Δεν ξέρω να σου πω πόσες υπάρχουν, όσες ασχολούνται είναι με τη σειρά τραγουδίστριες, πιανίστριες, αλλά και ντράμερ πια και σαξοφωνίστριες, τρομπετίστριες. Είναι κάτι που παρατηρείται παντού, όχι μόνο στη μουσική. Στη μουσική πάντως είναι περισσότερες οι ερμηνεύτριες από τις συνθέτριες. Είναι κοινωνικό το φαινόμενο όμως, το παρατηρούμε σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής.
Άλλες συνθέτριες γνωρίζετε;
Φαντάζομαι ότι όσες ασχολούνται και παίζουν θα συνθέτουν κιόλας, γιατί πιστεύω ότι η τζαζ σε οδηγεί εκεί. Όποιος αποφασίζει να κάνει τζαζ και ασχολείται λίγο με αυτή, έχει εξ αρχής στο μυαλό του έναν άλλο τρόπο προσέγγισης της μουσικής που δεν είναι ‘διαβάζω και ερμηνεύω όσο γίνεται πιο κοντά στο κείμενο'. Διαφέρει από τον κλασικό, από τον τρόπο που διδάσκεται στα ωδεία εδώ και πολλά χρόνια. Με αυτή την έννοια λέω ότι όποιος κάνει τζαζ θα έχει με κάποιο τρόπο ασχοληθεί και με τη σύνθεση. Σε ένα σεμινάριο τζαζ αυτοσχεδιασμού στη σχολή που σπούδαζα στο Παρίσι ακούσαμε τον τρομπετίστα Bill Dixon να λέει στο τέλος του μαθήματος απευθυνόμενος στις 3 θηλυκού γένους μαθήτριες του γκρουπ (συνολικά πρέπει να ήμασταν 16 μαθητές): " πολύ καλά παίζετε για γυναίκες". Εγώ έφυγα από την αίθουσα γιατί τότε, που ήταν και της μόδας τα γυναικεία γκρουπ, θύμωνα με κάτι τέτοια. Με ενδιέφερε να μάθω τη θέση μου ως μαθήτρια στο σύνολο των μαθητών. Δεν έπαιξα ποτέ σε γυναικείο γκρουπ γιατί η μουσική δεν έχει φύλο (η θάλασσα έχει;)
Πόσο σημαντικός είναι ο αυτοσχεδιασμός στην τζαζ; Στην κλασική για να μάθεις είσαι αναγκασμένος να διδαχτείς μερικά πράγματα...
Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο αυτοσχεδιασμός δεν διδάσκεται, κι αυτή είναι μια βασική διαφορά από την κλασική μουσική. Τουλάχιστον όπως ερμηνεύεται η κλασική μουσική στις μέρες μας δεν περιέχει καθόλου όχι μόνο αυτοσχεδιαστικά στοιχεία, αλλά ούτε καν τη δυνατότητα παρέκκλισης από το κείμενο του συνθέτη. Ο Γκλεν Γκουλντ ας πούμε που πήρε πρωτοβουλίες στην ερμηνεία έργων του Μπαχ δεν ήταν ποτέ αγαπητός από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Στην τζαζ εξ αρχής -υποτίθεται τουλάχιστον- ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Στην εποχή μας κυριαρχούνε τα καλούπια, οι τίτλοι, οι κατηγοριοποιήσεις. Η μουσική κανονικά δεν έχει να κάνει με αυτά τα πράγματα. Όπως και η κάθε τέχνη νομίζω. Όταν ακούς μουσική δεν σε αφορά αν αυτό που ακούς ονομάζεται κλασική μουσική ή τζαζ ή έθνικ. Αυτές οι κατηγοριοποιήσεις έχουν μπει στις μέρες μας για άλλους λόγους, άσχετους με τη μουσική. Ακόμα και η χρήση του όρου κλασική δεν μπορεί να είναι ίδια, ήταν κλασική τότε που γραφόταν; Δεν ξέρω επίσης αν πρέπει να χωρίζουμε την τζαζ σε αμερικανική και ευρωπαϊκή. Αυτό που σίγουρα ξέρω είναι ότι οι αμερικάνοι έχουν μια άλλη σχέση με την τζαζ από αυτή που έχουν οι ευρωπαίοι.
Δηλαδή;
Εκτός δηλαδή αν βρεθεί κάποιος Ευρωπαίος που να είχε τη γιαγιά του σκλάβα ή την προγιαγιά του όπως έλεγε κάποτε και ο Σεπ. Τον ρώταγαν γιατί παίζει τόσο ωραίο πιάνο κι απάντησε «αν η γιαγιά σου ήταν κι εσένα σκλάβα, κι εσύ έτσι ωραία θα έπαιζες». Η τζαζ είναι παραδοσιακή μουσική για τους αμερικανούς, δεν είναι όμως για τον Έλληνα, ούτε για το Γερμανό, ούτε για το Γάλλο. Είναι η μουσική που δίνει τη δυνατότητα στο μουσικό που την υπηρετεί να είναι ελεύθερος να εντάσσει παραδοσιακά στοιχεία, ηλεκτρικό στοιχείο, σύγχρονα... Θα μπορούσε να παρομοιάσει κανείς την εκμάθηση της τζαζ με της παραδοσιακής μουσικής, όπου κάποιος μικρός παρακολουθεί επαγγελματίες μουσικούς για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα προτού ακουμπήσει το όργανο που έχει επιλέξει. Απλώς ακούει και παρατηρεί. Κάπως έτσι αναδείχτηκαν οι μουσικοί της τζαζ μέχρι τη δεκαετία του 50. Από κει και πέρα τα πράγματα αλλάζουν. Βρισκόμαστε τώρα σε μία κατάσταση όπου η τζαζ διδάσκεται στις σχολές -όπως εξάλλου και η παραδοσιακή μουσική- και δυστυχώς διδάσκεται τετράγωνα. Δηλαδή εκεί που η τζαζ διαφοροποιείται από την εκμάθηση της κλασικής μουσικής επειδή εξαρχής ο σπουδαστής τίθεται με μουσικούς όρους μπροστά στο αντικείμενό του και πάντα με την καθοδήγηση του δασκάλου του ει δυνατόν, τώρα μπαίνουμε στα σχολεία και αυτό το πράγμα έχει γίνει τετράγωνο και διδάσκεται όπως και η κλασική μουσική. Βλέπουμε να έχει προσαρμοστεί στο καλούπι της κλασικής, να υπάρχουν βιβλία τεχνικής τζαζ, να μαθαίνουμε να παίζουμε μία φράση που είχε παίξει κάποιος για να σονάρουμε και θα ακουστούμε ίδιοι και βλέπουμε να μειώνεται το προσωπικό στοιχείο του σπουδαστή.
Υπάρχει κοινό για την τζαζ στην Ελλάδα;
Νομίζω πως ναι, υπάρχει κοινό, το οποίο είναι σίγουρα μικρότερο από αυτό της Γαλλίας, είναι και πληθυσμιακά πιο μικρή η χώρα μας, αλλά μιλώντας για τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας υπάρχει κοινό: Υπάρχει το κοινό των σπουδαστών-μουσικών και υπάρχουν και άνθρωποι άνω των 40 που άκουγαν παλιότερα τζαζ, οι οποίοι δεν παρακολουθούν απαραίτητα την πρόσφατη δισκογραφία αλλά ευχαρίστως θα πήγαιναν ένα βράδυ να ακούσουν, αν οι ώρες τους βόλευαν. Ένας εργαζόμενος όμως σε αυτή την ηλικία δεν μπορεί να πάει από τις 10.30 το βράδυ να ακούσει κάποιον μέχρι τις 2 και να ξυπνήσει το πρωί στις 7.
Αυτό είναι γενικά πρόβλημα με τις συναυλίες.
Για ποιο λόγο να το κάνεις, να ξενυχτήσεις, και από ένα CD μια χαρά ακούς... Από κει και πέρα βέβαια στην Ελλάδα δεν την ξέρει ο κόσμος την τζαζ. Τα τελευταία πέντε χρόνια κινείται κάτι στην Αθήνα, μπορούμε να ακούσουμε τζαζ πολύ παραπάνω από ότι ακούγαμε πιο παλιά. Έχει συναυλίες στο Μέγαρο, το Half Note το οποίο αυτή τη στιγμή ακολουθεί πιο πολύ τους καιρούς παρουσιάζοντας συγκροτήματα με φωνή, τραγούδι. Αυτό που δεν υπάρχει στην Αθήνα είναι σκηνή. Θα μπορούσε να υπάρχει. Δεν υπάρχουν χώροι -όπως σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις- που κάποιος να μπορεί να περάσει και ν' ακούσει τι γίνεται στην τζαζ, χωρίς να χρειάζεται να κάνει «κανονική έξοδο». Δεν υπάρχει σκηνή επειδή η είσοδος σε αυτά τα τζαζ-μπαρ είναι πολύ υψηλή. Θέλω να πάω μισή ώρα να ακούσω κάποιον που μ' αρέσει και να φύγω, δεν προλαβαίνω περισσότερο, δεν μπορώ να πάω για δύο ώρες σε συναυλιακό χώρο. Θέλω να τον δω για λίγο, να πιω κι ένα ποτό και δεν καταλαβαίνω γιατί αυτό το ποτό θα πρέπει να το πληρώσω το λιγότερο 25 ευρώ. Και δεν το καταλαβαίνω, επειδή αυτά τα λεφτά δεν καταλήγουν στο μουσικό, αν κατέληγαν να πεις εντάξει. Αν μείνεις πιο πολύ ώρα και πάρεις και άλλα ποτά είναι πάρα πολλά τα λεφτά. Ξέρω ότι στο Βερολίνο με 10 ευρώ τα Σάββατα μπορείς να γυρίσεις σε όλα τα μπαρ που παίζουν τζαζ. Ο λόγος που το τζαζ Festival έχει τόσο κόσμο είναι επειδή έχει δωρεάν το εισιτήριο. Οι νέοι άνθρωποι, η γενιά των 700 ευρώ, δεν έχει χρήματα να δώσει για πολιτισμό.
Έχει μάθει επίσης να τον βρίσκει με άλλο τρόπο, κυρίως τσάμπα.
Αυτά
που τους ενδιαφέρουν τα βρίσκουν τσάμπα,
ναι. Είναι πολύ καλό που και η ενημέρωση
είναι πια τσάμπα, που υπάρχουν τα free
press
και το ίντερνετ. Έχω χρόνια να αγοράσω
εφημερίδα. Αλλάζουν οι όροι. Η γενιά που
έχει μεγαλώσει ξέροντας από ηλεκτρονικούς
υπολογιστές -και δεν είναι η δική μου
σίγουρα- έχει μπει στην παραγωγή και τα
έχει αλλάξει όλα.
Μου
κάνει εντύπωση πάντως που όλοι οι χώροι
που παίζουν τζαζ είναι γεμάτοι και οι
συναυλίες στο Μέγαρο είναι soldout.
Ισχύει αυτό. Γενικά είναι καλό να μπορείς να δεις κάτι άλλο, να υπάρχει. Να μην είναι μονόπατα τα πράγματα. Μονόπλευρα. Να μπορεί ο καθένας να έχει τη δυνατότητα επιλογής, είναι στοιχείο πολιτισμού. Την τζαζ την ευνοούν οι κλειστοί χώροι. Είναι μία μουσική που χρειάζεται το χώρο της. Μπορεί να είναι και ένα θέατρο ανοιχτό, αλλά χρειάζεται μία υποστήριξη από το χώρο και από το κοινό. Γιατί αυτό που λένε κρύα αίθουσα έχει αντίκτυπο στην καλλιτέχνη, και όσο πιο περιορισμένο είναι το κοινό αριθμητικά, τόσο πιο πολύ επηρεάζεται ο καλλιτέχνης. Ένας ροκ καλλιτέχνης πιθανώς δεν επηρεάζεται τόσο, έχει ήδη στηθεί ένα τεράστιο σόου που λειτουργεί χωρίς επαφή με το κοινό. Τουλάχιστον όχι όσο επηρεάζεται ένας τζαζ μουσικός σε μια μικρή αίθουσα.
Για ποιο λόγο δεν εμφανίζεστε συχνότερα;
Επειδή δεν υπάρχουν κατάλληλοι χώροι. Οι μουσικοί που παίζουν σε μικρούς χώρους αμείβονται με ποσοστά και είναι δύσκολα τα πράγματα. Βαρέθηκα να παίζω σε μικρούς χώρους, να έρχονται οι φίλοι σου και μετά να δίνεις σε κάθε μουσικό 42,5 ευρώ! Πόσες φορές να το κάνεις αυτό; Γι' αυτό δεν εμφανίζομαι συχνά.
Και από τη δισκογραφία απείχατε πολλά χρόνια. Πείτε μου για τους δίσκους σας.
Ο πρώτος μου δίσκος, το Τίλι Τίλι Τίλι, ηχογραφήθηκε το 1984 στο Παρίσι με Γάλλους μουσικούς και περιελάμβανε δικές μου συνθέσεις -συν μία του Ραν Μπλέικ. Κυκλοφόρησε το 1986 από την Praxis Records του Κώστα Γιαννουλόπουλου σε 200 κομμάτια και ποτέ δεν ανατυπώθηκε. Ο νέος μου δίσκος «Με μια ματιά», μόλις βγήκε στα δισκάδικα. Περιέχει πάλι δικές μου συνθέσεις και μες συνοδεύουν οι μουσικοί: Γ. Παπαναστασίου σαξόφωνα, Ανδρέας Πολυζωγόπουλος τρομπέτα, Αλέξανδρος Παρασκευόπουλος ηλ.μπάσο, Β. Στεφανόπουλος κοντραμπάσο, Ν. Παπαβρανούσης και Ν. Σιδηροκαστρίτης τύμπανα.
Τι θα παρουσιάσετε στο Μέγαρο Μουσικής;
Με το ίδιο κουιντέτο θα παρουσιάσουμε 10 δικές μου συνθέσεις, ενώ θα έχουμε ως επίτημο καλεσμένο τον Μισέλ Πορτάλ, αυτό το μεγάλο Γάλλο μουσικό της τζαζ, κλαρινετίστα, σαξοφωνίστα, ο ποίος παίζει ακόμα μπαντονεόν, ταραγκό και διάφορα άλλα όργανα, ένα μουσικό με μια πολύ προσωπική πορεία...
σχόλια