Μαρίνα Βλαχάκη. Μια ξεχωριστή φωνή και μια θρυλική τραγουδίστρια, της οποίας η ζωή της ταυτίστηκε απόλυτα με τον μύθο του λαϊκού τραγουδιού, Στράτο Διονυσίου. Για σχεδόν δέκα χρόνια ήταν η παρτενέρ του όχι μόνο στις πίστες, στα στούντιο, στις συναυλίες και στις περιοδείες αλλά και στη ζωή.
Κατά τη διάρκεια της μουσικής της διαδρομής στάθηκε δίπλα στις μεγάλες επιτυχίες του σημαντικού Έλληνα ερμηνευτή τη «χρυσή» δεκαετία του’80, ενώ κι εκείνος, με τη δωρική του φωνή, συμμετείχε στους δύο πρώτους προσωπικούς της δίσκους με το μεγάλο σουξέ «Κράτησέ με» και το «Μου λείπεις».
Η Μαρίνα Βλαχάκη έχει συνεργαστεί κατά καιρούς με σπουδαίους δημιουργούς, όπως ο Χρήστος Νικολόπουλος, ο Τάκης Σούκας, ο Θανάσης Πολυκανδριώτης και ο Τάκης Μουσαφίρης, ενώ, μεταξύ άλλων, το 1992 ερμήνευσε το «Ισόβια μαζί σου», το τραγούδι που ακούστηκε στην ταινία «Όλα είναι δρόμος».
Φέτος, συμπληρώνονται τριάντα χρόνια από τότε που ο Στράτος Διονυσίου έφυγε απ’ τη ζωή. Αυτός ήταν και ο λόγος που την αναζήτησα ως εκείνο το πρόσωπο που, μαζί με τη μεγάλη μορφή του λαϊκού πενταγράμμου, βίωσε πολυάριθμες στιγμές, αλησμόνητες καταστάσεις, ζώντας τον από πολύ κοντά τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας, η κ. Μαρίνα Βλαχάκη συγκινείται έντονα όταν ανακαλεί τις μνήμες της με τον Στράτο Διονυσίου. Συγχρόνως, εκφράζει το παράπονό της για τις πόρτες που έκλεισαν μετά τον θάνατό του και θεωρεί τον εαυτό της αδικημένο, αφού όλα αυτά τα χρόνια επισκιάστηκε καλλιτεχνικά η δική της πορεία.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί επιστρέφει στο παρελθόν και μιλάει για την αφετηρία της καλλιτεχνικής της πορείας, τη γνωριμία της με τον Στράτο Διονυσίου, τις τελευταίες ώρες του, που την έχουν στιγματίσει, τον «πόλεμο» που δέχεται από την οικογένειά του αλλά και τι θεωρεί σημαντικό στη ζωή.
Ο Στράτος δεν είχε καμία σχέση με αυτό που φαινόταν. Είχε μια φωνή που σε καθήλωνε, ήταν ένας άνθρωπος που πρόσεχε πολύ το ντύσιμο του και είχε τρομερό χιούμορ. Του άρεσε υπερβολικά να αφηγείται ανέκδοτα στις παρέες μας. Τότε, ο σταρ της πίστας γινόταν έφηβος. Φυσικά, πολλές φορές ήταν και απόλυτος, ευθύς και, κυρίως, ειλικρινής. Στους καλλιτέχνες που άκουγε, αν δεν ήταν καλοί, τους το έλεγε, αλλά, αν άξιζαν, τους εκθείαζε και τους στήριζε με κάθε τρόπο.
— Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε; Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια;
Γεννήθηκα στην Κρήτη, αλλά σε πολύ μικρή ηλικία μετακομίσαμε οικογενειακώς στην Αθήνα. Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι ότι έπαιρνα διάφορα αντικείμενα στα χέρια μου και στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη, παριστάνοντας την τραγουδίστρια. Ήταν ξεκάθαρος ο επαγγελματικός προσανατολισμός, όπως φαντάζεστε. Μεγάλωσα σε ένα φτωχικό περιβάλλον, αλλά δεν μας έλειψε ποτέ τίποτα. Στην οικογένειά μου εργαζόταν μόνο ο πατέρας μου, ο οποίος ήταν υποδηματοποιός. Οι γονείς μου ήταν ωραίοι άνθρωποι και τους χρωστώ πολλά.
— Πώς ανακαλύπτει ένας άνθρωπος τι είναι αυτό που θέλει στη ζωή;
Θεωρώ ότι τις περισσότερες φορές το ταλέντο είναι έμφυτο. Σήμερα, συναντάμε πολλούς ανθρώπους που εργάζονται σε κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που θέλει η ψυχή τους. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία από το να κάνεις αυτό που αγαπάς. Κι εγώ ανήκω στους τυχερούς που το κατάφεραν.
— Ξεκινήσατε να τραγουδάτε από 15 ετών. Σωστά;
Πράγματι, κι αυτό ήταν κάτι που ο πατέρας μου δεν γνώριζε. Ανησυχούσε πολύ για το γεγονός ότι θα δούλευα σ’ αυτή την ηλικία στη νύχτα και αρχικά και οι δύο γονείς μου ήταν αρνητικοί. Ο σκοπός μου, όμως, ήταν να βοηθήσω οικονομικά την οικογένεια, να ανταποδώσω όλα όσα έκανε για εμάς ο πατέρας μου. Οι αντιρρήσεις κάμφθηκαν και τον πρώτο καιρό με πήγαινε και με έπαιρνε εκείνος. Έτσι, από πολύ μικρή βρέθηκα να τραγουδώ στη «Νεράιδα» μαζί με κορυφαία ονόματα, όπως η Μαρινέλλα και ο Βοσκόπουλος. Πέρασα από οντισιόν και με δέχτηκαν ως δεύτερη φωνή. Εάν δεν έκανες δεύτερες φωνές τότε, δεν σε έπαιρναν σε αυτά τα μαγαζιά. Την ίδια στιγμή, ο θείος μου, ο ζωγράφος Μπότης Θαλασσινός, ήταν φίλος με τον Γιώργο Χατζηνάσιο. Με πήγε για να με ακούσει, τραγούδησα την «Οδό Αριστοτέλους» και μου λέει τότε: «Να επιλέγεις να τραγουδάς μπαλάντες, σου ταιριάζουν πολύ». Αυτή ήταν η εκκίνηση της διαδρομής μου. Έπειτα, συνεργάστηκα με Μοσχολιού, Ζαμπέτα, Ρίτα Σακελλαρίου και στη συνέχεια βρέθηκα στον μικρό «Διογένη» μαζί με Χάρρυ Κλυνν, Δημήτρη Μητροπάνο, Γιάννη Πουλόπουλο και Χριστιάνα. Δουλέψαμε έξι σεζόν στην Αθήνα και σε περιοδείες, ενώ να αναφέρουμε ότι σε αυτά τα σχήματα όχι μόνο τραγουδούσαμε αλλά κάναμε και σόου, μια μορφή επιθεώρησης. Τέλος, ήμουν και στα «Δειλινά», πάλι με Χάρρυ Κλυνν, Μητροπάνο, αλλά και Μητσιά, Καλογιάννη, Ελπίδα, Άννα Βίσση και Τάνια Τσανακλίδου. Όλοι αυτοί, εκτός από σπουδαίοι ερμηνευτές, ήταν και άνθρωποι που εμάς μας προστάτευαν. Νιώθαμε ασφάλεια.
— Με όλα αυτά που παρακολουθούμε σήμερα με το κίνημα ΜeΤoo ήθελα να σας ρωτήσω αν έχετε δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση.
Δύο φορές. Είχα, όμως, το θάρρος να το αντιμετωπίσω όπως έπρεπε. Την πρώτη φορά αποφάσισα να αποχωρήσω από το μαγαζί όπου εργαζόμουν. Με το που συνέβη αυτό, τα μάζεψα κι έφυγα. Τη δεύτερη φορά χαστούκισα τον άνδρα που προέβη σε αυτή την κίνηση. Πρόκειται για κατάχρηση εξουσίας και είναι πολύ βάρβαρο όταν συμβαίνει σε μια γυναίκα.
Μαρίνα Βλαχάκη - Δυο Στροφές
— Με τον Στράτο Διονυσίου πώς γνωριστήκατε;
Όταν δούλευα στα «Δειλινά», είχε έρθει ως πελάτης και έτυχε να με ακούσει. Την επόμενη σεζόν, αρχές δεκαετίας του ’80, βρέθηκα στο μουσικό σχήμα της «Φαντασίας» με Διονυσίου, Βοσκόπουλο, Λίτσα Διαμάντη, Δούκισσα, Μιχάλη Μενιδιάτη αλλά και με τους ανερχόμενους τότε Νίκο Νομικό και Θέμη Αδαμαντίδη. Εκείνη η περίοδος ήταν η αρχή της χρυσής εποχής του Στράτου. Πάντοτε είχε μια παρτενέρ, όμως, για καλή μου τύχη, τον καιρό εκείνο δεν είχε, με αποτέλεσμα να αναζητά μια καινούργια. Η μόνη κοπέλα που έκανε δεύτερες φωνές ήμουν εγώ.
Σε μία από τις πρόβες που κάναμε με τα τραγούδια του Στράτου ήρθε και μας παρακολουθούσε χωρίς να τον έχουμε δει. Άκουγε μόνο μια δεύτερη γυναικεία φωνή, που ήταν η δική μου, και ήθελε να δει σε ποια ανήκε. Κάποια στιγμή στάθηκε δίπλα μου ‒εμένα μού κόπηκαν τα πόδια‒ και είπε: «Παιδιά, σταματήστε». Άρπαξε το μικρόφωνο και ξεκίνησε να τραγουδά το «Υποκρίνεσαι», αυτό το τεράστιο κομμάτι του Τάκη Σούκα, κι εγώ του έκανα δεύτερη φωνή. Όταν τελειώσαμε, γύρισε και μου είπε: «Το ξέρεις ότι κάνεις ωραίες δεύτερες φωνές;». Και λίγο αργότερα, μ’ εκείνο το χαρακτηριστικό του ύφος: «Από σήμερα εσύ θα είσαι η παρτενέρ μου». Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα.
— Τι άνθρωπος ήταν; Πολλοί θεωρούν ότι ήταν λίγο απρόσιτος.
Ο Στράτος δεν είχε καμία σχέση με αυτό που φαινόταν. Είχε μια φωνή που σε καθήλωνε, ήταν ένας άνθρωπος που πρόσεχε πολύ το ντύσιμο του και είχε τρομερό χιούμορ. Του άρεσε υπερβολικά να αφηγείται ανέκδοτα στις παρέες μας. Τότε, ο σταρ της πίστας γινόταν έφηβος. Φυσικά, πολλές φορές ήταν και απόλυτος, ευθύς και, κυρίως, ειλικρινής. Στους καλλιτέχνες που άκουγε, αν δεν ήταν καλοί, τους το έλεγε, αλλά, αν άξιζαν, τους εκθείαζε και τους στήριζε με κάθε τρόπο. Υπήρχαν στιγμές που όταν αισθανόταν ότι είχε δίκιο γινόταν ευερέθιστος. Δεν επέλεγε ποτέ να σου πει κάτι με πλάγιο τρόπο, μόνο ντόμπρα.
— Εκτός από την καλλιτεχνική συνύπαρξη, είχατε για περίπου δέκα χρόνια και μια προσωπική σχέση ως ζευγάρι στη ζωή. Τι κρατάτε περισσότερο;
Και στην καριέρα μου και στη ζωή μου μαζί του έζησα σπουδαίες και ανεξίτηλες στιγμές. Πρόκειται για αναμνήσεις που δεν θα σβήσουν ποτέ από το μυαλό μου. Ο κόσμος, επίσης, μας αγάπησε ως ζευγάρι, είτε στη ζωή είτε στο τραγούδι. Παράλληλα, δίπλα του γνώρισα σε μέγιστο βαθμό τη δόξα και το μεγαλείο της επιτυχίας. Γυρίσαμε μαζί όλον τον κόσμο και όλη την Ελλάδα. Μαγικές περιοδείες στις οποίες ταξιδέψαμε και συναντήσαμε αμέτρητο κόσμο. Θυμάμαι ότι κάποτε τραγουδήσαμε σε έναν ιστορικό χώρο του εξωτερικού, χωρητικότητας 20.000 ατόμων, και δεν θα ξεχάσω ότι όχι μόνο γέμισε ασφυκτικά αλλά και ότι έξω, στην πλατεία, είχαν συρρεύσει χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι χόρευαν ζεϊμπέκικο ή τσιφτετέλι.
— Τι σημαίνει για έναν άνθρωπο, όπως ο Στράτος Διονυσίου, να τον ξέρουν όλοι με το μικρό του όνομα;
Είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση για έναν καλλιτέχνη. Έλεγε και ο ίδιος συχνά ότι όταν περπατούσε και όλοι τον χαιρετούσαν, αισθανόταν απέραντη ηθική ικανοποίηση.
— Τι δεν θα ξεχάσετε ποτέ απ’ αυτόν;
Ο Στράτος έφυγε από τη ζωή στις 11 Μαΐου του 1990. Ήταν Παρασκευή. Την προηγούμενη Τετάρτη είχαμε μιλήσει στο τηλέφωνο και μου είχε πει ότι θα τελείωνε το Σάββατο από το «Στράτος» και τη Δευτέρα θα ερχόταν στη Θεσσαλονίκη. Τότε εγώ τραγουδούσα στο «Remember» της Θεσσαλονίκης μαζί με τη Δούκισσα και τον Γερολυμάτο. Ο Στράτος, το λέω και ανατριχιάζω, πέθανε την ημέρα της πρεμιέρας μου. Το πιο συγκλονιστικό που βίωσα ήταν ότι είχε προλάβει να παραγγείλει λουλούδια από την Πέμπτη, προκειμένου να τα λάβω την ημέρα της πρεμιέρας μου. Φυσικά, αυτά τα έλαβα αφού είχε γίνει η κηδεία ‒ η πρεμιέρα μου είχε αναβληθεί και μου τα έφεραν μετά. Θυμάμαι ότι ήταν πολύ χαρούμενος στο τελευταίο μας τηλεφώνημα. Παρότι είχαμε χωρίσει, σκόπευε να έρθει τον Αύγουστο στη Θεσσαλονίκη και θα τραγουδούσαμε μαζί, ενώ είχαμε προγραμματίσει και εμφανίσεις τον Σεπτέμβριο στην Τουρκία.
— Πότε μάθατε ότι πέθανε;
Την τελευταία φορά που τον είδα από κοντά ήταν όταν είχαμε πάει μαζί στην εταιρεία Minos. Τότε είχα αντιληφθεί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Κάτι η φωνή του, η όψη του, έδειχνε λίγο καταβεβλημένος. Του είπα: «Στράτο, δεν σε βλέπω καλά». Εκείνος, βέβαια, με καθησύχασε λέγοντας μου: «Μη στενοχωριέσαι, τώρα που θα πάω Αμερική, θα κάνω γενικό τσεκ-απ και θα τα δω όλα εκεί». Ξέρετε, τα πέντε τελευταία χρόνια της ζωής του ο Στράτος έμενε στο ξενοδοχείο «Χανδρής».
Την προτελευταία μέρα ήταν στο μαγαζί και τον έπιασε ένας πόνος κάτω απ’ την κοιλιά. Γύρισε στο ξενοδοχείο και κατά τις εννέα το πρωί ο πόνος έγινε φρικτός. Τη στιγμή εκείνη τηλεφώνησε στην Ελένη, την αμπιγιέζ του, για να της πει ότι δεν είναι καλά και να πάει να τον πάρει. Πονούσε τόσο πολύ, που κάλεσε τον γιατρό από τη ρεσεψιόν. Όμως, εκείνος του έδωσε παυσίπονα, λέγοντάς του ότι είχε οσφυαλγία. Δυστυχώς, ο Στράτος είχε ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής. Όταν η Ελένη έφτασε στο ξενοδοχείο, τον έβαλε σε ένα ταξί για να τον πάει στον Ευαγγελισμό που εφημέρευε, για να μην καθυστερήσουν περιμένοντας ασθενοφόρο. Όμως, δεν πρόλαβε. Τη στιγμή που το ταξί ήταν έξω από τη Βουλή ο Στράτος ξεψύχησε στα χέρια της. Ήταν μόλις 55 ετών. Και το έμαθα από ένα τηλεφώνημα.
— Μετά τον θάνατό του πώς εξελίχθηκε η ζωή σας;
Ο Στράτος ήταν ο μεγάλος σταθμός στη ζωή μου και στην καριέρα μου. Όσο ζούσε, βέβαια, κανείς δεν έλεγε τίποτα. Όμως, όταν πέθανε, άλλαξαν πολλά και έκλεισαν αρκετές πόρτες. Παρότι είμαι ακόμη ενεργή και έχω ακολουθήσει σόλο καριέρα, συμμετείχα σε αρκετά σχήματα, υπάρχει πολύς κόσμος που μας θυμάται ως ντουέτο. Αγωνίζομαι, όμως, όσο μπορώ. Και, ευτυχώς, έχω πολύτιμους συνεργάτες που μου δίνουν ακόμη όμορφα τραγούδια και παραμένουν δίπλα μου άνθρωποι όπως η Κατερίνα Πάλλα, που έχει αναλάβει τις δημόσιες σχέσεις μου και της οφείλω πολλά.
— Είναι αλήθεια ότι το τελευταίο τραγούδι που ηχογράφησε ο Στράτος ήταν το «Μη μ’ αφήνεις μόνο μου;»
Ναι. Ακούγεται σαν τραγική ειρωνεία.
— Γιατί δεν σας καλούν στα αφιερώματα που γίνονται για τον Στράτο;
Έχω πάψει πλέον να ασχολούμαι με το θέμα αυτό εδώ και πολύ καιρό, διότι, όσο και να φωνάξεις την αλήθεια, θα σε κατηγορήσουν στο τέλος ως μίζερο. Κι εγώ σιχαίνομαι τη μιζέρια. Επειδή, όμως, με ρωτάτε και δεν θέλω να αποφύγω την απάντηση, θέλω να σας ρωτήσω: «ποιους καλούν στα αφιερώματα;». Ποιοι είναι οι βασικοί καλεσμένοι;
— Εννοείται μήπως την οικογένειά του;
Φυσικά. Είναι γεγονός, λοιπόν, ότι τα παιδιά του, επί σειρά ετών, μου κάνουν καλλιτεχνικό πόλεμο. Ευτυχώς, ο κόσμος βλέπει, ακούει και καταλαβαίνει.
— Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Τι να σας πω! Το μόνο που θέλω να πω είναι αυτό που λένε οι ψυχολόγοι. Όταν κάποιος σε πολεμά, πίσω απ’ αυτό κρύβεται φόβος. Αν αυτό ισχύει, δεν μπορώ να κατανοήσω ποιος είναι ο φόβος τους. Αν ο Στράτος ζούσε και του έκαναν αφιέρωμα, ποια θα καλούσε πρώτη; Εμένα, σας το υπογράφω. Εργάζομαι από μικρή ηλικία και έχω καταφέρει να έχω μια πολύ αξιόλογη πορεία, θέλω να πιστεύω. Και, δυστυχώς, διαπιστώνω ότι οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούν να ακυρώσουν αυτό που είμαι.
Στράτος Διονυσίου & Μαρίνα Βλαχάκη - Κράτησέ Με
— Τι σας λείπει περισσότερο σήμερα;
Από μικρή ήθελα να κάνω οικογένεια. Όμως δεν τα κατάφερα λόγω κάποιων προβλημάτων που είχα. Δεν σας κρύβω ότι ήταν λίγο ψυχοφθόρο αυτό, λόγω αλλεπάλληλων προσπαθειών, που δεν καρποφόρησαν. Και το ότι δεν έχω ένα παιδί αυτήν τη στιγμή είναι ένα αγκάθι.
— Έχετε σκεφτεί να γράψετε ένα βιβλίο για τον Στράτο;
Μου έχουν γίνει προτάσεις επανειλημμένως. Επειδή, όμως, διατηρείται μια αντιπαράθεση, η οποία με έχει κουράσει πάρα πολύ, δεν θα κάτσω να τον διεκδικώ μετά από τριάντα χρόνια απουσίας του. Όσο ζούσε ήμασταν αυτοκόλλητοι και δεν τολμούσε να πει κανείς τίποτα. Επίσης, είμαι πολύ περήφανη, γιατί είμαι ο μοναδικός άνθρωπος που έχω πει τραγούδια του. Είμαι η μόνη για την οποία έχει γράψει τραγούδια, για την ακρίβεια τέσσερα. Μάλιστα, ετοιμάζαμε κι άλλο ένα δικό του τραγούδι, συγκεκριμένα ένα ντουέτο, αλλά δεν προλάβαμε, γιατί «έφυγε» αιφνίδια.
— Υπάρχει κάτι για το οποίο έχετε μετανιώσει;
Το ότι έχω πει δημόσια παραπάνω πράγματα για την προσωπική μου ζωή με τον Στράτο. Και, δυστυχώς, οι περισσότεροι έχουν μείνει σε αυτά και όχι στη δική μου καλλιτεχνική πορεία. Δεν έχω, όμως, να αποδείξω τίποτα, ούτε να δώσω λογαριασμό σε κανέναν.
— Ποιους καλλιτέχνες ξεχωρίζετε σήμερα;
Τον Πασχάλη Τερζή, τον Αντώνη Ρέμο, τον Γιάννη Πλούταρχο.
— Τι σας γοητεύει στο τραγούδι;
Όταν τραγουδώ, νιώθω πληρότητα, χαρά και ψυχική εκτόνωση. Μέσα απ’ το τραγούδι ανακαλύπτω τον εαυτό μου. Η μουσική για μένα είναι μια κατάθεση ψυχής. Και ελπίζω ότι θα αφήσω καλά τραγούδια, που θα εξακολουθούν να ακουμπούν τις καρδιές των ανθρώπων.
— Ποιος είναι ο μεγαλύτερός σας φόβος;
Ο θάνατος. Με τρομάζει το τέλος και ο τρόπος με τον οποίο θα έρθει.
— Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή;
Την ειλικρίνεια. Απεχθάνομαι το ψέμα και την υποκρισία.
Τον Οκτώβριο του 2017 η Μαρίνα Βλαχάκη κυκλοφόρησε από το Ogdoo music το «Μια στάλα εσύ» σε στίχους του Κώστα Μπαλαχούτη και σε μουσική του Γιάννη Πηλιχού και έπαιξε στην τηλεοπτική σειρά του Αlpha «ΤΑΤΟΥΑΖ». Επίσης, τον Νοέμβριο του 2020 κυκλοφόρησε το «Δύο Στροφές» σε στίχους του Γιώργου Κλεφτογιώργου (ο οποίος είχε γράψει και το «Ήρθα κοντά σου», σε μουσική του Στράτου Διονυσίου) και σε μουσική του Σταμάτη Χρήστου.