ΚΙΝΗΣΗ

Αχμέτ Αλτάν: «Καμιά λέξη δεν μπορεί να περιγράψει τον βαθύ, γυμνό και αρχέγονο καημό που βιώνεις στη φυλακή» Facebook Twitter

Αχμέτ Αλτάν: «Καμιά λέξη δεν μπορεί να περιγράψει τον βαθύ, γυμνό και αρχέγονο καημό που βιώνεις στη φυλακή»

0

«Μπορείτε να με φυλακίσετε, αλλά δεν μπορείτε να με κρατάτε εδώ». Έχει ήδη καταστεί εμβληματική η φράση αυτή που βρίσκεται στο τέλος του πιο πρόσφατου βιβλίου του σπουδαίου Τούρκου λογοτέχνη Αχμέτ Αλτάν που έχει τίτλο «Δεν θα ξαναδώ ποτέ τον κόσμο». Ο 69χρονος συγγραφέας και δημοσιογράφος έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη με την αστήρικτη κατηγορία της «απόπειρας ανατροπής του καθεστώτος και βρίσκεται φυλακισμένος εδώ και τρία χρόνια, από την εποχή του κύματος καταστολής που ακολούθησε την απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου του 2016 στην Τουρκία. Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το απόσπασμα του βιβλίου που δημοσιεύτηκε αυτήν την εβδομάδα στο Paris Review υπό τον τίτλο «Ταξίδι γύρω από το κελί μου». Σ' αυτό, ο Αλτάν γράφει με συγκλονιστικό τρόπο για τη ζωή του στη φυλακή, για τα «μαγικά παράδοξα» της γραφής, για τον καημό της επιθυμίας, για τα όνειρα που δεν μπορούν να βγουν αληθινά, και για εκείνα που μπορούν, γι΄ αυτό είναι και τα πιο τρομακτικά. «Υπάρχει μια θεραπεία για τα πάντα», γράφει. «Εκτός από τη λαχτάρα».

Μπορώ να γράψω οπουδήποτε – οι ήχοι και οι κινήσεις γύρω μου όχι μόνο δεν μου αποσπούν την προσοχή, αλλά με το που ξεκινώ το γράψιμο, σταματώ να προσέχω τι συμβαίνει γύρω μου. Πηγαίνω σ' ένα αόρατο δωμάτιο όπου είμαι ολομόναχος και κόβω κάθε δεσμό με τον υπόλοιπο κόσμο.
 
Λησμονώ οτιδήποτε δεν αποτελεί μέρος αυτού για το οποίο γράφω.
 
Η λήθη είναι η μεγαλύτερη πηγή ελευθερίας που μπορεί να έχει ένα άτομο. Η φυλακή, το κελί, οι τοίχοι, οι πόρτες, οι κλειδαριές, τα προβλήματα και οι άνθρωποι – τα πάντα και οι πάντες που θέτουν όρια στη ζωή μου και μου λένε «δεν μπορείς να πας παραπέρα» σβήνουν και χάνονται.

Από τότε που ήμουν παιδί σκεφτόμουν ότι υπάρχει μια γραμμή στον ορίζοντα όπου σταματά η βροχή και αναρωτιόμουν πού να είναι. Στη φυλακή, την είδα αυτή τη γραμμή.


 
Η πράξη της γραφής υποθάλπει ένα μαγικό παράδοξο – λειτουργεί ως καταφύγιο και κρυψώνα αλλά συγχρόνως σου επιτρέπει να ανοίξεις τον εαυτό σου στον κόσμο και να απλωθείς μέσω των λέξεων στο σύμπαν.
 
Σε βοηθάει όχι μόνο να ξεχνάς αλλά και να σε θυμούνται.
 
Και όπως όλοι οι συγγραφείς, θέλω και να ξεχνάω και να με θυμούνται.
 
Η επιθυμία της λήθης είναι αθώα – όλοι κάποτε παρασύρονται σ' αυτήν και όλοι την κατανοούν.
 
Η επιθυμία να σε θυμούνται δεν είναι τόσο ανεκτή – αντιμετωπίζεται ως αλαζονική και άπληστη συμπεριφορά και προκαλεί το μένος των ανθρώπων που την βλέπουν ως μια αξίωση των θνητών σε ένα αποκλειστικά θεϊκό δικαίωμα.
 
Και έτσι είναι.
 
Γιατί όμως είναι κακό να θέλει κάποιος να κλέψει τη φωτιά που ανήκει στους θεούς; Δεν είναι ανάμεσα στ' άλλα η ανθρώπινη περιπέτεια και ένα εγχείρημα θεοποίησης;
 
Δεν μας έλκει στη διάρκεια της ζωής όλο και πιο πολύ η ιδέα της θεοποίησης μας ενώ βυθιζόμαστε όλο και πιο πολύ στις κοινοτοπίες της ανθρωπότητας; Δεν φωτίζει τον κόσμο η δημιουργική λάμψη της αέναης μάχης μας ενάντια στο θάνατο ενώ την ίδια στιγμή μας βουλιάζουν στο τέλμα οι οικτρές φιλοδοξίες όντων που λησμονούν τον θάνατο;
 
Γιατί δηλαδή να μην επιζητούμε την θεοποίηση;
 
Όταν κάποιος καταδικάζεται να ξεχαστεί σε μια πλαστική καρέκλα μέσα σ΄ ένα κελί που η σιδερένια πόρτα του κλειδώνει μόνο απ' έξω, πρέπει να ομολογήσω ότι η επιθυμία μου να με θυμούνται μου φαίνεται ότι απλά εξυπηρετεί μια ανθρώπινη ανάγκη για δικαίωση.



Καθώς γράφω, λέω «εγώ θα σας ξεχάσω αλλά εσείς θα με θυμόσαστε».
 
Πόσο απίστευτα αλαζονικό και ματαιόδοξο, ναι.
 
Παρ' όλα αυτά, προτιμότερο από την ανειλικρίνεια και την υποκριτική μετριοφροσύνη που επιζητά τον οίκτο των άλλων.
 
Το πλαστικό τραπέζι και η καρέκλα είναι για να γράφω και οι βόλτες στο προαύλιο είναι για να ονειρεύομαι.
 
Όπως όλοι οι άνθρωποι, τα όνειρά μου είναι δύο ειδών. Τα όνειρα που μπορούν να γίνουν αληθινά και τα όνειρα που ποτέ δεν μπορούν να γίνουν αληθινά.
 
Τα όνειρα που μπορούν να γίνουν αληθινά με τρομάζουν. Δεν ξέρω γιατί. Ποτέ σχεδόν δεν ονειρεύομαι πράγματα που μπορούν πραγματικά να συμβούν. Καμιά φορά όμως χάνω τον έλεγχο και παρασύρομαι στη χώρα των ονείρων που θα μπορούσαν πιθανόν να πραγματοποιηθούν. Ανάμεσα σε τέτοια όνειρα είναι και ένα σπίτι στην εξοχή, γαλήνιο κι ευτυχισμένο. Ένα ήσυχο δωμάτιο για να γράφω, ένας όμορφος κήπος, ένα ρυάκι.
 
Η αλήθεια είναι ότι για κάποιον στη θέση μου, κανένα όνειρο δεν μπορεί να ταξινομηθεί ως εφικτό, αλλά καμιά φορά ξεχνιέμαι.
 
Συνήθως όμως προσπαθώ να ξεφεύγω από τέτοια όνειρα.
 
Φοβάμαι ότι αν συνεχίσω να τα ονειρεύομαι, χάνεται κάθε ελπίδα να βγουν αληθινά.
 
Αντίθετα, ρίχνω τον εαυτό μου στα ανέφικτα όνειρα. Αυτά είναι τα όνειρα όπου μπορώ κατά βούληση να αλλάξω τον χρόνο και τον χώρο και να βρεθώ στην ηλικία και στον αιώνα της επιλογής μου. Σε μια μαγική ζούγκλα γεμάτη παιχνίδια και απολαύσεις. Εκεί παίρνω τη ζωή και την σμιλεύω σε διαφορετικό σχήμα κάθε μέρα.
 
Κάποιες φορές, εκεί ανάμεσα στα εφικτά και στα ανέφικτα όνειρα, μια εικόνα, μια φωνή, μια πρόταση μου τραβά την προσοχή και αμέσως την παίρνω και την βάζω σ΄ ένα ειδικό μέρος με σκοπό να φωλιάσει σε μια νουβέλα κάποτε.
 
Σταδιακά, αυτή η μόνη πρόταση, αυτή η μόνη φωνή, αυτή η μόνη εικόνα παίρνει σάρκα και οστά και αρχίζει να αναπαράγεται, γίνεται μια σκηνή από την οποία αναδύονται νέοι άνθρωποι και νέες φωνές, αναπτύσσεται σαν σπόρος που βλασταίνει. Βλέπω ανθρώπους, τους ακούω, τους μιλάω.
 
Τότε επιστρέφω αμέσως στο κελί και τους βάζω στο τετράδιο.
 
Τέτοιες στιγμές, νιώθω μια πελώρια χαρά. Τέτοιες στιγμές, συνειδητοποιώ ότι μια γωνιά του μυαλού στην οποία δεν έχω πρόσβαση, ετοιμάζεται να γράψει μια νέα νουβέλα χωρίς να κάνει τον κόπο να με ειδοποιήσει.
 
Η σχέση μου μ' αυτή την απρόσιτη γωνιά του μυαλού είναι περίεργη. Ξέρω ότι είναι εκεί αλλά δεν επιχειρώ να ανοίξω τις πόρτες της. Ούτε καν σκέφτομαι ότι υπάρχει. Μόνο περιμένω να ωριμάσουν και να αναδυθούν όλες αυτές οι σκηνές, όλοι αυτοί οι άνθρωποι και να μου πουν στον πιο ανύποπτο χρόνο «ξεκίνα να γράφεις, τι περιμένεις...».



Οι βόλτες μου στο προαύλιο είναι γεμάτες περισυλλογή, έντονο διάλογο με τον εαυτό μου, όνειρα και σκηνές μιας νέας νουβέλας.
 
Ο περίβολος της φυλακής έχει τις δικές του εποχές, τους δικούς του ήλιους, τις δικές του βροχές. Τον χειμώνα, ο ήλιος ίσα που γδέρνει τις κορυφές από τα τοιχώματα. Την άνοιξη, λάμπει σε μια γωνία μόνο. Το καλοκαίρι, το φως μπορεί να φτάσει μέχρι και το κέντρο της αυλής. Δεν υπάρχει εποχή όμως που να φτάνει ο ήλιος σε όλο το προαύλιο. Υπάρχει μια πλευρά που είναι πάντα στη σκιά.
 
Από τότε που ήμουν παιδί σκεφτόμουν ότι υπάρχει μια γραμμή στον ορίζοντα όπου σταματά η βροχή και αναρωτιόμουν πού να είναι.
 
Στη φυλακή, την είδα αυτή τη γραμμή.
 
Έβρεχε μόνο στο μισό προαύλιο. Είτε το σύννεφο τελείωνε ακριβώς πάνω από τη μέση της αυλής είτε οι τοίχοι εμπόδιζαν τη βροχή να πέφτει πέρα από μια συγκεκριμένη γραμμή.
 
Έπαιζα σαν παιδί με τη βροχή στο προαύλιο: έκανα ένα βήμα μπροστά και βρεχόμουν, έκανα ένα βήμα πίσω και ήμουν στεγνός.
 
Το μισό προαύλιο στεγνό, το μισό βρεγμένο με μια αυστηρή γραμμή να χωρίζει τα δύο μέρη. Μου φάνηκε σαν θαύμα. Ίσως και να ήταν θαύμα.
 
Νωρίς ένα βράδυ με πήρε ο ύπνος και όταν ξύπνησα το φεγγάρι έλαμπε πάνω από το ατσάλινο κελί. Το φως του έμοιαζε να καλύπτει ολόκληρο σχεδόν τον ουρανό. Η θεά αυτού του ασημένιου φωτός με τις σκοτεινές μπλε αποχρώσεις με γέμισε φόβο. Ήταν τρομακτικό να βλέπεις κάτι τόσο όμορφο μέσα από τη φυλακή. Χωρίς δισταγμό, σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα κάτω.
 
Κάθε τόσο περνάνε αεροπλάνα πάνω από το προαύλιο. Τα βλέπω κι από το παράθυρο του κελιού όταν ξαπλώνω τις νύχτες. Ταξιδεύουν προς τις ελεύθερες χώρες. Όποτε τα κοιτάζω, θυμάμαι αυτή τη χαρακτηριστική οσμή που έχουν οι καμπίνες των αεροπλάνων, θυμάμαι τα δικά μου ταξίδια, θυμάμαι να προσγειώνομαι σε μια ξένη πόλη μ' ένα σκίρτημα ενθουσιασμού και προσμονής.
 
Ζω στην ίδια φυλακή που είναι και ο αδελφός μου ο Μεχμέτ Αλτάν, αλλά μας έχουν σε διαφορετικά κελιά και δεν μας επιτρέπουν να μείνουμε μαζί. Όταν πρωτοήρθε στη φυλακή, ένας κρατούμενος που πληροφορήθηκε από τους φρουρούς την άφιξή του, του φώναξε από το διπλανό προαύλιο: «Μεχμέτ, εδώ πρέπει να ξεχάσεις τον έξω κόσμο, αλλιώς θα περάσεις πολύ άσχημα».
 
Σοφή συμβουλή, αναμφισβήτητα.
 
Πρέπει να ξεχάσεις ότι υπάρχει ζωή μακριά από 'δω.
 
Είναι αδύνατον όμως να απαλλαγείς από την επιθυμία. Μπορείς να ξεχάσεις τη ζωή, δεν μπορείς όμως να ξεχάσεις τους ανθρώπους που αγαπάς και κάθε όμορφο πράγμα που τυχαίνει να δεις μεγαλώνει αυτόν τον καημό.
 
Είναι κάποιες φορές που τέτοιες κρίσεις αβάσταχτης λαχτάρας είναι τόσο έντονες που νιώθεις τα πνευμόνια σου να ραγίζουν, σα να παλεύει να βγει ένα πλάσμα από μέσα σου. Αισθάνεσαι ότι πεθαίνεις. Τέτοιες στιγμές, πρέπει να κινηθείς για να ξεφύγεις απ' αυτό το πλάσμα.
 
Αν είναι μέρα, βγαίνεις στο προαύλιο. Περπατάς και περπατάς και περπατάς. Για ώρες. Μέχρι να ηρεμήσεις.
 
Τη νύχτα όμως τι γίνεται; Δεν έχεις πού να πας, πού να περπατήσεις, προς τα πού να κινηθείς. Μόνο μια καρέκλα για να κάτσεις. Οι πόρτες είναι κλειδωμένες. Αυτές είναι οι πιο δύσκολες ώρες των ταξιδιών μου μέσα στο κελί.
 
Με κάποιο τρόπο, έρχεται και μια περίεργη αίσθηση ενοχής να αναμιχθεί με την επιθυμία. Θυμώνεις με τον εαυτό σου επειδή «δεν της είπες πότε πόση αγάπη νιώθεις για εκείνη» όταν μπορούσες. Στην πραγματικότητα της το είχες πει, τούτη τη στιγμή όμως εδώ μέσα σου φαίνεται ότι το έχεις αμελήσει. Απλά θα ήθελες τόσο πολύ να μπορείς να της το πεις τώρα, είναι όμως αδύνατον. Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που συνειδητοποιείς πραγματικά ότι οι πόρτες είναι κλειδωμένες.
 
Θυμάσαι το πρόσωπό της, θυμάσαι τη φωνή της, θυμάσαι το άγγιγμά της, θυμάσαι τη μυρωδιά της, θυμάσαι το γέλιο της, θυμάσαι τα πράγματα που κάνατε μαζί.
 
Είναι αδύνατο να περιγράψεις αυτόν τον καημό που βιώνει κανείς στη φυλακή. Είναι τόσο βαθύς, τόσο γυμνός, τόσο αρχέγονος. Καμιά λέξη δεν μπορεί να είναι τόσο γυμνή και αρχέγονη. Είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορείς να περιγράψεις με λόγια. Μπορούν να το περιγράψουν μόνο τα γρυλίσματα και τα βογκητά ενός σκυλιού που μόλις το πυροβόλησαν.
 
Για να γίνει αντιληπτό αυτό το συναίσθημα θα έπρεπε να μπορεί να ακούσει κανείς τον εσωτερικό θρήνο των φυλακισμένων. Ποτέ όμως αυτός δεν ακούγεται.
 
Υπάρχει μια θεραπεία για τα πάντα. Εκτός από τον καημό.
 

__________________ 

Με στοιχεία από τη δημοσίευση στο Paris Review αποσπάσματος της πρόσφατης μετάφρασης στα αγγλικά του βιβλίου του Μεχμέτ Αλτάν, «Δεν θα ξαναδώ ποτέ τον κόσμο».
Μετάφραση: Δ. Πολιτάκης

Βιβλίο
0

ΚΙΝΗΣΗ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Άλαν Χόλινγκερστ: «Η γραμμή της ομορφιάς»

Το πίσω ράφι / Η γραμμή της ομορφιάς: Η κορυφαία «γκέι λογοτεχνία» του Άλαν Χόλινγκχερστ

Ο Χόλινγκχερστ τοποθέτησε το βραβευμένο με Booker μυθιστόρημά του στα θατσερικά '80s και κατάφερε μια ολοζώντανη και μαεστρική ανασύσταση μιας αδίστακτης δεκαετίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που δεν βλέπεις σχεδόν κανέναν να διαβάζει ένα βιβλίο στο μετρό»   

Βιβλίο / Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που σχεδόν κανείς δεν διαβάζει βιβλίο στο μετρό»   

Η πολυβραβευμένη μεταφράστρια μιλά για την προσωπική της διαδρομή στον χώρο της λογοτεχνίας, για το στοίχημα της καλής μετάφρασης και εξηγεί τι σημαίνει να δουλεύεις πάνω σε κορυφαία έργα του Φλομπέρ, του Καμί, του Μαρκήσιου ντε Σαντ και της Ανί Ερνό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Βιβλίο / «Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Ο 84χρονος ηθοποιός κοιτάζει προς τα πίσω και βλέπει τα δύσκολα παιδικά χρόνια, την καταθλιπτική μητέρα του, τον Τσέχoφ, τις σχέσεις που δεν έφτασαν ποτέ στον γάμο, τις έντονες αναταράξεις μιας πολυκύμαντης διαδρομής.
THE LIFO TEAM
Πέτρος Τατσόπουλος: «Η οργή σε κάποιες περιπτώσεις επιβάλλεται γιατί είναι απελευθερωτική»

Πέτρος Τατσόπουλος / «Δεν τα έχω με τους πιστούς αλλά με τους απατεώνες ρασοφόρους»

Μια χειμαρρώδης συνέντευξη με τον γνωστό συγγραφέα, δημοσιογράφο, παρουσιαστή και πρώην βουλευτή Πέτρο Τατσόπουλο, με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Το παιδί του διαβόλου - Μια αληθινή ιστορία», όπου εστιάζει στη μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας στην Ελλάδα, στη διαπλοκή της με την πολιτεία και στις σκοταδιστικές απόψεις που κατά κανόνα πρεσβεύει καθώς και στην ιδιαίτερα επικερδή «μπίζνα» που έχει στηθεί γύρω από ιερά λείψανα, ιερά κειμήλια, «άγιους» γέροντες και «θαύματα» για κάθε χρήση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ