Η ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΕ ΟΛΟ το φάσμα της σύγχρονης μουσικής στην Ελλάδα, και βεβαίως στη δισκογραφία, είναι σημαντική. Τα τέσσερα άλμπουμ, για τα οποία γίνεται λόγος στη συνέχεια, το αποδεικνύουν...
ANNA STEREOPOULOU: Awe
[PRS for Music, 2023]
Η Άννα Στερεοπούλου είναι μια σύγχρονη, μία σημερινή συνθέτρια και κιμπορντίστρια της avant-garde (χειρίζεται επίσης κρουστά, κέλτικη λύρα, προγραμματίζοντας επιπλέον) με ήδη καίριο έργο, ένα μικρό μέρος του οποίου έχει αποτυπωθεί σε φυσικές μορφές (και βασικά σε CD). Θυμόμαστε τα άλμπουμ της “c_i_r_c_e: the black cut” [A Stereoscopic perspective of Music & Art, 2015] και “Plano” [AEAƎA Studio, 2019], ανάμεσα σε άλλα.
Τα ενδιαφέροντα της Στερεοπούλου, εν τω μεταξύ, δεν σχετίζονται μόνο με τη μουσική, μα και με την αρχαιολογία, τα μαθηματικά, τη γλωσσολογία, την ψυχολογία, την αρχιτεκτονική, φυσικά με τη μελέτη της Ιστορίας και της μυθολογίας και άλλα τινά. Στοιχεία απ’ όλες αυτές τις επιστήμες και τις γνώσεις ενσωματώνονται στα έργα της, με το ηχητικό κομμάτι να αποτελεί ένα μόνο μέρος τους.
Τα ενδιαφέροντα της Στερεοπούλου, εν τω μεταξύ, δεν σχετίζονται μόνο με τη μουσική, μα και με την αρχαιολογία, τα μαθηματικά, τη γλωσσολογία, την ψυχολογία, την αρχιτεκτονική, φυσικά με τη μελέτη της Ιστορίας και της μυθολογίας και άλλα τινά. Στοιχεία απ’ όλες αυτές τις επιστήμες και τις γνώσεις ενσωματώνονται στα έργα της, με το ηχητικό κομμάτι να αποτελεί ένα μόνο μέρος τους.
Στο “Awe” (Δέος), την πιο πρόσφατη δουλειά της, που κυκλοφορεί σε μία extra περιποιημένη έκδοση, ιδιαίτερης συσκευασίας, αποτελούμενη από ένα CD, μία κασέτα, 24σέλιδο booklet και όλα αυτά διανθισμένα με ποικίλα σχέδια, πληροφορίες κ.λπ., η Άννα Στερεοπούλου συμπεριλαμβάνει διάφορα έργα-δράσεις της από το διάστημα 2020-22, που εξελίχθηκαν στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Πιο συγκεκριμένα εδώ ακούγονται τα:
1. “The Anti-Post-Primitives” (5:00) (Μια καλλιτεχνική απάντηση στην εποχή τού live και virtual streaming)
2. “Delphic Hymn (Moonstruck)” (17:33) (Μουσική για την performance «Αλαφροΐσκιωτες» του visual-artists γκρουπ Penelope’s Web).
3. “Villa Veta” (5:09) (Ήχος για την video-performance της Margarita Petrova)
4. “Es Tophoniou Memanteutai” (23:52) (Podcast με θέμα μια δίγλωσση αφήγηση ονείρου της συνθέτριας)
5. “Waxing Gibbous 72%” (8:12) (με αναφορά στον κύκλο της σελήνης)
6. “S.O.S.(Save Our Souls)” (6:46) (sound art για μια «εγκατάσταση» της Margarita Petrova)
7. “Ceres” (4:01) (επηρεασμένο από τον νάνο πλανήτη Ceres και αφιερωμένο στην θεά Ceres, δηλ. την θεά Δήμητρα, όπως γράφεται στην λατινική γλώσσα)
8. “Tata Itu” (9:35) (βασισμένο στο μινωικό ημερολόγιο και στο δυαδικό δένδρο-fractal)
9. “Anassa” (9:33) (επηρεασμένο από το Τριμερές Ιερό / την κίνηση του Ήλιου - τις τελετουργικές παραστάσεις / και τις δεξαμενές καθαρμών στο ανάκτορο της Κνωσού)
Αυτά είναι τα εννέα tracks του πακέτου “Awe” (επτά στο CD και δύο στην κασέτα), μέσω των οποίων η Άννα Στερεοπούλου εμφανίζεται και ως συνθέτρια «καθαρής» μουσικής, αλλά και ως διαχειρίστρια ενός ευρύτερου ηχητικού υλικού, εντός του οποίου περίοπτη θέση κατέχουν οι πάμπολλες field recordings, δημιουργώντας σχεδόν από μόνες του μία επιπλέον αφηγηματικότητα – που συμπορεύεται βεβαίως με την πιο κλασική οργανική.
Έτσι, από τα εννέα tracks της έκδοσης βασικά μόνο δύο στηρίζονται σε «καθαρή» μουσική, το 5 (όπου ακούμε analogue synth) και το 7 (όπου ακούμε ήχους από software synthesizers). Σε όλα τα υπόλοιπα κομμάτια η ηχητική μπάντα είναι εντελώς σύνθετη.
Για παράδειγμα στο track 8 (και πρώτο της κασέτας) ακούμε βιολοντσέλο, tapes, software synthesizers, κέλτικη λύρα, field και sound recordings, tape recordings από το LP “Bursting at the Seams” (1973) των Βρετανών folk-progsters Strawbs (επιμελείται ο πατέρας τής Άννας Στερεοπούλου, ο αείμνηστος δημοσιογράφος, συγγραφέας και ερευνητής Νίκος Στερεόπουλος) και παιδική φωνή (της συνθέτριας).
Γενικώς, για κάθε track υπάρχει καταγραμμένη η πλήρης και αναλυτική παρουσίασή του στο booklet (γραμμένο στην αγγλική), μαζί με πλήθος άλλων σημειώσεων, που βοηθούν οπωσδήποτε τον ακροατή να προσεγγίσει το «σύμπαν» (έτσι πρέπει να το πούμε) αυτής της ιδιότυπης δημιουργού, που σε κάθε νέα δουλειά της προτείνει όλο και πιο αναπάντεχα συνθέματα.
Και τούτο, γιατί η μουσική της Άννας Στερεοπούλου δεν περιορίζεται μόνο σε ό,τι ακούς, αφού απαιτεί την πλήρη προσοχή του ακροατή και σε σχέση μ’ εκείνα που λέγονται και γράφονται, ώστε να γίνει εφικτή, στο μέτρο του δυνατού, η αποκρυπτογράφηση του κάθε track ξεχωριστά. Τότε μόνον ο ακροατής θα νοιώσει εκείνο που συμβαίνει στο “Awe” – μια συλλογή έργων της Άννας Στερεοπούλου ενταγμένων στο κυρίως «σώμα» της σύγχρονης avant-ηλεκτρονικής, τοποθετημένων όμως, την ίδια ώρα, και εκτός της βασικής ή αναμενόμενης ροής της.
Σίγουρα η ενασχόληση με το “Awe” αποτελεί εμπειρία, μέρος της οποίας είναι (και) το ακουστικό κομμάτι.
Επαφή: https://annastereo.bandcamp.com/album/awe
Villa Veta
ΤΑΝΙΑ GIANNOULI: Solo
[NZ. Rattle, 2023]
Το πέμπτο άλμπουμ της πιανίστριας, συνθέτριας και αυτοσχεδιάστριας Τάνιας Γιαννούλη (Tania Giannouli) στην νεοζηλανδική εταιρεία Rattle, αποκαλείται “Solo” και είναι σόλο-πιάνο φυσικά.
Μετά από τέσσερα άλμπουμ, που ολοκληρώθηκαν με ποικίλα σχήματα, η ελληνίδα μουσικός επιχειρεί «κάτι άλλο» αυτή τη φορά, κάτι διαφορετικό, που ωστόσο είναι το ίδιο απαιτητικό και δύσκολο, ου μην αλλά και δυσκολότερο. Να ηχογραφήσει, με άλλα λόγια, ένα στούντιο σόλο CD, μεγάλης διάρκειας (αρκετά πάνω από την μία ώρα), χειριζόμενη μόνο πιάνο με τον δικό της τρόπο.
Κι εννοούμε μ’ αυτό πως στο “Solo” ακούμε και ήχους από το μέσα μέρος του πιάνου (χορδές), και όχι μόνον από τα πλήκτρα, όπως και ήχους «πειραγμένου» ή και «προετοιμασμένου» πιάνου (στο εισαγωγικό 7λεπτο “Transportal” ας πούμε ή στο “Metal snake”). Σε διάφορες δε περιπτώσεις οι τεχνικές παιξίματος είναι περισσότερες από μία, με τα πιο μεγάλα σε διάρκεια tracks να περιλαμβάνουν και αυτοσχεδιαστικά-avant μέρη, μα και λυρικά (στο “Intone” για παράδειγμα).
Το άλμπουμ περιλαμβάνει πολλά κομμάτια (είκοσι τέσσερα!), που κυμαίνονται από διάρκειες 0:44 (υπάρχουν κι άλλα tracks με «μηδενικές» διάρκειες) έως και 7:04, ενώ αρκετά εξ αυτών έχουν μονόλεπτες και δίλεπτες διάρκειες.
Σε κάθε περίπτωση τα κομμάτια, είτε αυτά είναι ολιγόλεπτα, είτε μεγαλύτερα στο χρόνο, ηχούν εντυπωσιακά (συμβάλλει προς αυτό και η ηχογράφηση του άλμπουμ, στο Athens Concert Hall, δηλαδή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, από τους Γιώργο Καρυώτη και Αλέξανδρο Αρεταίο και βεβαίως η μείξη από τον Γ. Καρυώτη στα Sierra Studios), μεταφέροντας πολλές και διαφορετικές επιρροές («κλασικές», «Jarrett-ικές», free-improv κ.λπ.), μεταξύ των οποίων δεν γίνεται να μην ξεχωρίσουμε εκείνες που έχουν παραδοσιακές αφετηρίες (άκου το “Spiral” για παράδειγμα) και οι οποίες δίνουν ένα ξεχωριστό χρώμα κι έναν διαφορετικό παλμό στα (ηχητικά) δρώμενα.
Τα λυρικά κομμάτια της Τάνιας Γιαννούλη (“Prelude”) είναι εξ ίσου εντυπωσιακά πάντως, το ίδιο, εννοούμε, με τα περισσότερο «δύσκολα» (“Hidden”) και αν κάπου (κάπου λέμε) μένεις ελαφρώς μετέωρος, ως ακροατής, τούτο οφείλεται στην περίεργη ανάπτυξη του track list (με τα 24 κομμάτια), και βασικά στην μεγάλη διάρκεια του δίσκου.
Το ότι θα μπορούσε να δημιουργηθούν δύο δίσκοι βινυλίου απ’ όλο αυτό το υλικό είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο. Όπως κάτι παραπάνω από σίγουρη είναι η επάρκεια, η δύναμη, η τεχνική, η υποβλητικότητα και η πληθωρικότητα (στον συνθετικό, αυτοσχεδιαστικό και εκτελεστικό τομέα) της Τάνιας Γιαννούλη, που σε κάθε περίπτωση έχει τον τρόπο να σε κρατάει δέσμιο των επιλογών της.
Επαφή: www.rattle.co.nz
Tania Giannouli live at Flagey (Flagey Piano Days 2023) - Spiral
CALLIOPE: Mädchenblumen
[Submersion Records, 2023]
Η Calliope (Κάλλια Γερακιανάκη) είναι μια συνθέτρια-διαχειρίστρια ηλεκτρονικών από την Αθήνα, η οποία εμφανίζεται τώρα μ’ ένα βινυλιακής διάρκειας digipak-CD, που αποκαλείται “Mädchenblumen”.
Είναι γερμανόφωνο το “Mädchenblumen”; Θα μπορούσε να το πεις κατά μίαν έννοια, επειδή αναφέρεται στον Richard Strauss (1864-1949) και στην ποιητική συλλογή “Mädchenblumen” (Λουλουδοκόριτσα) του Felix Dahn (1834-1912), την οποίαν ο Strauss μελοποίησε.
Εκεί ο Dahn αναφέρει τέσσερις κατηγορίες γυναικών, τις κενταύριες, τις παπαρούνες, τους κισσούς και τα νούφαρα. Αυτά τα λουλουδοκόριτσα για την Calliope αντιστοιχίζονται σε συγκεκριμένα «δικά της» πρόσωπα – και κάπως έτσι αρχίζουν να διαμορφώνονται τα πέντε δικά της tracks, που έχουν τίτλους “Kornblumen”, “Echo’s lament”, “Mohnblumen”, “Epheu” και “Wasserrose”.
Τα κομμάτια είναι χοντρικώς electro, με όχι προδιαγραμμένη εξέλιξη, καθώς αναπτύσσονται κάπως αφηρημένα, και με τέτοιο τρόπο ώστε ο λόγος να παίζει ένα ρόλο όλο και πιο σημαντικό.
Και δεν αναφερόμαστε μόνο στα τραγούδια, που σε κάθε περίπτωση δεν είναι τυπικά τραγούδια (άκου, ας πούμε, το γερμανόφωνο “Kornblumen”), μα στα samples (για παράδειγμα στο “Echo’s lament” ακούμε τους Δημήτρη Χορν και Έλλη Λαμπέτη από το «Ηχώ και Νάρκισσος» του Νότη Περγιάλη) ή στις «ανάποδες» διασκευές (στο “Mohnblumen” ακούς την Calliope να τραγουδά μια στροφή από το «Ξανθομάλλικο αγόρι» των Μίμη Πλέσσα-Ηλία Λυμπερόπουλου, που είχε πει η Τζένη Βάνου).
Γενικώς, είναι το απρόοπτο εκείνο που πρωταγωνιστεί στις συνθέσεις της Calliope (ακούς και συνέντευξη από Τζένη Βάνου στο “Epheu”), που, σε κάθε περίπτωση, ανανεώνει διαρκώς το ενδιαφέρον σου για το άκουσμα, το οποίο δεν ξεφεύγει ποτέ από το πειραματικό πλαίσιο.
Επαφή: https://submersionrecords.bandcamp.com/album/m-dchenblumen
ΚORNBLUMEN
EMI PATH: Void
[Submersion Records, 2023]
Και με προσωπική δισκογραφία και με συμμετοχές σε σχήματα (στους Okeano π.χ.), η Emi Path (Αιμιλία Παπαθεοχάρη) έχει τώρα νέα δουλειά να προτείνει, που αποκαλείται “Void”. Λέμε για ένα ωραίο digipak CD, που περιλαμβάνει επτά συνθέσεις της.
Σ’ αυτό το άλμπουμ η Emi Path, που κάνει φωνητικά, μιλάει (spoken word), χειριζόμενη σύνθια και ηλεκτρονικά, συνεργάζεται και με άλλους μουσικούς, σε κάποια από τα κομμάτια της, δηλαδή τους Ghone ηλεκτρονικά, Σπύρο Τζέκο κλαρίνο, Κώστα Σιδηροκαστρίτη κιθάρες, Στέλλα Γάσπαρη Κάκαρη σύνθι erebus, ενώ, κάπου, υπάρχει και χορωδία.
Τώρα, το άκουσμα του “Void” εντάσσεται, οπωσδήποτε, στον ήχο της Submersion Records –μιας εταιρείας, που έχει περί τις 20 κυκλοφορίες και προχωρά–, διαθέτει δηλαδή πολλά ηλεκτρονικά, αλλά όχι μόνο ηλεκτρονικά, ενώ οι αναφορές από ποικίλα μουσικά στυλ (ακόμη και από την jazz στο “Jelly void”) του παρέχουν μια δική του «προσωπικότητα».
Βασικά το ambient είναι εκείνο που κυριαρχεί εδώ, υπό την έννοια πως οικοδομούνται περιβάλλοντα, που ναι μεν διαφοροποιούνται ηχητικώς από track σε track, καθώς παρεμβάλλονται τα διάφορα όργανα και οι φωνές, αλλά στη βάση τους (τα περιβάλλοντα) παραμένουν δεμένα στο βάθρο, που δημιουργούν τα σύνθια.
Σύντομο στο χρόνο άλμπουμ, καθώς διαρκεί λιγότερο από μισή ώρα, το “Void” είναι μεστό σαν άκουσμα και σίγουρο σαν πρόταση, δίχως να καταχράται χρόνους και δίχως να επιβάλλει «εμμονές».
Επαφή: https://submersionrecords.bandcamp.com/album/void
To Another World