Πριν από λίγο καιρό η όχι ευρέως γνωστή στην Ελλάδα Searchlight Pictures ανακοίνωσε ότι είχε στα σκαριά μια ταινία για τον Joseph Boulogne (Ζοζέφ Μπουλόν), μέγα συνθέτη και μουσουργό του 18ου αιώνα, γνωστό και με το παρατσούκλι «Ιππότης του Αγίου Γεωργίου».
Και φυσικά, παρά το BlackLivesMatter που γνωρίζει μέρες αιματηρής δόξας στην Αμερική, τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων φιλοξένησαν την είδηση ακριβώς όπως δεν έπρεπε: ότι για πρώτη φορά θα γίνει μια ταινία για τον «Μαύρο Μότσαρτ».
Πολλοί απ’ όσους χρησιμοποίησαν αυτόν τον χαρακτηρισμό για τον Μπουλόν, πιστεύουν ότι η σύγκριση κολακεύει ή καλύτερα εξυμνεί το άγνωστο, χαντακωμένο για την ακρίβεια, έργο του, όμως, είναι ακριβώς η απαλοιφή του ονόματός του από την ιστορία που (του) δημιουργεί μέχρι τις μέρες μας, τεράστιο πρόβλημα. Ακριβώς όπως και τότε έτσι και σήμερα αποσιωπά τη συμβολή του στην ιστορία της δυτικής κλασικής μουσικής, η οποία, ας μη γελιόμαστε, είναι γραμμένη κυρίως από λευκούς.
Κι όμως, πόσο κρίμα αυτή η αποσιώπηση που συντελέστηκε με τη μορφή φιλοφρόνησης..! Ο Μπουλόν είχε ζήσει συναρπαστική ζωή και υπήρξε μία από τις πιο φωτεινές προσωπικότητες της εποχής του και όχι μόνο σε ό,τι αφορά την κλασική μουσική.
Είναι αστείες οι συγκρίσεις και ταπεινωτικές για τον Ιππότη του Αγίου Γεωργίου που η ιστορία τον «κατάπιε», επειδή ήταν μαύρος και στην καλύτερη εκδοχή της τον ανάγκασε να κάθεται στο ίδιο βάθρο, ίσως και λίγο πιο χαμηλά από τον Μότσαρτ. Τον οποίο ο ίδιος ενέπνευσε και όχι αντιστρόφως...
Εξώγαμο τέκνο ενός Γάλλου ευγενούς των αποικιών και μίας μαύρης σκλάβας από τη Σενεγάλη, θα γεννηθεί στη Γουαδελούπη. Ο μικρός δεν θα μείνει με τη μητέρα του για περισσότερο από 10 χρόνια. Σ’ αυτή την ηλικία ο κτηματίας και κτητικός πατέρας θα πάρει τον Μπουλόν μαζί του στο Παρίσι και θα τον βάλει σε ένα σχολείο αντάξιο του τίτλου του κτηματία αποικιοκράτη.
Εκεί, ως μαύρος με λευκά προνόμια, θα μυηθεί στις Τέχνες –και σ’ αυτήν του Πολέμου- και θα διακριθεί σε διάφορα πεδία της ζωής των ευγενών λευκών.
Από τον χορό και την ξιφομαχία, μέχρι την ιππασία και το βιολί, ο Μπουλόν θα διαπρέψει ως γιος του ευγενή που είχε μια περιπέτεια με μια σκλάβα. Ο «Μαύρος Μότσαρτ», ο «Βολταίρος της Μουσικής», όμως, θα μείνει στην ιστορία για τη δεξιοτεχνία του στο βιολί και για τη σοβαρή εργασία του σε συμφωνικά έργα και κοντσέρτα για βιολί.
String Quartet No. 1 in C Major, Op. 1, No. 1: II. Rondeau: Tempo di minuetto; Grazioso
Λεπτός άνθρωπος, γεμάτος ευαισθησίες και ευγένεια, αφήνει το στίγμα του στην παρισινή μουσική της εποχής του. Ναι, ομολογουμένως, λένε οι κατοπινοί κριτικοί του, τα έργα του δεν διακατέχονται από τους φιλοσοφικούς στοχασμούς των ομότεχνων του, όμως, αφορούν τη μουσική που εκείνα τα χρόνια λατρεύει να ακούει το Παρίσι: τίμια, χαριτωμένη, γαλλική κοντσερτάντε μουσική που χαρακτηρίζει τα ακούσματα του τέλους του 18ου αιώνα.
Παραδόξως, το όνομά του άρχισε να γίνεται ευρέως γνωστό στους κύκλους της εποχής του, όχι από το ταλέντο του στο βιολί και τη σύνθεση, αλλά από τις επιδόσεις του στην ξιφομαχία. Υπήρξε άλλωστε μαθητής του διάσημου δασκάλου, La Boëssière. Μάλιστα, εμφανίζεται ρωμαλέος να ξιφομαχεί με τον Chevalier d'Éon σ’ έναν υπέροχο πίνακα που εκτίθεται στο Παλάτι του Μπάκιγχαμ. Σε κάθε περίπτωση, ήταν αυτό το ταλέντο του που ανάγκασε τον Λουδοβίκο ΙΕ’ να τον ανακηρύξει Ιππότη του Αγίου Γεωργίου, τίτλο που κατείχε και ο πατέρας του και παρά το ότι ο γαλλικός κώδικας ευγένειας απαγόρευε σε έναν μαύρο να κληρονομήσει τον συγκεκριμένο τίτλο ευγενείας.
(Σ.Σ.: Σε κάποια βιβλία ιστορίας αναφέρεται λανθασμένα ακόμη και ως σωματοφύλακας του Λουδοβίκου 14ου, γνωστού και ως «Βασιλιά Ήλιου», μόνο που ο συγκεκριμένος ήταν νεκρός από το 1715, δηλαδή περίπου 30 χρόνια πριν γεννηθεί ο Μπουλόν).
Δεν ήταν όμως μόνο αυτή η αρετή του. Σε κανέναν ευγενή της εποχής εκείνης το όνομα Μπουλόν δεν ήταν άγνωστο, είτε η συζήτηση αφορούσε την ιππασία και την ξιφασκία είτε τον χορό, τη μουσική και τα ανδραγαθήματά του, ως έφιππου αξιωματικού του γαλλικού στρατού.
Η απαλοιφή του ονόματος του τεχνηέντως ξεκινά, όταν ο Μπουλόν αρχίζει να αποκτά τη φήμη του πιο ικανού άντρα στην Ευρώπη. Και μπορεί λεπτομέρειες για τη μουσική του παιδεία να γνωρίζουμε ελάχιστες ως ακριβείς, όμως, θεωρείται τεκμηριωμένη η έναρξη της ζωής του ως μουσικού, όταν ο François-Joseph Gossec, ένας από τους πρωτοπόρους της γαλλικής συμφωνικής μουσικής και κορυφαίος μαέστρος ιδρύει το Concert des Amateurs το 1769.
Τότε είναι που καλεί τον Μπουλόν να λάβει μέρος στο εγχείρημά του, πρώτα ως βιολιστής και εν συνεχεία ως διευθυντής ορχήστρας.
Οι πρώτες ολοκληρωμένες συνθέσεις του Μπουλόν εμφανίζονται το 1770 και μαρτυρούν έναν συνθέτη που ακόμη αναζητά το ύφος και τη δική του προσωπική φωνή, όμως, τα πρώτα έξι κουαρτέτα για έγχορδα που υπογράφει φλυαρούν για την αγωνία του να ξεφύγει από τη βαριά παράδοση του μπαρόκ και να περάσει σε πιο κλασικές δημιουργίες.
Όταν ο Gossec καλείται να αφήσει το Concert des Amateurs για άλλες καλλιτεχνικές υποχρεώσεις, εκείνος χρίζει διάδοχό του τον Μπουλόν και επί των ημερών του η ορχήστρα έγινε η δημοφιλέστερη της Γαλλίας, αν όχι της Ευρώπης.
Οι ικανότητες και η φήμη που αποκτά ως δεξιοτέχνης του βιολιού και ως μαέστρος εξαιρετικών επιδόσεων τον πείθει ότι μπορεί να υποβάλει αίτηση για τη διεύθυνση της Βασιλικής Μουσικής Ακαδημίας. Και μπορεί. Αλλά δεν γίνεται δεκτός.
Joseph Bologne, Chevalier de Saint Georges: Symphony Concertante in B-flat major, Op.6, No.2
Προλαβαίνει μία καλλιτεχνική ομάδα της γαλλικής ελίτ να διαμαρτυρηθεί εγγράφως στη Μαρία Αντουανέτα για το ότι δεν μπορεί αυτό το πόστο να το αναλάβει ένας μαύρος...
Παρά τις αντιξοότητες και τον ρατσισμό, ο Μπουλόν δουλεύει ακαταπαύστως. Μέχρι το 1775 είχε προλάβει να γράψει δύο σπουδαίες συνθέσεις για δύο βιολιά και ορχήστρα (Op. 6) και έχει ήδη βρει τον δρόμο του, επηρεάζοντας και άλλους συνθέτες της εποχής: η μουσική του θυμίζει υβρίδιο του μπαρόκ που όμως πλησιάζει το κλασικό κοντσέρτο με μαεστρία και απαιτεί από τους σολίστ τέτοια βιρτουοζιτέ, που καταλήγουν σε μουσική μονομαχία.
Και για να φτάσουμε στην ελεεινή παρεξήγηση με τον Μότσαρτ: θεωρείται απολύτως βέβαιο ότι το 1778, η μουσική διάνοια ταξίδεψε στο Παρίσι και μάλιστα φιλοξενήθηκε από τον Κόμη Σίκιγκεν, ο οποίος την ίδια περίοδο φιλοξενούσε τον Μπουλόν.
Κατά περίεργο τρόπο και όπως αναφέρουν πηγές της εποχής, ο Μότσαρτ δεν έτυχε να ακούσει κάποια από τις συνθέσεις του Μπουλόν. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ένα εκπαιδευμένο αυτί, στο κατοπινό έργο του γίγαντα Αμαντέους, θα διέκρινε μουσικές ακολουθίες που δεν εντοπίζονταν πριν στις συνθέσεις του.
Για παράδειγμα, στην πρώτη σύνθεσή του –μετά την επιστροφή του στην Αυστρία- (Symphonie Concertante E-flat) μεταγενέστεροι μελετητές της ιστορίας της μουσικής διέκριναν αξιοσημείωτες ομοιότητες με ένα απόσπασμα από κοντσέρτο για βιολί του Μπουλόν (Op. 7, No. 1) που είχε ήδη γράψει το 1777.
Οι δύσκολες ακολουθίες που εξαναγκάζουν το έγχορδο σε ακραίες νότες και μετά ρίχνονται σε μία δραματική βουτιά θυμίζουν έντονα τις παρτιτούρες του Μπουλόν και πάντως όχι Μότσαρτ, τουλάχιστον μέχρι εκείνη την περίοδο.
Είναι λοιπόν αστείες οι συγκρίσεις και ταπεινωτικές για τον Ιππότη του Αγίου Γεωργίου που η ιστορία τον «κατάπιε», επειδή ήταν μαύρος και στην καλύτερη εκδοχή της τον ανάγκασε να κάθεται στο ίδιο βάθρο, ίσως και λίγο πιο χαμηλά από τον Μότσαρτ. Τον οποίο ο ίδιος ενέπνευσε και όχι αντιστρόφως...
Στα 1781, η πολιτική και οικονομική κατάσταση της Γαλλίας είχε ήδη αλλάξει. Το ξακουστό Concert des Amateurs ελλείψει χρηματοδότησης τερμάτισε τις επιτυχημένες περιοδείες του. Λίγο αργότερα συστάθηκε το Concert de la Loge Olympique, το οποίο υπό την καθοδήγησή του έγινε η πλέον σοβαρή ευρωπαϊκή ορχήστρα.
Όμως, δεν τα κατάφερε ποτέ στην όπερα. Άλλωστε εκεί η επιτυχία είχε να κάνει και με το αν ο μουσικός ήταν προστατευόμενος κάποιου ισχυρού, αλλά και με τις πολιτικές εξελίξεις που όλο και οδηγούσαν τα πράγματα προς τη Γαλλική Επανάσταση του 1789.
Ειδικά τότε το να είναι κανείς μαύρος, αλλά ευγενής και με προϋπηρεσία στον Γαλλικό Στράτο έκανε ακόμη πιο πολύπλοκη την εξίσωση...
Ο Μπουλόν θα πεθάνει το 1799, όχι ακριβώς απένταρος, αλλά σίγουρα αποδυναμωμένος και από οικονομικής άποψης και ως επιδραστική φιγούρα στη γαλλική κοινωνία του τρίπτυχου «ελευθερία – ισότητα – αδελφότητα». Ακόμη και έτσι, η επιρροή του στη δυτική μουσική, τόσο ως μαέστρου όσο και ως δημιουργού, ποτέ δεν χάθηκε ολοκληρωτικά. Το μουσικό του ύφος θα καταφέρει να επιβιώσει δύο αιώνες μετά παρά τον συστημικό ρατσισμό που διατρέχει τα κείμενα των δυτικών θεωρητικών της μουσικής.
Μέχρι και σήμερα το όνομά του παραλείπεται κατά κανόνα από τα εγχειρίδια που διδάσκονται στα μουσικά πανεπιστήμια Ευρώπης και Αμερικής για να μην αναφερθεί κανείς στους εκδοτικούς οίκους που κάθε λίγο προχωρούν στη φροντισμένη έκδοση κάποιου σχετικού συγγράμματος.
Ωστόσο, αν αυτό δεν είναι η αδιαφιλονίκητη απόδειξη ότι ο Μπουλόν υπήρξε μέγας για την κλασική μουσική, τότε τι είναι; Ελπίζει κανείς στην επικείμενη ταινία, η συναρπαστική του ιστορία αυτή τη φορά να ειπωθεί σωστά, όπως και το όνομά του, χωρίς συγκρίσεις ή ταπεινωτικές φιλοφρονήσεις με λευκούς ομότεχνους του.
Με στοιχεία από New York Times, ClevelandClassical.com, Artaria.com
σχόλια