Αν ζούσε η Amy Winehouse, θα ήταν 38 ετών. Έχουν ήδη περάσει δέκα χρόνια από τον θάνατό της και οι θαυμαστές της, που συρρέουν στο Design Museum στο Λονδίνο, μετά από ντοκιμαντέρ, ταινίες και βιβλία που έχουν εκδοθεί για τη σύντομη και ταραχώδη ζωή της, εξακολουθούν να έχουν το ίδιο ενδιαφέρον για το αστέρι που έφυγε άδοξα, βίαια, μόνη από τη ζωή, αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό στον κόσμο της μουσικής.
Έχει μιλήσει αρκετά για την ιστορία της, ωστόσο η έκθεση «Amy: Beyond the Stage» εξετάζει την κληρονομιά της καλλιτέχνιδας μια δεκαετία μετά τον θάνατό της σε ηλικία 27 ετών. Πρωταγωνιστεί η ίδια, αυτήν τη φορά μέσα από αντικείμενα που έχουν να αφηγηθούν μια ιστορία για το τι την επηρέασε και τη διαμόρφωσε σε όλη τη νεότητά της και τη σύντομη αλλά επιδραστική καριέρα της.
Οι περισσότεροι έχουμε μια ιδέα για τη ζωή της και η μνήμη της έχει διαμορφωθεί από το συγκινητικό ντοκιμαντέρ «Amy» του Asif Kapadia, το οποίο κυκλοφόρησε το 2015 και κέρδισε ένα Όσκαρ. Οι τραγικές πτυχές της ζωής της ήταν στο επίκεντρο του ντοκιμαντέρ. Σε αυτή την έκθεση η οικογένεια και οι φίλοι της λένε την ιστορία τους, ξεδιπλώνουν τις αναμνήσεις τους από εκείνη και επικεντρώνονται πιο θετικά στη ζωή της.
Τι ονειρευόταν η Amy Winehouse όταν ήταν μικρή; Ο δωδεκάχρονος εαυτός της, όπως μπορεί να διαβάσει κάποιος στις χειρόγραφες σημειώσεις της ή στο σημειωματάριό της, σχεδίαζε τι θα έκανε όταν θα γινόταν διάσημη: θα συναντούσε τη Sarah Jessica Parker και θα φωτογραφιζόταν από τον David LaChapelle. Όλα αυτά τα γράφει ανάμεσα σε καθαρογραμμένους στίχους τραγουδιών. Το ημερολόγιό της δείχνει μια τυπική ευάλωτη έφηβη με ισχυρή προσωπικότητα και μεγάλα όνειρα, με αγάπη για τη μουσική και απίστευτη δημιουργικότητα.
Έχει μιλήσει αρκετά για την ιστορία της, ωστόσο η έκθεση «Amy: Beyond the Stage» εξετάζει την κληρονομιά της καλλιτέχνιδας μια δεκαετία μετά τον θάνατό της σε ηλικία 27 ετών. Πρωταγωνιστεί η ίδια, αυτήν τη φορά μέσα από αντικείμενα που έχουν να αφηγηθούν μια ιστορία για το τι την επηρέασε και τη διαμόρφωσε σε όλη τη νεότητά της και τη σύντομη αλλά επιδραστική καριέρα της.
«Ένα από τα πράγματα που με εμπνέουν στην Amy είναι το πόσο ξεροκέφαλη ήταν σε μια τόσο ανδροκρατούμενη βιομηχανία» λέει η επιμελήτρια της έκθεσης, φίλη και στυλίστρια της Naomi Parry, στην οποία ανήκει η ιδέα της έκθεσης. Είναι μια τελευταία ευκαιρία να δει κανείς τα πράγματά της –που επί του παρόντος διαχειρίζεται ο πατέρας της–, τα οποία βγήκαν σε δημοπρασία τον περασμένο μήνα. Η Naomi Parry δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι είναι πραγματικά δύσκολο να βλέπεις συνεχώς βιβλία και ιστορίες και αρνητικά πράγματα για την Amy.
Η τραγουδίστρια και η στυλίστρια γνωρίστηκαν σε ένα μπαρ στο Σόχο και έγιναν φίλες. «Φορούσε μπαλαρίνες την ημέρα που τη γνώρισα και νομίζω αυτή η τάση ξεκίνησε εκείνη την εποχή. Θυμάμαι πολλές φορές που έπρεπε να σταθώ στο πλάι της σκηνής με ένα ζευγάρι μπαλαρίνες επειδή φορούσε τακούνια για ένα τραγούδι και ήθελε να τα αλλάξει» θυμάται η Parry, όπως και ότι η Amy τις αγόραζε κυριολεκτικά με το κιλό, τις έλιωνε και στο κάτω μέρος της ντουλάπας της είχε βουνά από παλιές μπαλαρίνες.
Η Amy είχε πάντα μια πολύ ξεκάθαρη ιδέα για το πώς ήθελε να φαίνεται και αυτό αφορούσε τη δεκαετία του ’60. Τα πολύ φουσκωτά μαλλιά ήταν εμπνευσμένα από το στυλ της Μπριζίτ Μπαρντό, η ιδέα ήταν «κορίτσια που κάνουν παρέα με γκάνγκστερς». Στο ντύσιμό της υπήρχαν επιρροές από τη δεκαετία του '80 και του '90 επίσης - της άρεσε η Αλαμπάμα από το «True Romance» ενώ παρακολουθούσε με εμμονή και το «Planet Terror».
Το στυλ μέσα στο οποίο ένιωθε άνετα ήταν κάτι σαν πανοπλία. Κοντά φορέματα, εμπριμέ ή με μικρά καρό ή με έντονα χρώματα, αν και το μικρό της μέγεθος δεν βοηθούσε να τα βρουν εύκολα. Τρελαινόταν για Dolce & Gabbana, Moschino, Roberto Cavalli και John Galliano, αλλά φορούσε και Luella και Betsey Johnson.
Τρελαινόταν για εσώρουχα και είχε μια τεράστια ποσότητα από γαλλικά εσώρουχα που φορούσε πολλές φορές διπλά κάτω από όλα της τα ρούχα, αλλά είχε πάθος και με τις ζώνες, που για να της κάνουν σιλουέτα σε σχήμα κλεψύδρας τις έσφιγγε τόσο πολύ που όλοι είχαν αναρωτηθεί πώς μπορούσε να τραγουδάει σχεδόν χωρίς να μπορεί να πάρει αναπνοή.
Το στυλ της είχε τόση επίδραση όση είχε και η Μαντόνα στη δεκαετία του '80, όταν τα κορίτσια φορούσαν μίνι φούστες, κομμένα δαντελένια γάντια και καλσόν, εσώρουχα που φαινόντουσαν μέσα από τα ρούχα και πολλές αλυσίδες.
Η εμφάνιση της Amy ήταν ροκ και θηλυκή με έναν τρόπο που μόνο η ίδια κατάφερνε. Φορούσε πάντα βαρύ eyeliner, πολλές φορές τριαντάφυλλα στα μαλλιά της, και συνδύαζε Chanel ρούχα και πέρλες με τα ψηλοτάκουνα παπούτσια και τις δερμάτινες φούστες της. Οι συνεργάτες της λένε ότι μέχρι το τέλος ήταν πολύ αφοσιωμένη στο στυλ της.
Στην έκθεση οι θαυμαστές της μπορούν να δουν όλα όσα υπήρχαν στο σπίτι της: φωτογραφίες, επιστολές και την προσωπική της συλλογή CD που δείχνει τα εκλεκτικά της γούστα, από την παραδοσιακή τζαζ και ροκ έως το χιπ-χοπ και την R&B, και περιλαμβάνει ηχογραφήσεις των Frank Sinatra, Ella Fitzgerald και Erykah Badu. Υπάρχει μια υπέροχη συλλογή από φορέματα, από Chanel μέχρι Karen Millen, που φορούσε η τραγουδίστρια στις συναυλίες της, και μερικά υπερβολικά ψηλά παπούτσια που λάτρευε να φοράει.
Όταν η Amy μετακόμισε στο Camden, η περιοχή ήταν το κέντρο της indie λονδρέζικης υποκουλτούρας και συνέβαλε στη διαμόρφωση του στυλ της, ενός μοναδικού μείγματος λαμπερής τραγουδίστριας της τζαζ της δεκαετίας του 1960 με street style ρούχα και σχεδόν άτεχνα τατουάζ.
Στην έκθεση οι αναφορές στον εθισμό της στα ναρκωτικά και στις διατροφικές διαταραχές είναι ανεπαίσθητες και απεικονίζονται μέσα από τον φακό των μέσων ενημέρωσης εκείνης της εποχής. Η βία των λέξεων που προέρχονται από πολύ σοβαρά έντυπα είναι τρομακτική. Σε κάνει να συνειδητοποιήσεις ότι η Amy ζούσε σε μια εποχή πριν από το Spotify και το Instagram και αναρωτιέται κανείς τι θα μπορούσε να κάνει αν είχε περισσότερο τον έλεγχο της εικόνας της. Το μουσείο αναφέρει την έκθεση ως καθαρτική εμπειρία και στη διάρκεια της περιήγησης ακούγεται παντού μουσική, ενώ μια εγκατάσταση της παράστασης της Amy στο «Tears Dry On Their Own», που ηχογραφήθηκε στο Shepherd's Bush Empire το 2007 ξυπνάει τις αναμνήσεις μιας φωνής που ήχησε πολύ δυνατά, είχε δικό της ήχο και δύναμη και αιχμαλώτισε τις καρδιές των θαυμαστών, των συνεργατών και της ευρύτερης μουσικής βιομηχανίας.
Η έκθεση θέλει να δείξει τον τρόπο που ο ήχος και το στυλ της Amy φτιάχτηκαν μαζί, ήταν συνδεδεμένα και απολύτως μελετημένα και από την ίδια.
Το κορίτσι που είχε φωτογραφηθεί για το «Elle Girl» το 2004 πέρασε μόλις σε λίγα χρόνια και μόνο με δυο άλμπουμ, στο Hall of Fame της μουσικής, δίπλα σε τραγουδίστριες που θαύμαζε, τις The Ronettes, την Dinah Washington, τις Salt-N-Pepa, τη Lauryn Hill, τη Sarah Vaughan.
Από την έκθεση δεν θα μπορούσε να λείπει ένα στούντιο ηχογράφησης, εκεί που η Amy μεγαλούργησε. Η σκηνογράφος Chiara Stephenson δημιούργησε ένα ολόκληρο στούντιο σαν το Metropolis, τον χώρο όπου ηχογραφήθηκε το «Back to Black», μέσα στο οποίο μπορεί να μπει ο επισκέπτης, να ακούσει δυνατά τη μουσική της και να σκεφτεί την ίδια, τις προσδοκίες και τη ζωντάνια που χαρακτήριζαν μεγάλο μέρος της δουλειάς της. Έτσι θα απομακρυνθεί από την ανάμνηση που δημιούργησαν τα ταμπλόιντ, μιας γυναίκας που δεν πρόλαβε να μεγαλώσει, να δει τα όνειρά της να πραγματοποιούνται και τη ζωή της να διαγράφει τους κύκλους της, ίδιους, διαφορετικούς και απρόσμενους.