Τα 3/5 της τελευταίας line-up των Κόρε Ύδρο (Π.Ε. Δημητριάδης φωνή, κιθάρες κ.λπ., Μάριο Πλασκασοβίτης πιάνο, κιθάρες κ.λπ., Ντέλος Πέτρου μπάσο, ντραμς, Farfisa κ.λπ.,) μαζί με τους Νίκο Ραράκο κιθάρες και Χριστίνα Παπαλίτσα τσέλο αποτελούν σήμερα (γνωστό πλέον) ένα καινούριο γκρουπ που ακούει στο όνομα Τα Παιδιά της Παλαιότητας. Τώρα, αν αυτοί οι… νέοι Κερκυραίοι αποτελούν ή όχι μια μετεξέλιξη των παλαιοτέρων δεν έχει και τόσο σημασία – υπό την έννοια πως εκείνο για το οποίο αξίζει να γίνει λόγος είναι αν τα «12 Τραγούδια από τις Κατακόμβες» [Inner Ear] κομίζουν κάτι καινούριο, κάτι «άλλο» στο σύγχρονο ελληνικό ροκ, ή στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι γενικότερα. Εγώ θα πω πως «ναι, κομίζουν κάτι άλλο» και αυτό θα επιχειρήσω να εξηγήσω/αναπτύξω σε όσα ακολουθούν. Στο ψητό λοιπόν…
Ακούμε δεκάδες ελληνικά συγκροτήματα, τα τελευταία χρόνια (να μείνω μόνο στα τελευταία) από την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, την Κρήτη, τα νησιά, τον κάμπο, τα όρη και τα βουνά της πατρίδας και «όλα» ακούγονται (όταν τραγουδούν στην αγγλική) σαν να προέρχονται από το Λονδίνο, την Πράγα ή την Οτάβα… (δίχως να έχουν, σώνει και καλά, ρόλο «φτωχού συγγενούς»… κάθε άλλο μάλιστα).
Είναι μια Κέρκυρα που υπάρχει (και σήμερα) και για την οποίαν τραγουδούν Τα Παιδιά της Παλαιότητας, προτείνοντας ένα δίσκο που ΔΕΝ θα μπορούσε να δημιουργηθεί πουθενά αλλού στον κόσμο. Αυτό για 'μένα είναι το σημαντικότερο όλων – και είναι αυτό το οποίο προηγείται οποιασδήποτε επιμέρους κρίσης ή ανάλυσης.
Αν, τώρα, τυχαίνει να τραγουδούν και στην ελληνική, και πάλι δεν γίνεται να καταλάβεις αν προέρχονται από την Δράμα, τη Σπάρτη ή την Καβάλα… Τι γίνεται εδώ πέρα; Τι συμβαίνει; Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η εξωτερική ομοιομορφία; (Γιατί εσωτερική ανομοιομορφία υπάρχει, κι ας είναι υποταγμένη). Τι απέγινε η… ιδιοσυστασία του μικρού τόπου, της κωμόπολης, της μικρής ή της μεγαλύτερης πόλης; Τι σημαίνει πλέον… τοπική ιστορία, τοπικά ήθη κι έθιμα, τοπική εορτή και λατρεία;
Όλοι, από τη Νέα Υόρκη μέχρι την Αθήνα και από τη Γιοκοχάμα μέχρι την… Κωλοπετινίτσα, θα πρέπει να ασχολούμαστε με το iphone 6 και τις Android Apps; Κι αν πρέπει ν’ ασχολούμαστε εν τοιαύτη περιπτώσει μπορεί να γίνουν όλα τούτα… σκέψεις, έργα, λόγια ή τραγούδια; Αν «μπορεί» να το ακούσουμε…
Από πού θ’ αντλήσει ο νέος Έλληνας τραγουδοποιός –γιατί αυτός μας ενδιαφέρει εδώ– αν δεν αντλήσει απ’ ό,τι του εμπιστεύθηκαν εκείνοι που τον μεγάλωσαν, απ’ όσα ο ίδιος αντιλαμβάνεται (ή πρέπει να αντιλαμβάνεται) ως ζωτικά στοιχεία μιας ύπαρξης που δεν είναι απλώς σημερινή, αλλά κρατάει από τα βάθη των αιώνων; Τι σημαίνει ζω στο σήμερα, όταν αγνοώ την… μικροϊστορία του τόπου μου, όταν δεν αντιλαμβάνομαι εκείνο που ραγίζει τις καρδιές των γειτόνων μου, καθώς ανακινείται η μνήμη;
Παλαιά, πριν εκατό χρόνια ας πούμε, είχαμε το ηπειρώτικο δημοτικό, που δεν μπορούσε κανείς να το μπερδέψει με το ρουμελιώτικο ή με το μοραΐτικο. Στην πορεία αυτή η βεβαιότητα, δεν μετατράπηκε απλώς σε αίσθηση… εξαφανίσθηκε παντελώς. Όλα έγιναν «ένα». Ομογενοποιήθηκαν μέσα στον συρφετό της παγκοσμιοποιημένης αγοράς, που καταδίκασε το «ειδικό» προς χάριν του «γενικού», αμβλύνοντας ιστορίες και αξίες. Έχει, όμως, ο καιρός γυρίσματα… Άβγαλτοι Αμερικάνοι ανακαλύπτουν, τώρα, πρώτα τη Μαρίκα Παπαγκίκα και μετά τον Scrapper Blackwell…
Λοιπόν, για να το πω με απλά λόγια. Τα Παιδιά της Παλαιότητας έκαναν ένα δίσκο, που από την αρχή έως το τέλος του… μυρίζει Κέρκυρα. Τη… Θεία Κέρκυρα. Όχι την Κέρκυρα του καλοκαιρινού Κάβου ή του προύχοντα Rothschild, αλλά την Κέρκυρα της πίστης, του Αγίου, της θρησκείας (και της θρησκοληψίας), των θαυμάτων και των ταμάτων, των άδολων ανθρώπων, των ταραγμένων καντουνιών, των… θεσπέσιων κηδειών, της μαγείας και της λατρείας.
Είναι μια Κέρκυρα που υπάρχει (και σήμερα) και για την οποίαν τραγουδούν Τα Παιδιά της Παλαιότητας, προτείνοντας ένα δίσκο που ΔΕΝ θα μπορούσε να δημιουργηθεί πουθενά αλλού στον κόσμο. Αυτό για ’μένα είναι το σημαντικότερο όλων – και είναι αυτό το οποίο προηγείται οποιασδήποτε επιμέρους κρίσης ή ανάλυσης.
Ο Π.Ε. Δημητριάδης είναι ένας αποφασισμένος παρατηρητής εκείνων που συμβαίνουν, βαθιά, στις ανυπόκριτες ψυχές του λαού (μάλλον υπάρχουν ακόμη τέτοιες). Αυτές επιδιώκει να εντοπίσει και να αναδείξει.
Έτσι, και για να μην υπάρξει παρεξήγηση, το συγκρότημα φροντίζει, από την αρχή, από το εξώφυλλο κιόλας, να διασαφηνίσει το concept του, μέσω μιας φωτογραφίας από την αυγουστιάτικη λιτανεία του σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνος, με τους πιστούς να περιμένουν σε σειρές, καθιστοί, στα πλακάκια της πλατείας, για να περάσει από πάνω τους… το θαύμα. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι τι ακριβώς πιστεύουμε (και αν πιστεύουμε) εμείς ή ο καλλιτέχνης, αλλά τι ακριβώς πιστεύουν οι «άλλοι». Οι «άλλοι» είναι ο κόσμος –καθώς κοιτάμε απ’ το παράθυρο– δεν είμαστε εμείς…
Ο Π.Ε. Δημητριάδης είναι ένας αποφασισμένος παρατηρητής εκείνων που συμβαίνουν, βαθιά, στις ανυπόκριτες ψυχές του λαού (μάλλον υπάρχουν ακόμη τέτοιες). Αυτές επιδιώκει να εντοπίσει και να αναδείξει. Συγκινείται από την πίστη προς το θείο, αντιλαμβάνεται και κατανοεί την ανάγκη της λατρείας και της προσευχής, αντιμετωπίζει με κατανόηση την εκκλησιαστική άγραφη παράδοση, σεβόμενος την «άλλη άποψη», την αίρεση ή την πνευματική αντιστροφή, επειδή κι εκείνες αποτελούν μια το ίδιο βαθιά πίστη προς το ίδιο (ή το αντίθετο).
Ενσωματώνει, επίσης, στη στιχουργική τέχνη του το φόβο του πιστού προς τον Σατανά, κατανοώντας, υποθέτω, την αναγκαιότητα των αγιασμών π.χ., ή των εξορκισμών. Αποδέχεται, δηλαδή, μια θρησκευτική ή θρησκοληπτική διαδικασία, όχι επειδή αναγκαστικώς ο ίδιος πιστεύει σ’ αυτήν (το ξαναλέω, δεν έχει σημασία τι πιστεύει ο παρατηρητής), αλλά επειδή τούτες ακριβώς οι διαδικασίες προσφέρουν ένα άνωθεν ή χθόνιο, κατά περίπτωση, αποτύπωμα μιας κοινωνίας, που δεν αφήνει τη συνείδησή της (και όχι οπωσδήποτε το σώμα της) να ενσωματωθεί.
Έτσι, αν στο τελευταίο άλμπουμ των Κόρε. Ύδρο. εικονιζόταν στο εξώφυλλο ο Σατανάς υπό τον Σταυρό (εικόνα από το ταβάνι του Αγίου στην Κέρκυρα), σε τούτο, το πρώτο των Παιδιών της Παλαιότητας, η ξεθωριασμένη φωτογραφία της λιτανείας είναι μιαν υπενθύμιση της Καρτερίας, της Ευχής και της Ελπίδας. Πως τα πράγματα, ακόμη και αν δεν αλλάξουν (όσο θα θέλαμε) δεν πρόκειται ποτέ να μείνουν ίδια («Μαραμένα λουλουδάκια/ πέφτουν από το ταβάνι/ στο όνειρό μου τα μαζεύω/ μα δε φτάνουν για στεφάνι»).
Το «12 Τραγούδια από τις Κατακόμβες» είναι, ακόμη, ένα άλμπουμ που αγκαλιάζει τη Μνήμη. Την ιονική μνήμη, έτσι όπως εκείνη συνεχίζει να επικαθορίζει το βίο των ανθρώπων (κάποιων ανθρώπων τέλος πάντων). Ακόμη και οι «Μνήμες ’85» (της αλήστου πασοκοκρατίας) εγώ θα πω πως δεν ασκούν επί της ουσίας κριτική (ο λόγος του Δημητριάδη δεν είναι πολιτικός, ακόμη και όταν αναφέρεται στην… ακαδημία των ρουσφετιών), εμμένοντας στην ερωτική άλω της προσωπικότητας του Ανδρέα και στον τρόπο που… εκείνος μετέφερε το θαύμα.
Αυτό είναι και το μοναδικό, γενικό, συμπέρασμα (που εμπεριέχει όλα τ’ άλλα) μετά τις απανωτές ακροάσεις αυτού του θεσπέσιου άλμπουμ. Ποιο; Μα η μεταφορά του Θαύματος στην καθημερινή ζωή, και πώς εκείνο μπορεί να διασφαλίσει μιαν εσωτερική ισορροπία κάνοντας ευτυχισμένους, έν τινι μέτρω, τους ανθρώπους.
σχόλια