Τον Λάμπρο Παπαλέξη τον θυμάμαι από την παρουσία του στους Φάντης Μπαστούνι και οι Άσσοι και το άλμπουμ τους “Rock n’ Roll”, που είχε κυκλοφορήσει από την Enigma το 1985. Τους είχα δει και live τους «Φάντηδες» τουλάχιστον δύο φορές (η μία πρέπει να ήταν σε Φεστιβάλ του Ρήγα, της νεολαίας του τότε ΚΚΕ εσωτερικού) και γούσταρα πολύ ένα τραγούδι τους (ένα τραγούδι του Παπαλέξη για την ακρίβεια), το «Πες μου μια ευχή» (εξαιρετικό), ενώ και το «Πόρτο Ράφτη»… δεν ξέρω… αλλά μου δημιουργούσε μια περίεργη αίσθηση, κάπως σαν ένα εκστατικό σιγοντάρισμα της “Christine” (του Carpenter) ή έστω των «Κουρελιών…» (του Νικολαΐδη).
Το ότι ο Νίκος Νικολαΐδης, το rock n’ roll και η μυθολογία των fifties είχαν επηρεάσει τον Παπαλέξη ήταν ηλίου φαεινότερον, εκείνο, ίσως, που δεν ήταν εξ αρχής φανερό ήταν ο ιδιαίτερος τρόπος μέσω του οποίου οι «Φάντηδες» είχαν προσαρμόσει τον fifties μύθο στην Αθήνα του ’80. Θέλω να πω πως υπήρχε ταλέντο από κάτω, κάτι που φαινόταν σε δυο, τρία, τέσσερα τραγούδια, γραμμένα, πάντα, στη γλώσσα μας. Γιατί είχε κι αυτό τη σημασία του…
Το «Δηλητήριο Ποτισμένο από Αγάπη» του Λάμπρου Παπαλέξη & των Χτισμένων... των Θεμελίων είναι ένα έξοχο americana άλμπουμ με σαφείς υπαινιγμούς από Dylan, Band, Byrds, Flying Burrito Brothers και τα ρέστα. Τη διαφορά δεν την κάνουν μόνο οι μουσικές, αλλά και τα λόγια. Ο Παπαλέξης χειρίζεται τη γλώσσα μας μ' έναν πολύ προσωπικό τρόπο, καθώς γράφει σειρές στίχων, που μοιάζουν, λες, σαν μεταφράσεις από beat poetry (ή έστω από E.E. Cummings).
Δεν γνωρίζω τον Παπαλέξη της… Σαύρας των Βασιλικών Δρόμων (των δύο άλμπουμ του από το ’95 και το ’99), γιατί, για κάποιον περίεργο όσο και αδιευκρίνιστο λόγο μού την έσπαγε το όνομα τού τότε συγκροτήματός του. Να ήταν αυτό μόνο; Δεν είμαι σίγουρος… Δεν μπορώ να θυμηθώ ακριβώς… Μπορεί και τα εξώφυλλα να με σύγχυζαν, μπορεί ακόμη και κάτι που πιθανώς να είχα ακούσει στο ραδιόφωνο και δεν με είχε τραβήξει... Συμβαίνουν αυτά... Πάντα μπορεί, ως ακροατής, να αδικήσεις ένα συγκρότημα για τέτοιους (πείτε-τους-και-χαζούς) λόγους. Ή να το πάρεις στραβά, για κάποιους άλλους. Ας είναι…
Αν, λοιπόν, κάτι με απωθούσε στην ονομασία «Σαύρα των Βασιλικών Δρόμων», είναι πολλά εκείνα που με ελκύουν στις Χτισμένες… των Θεμελίων. Δεν ξέρω, αλλά έχω τη γνώμη πως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν πολύ μπάνικο τίτλο για γκρουπ, που, από την πρώτη στιγμή που τον άκουσα (πριν κανα χρόνο) μού κάθισε αμέσως στο μυαλό – και τούτο, δίχως να έχω κάποιαν ιδέα για τα τραγούδια, πέραν των θετικών εντυπώσεων από ένα-δυο φίλους, που είχαν ήδη πάρει μυρωδιά από τα live ή το δίκτυο. Περίμενα λοιπόν να πέσει στα χέρια μου ολόκληρο το υλικό, σ’ ένα βινύλιο ή CD, ώστε να το αντιμετωπίσω όπως πρέπει. Συνολικά και ολοκληρωμένα.
Να το λοιπόν το CD. Ο Λάμπρος Παπαλέξης & Οι Χτισμένες… των Θεμελίων στο «Δηλητήριο Ποτισμένο από Αγάπη» [G.O.D. Records, 2015], ήτοι σε μια σειρά εννέα… εύρωστων τραγουδιών (το μικρότερο σε διάρκεια είναι κοντά στα τέσσερα λεπτά, και το μεγαλύτερο πάνω από δώδεκα), στα οποία πρωταγωνιστεί ο ελληνικός στίχος. Θα πούμε και για τις μουσικές, αλλά ο στίχος, εδώ, είναι εκείνος που φωτίζει το σκηνικό, αφού ήδη από τον καιρό των «Φάντηδων» ο Παπαλέξης έχει δώσει στίγμα. Πάσχιζε, εννοώ, από τότε και με κάθε τρόπο να ταιριάξει (ενίοτε και να στριμώξει) την ελληνική γλώσσα στις κλασικές αμερικανικές ροκεντρολίστικες φόρμες, δημιουργώντας ανάλογες ελληνικές-ελληνικότατες εκδοχές.
Θέλω να πω πως εκτός ενός κάποιου… στρατηγικού στόχου (να τραγουδηθεί το ροκ στη γλώσσα μας), καταβαλλόταν ιδιαίτερη προσπάθεια και εν σχέσει με το «τι». Τι θα πούμε, που ναι μεν να ροκεντρολίζει – να περιγράφει αμερικανικούς μύθους και αξίες από τη μια μεριά, αλλά από την άλλη και να μας αφορά; Αυτό ήταν και είναι το ζητούμενο.
Ο Παπαλέξης χειρίζεται τη στιχουργική γλώσσα μ’ έναν πολύ ενδιαφέροντα τρόπο. Και θα έλεγα όχι συνηθισμένο. Γράφει «πολλούς» στίχους, που μοιάζουν, λες, σαν μεταφράσεις από… beat poetry (ή έστω από E.E. Cummings). Θέλω να πω πως η στιχουργία του είναι πολύ πλούσια –κατεβατά ολόκληρα!–, συγκροτημένη από λέξεις και προτάσεις τις οποίες, έτσι όπως τις διαβάζεις λες πως… δύσκολα μελοποιούνται.
Και αυτή είναι η μαγκιά στο «Δηλητήριο Ποτισμένο από Αγάπη». Ο τρόπος δηλαδή να υποστηρίζονται roots αμερικανικές μελωδίες, από ένα στίχο που ενώ έχει έναν κάποιο υπερατλαντικό σκελετό, είναι ελληνικός πέρα για πέρα. Το λέω και το εννοώ. Αυτό που κάνει ο Παπαλέξης (και με τα ποιοτικά στάνταρντ που το κάνει) δεν το έχω δει από κανέναν άλλο έλληνα τραγουδοποιό. «Όλοι» προσπαθούν να κοντύνουν (ελληνικές) λέξεις και προτάσεις, ώστε να μπορούν τούτες να καλουπωθούν στη ροκ ρυθμολογία. Ο Παπαλέξης πράττει το αντίθετο. Επιχειρεί με συνεχείς μεταθέσεις λέξεων και άλλες συντακτικές αναπροσαρμογές να μεταβάλλει τη ροή του λόγου, επιζητώντας «εσωτερικούς» ρυθμούς, που θα του λύσουν τα ζορίσματα της μελοποιίας. Δεν είναι εύκολο. Το ότι εν τέλει έχει κατορθώσει να χώσει τραγούδια του μόλις σε τέσσερις δίσκους μέσα σε 30 χρόνια δεν είναι άμοιρο, νομίζω, και αυτού του γεγονότος.
Με τι καταπιάνονται τα λόγια; Ούτε αυτό είναι εύκολο να το πεις σε δυο γραμμές. Ας το επιχειρήσω όμως… Είναι οι σχέσεις, οι έρωτες, οι αγάπες και βασικά ο τρόπος που πορεύονται μέσα σ’ ένα παρακμιακό περιβάλλον (ή όπως λέει και ο στιχουργός… «μια παραγωγή δυστυχίας, αυτή η αγγλοσαξονική μηχανή/ για αιθεροβάμονες καταραμένους, εξαγνισμένους αιρετικούς»), αλλά ακόμη και η απόγνωση, η μοναξιά ή και η ελπίδα που κρύβεται πίσω από τα ξεχασμένα αρχέτυπα της ζωής («Μα για κάθε σκουπίδι κι ορφανό του δρόμου γατί/ υπάρχει κάπου κρυμμένη κι από μία ευχή...»).
Τι ακούει ο Παπαλέξης; Δεν ξέρω. Εκείνο που ξέρω είναι πως ο ήχος των Χτισμένων… των Θεμελίων έχει να κάνει με τον ηλεκτρικό Dylan και τους Band, μα ακόμη με τους Poco, τους ύστερους Byrds, τους Flying Burrito Brothers και τους Hot Tuna… Τα γνωρίζετε όλα αυτά τα ιστορικά ονόματα. Είναι οι προπάτορες εκείνου που έφθασε στα χρόνια μας ως… americana. Και ποτέ αυτό το φοβερό genre δεν έχει αποτυπωθεί στη γλώσσα μας με την πληρότητα που πράττεται στο «Δηλητήριο Ποτισμένο από Αγάπη».
Η μπάντα (Δημήτρης Γρηγοριάδης ντραμς, Γιώργος Κονής πιάνο, Νίκος Μενουδάκης hammond, Λάμπρος Παπαλέξης φωνή, κιθάρες, φυσαρμόνικα, Διονύσης Τελιόπουλος κιθάρες, πιάνο, kazoo, Πάνος Τομαράς μπάσο) παίζει «παπάδες», ενώ και οι guests (κι άλλο πιάνο, κι άλλο hammond, κι άλλη φυσαρμόνικα, μα και τσέλο, βιολί, τρομπόνι κ.λπ.) βοηθούν τα μάλα στην κατεύθυνση προς το οριστικό και πλήρες αποτέλεσμα. Τέτοια παιξίματα, φερ’ ειπείν, στις κιθάρες δεν τ’ ακούς κάθε μέρα από ελληνικό σχήμα – ούτε καν από ευρωπαϊκό. Συντείνουν βεβαίως και τα υπόλοιπα, η ηχοληψία, η μίξη, το mastering, η παραγωγή… (Κάπως έτσι πέρασε απ’ το μυαλό μου κι ένα από τα καλύτερα rural κιθαριστικά άλμπουμ που ηχογραφήθηκαν ποτέ στη Γηραιά Ήπειρο, το πρώτο LP των Δανών Culpeper’s Orchard, αλλά αυτό είναι μάλλον δική μου εμμονή).
Όλα τα τραγούδια των Χτισμένων… των Θεμελίων, ή έστω τα… συντριπτικώς περισσότερα είναι για ν’ ακούγονται και να ξανακούγονται. Σε εμπλοκή. Το άλμπουμ έχει μοναδική ενότητα, που κάπως προς το τέλος λίγο σπάει… αλλά ok. Το δεκάρι το ’χει στο χέρι.
Ο Παπαλέξης –όσο και αν κάτι τέτοιο τον στενοχωρεί, όπως τον άκουσα να λέει περί τον Δεκαπενταύγουστο στο Πρώτο Πρόγραμμα– έκανε ένα σπουδαίο άλμπουμ, που θα κοσμεί στον αιώνα τον άπαντα την πινακοθήκη του ελληνικού ροκ. Εκεί ανήκει το «Δηλητήριο Ποτισμένο από Αγάπη». Τώρα, το αν αρέσει ή δεν αρέσει σε… Τούρκους, Ισλανδούς ή Αμερικάνους εμένα προσωπικώς με αφήνει αδιάφορο, καθότι εκείνο που με νοιάζει, σαν ακροατή, σαν fan να πούμε, είναι ν’ ακούσουν τον δίσκο και να τον ευχαριστηθούν πρώτα-πρώτα οι Έλληνες.
Και δεν αναφέρομαι στους… τριακόσιους του Λεωνίδα, αλλά στους Μυρίους του Ξενοφώντα…
Επαφή: www.godrecords.blogspot.com
σχόλια