"Η Όπερα βγήκε απ'τον Παράδεισο" είναι ένα μουσικό θέαμα σε σε κείμενο και σκηνοθεσία της Κ. Δημοπούλου, με μουσική των G. Verdi, G. Bizet, G. Rossini, G. Puccini, W.A. Mozart, C. Saint-Saens και J. Offenbach.
Σ' αυτό, τέσσερις διάσημοι λυρικοί τραγουδιστές πεθαίνουν σε αεροπορικό δυστύχημα και βρίσκονται μπροστά στις πύλες του Παραδείσου. Εκεί τους περιμένει ένας μυστηριώδης άνδρας, ο οποίος τους λέει ότι για να μπουν στον Παράδεισο, πρέπει να περάσουν από ακρόαση.
Πόση αλήθεια υπάρχει στο στερεότυπο της "ντίβας της όπερας"; Παίζετε με αυτά τα στερεότυπα στο έργο;
Οι χαρακτήρες του έργου είναι καρικατούρες και η καρικατούρα υπερτονίζει τα υπερβολικά στοιχεία ενός ρόλου και τον τρόπο με τον οποίο τον βλέπει (ή θέλει να τον βλέπει) το κοινό. Το στερεότυπο όμως της "ντίβας" στις μέρες μας έχει μόνο το όνομα και όχι τη χάρη.
Η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις στον κόσμο, οι "ντίβες της όπερας" δεν υπάρχουν πια και τη θέση τους έχουν διεκδικήσει και πάρει, επί της ουσίας, μαέστροι, σκηνοθέτες, καλλιτεχνικοί διευθυντές και άλλοι σε θέσεις "εξουσίας".
Με λύπη μου βλέπω ότι, χρόνο με τον χρόνο, ο τραγουδιστής, που είναι η ουσία της όπερας, ο "μπροστάρης", γίνεται όλο και πιο ασήμαντος για ένα θέατρο. Μας συμπεριφέρονται με απαξίωση, δεν αναγνωρίζουν την αξία μας, πληρωνόμαστε άσχημα και ειδικά στην χώρας μας είμαστε σχεδόν "πολίτες 3ης κατηγορίας" ενώ οι ξένοι τραγουδιστές που καλούνται να τραγουδούν εδώ έχουν πολύ καλή μεταχείριση από το κύκλωμα: καλύτερα λεφτά, καλύτεροι ρόλοι, άμεσες πληρωμές, είτε είναι γνωστοί είτε άγνωστοι. Άρα αυτό που θα δει κάποιος στο έργο μου, είναι στην πραγματικότητα παρελθόν.
Είναι μια ιδέα που έχει ο κόσμος για μας από μια άλλη εποχή, που η όπερα "γεννούσε" πραγματικούς σταρ. Οι τελευταίες πραγματικές "ντίβες της όπερας" είναι πια λίγες και κάθε μέρα "φεύγει" κι ακόμη μία. Οι πρωταγωνιστές μου βιώνουν για λίγο- έστω και μέσω της καρικατούρας- μια πραγματικότητα που μάλλον δε θα βιώσουν ποτέ πια στη ζωή τους, το δε κοινό απολαμβάνει τους χαρακτήρες αυτούς γιατί δε φοβούνται να δείξουν τις ατέλειές τους και εκπέμπουν δύναμη και αίγλη μιας άλλης εποχής.
Η επαρχία ακόμη στερείται της όπερας. Ευτυχώς, το Ίδρυμα Νιάρχος στηρίζει τον περιοδεύοντα θίασο της ΕΛΣ, την "Όπερα Βαλίτσα" όπως λέγεται, που δημιουργήθηκε το 2011 ώστε να πηγαίνουν παραστάσεις και στην επαρχία.
Πώς αποφασίσατε να δημιουργήσετε το έργο;
Όπως όλοι οι Έλληνες, διακατέχομαι από μεγάλη αγάπη για το θέατρο. Παράλληλα όμως, μεγάλωσα με την κλασική μουσική, κάτι αρκετά "ξένο" στην χώρα μας. Αυτές οι δύο αγάπες ήταν η αιτία που ασχολήθηκα με την όπερα, που συνδυάζει το θέατρο και την κλασική μουσική. Όταν πέρυσι τον χειμώνα οι ιδιοκτήτες του πολυχώρου "Αίτιον" στην Αθήνα εμπιστεύτηκαν σε μένα και τον Φίλιππο Μοδινό τον χώρο τους για να ανεβάζουμε δρώμενα σχετικά με την όπερα, αποφασίσαμε, μεταξύ άλλων, να κάνουμε κι ένα Οpera Gala. Σκέφτηκα όμως ότι θα ήταν πιο ευχάριστο για τον κόσμο που έρχεται να μας δει και να πιει το ποτό του, να λάβει την μουσική ως μέρος μιας ιστορίας κι έτσι, χωρίς να δώσω κάποιο βάρος στην ιδέα, έγραψα μια ιστορία που θα συμπεριλάμβανε όλα τα διάσημα έργα που τραγουδιούνται σε ένα Opera Gala. Συνδυασμό θεάτρου πρόζας και μουσικής όπερας, είχε ήδη κάνει με επιτυχία η Τζένη Δριβάλα, η μεγάλη αυτή Ελληνίδα τραγουδίστρια, της οποίας η δημιουργικότητα και το ταλέντο οποία αποτελεί έμπνευση για μένα (και η οποία πρωταγωνιστεί μαζί μας στις επόμενες παραστάσεις). Μόλις τελείωσε το έργο όμως και αρχίσαμε τις σκηνικές πρόβες, η πρόζα πήρε μεγάλη δύναμη και σχεδόν υπερίσχυσε της μουσικής κι έτσι δημιουργήθηκε, τυχαία, ένα καινούργιο θεατρικό είδος: θέατρο για λυρικούς καλλιτέχνες. Μετά την πρεμιέρα μας στην Αθήνα, το καινούργιο αυτό "είδος" φαίνεται να ευδοκιμεί από τότε. Ίσως τελικά αυτό το "μεταλλαγμένο είδος" που ξεπήδησε από μια σύγχρονη κατάσταση, να είναι κάτι σαν "Δούρειος Ίππος" για την όπερα, η οποία δυσκολεύεται να κερδίσει καινούργιο κοινό. Όπως και να έχει, είναι μια ξεκαρδιστική ιστορία, με πολύ παρασκήνιο, που "πιάνει" όλες τις ηλικίες και όλα τα γούστα: ποιος άλλωστε δε θέλει να δει πίσω από την λαμπερή αυλαία της όπερας, όταν τελειώνει η παράσταση;
Μιλήστε μου λίγο για το πώς δένεται η μουσική με την πλοκή...
Πρόκειται για μια "μαύρη"κωμωδία, ή, όπως μου αρέσει να το ονομάζω εγώ, "λυρική επιθεώρηση". Τέσσερις διάσημοι λυρικοί τραγουδιστές (σοπράνο, μέτζο σοπράνο,τενόρος και βαρύτονος- οι τέσσερις βασικές φωνές της όπερας) χάνουν τη ζωή τους σε αεροπορικό δυστύχημα. Χωρίς να έχουν συνειδητοποιήσει τι τους συνέβη, βρίσκονται όλοι μαζί σε έναν χώρο αναμονής, που οι ίδιοι θεωρούν ότι είναι το θέατρο στο οποίο πηγαίναν για να συναντήσουν έναν παραγωγό και να περάσουν από ακρόαση. Εκεί τους περιμένει ένας μυστηριώδης άνδρας ο οποίος τους πληροφορεί ότι έχουν πεθάνει και ότι, για να μπουν στον Παράδεισο, πρέπει να περάσουν από... ακρόαση.
Αφού τραγουδήσουν, ο μουσικός τους λέει ότι δεν τα κατάφεραν και ότι θα πρέπει να παραμείνουν στην αίθουσα αναμονής και να μελετήσουν μαζί του, έως ότου είναι έτοιμοι να ξαναπεράσουν από ακρόαση. Στο τέλος του έργου υπάρχει μια ανατροπή, την οποία θα μου επιτρέψετε να μην αποκαλύψω! Η μουσική δένει με την πλοκή, ακριβώς επειδή η κατάσταση είναι μια κατάσταση ακρόασης. Πολλά από τα κομμάτια τραγουδιούνται από τους πρωταγωνιστές γι'αυτόν τον σκοπό. Σκηνοθετικά, αυτά που συμβαίνουν επί σκηνής κατά τη διάρκεια των κομματιών, δανείζονται στοιχεία από τους ρόλους και τις ιστορίες των έργων από τα οποία προέρχονται, ταυτόχρονα όμως προσαρμόζονται και στην τρέχουσα ιστορία, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση απόλυτα κατανοητή στον θεατή, χωρίς να χρειάζονται καν υπέρτιτλοι. Ο κόσμος γελάει και ευχαριστιέται την υπέροχη μουσική χωρίς να χρειάζεται να έχει "γνώση" για την όπερα και για μένα, αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Βρήκα ενδιαφέροντες τους ήρωες. Θέλετε να μας τους παρουσιάσετε με λίγα λόγια;
Οι ρόλοι δεν έχουν πραγματικά ονόματα, αλλά παίρνουν το όνομά τους από την πραγματική ιδιότητά των τραγουδιστών. Έτσι έχουμε την "Σοπράνο", την "Μέτζο", τον "Τενόρο", τον "Βαρύτονο" και τον "Μουσικό". Οι χαρακτήρες των τραγουδιστών είναι καρικατούρες, βασισμένες σε κοινά χαρακτηριστικά που διέπουν τον χαρακτήρα ενός τραγουδιστή και που είναι άμεσα συνυφασμένα με το ρεπερτόριό του. Οι σοπράνο είναι οι πρωταγωνίστριες στις όπερες κι έτσι παρουσιάζεται και στο έργο ο ρόλος της "Σοπράνο": αυτάρεσκη, σνομπ, τελειομανής, απαιτητική. Η συμπεριφορά της είναι κομψή, μέχρι να γίνει κάτι το οποίο δεν εγκρίνει.
Οι μέτζο πάλι, όταν πρωταγωνιστούν, έχουν συνήθως ρόλους μοιραίων γυναικών. Η "Μέτζο" μου λοιπόν, είναι χαλαρή, λίγο σνομπ, τονίζει την σεξουαλικότητά της με κάθε ευκαιρία, φλερτάρει έντονα και φυσικά, έρχεται σε αντιπαράθεση με την ανταγωνίστριά της, "Σοπράνο". Οι τενόροι, είναι οι απόλυτοι σταρ της όπερας και όταν είναι διάσημοι, είναι και οι πιο καλοπληρωμένοι. Ο "Τενόρος" μας είναι διάσημος και διακατέχεται από μια φυσική υπεροχή, όπως ένας πραγματικός αρχηγός. Είναι αδιάφορος συναισθηματικά απέναντι στην κατάσταση και μόνο η "Μέτζο" φαίνεται να μπορεί να του τραβήξει την προσοχή από το... ποδόσφαιρο, το οποίο λατρεύει. Οι βαρύτονοι στην όπερα είναι ενίοτε πρωταγωνιστές, αλλά κυρίως σε ρόλους κακών ή απατημένων συζύγων.
Στο έργο, ο "Βαρύτονος" φαίνεται να παίρνει τον εαυτό του και την όπερα πολύ στα σοβαρά, με ένα μόνιμο άγχος σε σχέση με την επαγγελματική του αποκατάσταση. Είναι ανασφαλής, αφηρημένος και λίγο "ατζαμής".
Τέλος ο "Μουσικός" είναι εμπνευσμένος από τους πιανίστες-συνοδούς που διδάσκουν τους ρόλους στους σολίστες της όπερας- συνήθως είναι και μαέστροι, ή βοηθοί του εκάστοτε μαέστρου- και είναι και ο πιανίστας της παράστασης ο οποίος συνοδεύει στο πιάνο τα κομμάτια. Σαν χαρακτήρας έχει απότομες εναλαγές, μιλάει με υπονοούμενα και διακατέχεται από μια μυστικοπάθεια.
Ενώ οι χαρακτήρες του έργου είναι ισορροπημένοι ώστε να μην υπάρχει "πρωταγωνιστής", ο ρόλος του "Μουσικού" είναι αυτός που ξεκινάει και τελειώνει το έργο και γενικά φαίνεται να ηγείται της κατάστασης.
Ήταν εύκολο να βρείτε καλλιτέχνες που τα καταφέρνουν και στην ηθοποιία αλλά και σε αυτό το είδος τραγουδιού;
Ναι. Πλέον ένας ταλαντούχος λυρικός τραγουδιστής με εμπειρία στην σκηνή, έχει αρκετές θεατρικές γνώσεις. Όλοι οι τραγουδιστές της γενιάς μου σπουδάσαμε με μια νέα νοοτροπία, που επιμένει την καλή σκηνική παρουσία. Σίγουρα το θέατρο πρόζας δεν είναι το δυνατότερο χαρτί ενός λυρικού τραγουδιστή- δικαίως άλλωστε, αφού η κύρια εκπαίδευσή μας είναι η μουσική και το τραγούδι. Το να βάζεις όμως τους τραγουδιστές να διακωμωδούν τους εαυτούς τους επί σκηνής είναι εύκολο, αφού όλοι μας έχουμε στους χαρακτήρες μας κάτι από τους ρόλους του έργου, ή έχουμε δει συναδέλφους μας να έχουν. Απ'ό,τι βλέπω, η διαδικασία αυτή λειτουργεί και κάπως "λυτρωτικά": το να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου, και ειδικά όταν η δουλειά σου είναι κάτι τόσο δύσκολο όσο η όπερα, παίρνει λίγο από το βάρος της σοβαρότητας του είδους μας.
Το πιο δύσκολο στο έργο αυτό είναι να βρεις πιανίστες που να είναι καλοί ηθοποιοί, κυρίως γιατί οι σπουδές τους δεν έχουν καμία επαφή με το θεάτρο, παρά μόνο τη μουσική. Γι'αυτό και στις επερχόμενες παραστάσεις μας, επειδή παίζουμε πλέον σε θεατρικό φεστιβάλ, επέλεξα να δουλέψω με έναν ηθοποιό στον ρόλο του "Μουσικού" και να ενισχύσω έτσι τη θεατρική πλευρά του έργου.
Τι γνώμη έχετε για τη θέση της όπερας σήμερα στην Ελλάδα; Ενδιαφέρει το κοινό; Παρουσιάζεται σωστά;
Θα έπρεπε να υπάρχει παραπάνω από ένα θέατρο. Η όπερα στην Ελλάδα έχει το μεγάλο πρόβλημα του μονοπώλιου. Ένα θέατρο είναι πολύ λίγο για όλη τη χώρα και, όσο καλή δουλειά και να κάνει, το μονοπώλιο από μόνο του δημιουργεί προβλήματα στον επαγγελματικό χώρο, καταρχάς γιατί είναι αδύνατον να απασχολήσει σωστά όλο το δυναμικό της χώρας. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια υπάρχουν και ανεξάρτητες ομάδες καλλιτεχνών που ανεβάζουν λυρικά έργα και πηγαίνουν πολύ καλά από προσέλευση κόσμου. Μόνο στη Θεσσαλονίκη, από το 2012 έως σήμερα, έχουμε ανεβάσει με την ομάδα μου, την Skull of Yorick Productions, πάνω από 10 διαφορετικές όπερες και 50 παραστάσεις και όλα αυτά με ελάχιστη ή και καθόλου υποστήριξη από φορείς. Μαζί με τον Φίλιππο Μοδινό, αρχίσαμε και ένα "Opera Studio"στο οποίο "καλλιεργούμε" νέους λυρικούς τραγουδιστές και τους βάζουμε στην σκηνή από την 1η μέρα που αρχίζουν να μαθαίνουν τραγούδι.
Αυτό δημιούργησε ακραίες αντιδράσεις στους μεγάλους φορείς, αλλά κυρίως δημιούργησε νέα μαγιά καλλιτεχνών, με σωστή γνώση της τέχνης αλλά και της σημερινής κατάστασης. Στην Αθήνα υπάρχουν πολλές αξιόλογες ομάδες και αυτό είναι πολύ θετικό, όχι μόνο γιατί δημιουργείται άλλο "ρεύμα" αλλά και γιατί αυτές οι παραστάσεις προσελκύουν σιγά-σιγά και άλλο κοινό, ίσως και πιο νέο κοινό από αυτό που πάει στην Λυρική σκηνή. Παίζουν σε άλλους χώρους, έχουν πολύ πιο χαμηλό εισιτήριο και marketing είναι διαφορετικό από αυτό ενός κρατικού φορέα: στοχεύει στο να προσελκύσει το κοινό, όχι με το όνομα ενός νεκρού συνθέτη, αλλά με τους πρωταγωνιστές. Αυτή μια υγιής κατάσταση που αρχίζει να δημιουργείται, αργά και με πολύ πόνο (οικονομικό κυρίως) στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Η επαρχία ακόμη στερείται της όπερας. Ευτυχώς, το Ίδρυμα Νιάρχος στηρίζει τον περιοδεύων θίασο της ΕΛΣ, την "Όπερα Βαλίτσα" όπως λέγεται, που δημιουργήθηκε το 2011-2012, ώστε να πηγαίνουν παραστάσεις και στην επαρχία. Αυτό είναι μια καλή εξέλιξη. Φέτος συμμετέχω κι εγώ σε μια τέτοια παραγωγή, την "Carmen". Θεωρώ όμως ότι ακόμη είμαστε μακριά από το να αγαπήσει ο Έλληνας το λυρικό θέατρο. Δε βοηθάει γενικά το γεγονός ότι τα έργα είναι σε ξένες γλώσσες. Από τη δική μου εμπειρία, όσες φορές έχουμε μεταφράσει τα έργα που ανεβάζουμε με την ομάδα μας στα ελληνικά, κερδίζουμε έδαφος. Το ξέρω ότι μπορεί να ακουστεί "ψωνισμένο", αλλά πραγματικά είμαστε οι πρώτοι που σπάσαμε την αρτηριοσκλήρωση του χώρου μας και κάναμε μεταφράσεις. Πλέον και η Λυρική και οι άλλες ομάδες μεταφράζουν στα ελληνικά. Θεωρώ ότι είναι ένα πολύ καλό βήμα προς το να πλησιάσουμε τον κόσμο και να κερδίσουμε χαμένο έδαφος.
Γενικά η φύση του "κακού" με συνερπάζει, γιατί είναι ταμπού και κατά συνέπεια, παρεξηγημένη. Είναι εύκολο να παίξεις έναν "κακό" ρόλο πέφτοντας σε κλισέ, δύσκολο και πολύ ενδιαφέρον να βρεις μια πραγματική διάσταση ενός "κακού" χαρακτήρα.
Ποιο έργο απ' αυτά που έχετε τραγουδήσει ξεχωρίζετε και γιατί;
Η "Carmen" του G. Bizet θεωρώ ότι είναι ο ρόλος μου. Πραγματικά, δε θα είχα πρόβλημα να εργάζομαι ερμηνεύοντας μόνο αυτόν τον ρόλο (ήδη τον έχω τραγουδήσει σε 3 διαφορετικές παραγωγές, θέλω κι άλλες όμως). Με σιγουριά σας λέω ότι έχω τραγουδήσει την πασίγνωστη "Habanera" της πάνω από 1.000 φορές στη ζωή μου και κάθε φορά την ευχαριστιέμαι- ο δε κόσμος παραληρεί με αυτό το κομμάτι! Με εκφράζει η μουσική της όπερας, η δύναμη της πρωταγωνίστριας: "ξεδίνω" όταν την τραγουδάω, περνάω καλά και βλέπω ότι μαζί μου περνάει καλά και ο κόσμος που έρχεται να με δει. Αυτή η όπερα είναι η πιο "λαϊκή" και παράλληλα και η πιο δημοφιλής στο κοινό. Μου αρέσει να κάνω τον κόσμο να νιώθει έντονα, σκοπός μου είναι να έρχεται στην όπερα και να νιώθει τη δυναμική του τραγουδιού, της μουσικής, του χορού, να ξεδίνει κι αυτός μαζί μου, να ανατριχιάζει, να γελάει και να κλαίει- και η Κάρμεν με βοηθάει σ'αυτό. Το πετυχαίνω μέσω της κατάστασης αυτή. Η "Κάρμεν" είναι ένα πανηγύρι μελωδιών, χρωμάτων και αισθημάτων- λίγο κιτς ίσως σε κάποια επίπεδα, αλλά εμένα μ'αρέσει πολύ και βλέπω ότι αρέσει και σε όλο τον κόσμο. Εγώ είμαι πολύ ιντελεκτουέλ στον τρόπο σκέψης, αλλά έχω και μια λαϊκή πλευρά που ικανοποιείται με την "Κάρμεν". Η φλογερή Τσιγγάνα, ο στρατιώτης που λιποτακτεί για χάρη της και ο ατρόμητος Τορεαδόρ που τη διεκδικεί, ικανοποιούν αυτή μου την πλευρά. Επίσης, το έργο ικανοποιεί και το αίσθημα της ελευθερίας, ή μάλλον την ψευδαίσθησή της: η Κάρμεν είναι η απόλυτη έκφραση αυτής της πολυπόθητης, ανύπαρκτης ελευθερίας, που τόσο μας τρέφει όλους (και μας τυραννάει) σαν λαό.
Σε ποια όπερα θα θέλατε να πρωταγωνιστήσετε και δεν έχει συμβεί ακόμα;
Θα ήθελα να πρωταγωνιστήσω στις όπερες του G. Verdi "Aida" (στον ρόλο της Amneris) και "Don Carlos" (στον ρόλο της Eboli). Είναι δύο μεγάλοι και δύσκολοι ρόλοι για μέτζο και επίσης τα έργα αυτά δυστυχώς δεν ανεβαίνουν συχνά. Έχω ήδη ερμηνεύσει την Αmneris σε μια δική μου παραγωγή στη Θεσσαλονίκη, αλλά ήταν σε συναυλιακή μορφή με πιάνο. Είναι αλλιώς με ορχήστρα και με σκηνοθεσία.
Πιστεύω ότι μπορώ πλέον να εξυπηρετήσω τη δραματικότητα των ρόλων αυτών, που χρειάζονται ένα είδος φωνής αρκετά σπάνιο, ειδικά στην Ελλάδα: μεγάλη έκταση και ομοιόμορφη δυνατή ένταση σε χαμηλή και ψηλή περιοχή. Και οι δύο ρόλοι είναι ρόλοι νεαρών, "κακών" γυναικών που καταφεύγουν σε σκληρά μέσα για να κερδίσουν τον έρωτα, αλλά τελικά καταστρέφουν το αντικείμενο του πόθου τους. Πολύ ενδιαφέροντες χαρακτήρες με αντίστοιχα ενδιαφέρουσα μουσική από τον μεγαλύτερο συνθέτη της ιταλικής όπερας. Γενικά η φύση του "κακού" με συνερπάζει, γιατί είναι ταμπού και κατά συνέπεια, παρεξηγημένη. Είναι εύκολο να παίξεις έναν "κακό" ρόλο πέφτοντας σε κλισέ, δύσκολο και πολύ ενδιαφέρον να βρεις μια πραγματική διάσταση ενός "κακού" χαρακτήρα. Αν ήμουν άνδρας πάντως, θα ήθελα να ερμηνεύσω τον Ιάγο από τον "Οθέλλο". Τον έχω σκηνοθετήσει βέβαια το 2012 για ένα δικό μας ανέβασμα της όπερας στη Θεσσαλονίκη, που είναι σχεδόν το ίδιο. Η διαδικασία των προβών ήταν πολύ έντονη, ειδικά γιατί ψάχναμε το "κακό", όχι μόνο στην σκέψη του προσώπου, αλλά και στην κίνηση, στο σώμα του: τι μπορεί να συμβαίνει σε έναν οργανισμό όταν διακατέχεται από την υπερβολή που χαρακτηρίζει το "κακό";
Info:
"Η Όπερα βγήκε απ' τον Παράδεισο"
Θέατρο "Μελίνα Μερκούρη" στην Θεσσαλονίκη
Κείμενα/ Σκηνοθεσία: Κασσάνδρα Δημοπούλου
Πρωταγωνιστούν: Τζένη Δριβάλα, Κασσάνδρα Δημοπούλου, Φίλιππος Μοδινός, Κωνσταντίνος Καριώτης και ο Αθανάσιος Μαργούτας.
Παρασκευή 30 και Σάββατο 31 Ιανουαρίου στις 9μμ
Κυριακή 1 Φεβρουαρίου στις 7μμ
σχόλια