Ο ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ θα είναι πάντα από τους συνθέτες που λάτρεψαν τους ποιητές και ανέδειξαν τις κρυμμένες πλευρές της ποίησης, ταυτίστηκαν με τα μεγάλα έργα και ενίσχυσαν το συλλογικό αίσθημα με ιστορίες βγαλμένες από στίχους, υπήρξαν από τους στυλοβάτες του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού και σφράγισαν με τα τραγούδια τους τις πιο προσωπικές μας αναμνήσεις ‒ κακά τα ψέματα, μας λείπει πολύ έξι μήνες τώρα.
Είχε, ωστόσο, και μια λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό καλλιτεχνική διαδρομή, καθώς μία από τις πιο ενδιαφέρουσες περιόδους της ζωής του υπήρξαν τα χρόνια του Βελγίου. Εκεί, στην καρδιά της Ευρώπης, ο συνθέτης έζησε μερικές από τις σημαντικότερες και πιο παραγωγικές του στιγμές. Κοντά στο πρώτο μισό της δεκαετίας του '80, ζώντας κυρίως στις Βρυξέλλες ‒οι επισκέψεις στην Ελλάδα ήταν μεν συχνές, αλλά η βάση του ήταν εκεί‒, όπου η γνωριμία του με τον σκηνοθέτη Χένρι Ρονς υπήρξε η αφορμή για φωτεινές συμπράξεις, από εκείνες που ο συνθέτης ήξερε όσο λίγοι να καλλιεργεί.
Στις 15 και 16 Ιουλίου το Ηρώδειο εγκαινιάζει το φετινό ιδιαίτερο και μοναχικό φεστιβαλικό καλοκαίρι με μια μεγάλη συναυλία-αφιέρωμα στον Θάνο Μικρούτσικο που έχει τίτλο «Τους προβολείς στήσε» και θα περιλαμβάνει μουσικές και τραγούδια από θεατρικές παραστάσεις. Τη μουσική διεύθυνση της συναυλίας θα έχει ο Θύμιος Παπαδόπουλος. Θα τραγουδήσουν ο Χρήστος Θηβαίος, ο Φοίβος Δεληβοριάς, ο Κώστας Θωμαΐδης και η Ρίτα Αντωνοπούλου, ενώ, ανάμεσα στις νότες, κείμενα θα ερμηνεύει η Ρένια Λουιζίδου.
Από τη σκηνή του Ηρωδείου αυτήν τη φορά δίνεται η ευκαιρία να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο, να ακούσουμε τραγούδια που γράφτηκαν για ιστορικές θεατρικές παραστάσεις και να θυμηθούμε ιστορίες από τα χρόνια στις Βρυξέλλες, μια πόλη που μέχρι τέλους ο συνθέτης αποκαλούσε «δική μου πόλη».
Ο Μικρούτσικος αγαπούσε πολύ το θέατρο, εξού και δούλεψε σε αυτό πολύ, ντύνοντας με το γνώριμο πάθος του από παραστάσεις αρχαίου δράματος μέχρι μιούζικαλ, καμπαρέ, επιθεωρήσεις και παραγωγές για παιδιά. Άλλωστε, πολλά από τα θεατρικά του τραγούδια «πέταξαν» μακριά από τη σκηνή του θεάτρου και κατέκτησαν το κοινό. Η «Ελένη», το «Άννα, μην κλαις», η «Μπαλάντα του ξεσηκωμού», το «Επέστρεφε», το «Μηδέν», είναι μερικά από αυτά.
«Είναι αδιάρρηκτη η σχέση μουσικής και παράστασης. Αν ακούσεις τις μουσικές μου για το θέατρο, θα δεις να κινούμαι από τη μια άκρη του φάσματος μέχρι την άλλη. Γιατί αυτό; Γιατί στο θέατρο αποδεκτό και σωστό είναι ό,τι είναι λειτουργικό. Και η μαγεία της θεατρικής μουσικής εξαρτάται από τη λειτουργικότητά της» έλεγε ο ίδιος.
Από τη σκηνή του Ηρωδείου αυτήν τη φορά δίνεται η ευκαιρία να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο, να ακούσουμε τραγούδια που γράφτηκαν για ιστορικές θεατρικές παραστάσεις («Συντροφιά με τον Μπρεχτ» σε σκηνοθεσία Ζιλ Ντασέν, «Φουέντε Οβεχούνα» σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη, «Ο γέρος της Αλεξάνδρειας» σε σκηνοθεσία Ανρί Ρονς, «Βίκτωρ Βικτώρια» σε σκηνοθεσία Γιώργου Ρεμούνδου, «Δον Κιχώτης» σε σκηνοθεσία Γιάννη Καραχισαρίδη, «Ειρήνη» σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, «Αρχοντοχωριάτης» σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη) και να θυμηθούμε ιστορίες από τα χρόνια στις Βρυξέλλες, μια πόλη που μέχρι τέλους ο συνθέτης αποκαλούσε «δική μου πόλη».
Για τον Θάνο Μικρούτσικο η συνάντηση με την ευρωπαϊκή πρωτοπορία της δεκαετίας του '70 ήταν μια ιστορία για την οποία όχι απλώς δεν μόχθησε, απεναντίας αρχικά την αντιμετώπισε με μεγάλη δυσπιστία. Όλα ξεκίνησαν το 1977 στο Φεστιβάλ της Ιθάκης, όπου παρουσίαζαν με το Θέατρο της Άνοιξης το έργο «1821, Ο Καραγκιόζης και τα ημίψηλα», σε σκηνοθεσία του Γιάννη Μαργαρίτη και με πρωταγωνιστές τους νεαρούς τότε Γιώργο Κιμούλη και Λυδία Κονιόρδου. Το έργο είχε σαρώσει όλα τα βραβεία σε ένα φεστιβάλ που ήταν διεθνές και η κριτική επιτροπή απαρτιζόταν από προσωπικότητες όπως ο Ευγένιος Ιονέσκο, ο Ζακ Λανγκ και ένας σημαντικός θεατράνθρωπος από τις Βρυξέλλες, ο Ροζέ Ντομανί.
«Του Ντομανί του άρεσε πολύ η μουσική μου και μου πρότεινε να συνεργαστούμε στις Βρυξέλλες και το Παρίσι, χωρίς όμως να περιλαμβάνει η πρότασή του κάτι συγκεκριμένο. Επανήλθε το 1978 με επιστολές, στις οποίες συνέχιζε να μιλάει αορίστως για κάποια πιθανή συνεργασία μας, μάλιστα σε κάποια από τις επιστολές μού ανέφερε πως εκείνη την εποχή υπήρχε ένας σπουδαίος σκηνοθέτης στo Παρίσι –ο Ανρί Ρονς‒ ο οποίος υπήρχε περίπτωση να με προσεγγίσει για να συνεργαστώ μαζί του» αναφέρει ο Θάνος Μικρούτσικος στο βιβλίο «Ο Θάνος κι ο Μικρούτσικος - Μια αυτοβιογραφία μέσα από 24 συναντήσεις» που έφτιαξαν με τον Οδυσσέα Ιωάννου (εκδόσεις Πατάκη).
«Αυτή η επικοινωνία κράτησε μέχρι το 1980, όπου εγώ είχα πια απογοητευτεί εφόσον συνεργασία άκουγα και συνεργασία δεν έβλεπα. Βέβαια –για μην αδικήσω τον Ντομανί‒, η αλήθεια είναι πως ο άνθρωπος που πρώτος έφερε τον Κιθ Τζάρετ στην Ευρώπη είχε ιδέες, απλώς δεν του βγήκαν για αντικειμενικούς λόγους ορισμένα πρότζεκτ που είχε στο μυαλό του. Παρ' όλα αυτά, εγώ άκουγα Βρυξέλλες και "έφευγα", δεν ήθελα να εμπλακώ σε μια κατάσταση που δεν φαινόταν να καταλήγει κάπου».
Ωστόσο, ο Ρονς επικοινώνησε ξανά με τον συνθέτη, ζητώντας επίμονα μια συνάντηση μαζί του, αναφέροντας πως είχε ξεκινήσει ήδη να οργανώνει δύο παραγωγές στις Βρυξέλλες. «Για μία ακόμη φορά αγνόησα την έκκλησή του, θεωρώντας πια πως του είχα δώσει να καταλάβει ότι δεν ενδιαφερόμουν. Όμως ο Ρονς παίρνει ένα αεροπλάνο και στις έντεκα το πρωί ήταν στο σπίτι μας, στα Βριλήσσια. Έχει στη διάθεσή του μόνο πέντε ώρες μέχρι να πάρει ξανά το αεροπλάνο και να επιστρέψει στις Βρυξέλλες. Πέντε ώρες στις οποίες καταφέρνει να με γοητεύσει σε απίστευτο βαθμό. Για πέντε ώρες κρεμόμουν από τα χείλη του.
Μου πρότεινε να συνεργαστούμε σε τρεις παραγωγές, μία βασισμένη στον Ρίτσο, μία στον Σεφέρη και μία στον Καβάφη. Από εκείνη τη μέρα ξεκίνησε μια υπέροχη περιπέτεια μαζί του σε πολλές πόλεις της Ευρώπης, σε μεγάλα θέατρα, που διήρκεσε τέσσερα χρόνια, και τολμώ να πω πως ήταν από τα συναρπαστικότερα χρόνια της ζωής μου. Σε αυτόν τον άνθρωπο χρωστάω και το ότι μου ξεκλείδωσε τον Καβάφη ‒ έως τότε δεν θεωρούσα τον εαυτό μου ικανό να μελοποιήσει Καβάφη. Ο Ρονς μου έλυσε όλους τους κόμπους και μου έδωσε κατευθύνσεις που με βοήθησαν πολύ» λέει για τον σκηνοθέτη που όχι μόνο τον γοήτευσε αλλά κράτησε μια ειλικρινή και στενή φιλία μαζί του ως το τέλος.
«Σπουδαίος καλλιτέχνης και διανοούμενος, με επηρέασε βαθύτατα. Είχε ευρύτατη παιδεία, ήταν βαθύς γνώστης όλης της ευρωπαϊκής κουλτούρας ‒ζωγραφική, ποίηση, μουσική‒, γνώριζε το έργο του Καβάφη, του Σεφέρη, του Ρίτσου, του Εμπειρίκου... Κάναμε υπέροχες συζητήσεις με καλό κρασί και πούρα... Κάνοντας μια ανασκόπηση της δεκαετίας του '80, είναι σαφές ότι η πενταετία 1981-1985 χαρακτηρίζεται από την καλλιτεχνική μου πορεία στην Ευρώπη και την καθοριστική παρουσία του Ανρί Ρονς στη ζωή μου».
Ήταν βέβαια και η πραγματικότητα που δικαίωσε εκείνα τα πρώτα προαισθήματα. Τον Σεπτέμβριο του 1982 ανεβαίνει στις Βρυξέλλες ο «Γέρος της Αλεξάνδρειας», παράσταση βασισμένη στον Καβάφη. «Είναι οι μέρες που πεθαίνει ο Μάνος Λοΐζος –συγκεκριμένα μια-δυο μέρες πριν από την πρεμιέρα‒ και αυτός ήταν ο λόγος που δεν ήμουν στην κηδεία. Ξαφνιαστήκαμε όλοι, γιατί, φεύγοντας ο Μάνος για νοσηλεία στη Μόσχα, δεν θεωρούσαμε πως η κατάσταση ήταν τόσο σοβαρή για να δικαιολογεί αυτή την κατάληξη...» θυμόταν ο Θ. Μικρούτσικος στο βιβλίο.
«Στις Βρυξέλλες πήγαμε με τον Γιώργο Μεράντζα και τον Κώστα Θωμαΐδη, οι οποίοι θα συμμετείχαν στην παράσταση. Ήταν ένα μικρό, αλλά εντυπωσιακό θέατρο. Μας πήγαν σε ένα μικρό διαμέρισμα, όπου θα μέναμε και οι τρεις, και το βράδυ βγήκαμε να περπατήσουμε. Εκείνο το βράδυ αισθάνθηκα πως κάτι άλλαζε. Δεν ξέρω αν μπορώ να σου το εξηγήσω, ήταν ένα δυνατό αίσθημα –ή προαίσθημα αν θέλεις‒ πως ξεκινούσα να ζήσω κάτι δυνατό, κάτι που δεν ήξερα αν θα μου άλλαζε τη ζωή, πάντως σίγουρα θα μου πρόσφερε συγκινήσεις και εμπειρίες πρωτόγνωρες. Ήμουν αναστατωμένος».
Αφιέρωμα στον Θάνο Μικρούτσικο
Τους προβολείς στήσε - Μουσικές και τραγούδια από το θέατρο
Ωδείο Ηρώδου Αττικού
15 & 16 Ιουλίου, 21:00
Συντελεστές:
Ερμηνεύουν: Χρήστος Θηβαίος, Φοίβος Δεληβοριάς, Κώστας Θωμαΐδης, Ρίτα Αντωνοπούλου
Συμμετέχει η Ρένια Λουιζίδου
Κείμενα: Θάνος Μικρούτσικος, Οδυσσέας Ιωάννου
Σκηνοθετική επιμέλεια: Σεσίλ Μικρούτσικου
Ενορχηστρώσεις - Διεύθυνση ορχήστρας: Θύμιος Παπαδόπουλος
σχόλια