Δεν πίστευα ποτέ ότι κάποιος θα με αποκαλέσει Αθηναίο, παρόλο που ζω περίπου τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στην Αθήνα. Έχω γεννηθεί στη Βρέμη της Δυτικής, τότε, Γερμανίας από γονείς μετανάστες. Δεν έχω καμία ανάμνηση από εκείνο το περιβάλλον, γιατί σχεδόν αμέσως μετά βρέθηκα στη Βέροια. Αν υπάρχει κάτι που χαρακτήρισε την παιδική μου ηλικία, είναι οι απανωτές αλλαγές τόπων διαμονής. Σε κάθε τάξη του δημοτικού βρισκόμουν και σε άλλη πόλη ή χωριό. Αυτό από τη μια μεριά έχει κάτι πολύ βίαιο, αλλά ταυτόχρονα είναι και κάποιου είδους σκληραγώγηση. Έχεις διαρκώς την αγωνία να προσαρμοστείς και να αποκτήσεις καινούργιους φίλους και τα παιδιά είναι μια άγρια κοινωνία με άγραφους κανόνες που δεν στηρίζονται πάντα σε κάποιο δίκαιο. Γίνεσαι και λίγο αγρίμι χωρίς να το θέλεις και χωρίς να το καταλάβεις.
• Θυμάμαι τη φορά που χάθηκα σ’ ένα δασάκι από πασχαλιές, οκτώ χρόνων, σε ένα ορεινό χωριό της Καβάλας. Θυμάμαι ποσό έντονη ήταν η μυρωδιά των λουλουδιών και ότι όταν βγήκα αποκεί βρέθηκα σε ένα χωράφι με καταπράσινο σιτάρι. Ήταν άνοιξη. Έπρεπε να διασχίσω τρέχοντας αυτό το χωράφι για να φτάσω σπίτι. Με τρόμαζε που δεν έβλεπα το έδαφος από την πυκνή βλάστηση του σιταριού, αλλά με μάγευε και ο τρόπος που κυμάτιζε λόγω του αέρα όλο αυτό το τοπίο. Άρχισα, λοιπόν, να τρέχω και αισθανόμουν ταυτόχρονα φόβο και ευτυχία.
• Σ’ εκείνο το ορεινό χωριό ήταν δάσκαλος ένας θείος μου, που είχε και ένα πικάπ, ένα από εκείνα τα παλιά, που ήταν ολόκληρο έπιπλο. Εκεί άκουσα πρώτη φορά μουσική με εντυπωσιακό ήχο και είδα τα βινύλια με τα εντυπωσιακά εξώφυλλα. Ο πρώτος δίσκος που θυμάμαι ήταν το «Πέτρα και φως» του Κώστα Χατζή. Ήταν μαγικό εκείνο το πικάπ. Άρχιζε η μουσική και εξαφανιζόταν όλο το μέρος.
Με στενοχωρεί να βλέπω ποσό εύκολα μπερδεύεται η αυθεντικότητα με την επιθετικότητα. Τεράστιες ποσότητες αυταρέσκειας και ψευτομαγκιά παντού τριγύρω. Λίγες οι φωτεινές εξαιρέσεις. Ελπίζω ότι αυτήν τη στιγμή κάποιος πιτσιρικάς φτιάχνει κάτι στο δωμάτιό του ή στον δρόμο, που θα μας αφήσει άφωνους.
• Μετά, στην εφηβεία, τα ακούσματα άλλαξαν. Υπήρχαν ωραία δισκάδικα στη Βέροια που συγκέντρωναν όλους τους νέους που αγαπούσαν τα ξένα συγκροτήματα και μπορούσες να γνωρίσεις παιδιά που είχαν τα ίδια ενδιαφέροντα αλλά και κάποιες μεγαλύτερες φιγούρες, άτομα που ήταν θρύλοι για την πόλη, έφερναν δίσκους από το εξωτερικό και γνώριζαν πολλά για τη μουσική. Η μυθολογία της επαρχίας.
• Δική μου μουσική άρχισα να γράφω όταν πήρα την πρώτη μου κιθάρα, στα δεκαεφτά. Κατάλαβα κατευθείαν ότι δεν ήθελα να γίνω κλασικός κιθαρίστας επειδή με μαγεύαν τα τραγούδια και είχα αποκτήσει ήδη μια σχέση με το γράψιμο και τους στίχους. Όταν άρχισα να γράφω μουσική, είχα ήδη κάποιους στίχους να μελοποιήσω και μια σταθερή σχέση με τη λογοτεχνία και την ποίηση, από πολύ μικρός.
• Ο πρώτος άνθρωπος που με έκανε να πιστέψω ότι έχει αξία η σχέση μου με τη μουσική ήταν ο Γιώργος Σιαμπάνης, που χρηματοδότησε και τον πρώτο δίσκο των Μωρών στη φωτιά. Ο Γιώργος σύχναζε στα δισκάδικα της Βέροιας και στις ωραίες παμπ της εποχής. Μου έμαθε τους σπουδαιότερους ξένους μουσικούς. Ακούγαμε μαζί κασέτες και κουβεντιάζαμε επί ώρες για ταινίες και βιβλία. Ο δεύτερος και καθοριστικός άνθρωπος ήταν ο Νίκος Καντάρης, που συνάντησα στο Παρίσι και στην ουσία με βοήθησε να φτιάξω το πρώτο μου home studio εκεί. Εκεί έστησα τον πρώτο δίσκο των Ξύλινων Σπαθιών και ουσιαστικά βρήκα τον δικό μου δρόμο στη μουσική. Θα μπορούσα να μιλάω επί μέρες για όλα αυτά που έζησα με τον Νίκο στη Γαλλία και στις γειτονικές χώρες. Όμορφα ταξίδια και απολύτως καθοριστικά για τον τρόπο που είδα τον κόσμο και τη μουσική.
• Τα Ξύλινα Σπαθιά και η δεκαετία του ’90 ήταν για μένα κάτι σαν συνάντηση του ονείρου μου με την πραγματικότητα. Από τη μια η χαρά του να ταξιδεύεις με την παρέα σου, να παίζεις τη μουσική σου και να κερδίζεις την ελευθερία σου και από την άλλη να βλέπεις όλες τις δυσκολίες που έχει η ελληνική πραγματικότητα σε σχέση με την επαγγελματική διάσταση της μουσικής. Σίγουρα ζήσαμε ένα θαύμα και οι αναμνήσεις είναι αντιφατικές καμιά φορά, αλλά πάντα συγκλονιστικές. Το έζησα στα άκρα και με πάθος.
• Οι B Movies είναι συγκρότημα μακροβιότερο των Ξύλινων Σπαθιών και πολύ πιο «ηρωικό», ας πούμε. Ταξιδέψαμε μαζί δεκαπέντε χρόνια, χωρίς όμως τον ευνοϊκό άνεμο που είχαν και λόγω συγκυρίας τα Σπαθιά. Έχω τεράστια εκτίμηση σε όλους τους μουσικούς που με συνόδευσαν ως B Movies όλα αυτά τα χρόνια, παίζοντας πάρα πολλές φορές σε δύσκολες συνθήκες στην επαρχία και ζώντας όλη αυτή την περιπέτεια με φοβερό χιούμορ.
• Το σημαντικότερο όφελος από την ενασχόλησή μου με τη μουσική είναι ότι με κρατάει σε εγρήγορση και έχω διαρκώς την αίσθηση ότι υπάρχει ένα καλύτερο τραγούδι που περιμένει να γραφτεί από μένα και μια καλύτερη συναυλία να ζήσω. Ελπίδα μού δίνουν οι νέοι άνθρωποι ‒ και δεν μιλάω απαραίτητα ηλικιακά. Εννοώ τη νεανικότητα στον τρόπο σκέψης. Με ενθουσιάζουν οι άνθρωποι που φέρονται σαν να είναι έτοιμοι να κατανοήσουν τον κόσμο κάθε μέρα εξαρχής.
• Ο μεγαλύτερος φόβος μου είναι μήπως χάσω την πίστη μου στο ότι θα ξυπνάω κάθε μέρα και αυτό θα μου φαίνεται σαν θαύμα. Με τρομάζει η ιδέα της μονοτονίας. Αυτό που με εκνευρίζει περισσότερο είναι το να βλέπω τον κυνισμό να παρουσιάζεται ως δύναμη και την ευαισθησία και τη συμπόνια ως αδυναμία. Με απωθεί ο δογματισμός που κάνει τους ανθρώπους μονόφθαλμους.
• Τη λέξη «Θεός» τη συνδέουμε πάντα με την πίστη και τις θρησκείες. Για μένα συνδεόταν πάντα με τη λέξη εμπιστοσύνη. Εμπιστευόμουν πάντα τον ουρανό, είτε τον κοιτούσα μέρα είτε νύχτα.
• Δεν υπάρχει κακό χωρίς κάτι καλό ταυτόχρονα. Υπάρχει μια υπερβολή αυτήν τη στιγμή σε σχέση με τις παλιότερες εποχές, δηλαδή αν σκεφτούμε τι γινόταν τη δεκαετία του ’30 ή τον δέκατο ένατο αιώνα. Η σχέση των ανθρώπων με τη μουσική και η επαφή του μεγάλου κοινού με τη μουσική έχουν εξελιχθεί ανά τους αιώνες, απλώς η εξέλιξη υπήρξε πολύ γρήγορη τα τελευταία πενήντα χρόνια και αυτό έχει να κάνει με την τεχνολογία, είναι κάτι φυσιολογικό. Σίγουρα, όσο περισσότερη πληροφορία υπάρχει τόσο πιο δύσκολα μπορεί κανείς να εστιάσει, αλλά δεν μπορώ να πω ότι αυτό κάνει κακό απαραίτητα στη μουσική. Ενώ και το ακροατήριο βομβαρδίζεται πλέον από πολλή πληροφορία, ταυτόχρονα οι μουσικοί έχουν επαφή πολύ πιο εύκολα με πάρα πολλά ακούσματα που δεν ήταν εφικτό να έχουμε παλιότερα. Δηλαδή αυτήν τη στιγμή μπορεί κάποιος να μιξάρει ένα τραγούδι και ταυτόχρονα να μπει σε χιλιάδες βιβλιοθήκες, έχοντας εύκολη ενημέρωση για ό,τι συμβαίνει αυτήν τη στιγμή στον πλανήτη. Οπότε, πιστεύω ότι για την ίδια τη μουσική δεν είναι κακό που η πληροφορία ταξιδεύει με τόση ταχύτητα. Από την άλλη, υπάρχει το ερώτημα αν κινδυνεύει να γίνει η σχέση των ανθρώπων πιο επιδερμική. Δεν το πιστεύω αυτό. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι βρίσκουν αυτό που τους συγκινεί περισσότερο. Παλιότερα ψάχναμε σε ένα ρυάκι, ή σε μια λίμνη, ή σε μια θάλασσα, και τώρα είμαστε σε ωκεανούς μουσικής. Δεν σημαίνει πως δεν θα ταξιδέψουμε.
• Έχει σημασία ποιος ακούει και ποιος διατυπώνει την κριτική, γιατί στην ουσία ζούμε σε μια εποχή που, τουλάχιστον στην Ελλάδα, η κριτική είναι αρκετά επιφανειακή. Παλιότερα βγάζαμε έναν δίσκο και περιμέναμε από ανθρώπους να τον ακούσουν πολύ προσεκτικά, όχι απαραίτητα να μας πουν τι κάνουμε καλά. Ενώ τώρα, εδώ και πολλά χρόνια, βγάζεις έναν δίσκο και περιμένεις να του γράψει διθύραμβο κάποιος. Είναι σαν να μην υπάρχει αυστηρότητα απέναντι στη μουσική, λες και η κρίση των μουσικοκριτικών πια είναι στην υπηρεσία της επικοινωνίας και όχι της αλήθειας της κριτικής.
• Το κυνήγι της απόλυτης ευτυχίας μού φαίνεται λίγο ανοησία ως concept. Σημασία έχει να ζούμε τη ζωή με όλες τις πτυχές της. Γιατί έχει πολύ μεγάλη σημασία η ένταση με την οποία αφηνόμαστε να ζήσουμε τα πράγματα που άλλοτε είναι ευχάριστα και άλλοτε όχι τόσο. Αυτό είναι που χαράσσεται μέσα μας και είναι δικό μας. Τώρα πια, σε αυτή την ηλικία, μπορώ να έχω μια σειρά από στιγμές που θυμάμαι και στην ουσία είναι σαν να κόβεται η πραγματικότητα στα δύο, σαν να αλλάζει τελείως η αίσθηση του χρόνου και να βυθίζεσαι «σε μια ρωγμή του χρόνου», όπως έλεγε και ένα παλιό τραγούδι. Και κάποιες στιγμές ζεις όπως εσύ θεωρείς ότι θα έπρεπε να ζεις. Να, αυτή είναι μια αίσθηση του παραδείσου. Με το που το λέω, όμως, έχει χαθεί σχεδόν, έχει γίνει κι αυτό ανάμνηση. Και αναρωτιέσαι αν ήταν συνέχεια έτσι, μήπως ο παράδεισος θα ήταν το πιο βαρετό μέρος.
• Βρισκόμαστε σε μια φάση παγκόσμια, σε κάτι που δεν φανταζόμασταν ότι μπορούσε να συμβεί. Έχει φρενάρει όλος ο πλανήτης με έναν τρόπο εξωπραγματικό και πέρα από τη φαντασία μας. Κι ενώ κάποιος κοντεύει να μας εξοντώσει επαγγελματικά κυριολεκτικά και μας έχει φέρει στα όριά μας, ταυτόχρονα, σε επίπεδο συνειδητοποίησης πολλών πραγμάτων, είναι σίγουρο πως μπορεί να είναι επωφελής. Ας πούμε, ήμουν για φαγητό σε ένα μέρος όπου δεν υπήρχε μουσική υπόκρουση και άκουγα το θρόισμα των φύλλων πάνω από το κεφάλι μου, αισθανόμουν ότι άκουγα τους ανθρώπους να ψιθυρίζουν, δεν φώναζαν πια, και όλο αυτό ήταν πολύ αρμονικό. Είχα ξεχάσει πώς είναι να είσαι σε ένα μαγαζί χωρίς να πρέπει να υποστείς υποχρεωτικά αυτό που ένας εστιάτορας θεωρεί μουσική υπόκρουση. Μπορεί να ακούγεται τόσο δευτερεύον αυτό, αλλά μου θύμισε τη φράση του Μάκη του Μηλάτου που περιέγραφε αυτό το νέο φαινόμενο ως εξής ‒ και μου φάνηκε ιδιαίτερα πετυχημένο: «Σε όσους έλειψε η μουσική υπόκρουση στα μαγαζιά, μάλλον δεν τους έλειψε στ’ αλήθεια η μουσική. Σε αυτούς που έλειψε στ’ αλήθεια η μουσική, δεν νομίζω ότι τους έχει λείψει και τόσο αυτή η μουσική υπόκρουση». Θέλω να πω ότι κάποια πράγματα αρχίζουν να αποκτούν λίγο περισσότερο την πραγματική τους. Και την πραγματική τους διάσταση, ταυτόχρονα με όλη αυτή την καταστροφή.
• Πιστεύω ότι η καραντίνα έκανε καλό στη δημιουργία, εκ των πραγμάτων, γιατί οι άνθρωποι που δημιουργούν θέλουν χρόνο. Όσο πιο γρήγορα τρέχει το αυτοκίνητο, τόσο πιο δύσκολα βλέπεις το τοπίο. Τώρα που πήγαν όλα πιο αργά, είχαμε περισσότερο χρόνο να δούμε, εκτός από τον ίδιο τον δρόμο, τα δέντρα, τα βουνά, τη θάλασσα και τον εαυτό μας πολύ περισσότερο μέσα στον κόσμο. Πιστεύω ότι εκ των πραγμάτων αυτή η πτώση της ταχύτητας πρέπει να έχει δημιουργήσει κάποιο περίσσευμα.
• Το να έχουν άποψη για τα πάντα τα δημόσια πρόσωπα είναι φαινόμενο των τελευταίων δεκαετιών. Λες και δημιουργήθηκε συνολικά μια άποψη ότι από τη στιγμή που είσαι μουσικός πρέπει ταυτόχρονα να είσαι και οικονομολόγος, κοινωνιολόγος, πολιτικός αναλυτής, τώρα τελευταία ίσως και γιατρός με εξειδικευμένες γνώσεις. Δεν μου αρέσει η ιδέα και μόνο ότι οι καλλιτέχνες πρέπει να έχουν μια βαθύτερη, σπουδαιότερη και καλύτερη θέα προς τον κόσμο. Δεν είναι καθόλου σίγουρο πως συμβαίνει αυτό. Οπότε, το να ζητάμε τη γνώμη τους επί παντός επιστητού μού φαίνεται λίγο άκυρο. Αν κάποιος θέλει να πει κάποια στιγμή κάτι, το λέει. Η γνώμη ενός καλλιτέχνη δεν αποδεικνύεται με κανέναν τρόπο σπουδαιότερη από τη γνώμη κάποιου που κάνει οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα. Τα social media είναι ξαφνικά το βήμα όλων. Και έχουν γεμίσει με ρήτορες.
• Νομίζω ότι και τώρα υπάρχουν πάρα πολλοί νέοι καλλιτέχνες που πιάνουν την πραγματικότητα και την αναλύουν, έχουν τη δική τους οπτική, απλώς είναι πάρα πολύ το παρασκήνιο. Νομίζω ότι υπάρχουν αρκετά παιδιά που ενδιαφέρονται γι’ αυτό που συμβαίνει γύρω τους, το περιγράφουν και το κριτικάρουν, αλλά πολύ λίγο φτάνουν στ’ αυτιά μας τέτοιου είδους προσεγγίσεις. Η πλειονότητα δεν παύει να ασχολείται με τον εαυτό της, και μάλιστα τα τελευταία χρόνια με ένα χυδαίο, φιλάρεσκο, αυτάρεσκο τρόπο, ο οποίος περισσότερο μοιάζει με ύμνο στην ψευτομαγκιά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν και παιδιά που δεν έχουν πολύ κόσμο, κοινό, είναι περισσότερο παρέες. Μικρά θαύματα συμβαίνουν, αλλά είναι πολύ λίγα σε σχέση με αυτό που θα περίμενε κανείς από μια-δυο γενιές μετά τα ’90s.
• Δεν κάθομαι να τακτοποιώ και πάρα πολύ τις δεκαετίες. Ούτε για τη δεκαετία του ’80 ούτε για του ’90 μπορώ να πω με ακρίβεια ότι έχω βγάλει κάποιο συμπέρασμα για το πώς επηρέασαν και τι ακριβώς άφησαν. Έχω κάπως νεφελώδη πράγματα στο κεφάλι μου όσον αφορά χρονικές περιόδους, όπως οι δεκαετίες. Περισσότερο έχω μια αίσθηση προσωπική για τα πράγματα και μέσα σε αυτό το σύννεφο, περισσότερο για τη δεκαετία του ’90, αισθάνομαι πως ήταν σαν να τρέχαμε και λίγο στα λιβάδια και κάποια στιγμή τέντωσε το σχοινί ή η αλυσίδα με την οποία ήμασταν δεμένοι και πέσαμε στα λουλούδια με τα μούτρα. Και έσπασαν πολλές μύτες τότε, συνειδητοποιήσαμε πως κάτω από τα λουλούδια υπήρχε ένα πετρώδες έδαφος. Κάπως έτσι τελείωσε, νομίζω, η δεκαετία του ’90 και ακολούθησαν οι άλλες, που ήταν επίσης πετρώδεις, αλλά πολύ πιο ξεκάθαρα.
• Το ελληνικό τραγούδι το συνδέω πάντα ισχυρά με το κομμάτι των στίχων. Με αυτό σχετίζεται για μένα η εξέλιξή του. Είναι λίγο σαν να έχουμε πολλούς καλούς σκηνοθέτες, αλλά λίγους καλούς σεναριογράφους. Αν προσέξεις τις Τρύπες, τα Ξύλινα Σπαθιά, τους Στέρεο Νόβα, τα Διάφανα Κρίνα, όλα είναι σχήματα ελληνόφωνα, ίσως γι’ αυτό επηρέασαν τόσο βαθιά και έντονα την εποχή, γι’ αυτό τα θυμόμαστε ως αναφορές. Αν θέλουμε να ψάξουμε κάτι μεταγενέστερο του οποίου η επιρροή να έχει αντίστοιχη βαρύτητα και βάθος, πρέπει να αναζητήσουμε και πάλι κάποια ποίηση, κάποιο στιχουργικό βάθος. Γιατί ενώ βγαίνουν καταπληκτικές μουσικές ‒χάρη στην τεχνολογία έχει πλέον ο καθένας στο σπίτι του πολυτελή στούντιο‒, ζούμε κυριολεκτικά σε επίπεδο επιστημονικής φαντασίας όσον αφορά τις τεχνολογικές μας δυνατότητες και υπάρχει τεράστια εξέλιξη στην τεχνολογία της μουσικής, βλέπω ότι παρασύρονται παρά πολλοί νέοι φτιάχνοντας εντυπωσιακές ατμόσφαιρες και ωραίες μουσικές, αλλά παραμελώντας το κομμάτι των στίχων. Και ενώ τώρα ένας πιτσιρικάς έχει τα πάντα, είναι σαν να βρίσκεται σε ένα μεγάλο στούντιο στο Λος Άντζελες ή στο Λονδίνο κι αυτό τον παρασύρει και νομίζει ότι παίζει σε ηλεκτρονικό παιχνίδι, το ένα plug-in οδηγεί στο άλλο, το ένα πρόγραμμα οδηγεί στο άλλο, και ίσως δεν συνειδητοποιήσει ότι ταυτόχρονα πρέπει να πει κάτι που να έχει κάποιο ειδικό βάρος, κάποιο βάθος και κάποια ουσιαστική αξία για τον παραλήπτη, τον ακροατή. Ενώ αν πιάσεις μια κιθάρα για να γράψεις ένα τραγούδι, συνειδητοποιείς ότι το μισό κομμάτι είναι στίχοι. Και ή τραντάζεται το μέρος όταν ακούγονται οι στίχοι ή όχι. Φαίνεται αμέσως η δύναμή τους γιατί είναι ο λόγος και είναι πάρα πολύ σημαντικός. Δεν μου λείπει η σπουδαία ποίηση στο τραγούδι, ποτέ δεν ήταν αυτό το θέμα, μου λείπουν η έμπνευση και η πρωτοτυπία. Με στενοχωρεί να βλέπω ποσό εύκολα μπερδεύεται η αυθεντικότητα με την επιθετικότητα. Τεράστιες ποσότητες αυταρέσκειας και ψευτομαγκιές παντού τριγύρω. Λίγες οι φωτεινές εξαιρέσεις. Ελπίζω ότι αυτήν τη στιγμή κάποιος πιτσιρικάς φτιάχνει κάτι στο δωμάτιό του ή στον δρόμο, που θα μας αφήσει άφωνους.
• Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι είναι φαινόμενο της εποχής, ακριβώς γιατί σε προηγούμενες εποχές αυτά τα παιδιά δεν θα είχαν τέτοια πρόσβαση στη δημοσιότητα. Δεν υπάρχουν τα φίλτρα που υπήρχαν τη δεκαετία του ’70, του ’80 και του ’90, αυτό έχει αλλάξει. Αν η τεχνολογία και τα media έδιναν βήμα σ’ εκείνα τα παιδιά, μπορεί και τότε να ακούγαμε έναν ωκεανό από αρλούμπες και να έπρεπε να ψάξουμε πολύ προσεκτικά για να βρούμε κάτι με ουσία, που θα ξεχώριζε. Είναι τόσο αλματώδης η ανάπτυξη της τεχνολογίας, που καμιά φορά παραμορφώνει την πραγματικότητα. Σκουπίδια σκέψεις πρέπει να υπήρχαν σε όλες τις δεκαετίες, απλώς τώρα δεν φιλτράρονται πριν φτάσουν στ’ αυτιά μας.
• Πρέπει να καταλάβουμε ποιο είναι ηλικιακά το κοινό των στιχουργικών αθλιοτήτων. Έφηβοι και κάτω. Στα δώδεκά μου άκουγα απίστευτες μπούρδες. Αν συναντούσα τον εαυτό μου στα δώδεκα ή στα δεκατρία, ποτέ δεν θα πίστευα ότι αυτός ο νεαρός έχει οποιαδήποτε ελπίδα ν’ ακούσει καλή μουσική στη ζωή του, πόσο μάλλον να φτιάξει καλή μουσική. Πιστεύω ότι θα δημιουργηθούν και πάλι «νησιά» που θα έχουν την αξία τους μέσα σε αυτόν τον ωκεανό από σκουπίδια, τα πιτσιρίκια, όσο μεγαλώνουν, θα συνειδητοποιούν ότι υπάρχει και ο Nick Cave δίπλα στις αθλιότητες. Είναι, ίσως, και ζήτημα χρόνου. Έχουν αλλάξει πολλά πράγματα λόγω της τεχνολογίας και της πρόσβασης που έχουν τα πολύ νέα παιδιά σε τόσο πολλή πληροφορία. Ίσως οι έφηβοι χάνουν περισσότερο χρόνο σήμερα κολυμπώντας ανάμεσα σε σκουπίδια, μέχρι να φτάσουν σε αληθινά όμορφες και ουσιαστικές νησίδες της τέχνης. Είναι σίγουρο πώς όσο θα μεγαλώνουν οι άνθρωποι και θα συνειδητοποιούν τι συμβαίνει γύρω τους, κάποια πράγματα θα αποκτούν την αξία τους.
• Η μοίρα μας υπάρχει για να την ανατρέπουμε. Κανείς δεν είναι άξιος της μοίρας του. Όλοι έχουμε μια διαδρομή να κάνουμε και κρινόμαστε από το πώς θα φερθούμε.
• Ποτέ στην Ελλάδα οι πωλήσεις των δίσκων δεν ήταν καθοριστικές για τους μουσικούς. Ήταν καθοριστικές για τις εταιρείες και ίσως για κάποιες φίρμες της εποχής, άλλων εποχών βεβαίως, για κάποιους τραγουδιστές, των οποίων τα συμβόλαια άλλαζαν τελείως, βάσει αυτών. Εγώ, ως μουσικός, όπως και οι μουσικοί του δικού μου είδους, ποτέ δεν ζήσαμε από τους δίσκους που βγάζαμε, παρόλο που ήμασταν σε μεγάλη εταιρεία. Είχε μεγάλη σημασία τι θα συνέβαινε στις συναυλίες μας. Αυτό δεν έχει αλλάξει και πολύ.
• Τώρα ετοιμάζω τον πρώτο δίσκο χωρίς τους B Movies, αυτό από μόνο του είναι κάτι καινούργιο για μένα. Στην ουσία έχει δημιουργηθεί μια νέα ομάδα και μόλις κυκλοφορήσαμε το πρώτο single. Είχα την τύχη τα δύο τραγούδια που διάλεξα να παρουσιάσω πρώτα να τα σκηνοθετήσει ο Βασίλης ο Κεκάτος. Είμαι πολύ χαρούμενος με το αποτέλεσμα. Τον Βασίλη τον συνάντησα πριν από δύο χρόνια για άλλο λόγο και αισθάνθηκα οικειότητα, σαν να υπήρχε κάποιος κοινός κώδικας μεταξύ μας. Γιατί παρόλο που είμαστε από διαφορετικές γενιές, μιλούσαμε για τα ίδια πράγματα σαν να υπήρχε ένα κοινό βλέμμα. Του ζήτησα να μου κάνει ένα βιντεοκλίπ και στην ουσία ήταν η πρώτη φορά που θα επιχειρούσε κάτι τέτοιο. Και προέκυψε ένα ταινιάκι εννέα λεπτών που νομίζω ότι είναι ένα οπτικό ποίημα του Βασίλη με αφορμή τα δύο τραγούδια. Το ένα λέγεται «Άνοιξη» και το άλλο «Στο μάτι του κυκλώνα».
• Η ζωή με έχει μάθει ότι δεν φτάνει μια ζωή για να μάθεις αρκετά γι’ αυτήν.
Τα δύο νέα τραγούδια του Παύλου Παυλίδη «Άνοιξη» και «Στο μάτι του κυκλώνα», από το επερχόμενο προσωπικό άλμπουμ, του, κυκλοφορούν από τη United We Fly. Το βίντεο σκηνοθέτησε ο Βασίλης Κεκάτος.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.