίησα το μάταιο της επιστήμης να σώσει τον πλανήτη. Μάλλον το αντίθετο συνέβαινε…
— Και πώς αλλάζει η κατάσταση; Πώς μπαίνει στο παιγνίδι η αρχαία γνώση και ο διακτινισμός της στο σήμερα;
Το Πάσχα του ’71 είχα ένα βίωμα πνευματικό. Γιορτάζαμε σ’ ένα φιλικό σπίτι και μέσα από τους παραδοσιακούς χορούς, πιασμένοι από τους ώμους κτλ., όλη αυτή τη σωματική επαφή, άρχισα να βλέπω τον «άλλο» σαν εταίρο, σαν κάποιον που να μπορείς να στηριχτείς. Αυτό ήταν για μένα κάπως σαν αποκάλυψη. Η δύναμη δηλαδή που είχε ο χορός και το δημοτικό τραγούδι.
Επιστρέφοντας στο σπίτι μου συνέχισα τη γιορτή με κάτι φίλους. Με το που έφυγαν έβαλα, έτσι όπως ήμουνα μόνος, να χορέψω το τσιφτετέλι «Το μπουζούκι μου έχει κέφια» του Βαγγέλη Περπινιάδη (σ.σ. φοβερό κομμάτι). Άρχισα να ουρλιάζω. Κραυγές από αρχαία ζώα έβγαιναν από μέσα μου, φόβοι και δαίμονες ώστε και ο ίδιος ανατρίχιαζα. Τα γράφω και στο βιβλίο μου. Όταν «καθαρίστηκα» πήγα και κοίταξα στον καθρέφτη. Βλέπω ένα ωραίο παλληκάρι. Τότε ήταν, όταν «άνοιξε» το κεφάλι μου και μπήκε μέσα η θεϊκή ενέργεια.
— Με τη μουσική, εσείς ο ίδιος, πότε μπλέξατε;
Τότε, εκείνη την εποχή. Ήμουν αυτοδίδακτος στο μπουζούκι, τον τζουρά και τα λοιπά. Τραγούδαγα κιόλας. Έπαιζα για βιοπορισμό ας πούμε σε γερμανικά μαγαζιά, στο Μόναχο. Ρεμπέτικα κυρίως. Τ’ άκουγαν οι Γερμανοί και φώναζαν… «Πλαταμόν-μπλουζ»! Είχα παίξει σ’ ένα από τα καλύτερα μαγαζιά του Μονάχου, το Song Parnass. Εκεί είχα γνωρίσει έναν μεγάλο του μπλουζ, τον πιανίστα Curtis Jones (σ.σ. ο Curtis Jones πέθανε στο Μόναχο την 11/9/1971). Υποκλινόταν όταν μ’ άκουγε. Από ’κει μου έμεινε και το καπέλο.
«Το Λόγο Έχει ο Ζευς» είναι το άλμπουμ-τομή του Τηλέμαχου Ζαγρέα. Φοβερή η μπάντα συνοδείας... με τα δύο μνημειώδη τραγούδια τού ολύμπιου τραγουδοποιού, τον country-rock απέθαντο «Μπαρμπαλιάμτσο» και την desertrock τσαχπίνα «Τρανταφλιά» να βρίσκονται στην αρχή και να ξεσκίζουν.
— Υπάρχουν φήμες πως ο Curtis Jones, ένας αγαπημένος blues man, είχε εμφανιστεί στην Ελλάδα στα μέσα του ’60! Πόσο θα ’θελα να τον είχατε ρωτήσει αν ήταν αλήθεια… Επιστρέφετε όμως κάποια στιγμή…
Το καλοκαίρι του ’71… και περιπλανιέμαι στο Πήλιο, στη Σκόπελο, στο Άγιο Όρος, στην Αθήνα. Το Μάρτιο του ’72 πιάνω Κρήτη. Έψαχνα ένα μέρος για διαλογισμό. Στην Κρήτη διαπίστωσα πως αν έπρεπε κάτι να κάνω θα έπρεπε να υψώσω τη φωνή μου. Γύρισα λοιπόν στην Αθήνα αποφασισμένος να μιλήσω. Βρίσκω τους φίλους μου, τους μαθητές μου… και τον Ιούνιο του ’72 επιστρέφω στο Μόναχο, όπου βρίσκω άλλους έξι φίλους μου, μαθητές μου. Το φθινόπωρο ήταν, όταν μου αποκαλύπτεται ο Νόμος. Ο Νόμος της ζωής, της αγάπης και της ένωσης, ηθικός και φυσικός μαζί. Κάπου εκεί γυρίζω και πάλι στην Ελλάδα. Ήταν κι ο στρατός στη μέση…
— Δύσκολη η συνέχεια;
Ας πούμε δύσκολη. Στην Ελλάδα ήταν χούντα και με κάποιο τρόπο έπρεπε να καθαρίσω και με το στρατό. Βασικά, έπρεπε να υπηρετήσω 4 χρόνια, γιατί ήμουν ανυπότακτος. Δεν υπήρχε περίπτωση. Ξέμπλεξα εν πάση περιπτώσει, και αρχές Νοεμβρίου του ’73 κατεβαίνω από τη Λάρισα στην Αθήνα. Μια βδομάδα αργότερα γίνεται το Πολυτεχνείο. Δεν κάνω τίποτα. Ψάχνω κόσμο. Από το ’73 έως το ’87 ζω στο χωριό, στον Όλυμπο, και τους χειμώνες πάω στη Γερμανία.
— Πότε ξεκινήσατε να δίνετε τα πρώτα live στην Ελλάδα;
Αρχές ’81 ή ’82 πρέπει να ήταν, όταν ξεκινώ να παίζω στο κάμπινγκ, στον Πλαταμώνα. Τέσσερις ώρες πρόγραμμα, μόνος μου, με ρεμπέτικα τραγούδια. Από ’κει μαζεύω κάποια χρήματα, και ξεκινώ να χτίζω το σπίτι μου στο βουνό. Σπίτι και ταβέρνα μαζί, όπου και συνεχίζω να παίζω. Γράφω και το πρώτο μου τραγούδι στην Ελλάδα, τον «Αννίβα», που ήταν ρεμπετόμορφο.
Εδραπέτευσε ο Αννίβας
απ’ την έρημο της Σίβας
κι έχει πια αποφασίσει
τη Σαχάρα να διασχίσει.
Πέρασε μεγάλες νίλες
ώσπου να βρει δυο καμήλες
και κοπάδι ελεφάντων
μεσ’ τη χώρα των Ατλάντων.
Ποιος τον πιάνει τον Αννίβα;
Τούτος τρέχει σαν τον Λίβα!
Με ανάλαφρο ποδάρι
πάτησε το Γιβραλτάρι
και με λύσσα και μανία
χύμηξε στην Ισπανία.(…)
Με ορμή και φλόγα νέα
διάβηκε τα Πυρηναία
και με τύμπανα και σάλπεις
εσκαρφάλωσε στις Άλπεις.
Πέρασ’ όλα τα βουνά
φορτωμένος με χουρμά
κι εκατό κιλά ν’ αφήσει
έφτασε στο Καρπενήσι.
Καλωσόρισες Αννίβα
έμπα μέσα στην καλύβα
έμπα μέσα στην καλύβα
πιάσε το λουλά κι εβίβα!».
— Πολύ καλός ο «Αννίβας», αλλά το σώσε γίνεται με τον «Μπαρμπαλιάμτσιο» και την «Τρανταφλιά»… Πώς προέκυψε το ροκ;
Πρέπει να ήταν 1985-86. Ο Μπαρμπαλιάμτσιος ήταν ένας γέρος, που γύρναγε στα χωριά, εκεί γύρω από τον Πλαταμώνα. Ήταν εντελώς ελεύθερος άνθρωπος, χειροδύναμος και δούλευε σε κήπους. Ήταν όμως απίστευτα αφελής και το πρόσωπό του ήταν γεμάτο γλύκα. Κοιμόταν όπου έβρισκε, κι όταν έβρεχε την έπεφτε στο σταθμό κάτω από τα τρένα. Ο Μπαρμπαλιάμτσιος σκοτώθηκε. Τον πάτησε νταλίκα. Τότε μου βγήκε κατ’ ευθείαν αυτό το τραγούδι, που είναι κάπως κάντρι-ροκ, και τραγουδισμένο στη δικιά μας γλώσσα.
Ύστερα ήρθαν τα μαντάτα
στην Καρδίτσα σι μια στράτα
πως τον πάτσι μια νταλίκα
ψέμα, παραμυθ’ τρανό
ιγώ τουν έχου ζωντανό.
Γεια σου γέρο Μπαρμπαλιάμτσιου
μι του ξεσκισμένου πκάμσου
του πανταλον’ του λασπομένου
μι του ματ’ του καθαρό
χαίρουμι να σι τηρώ!
Το ίδιο και η Τρανταφλιά είναι υπαρκτό πρόσωπο, ξαδέρφη μου, που παντρεύτηκε στον κάμπο…
Ήταν ζωηρή κι αστεία
μα ’μπλιξι μ’ ένα λοχία
κι μας έφυγι μακριά
πέρα στ’ Μαλαθριά.
Δεν ήθελις τον Παντιλή
σ’ έρχονταν κουντός πουλύ
δεν ήθελις κι του Θανάσ’
που να σι χορτάσ’.
Αυτό μου βγήκε εντελώς ροκ.
— Η «Τρανταφλιά» βγήκε το ’05. Το ’08 βγάλατε «Του Ουρανού τα Τέκνα» και το ’12 την «Κρίση του Κρόνου»…
Ναι, βέβαια, η «Κρίση του Κρόνου». Είναι 12 τραγούδια. Τα πρώτα έξι αποτελούν το «Τόξο» και τα υπόλοιπα έξι την «Κρίση». Τα πρώτα τέσσερα από το «Τόξο» αναφέρονται στην Ηδονή, την Οδύνη, τη Μνήμη και το Σκοπό και είναι άλλο ζωναράδικο, άλλο ροκ, άλλο μπολέρο, άλλο μπαλάντα... Υπάρχουν ακόμα μπλουζ, ρέγγε, ρεμπετόμορφα… Σ’ αυτό το άλμπουμ αμόλησα τη ψυχή μου στο απόλυτο.
Η ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
1.
Legende/ Ο Θρύλος/ Modern Rebetiko
GER. Raumer Records RR 10396 – 1996
(Τηλέμαχος Ζαγρέας μπουζούκι, τζουράς, φωνή, Θέμης Λεπενός κιθάρα, μπαγλαμάς, Τάκης Ζαχαριάς μπουζούκι, μπαγλαμάς, Βάνιας Καλπακίδης κρουστά, Νίκος Χασιρτζής τζουράς, Jurgen Wendlandt didgeridoo, Jochen Gress βιολί)
Η εισαγωγή με το didgeridoo στον «Αητό» μπορεί να είναι αναπάντεχη, αλλά η συνέχεια είναι αυτή που πρέπει. Σ’ ένα CD που έχει γίνει και για τους Γερμανούς, αφού οι τίτλοι, οι στίχοι και οι σημειώσεις είναι τυπωμένες στα γερμανικά, ο Ζαγρέας τραγουδά στη γλώσσα μας τραγούδια ρεμπετοειδή, άπαντα βουτηγμένα σε μια λαϊκή θυμοσοφία. Εδώ η πρώτη εκτέλεση του «Αννίβα», του «Μωυσή», του «Χουρχουλέ» και της «Πυρκαϊάς», τραγούδια που θα αποτελέσουν στην πορεία κάτι σαν στάνταρντ.
2.
Schlangen Aller Länder/ Φίδια Όλων των Χωρών/ Olymporock
GER. Private – 199?
(Τηλέμαχος Ζαγρέας μπουζούκι, τζουρά, φωνή, Oruc Gurbuz βιολί, φλάουτο, κλαρινέτο, σαξόφωνο, κρουστά, Θέμης Λεπενός κιθάρα, Manfred Gruber ηλεκτρική κιθάρα, Andreas Spiess bass guitar, Michael Jack κοντραμπάσο, Stefan Strali Strahl ντραμς)
Για πρώτη φορά σ’ αυτό το γερμανικό CD, που κυκλοφορεί προς τα τέλη των 90s, γίνεται λόγος περί… olymporock. Ο Ζαγρέας με έλληνες και γερμανούς μουσικούς παρουσιάζει δώδεκα κομμάτια, που ξεχωρίζουν για τις περίεργες ενοργανώσεις τους (σαξόφωνα και φλάουτα, μαζί με ηλεκτρικές κιθάρες, τζουράδες και μπουζούκια) και βεβαίως για τα λόγια. Μισά στη γλώσσα μας, μισά στα γερμανικά, τα συγκεκριμένα τραγούδια αρχίζουν να… ενώνονται μεταξύ τους, δημιουργώντας το πιο βαθύ προσωπικό στυλ τού Ζαγρέα – εκείνο, εννοώ, που θα γνωρίζαμε όλοι μας τα πιο πρόσφατα χρόνια. Βεβαίως είναι άλλο φτιάξιμο ν’ ακούς ρεμπετοειδή στα γερμανικά (“Schnecke”, “Decke in Berlin”…), όταν όμως μπαίνει το “Tante rose”… ώπα λες… κι έρχεσαι στα ίσα σου. Η πρώτη εκδοχή της «Τρανταφλιάς» είναι γεγονός – τραγούδι που μαζί με το γερμανόφωνο “Der schüchterne” (Ο ντροπαλός) αποτελούν τα highlights του CD.
3.
Το Λόγο Έχει ο Ζευς/ Olymporock
Καθρέφτης ΤΖ 101 – 2005
(Επίδαυρος Αποστολάκης-Μπαντούκ κιθάρα φυσαρμόνικα, Δημήτρης Μυστακίδης ακουστική κιθάρα, Δημήτρης Μπασλάμ κοντραμπάσο, Παντελής Στόικος τρομπέτα, καβάλ, Αλέξης Αποστολάκης ντραμς, Δημήτρης Κυριακού σαξόφωνο, Γιώργος Αβραμίδης τρομπέτα, Στέλιος Μοσχογιάννης σαξόφωνο, Νίκος B.J. κιθάρα μπάσο πλήκτρα, Πάνος Παπάζογλου κιθάρα, Δημήτρης Κεραμάς τουμπερλέκι, Τηλέμαχος Ζαγρέας banjo, τζουράς)
Το άλμπουμ-τομή του Τηλέμαχου Ζαγρέα. Φοβερή η μπάντα συνοδείας, με μουσικούς που διέπρεπαν και διαπρέπουν στον μεταξύ του ροκ και της τζαζ χώρο, και με τα δύο μνημειώδη τραγούδια του ολύμπιου τραγουδοποιού, τον country-rock απέθαντο «Μπαρμπαλιάμτσο» και την desert rock τσαχπίνα «Τρανταφλιά» να βρίσκονται στην αρχή και να… ξεσκίζουν. Δεν είναι όμως τα μόνα. Ανάμεσα το «Φίδια ιπτάμενα» (με τη φοβερή πενιά του Μπαντούκ), τα blues-rock «Ο αρουραίος» και «Κουβέρτα στο Berlin», το χαρντροκάδικο «Χρυσός, λίβανος και γύρη», το… mariachi-rock «Το κλήμα», το ραπάρισμα στο «Το λόγο έχει ο Ζευς»… Όπως διαβάζουμε και στο ένθετο:
«Τα τραγούδια του δίσκου αυτού είναι ένα μέρος από το έργο του Τηλέμαχου Ζαγρέα “Το Λόγο έχει ο Ζευς”, που κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Ερωδιός. Το έργο αυτό δείχνει πως το “Μεγάλο Πνεύμα” που ενοποιεί αρμονικά τις δυνάμεις αυτού του πλανήτη, επέλεξε τον Όλυμπο σαν σημείο αναφοράς και τον Τηλέμαχο Ζαγρέα σαν εκφραστή του. Τα τραγούδια συνοδεύουν το ταξίδι του ανάμεσα σε σειρήνες και μάγισσες, τιτάνες και γίγαντες, θεούς και δαίμονες. Κάθε τραγούδι εκφράζει μια από τις δώδεκα ιδιότητες του Δία, που αντιστοιχούν στους δώδεκα ολύμπιους θεούς: ο γαλανομάτης Μπαρμπαλιάμτσος εκφράζει τον κυανοχαίτη Ποσειδώνα, η Τρανταφλιά με την κατσίκα την Αρτέμιδα, στον Ο’Σάλιβαν έχουμε τους υπερβόρειους του Απόλλωνα, η Κουβέρτα στο Berlin έχει τον αέρα και την ορμή του Άρη, η Γύρη τον ερωτισμό της Αφροδίτης, οι Πλακατζήδες την μαστοριά του Ήφαιστου κ.ο.κ. Πάντα όμως είναι ο Ζευς που συνταυτίζεται με κάθε ον(…)».
4.
Του Ουρανού τα Τέκνα/ Heavens Children
Καθρέφτης ΤΖ 102 – 2008
(Τηλέμαχος Ζαγρέας τζουράς, banjo, κρουστά, Κώστας Ζαφειρίου γόνα, μπαγλαμάς, Ελίνα Ζιάκα φωνητικά, Παναγιώτης Ζιούρας βιολί, Νικόλας Καζάζης ακουστική κιθάρα, μπάσο, Βάγια Κοντού φωνητικά, Αποστόλης Κωτούλας κουτάλια, κομπολόι, David Lynch σαξόφωνο, Ζεύξιππος Μερμίγκης φλάουτο, φωνητικά, Λύσιππος Μιχαηλίδης ηλεκτρική κιθάρα, φωνητικά, Φάνης Πλουμής ακουστική κιθάρα, μπάσο, Ναπολέων Σαριπανίδης μπουζούκι, μπαγλαμάς, Παντελής Στόικος καβάλ, Γιάννης Τζιμαπίτης ντραμς, congas, bongos, Έκτωρ Τσολάκης djembe, νταρμπούκα)
Ο Ζαγρέας, ως νέος Στελλάκης (Περπινιάδης), ξεκινά του «Ουρανού τα Τέκνα» με τον «Αννίβα», σ’ ένα άλμπουμ λαϊκό-λαϊκό, χωρίς ιδιαίτερες ροκιές και τα τοιαύτα. Πολλά τραγούδια είναι ήδη γνωστά από τα προηγούμενα CD («Αχιλλέας», «Πυρκαϊά», «Αγριόμαγκας», «Χουρχουλές», «Ένοχος», «Ο Μασσάι»…), όμως εδώ η ωραία ορχήστρα τούς δίνει άλλη όψη. Ξεχωρίζω από τα λιγότερο γνωστά την «Επιφυλακή» (ωδή σ’ ένα ελεύθερο κορίτσι), την «Αφροδίτη», τη «Νύχτα στη Νέα Υόρκη» («Με βροντές κι αστροπελέκια/ διώξαμε όλα τα τσουτσέκια… Κι όταν γίναμε ωραίοι/ κάψαμε το Μπροντγουέι»), αλλά και τη ροκ μπαλάντα «Του έρωτα τα μαθηματικά» (καθώς ζευγαρώνεσαι στο τρένο με την… υποτείνουσα της ψυχής σου).
5.
Διονύσου Ανάσταση – Δρόμων
ISBN 978-960-694-039-2 – 2009
Βιβλίο είναι αυτό (με τη κοσμοθεωρία του Ζαγρέα και στίχους από τα τραγούδια του), που κλείνει όμως μ’ ένα σιντάκι. Έξι «επιτυχίες» (Αννίβας, Αχιλλέας, Μπαρμπαλιάμτσος, Τρανταφλιά, Σαλώμη, Αχινός), για όσους «πέσουν» πρώτα πάνω στο βιβλίο και μετά στα τραγούδια…
6.
Η Κρίση του Κρόνου
Καθρέφτης ΤΖ 003 – 2012
(Παίζει η Μπάντα των Σατύρων: Χαρίτων Χαριτωνίδης γκάιντα, Κώστας Μιχαηλίδης ηλεκτρική κιθάρα, Γιάννης Μερμίγκης φλογέρες, σαξόφωνο, κλαρίνο, μπαγλαμά, Γιώργος Σκουλιδάκης ντραμς, Ιάσων Τάτσης ντραμς, Αριστείδης Χατζησταύρου κιθάρα, Διονύσης Μακρής κοντραμπάσο, Στέφανος Φίλιος βιολί, Μπάμπης Πολιτόπουλος μπουζούκι, Μαρία Πλουμή λαούτο, Τάσσος Στάβερης λύρα, Σόλης Μπαρκή κρουστά, Σπύρος Γανζίας τρομπέτα, τρομπόνι, Κλέαρχος Χαλούλος bass guitar, Δημήτρης Τσεκούρας κοντραμπάσο, Σταύρος Παργινός τσέλο, Γιάννης Μουτσάκης κρουστά, Τηλέμαχος Ζαγρέας τζουράς)
Γράφει ο ίδιος ο Τηλέμαχος Ζαγρέας στο ένθετο:
«Η συλλογή ‘Η Κρίση του Κρόνου’ είναι το τρίτο συνθετικό μέρος μιας τριλογίας με πρώτο μέρος ‘Το Λόγο Έχει ο Ζευς’ (2005) και δεύτερο το ‘Του Ουρανού τα Τέκνα’ (2008). Το όλο έργο μπορεί να ονομαστεί ‘Διονύσου Λειτουργία’ και είναι μια προσπάθεια, με όπλο το γέλιο και τη σάτιρα, να χτυπήσουμε κάθε είδους απάτη και να δείξουμε το δρόμο για την επαφή με το ζωντανό πνεύμα της αλήθειας που δίνει νόημα και ομορφιά στην αιώνια περιπέτεια που λέμε ζωή. Τα έξη τραγούδια που αποτελούν την ενότητα του Τόξου γράφτηκαν σαν ποιήματα (τρία στην ελληνική και τρία στην γερμανική γλώσσα) τη δεκαετία του ’60 όταν ήμουν φοιτητής στο Μόναχο, τα άλλα έξη αποτελούν την ενότητα Κρίση και γράφτηκαν αργότερα (τα τρία, τα τελευταία τρία χρόνια)».
Τα τραγούδια του Ζαγρέα, όπως έχουμε πει και πιο πάνω έχουν γήινο, πηγαίο και θυμόσοφο χαρακτήρα. Πιάνονται συχνά από γεγονότα ή παραγεγονότα της Ιστορίας, τα οποία, καθώς μετατρέπονται σε στίχους με πνευματώδεις ομοιοκαταληξίες, επιχειρούν να περιγράψουν καταστάσεις του σήμερα. Έτσι, τα κομμάτια –τα οποία περαιτέρω επενδύονται με ποικίλα ηχοχρώματα, από jazz, rock και blues, μέχρι rap δημοτικά και ρεμπέτικα– αποκτούν έναν world, με την έννοια του πανανθρώπινου, χαρακτήρα. Περιγράφουν… ζωώδεις καταστάσεις της ζωής, έχοντας ως βασικό τους στόχο να ιχνηλατήσουν έναν καινούριο, αλλά παμπάλαιο, τύπο ανθρώπου, ο οποίος ζει σε αρμονία με τη Φύση, γευόμενος τους καρπούς της σε χρόνο πρώτο… άνευ καρτέλ και μεσαζόντων. Δείγμα:
Η φύση έχει ξεφάντωμα
γιορτή και πανηγύρι
Κι οι καλεσμένοι που ’ρχονται
πεινάνε και διψούν.
Κερνάει η κυρά απλόχερα
γεμάτο το ποτήρι
κι αυτοί ρουφούν αχόρταγα
κι από χαρά μεθούν.
Πολλοί με τα θαμβωτικά
μεθούν μαργαριτάρια
κι άλλοι με τα ξωτικά
του δάσους μανιτάρια
κι άλλοι με τα μαγικά
του δάσους μανιτάρια
του Μανιτού τα φτερωτά
τα ξύπνια πεταχτάρια!
Φύση μάνα μας σοφή
και φίλη σε ρωτάμε
ποια είναι η μέθεξη η σωστή
τι αξίζει να τιμάμε;
Του θείου Βάκχου το κρασί
φωτιά που καίει τα στήθια
τη μέθη φέρνει την ιερή
που βγάζει την αλήθεια!
Η «Αγία Πατρικία», που έχει ένα νησιώτικο/κέλτικο άρωμα, το ψευδορεμπέτικο «Οι αφεντάδες», η διονυσιακή Τσουκνίδα, το rap του Μωυσέως, η τζαζχιώτικη Ευδοξία, η κρητική ιστορία του Μινώταυρου, η βυζαντινή ροκιά της Βέργας είναι μερικά μόνον από τα τραγούδια του Τηλέμαχου Ζαγρέα, που μπορεί να μας κρατήσουν ωραία συντροφιά κι αυτό το καλοκαίρι, μαζί, πάντα, με τα απαραίτητα… πολεμοφόδια.
Ψηλά τα ποτήρια… Ευοί-ευάν, ευοί-ευάν, ευοί-ευοί-ευάν…
σχόλια