Οι King Gizzard and the Lizard Wizard είναι ίσως από τα πιο εκρηκτικά γκρουπ που μπορείς να πετύχεις live αυτήν τη στιγμή.
Τουλάχιστον αυτό λένε όσοι τους έχουν δει να παίζουν από κοντά. Τρεις κιθάρες και δύο ντραμς στο set-up τους σε προδιαθέτουν για μια πραγματικά εκκωφαντική ηχητική εμπειρία. Συνολικά, ανεβαίνουν κάθε φορά επτά άτομα πάνω στη σκηνή.
Ξεπήδησαν από την ψυχεδελική σκηνή της Αυστραλίας, στον απόηχο της τεράστιας επιτυχίας των Tame Impala.
Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση και να πούμε ότι το πρότζεκτ του Kevin Parker αποδείχτηκε καθοριστικό για τον ήχο της ηπείρου στις αρχές των '00s, άσχετα με το αν αργότερα το γύρισε στην ηλεκτρονική ποπ, προς απογοήτευση των ροκάδων φίλων του – μάλιστα, έχουν φάει αρκετό κράξιμο γι' αυτήν τους τη στροφή.
Αν θέλει κάποιος να ξεκινήσει μαζί τους, καλύτερα να στραφεί στο «Quarters!» του 2015, όπου παίζουν λες και αναστήθηκαν οι Grateful Dead, και στο εξαιρετικό «Nonagon Infinity» του 2016, που είναι φουλ Hawkwind. Το χειρότερο που μπορείς να κάνεις όταν έρχεσαι σε πρώτη επαφή με τη μουσική τους είναι να δοκιμάσεις κάτι από την πεντάδα που κυκλοφόρησαν πέρσι.
Στο θέμα μας τώρα, οι King Gizzard μεγάλωσαν μαζί στη Μελβούρνη και ήταν συμμαθητές. Σχηματίστηκαν το 2010.
Το μακρινάρι όνομά τους, που εξάπτει την περιέργεια και το πιο πιθανό είναι να το μπερδέψεις αρκετές φορές μέχρι να το εμπεδώσεις, ήταν απόφαση της τελευταίας στιγμής.
Ο Stu Mackenzie, o μπροστάρης του γκρουπ, ήθελε να ονομάζονται απλώς Gizzard, ενώ κάποιο άλλο μέλος ήθελε να πάρουν το ψευδώνυμο του Jim Morrison που ήταν Lizard King (o βασιλιάς σαύρα).
Τέλος πάντων, κατέληξαν στον σιδηρόδρομο «King Gizzard and the Lizard Wizard» για να μη μείνει κανείς παραπονεμένος. Υπεύθυνος για το τρομερό artwork της μπάντας από την αρχή μέχρι και σήμερα είναι ο εικονογράφος Jason Galea.
Αυτό που τους κάνει τόσο αξιοπρόσεκτους, εκτός από τις live εμφανίσεις, είναι ότι έχουν κάνει μια διόλου ευκαταφρόνητη δισκογραφία μέσα σε λίγα μόνο χρόνια. Αν κοιτάξεις καλύτερα τι έχουν κάνει, θα διαπιστώσεις ότι είναι ολίγον τι περιπτωσάρες.
Το πιο εξωφρενικό είναι ότι σε έναν χρόνο αποφάσισαν να κυκλοφορήσουν πέντε άλμπουμ! Δεν ξέρω αν ήθελαν να σπάσουν κάνενα ρεκόρ στο Γκίνες, πάντως το 2017 δεν απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί το «annus mirabilis» τους.
Θα ακουστεί κλισέ, αλλά η ποσότητα δεν σημαίνει απαραίτητα ποιότητα και εδώ αποδεικνύεται περίτρανα. Συνολικά έχουν κυκλοφορήσει 13 άλμπουμ.
Αν θέλει κάποιος να ξεκινήσει μαζί τους, καλύτερα να στραφεί στο «Quarters!» του 2015, όπου παίζουν λες και αναστήθηκαν οι Grateful Dead, και στο εξαιρετικό «Nonagon Infinity» του 2016, που είναι φουλ Hawkwind.
Το χειρότερο που μπορείς να κάνεις όταν έρχεσαι σε πρώτη επαφή με τη μουσική τους είναι να δοκιμάσεις κάτι από την πεντάδα που κυκλοφόρησαν πέρσι.
King Gizzard & The Lizard Wizard - Quarters!
Είναι μακράν οι πιο μέτριες δουλειές τους, με σκόρπιες εξαιρέσεις. Πιο πολύ λειτουργούν ως μια άσκηση σε κάθε μουσικό είδος που έχει βγάλει το ροκ από τη δεκαετία του '70 και μετά.
Αναβίωση στην αναβίωση από τον Frank Zappa μέχρι τον Miles Davis και γυναικεία φωνητικά, όπως αυτά των Cosmic Jokers, ή brutal, λες και είναι heavy metal μπάντα.
Έχουν διαφορετικό concept για το καθένα, τρομάρα τους, ενώ το «Murder of the Universe» χωρίζεται σε τρία μέρη.
Το ηχητικό αποτέλεσμα και των πέντε δίσκων φέρνει σε έναν καταιγιστικό και κάπως μπουκωμένο ηχητικό αχταρμά που θυμίζει μπασταρδεμένο math rock αλά Battles περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.
Γενικά, μιμούνται τα πάντα και συμφέρουν. Στο τέλος αποτίνουν φόρο τιμής στον τουρκικό μπαγλαμά για το γαμώτο. Τι σου μένει; Μια βαρεμάρα.
Όσο αγνές κι αν είναι οι προθέσεις τους, όσο εντυπωσιακή και αν είναι για τους μουσικοκριτικούς η υπερπαραγωγικότητά τους, οι κυκλοφορίες τους λειτουργούν εντελώς επιφανειακά.
Είναι κρίμα, επειδή θα μπορούσαν να κάνουν μία μόνο εξαιρετική δουλειά και να μιλάμε για τον πιο διαχρονικό ροκ δίσκο της περσινής χρονιάς.
Αντ' αυτού, τα τζαμαρίσματά τους χάθηκαν στη μετάφραση. Έπαθαν μέσα στον πανικό και μια νίλα με το «Polygondwanaland», το τέταρτο στη σειρά δισκογραφικό τους πόνημα, που κάποιος ανέβασε ολόκληρο στο YouTube πριν από την επίσημη κυκλοφορία.
Κατέβηκε αμέσως, βέβαια, και τελικά η μπάντα το κυκλοφόρησε δωρεάν ως δώρο για τους φαν τους. Επιπλέον, έβγαλαν στη γύρα και τα master tapes.
Η μουσική, πάντως, πρέπει να είναι αγχολυτική για τον Mackenzie, σύμφωνα με όσα δήλωνε το 2016 στην «Guardian»:
«Συνειδητοποίησα ότι δεν μου είναι εύκολο να χαλαρώνω. Εδώ και χρόνια προσπαθώ να απασχολώ τον εαυτό μου συνεχώς για να μην τρελαθώ. Αν μπορώ να είμαι δημιουργικός ως μουσικός, μπορώ να είμαι και ως άνθρωπος».
Αυτό εξηγεί πολλά. Επίσης λέει ότι θεωρεί την μπάντα του αμιγώς garage και πως στις θεοπάλαβες συναυλίες τους οι μισοί τη βγάζουν με κινόα και κέιλ και οι άλλοι μισοί με Red Bull και γαριδάκια, τα μόνα στοιχεία που δείχνουν ότι ζουν πράγματι στον 21ο αιώνα.
Στην Αθήνα έρχονται ακριβώς τη στιγμή που πρέπει, στο peak της δημοτικότητάς τους. Θα «τραντάξουν» το Fuzz το επόμενο Σάββατο 16 Μαρτίου. Και για όσους αναρωτιούνται τι σημαίνει gizzard, έτσι ονομάζεται το στομάχι κάποιων πτηνών ή συγκεκριμένα του κροκόδειλου.