Day

Day Facebook Twitter
0

«Προσγειώνεσαι μ' έναν τρόπο που δεν πολυνιώθεις και τ' αλεξίπτωτο σ' ακολουθεί σαν ένα υγρό δέρμα, σαν το σάβανό σου, και καταπίνεις νερό, αλλά όλα είναι αλλόκοτα - τα πόδια σου δε λειτουργούν, δεν καταλαβαίνουν τίποτε απ' το νερό που βρίσκεσαι μέσα του - και τα χέρια σου πιάστηκαν για μια στιγμή σ' ετούτο το μαλακό πράμα, το ζεστό - πριν να καταλάβεις καλά σε τι κατάσταση βρίσκεσαι και πού βρίσκεσαι κι ότι έχεις την Τζόις για να 'σαι ακόμα ζωντανός, ίσως και τίποτε άλλο, αλλά αυτή αρκεί - κι εσύ σέρνεις και σέρνεις και σέρνεις τ' αλεξίπτωτο απ' την πλάτη σου, το κεφάλι σου, αλλά συνάμα στέκεσαι, τα δάχτυλα των ποδιών σου έχουν βυθιστεί σε μια κρεμώδη λάσπη -σχεδόν- μια και το νερό εδώ σε φτάνει μέχρι το στέρνο και τώρα είσαι λεύτερος, ανοιχτός, και βρέχει - μια κρύα κι όμορφα λεπτή βροχή πέφτει πάνω σου, αποκαθαίρει το πρόσωπό σου, κι αυτό το χλιαρό νερό που 'σαι μέσα του κλεισμένος, που μπορείς να το διαπεράσεις -ζωντανός- ένας άντρας ζωντανός που 'χει πέσει από 'να αεροπλάνο και δεν έχει πεθάνει - σπρώχνεις προς τα κάτω τ' αλεξίπτωτο, το βυθίζεις όσο περισσότερο μπορείς - και παλεύεις να βγεις στη στεριά απ' αυτή τη λιμνοθάλασσα που 'ναι ολόλαμπρη με τις ριπές του ήλιου, π' αστράφτει καθώς βουλιάζει στους μηρούς σου και μετά στα γόνατά σου.

Δεν είναι και τόσο δύσκολο να συνεχίσεις να διασχίζεις με τα πόδια κατά μήκος αυτό το κανάλι - μικρά πουλιά που κελαηδούν φεύγοντας μακριά από σένα, αλλά καμιά άλλη ταραχή, καμιά φωνή, κανένας συναγερμός. Σε κάποιο σημείο το κανάλι ξεραίνεται και γίνεται κάτι σαν λαστιχένιο χώμα και μετά υπάρχουν θάμνοι και δέντρα, μυρίζουν πεύκο - τόσο σποραδικά για να σε κρύψουν.

Συνεχίζεις να περπατάς και να σου ένας μικρός δρόμος να περάσεις απέναντι και να τρέξεις προς την άλλη πλευρά μέχρι που βρέθηκες σε χορτάρι - απαίσια σκληρό πράμα που σε πονά στα πόδια, κι έτσι, προχωράς σ' ένα μονοπάτι και γίνεται όλο και πιο φωτεινή η μέρα - καθόλου σπίτια, καμιά ένδειξη καταφυγίου, αλλά αυτό ίσως και να 'ναι καλό - κανένας ένα γύρω, σιωπηλή ακινησία, ωστόσο υπάρχει μια αργυρένια λάμψη παντού που κάνει το κεφάλι σου να πονά - πονάς πολύ - αλλά εξακολουθείς να προχωράς - άμμος τώρα, φιλικότερη - και συνεχίζεις, βρίσκεσαι σ' αμμόλοφους - ήχος απ' τον ωκεανό σε πλησιάζει καθώς και ριπές τ' ανέμου, τα υπολείμματα της καταιγίδας σ' εγκαταλείπουν καθώς η βροχή σβήνει σιγά-σιγά και να ετούτη η υπέροχη μυρωδιά τριαντάφυλλων και τίποτε άλλο, κι αυτό σε πονά, ωστόσο πέφτεις με τα μούτρα σ' αυτήν - κι η μαυρίλα που 'ρχεται όταν κοιτάς και τώρα πρέπει να κοιμηθείς, στ' αλήθεια έχεις την ανάγκη να κοιμηθείς.

Κι όταν ξυπνάς εμφανίζεται κάτι σαν ο ίδιος ο παράδεισος εκεί μαζί σου.

Ανέφελος ουρανός και ζέστη κι η μυρουδιά απ' της μητέρας σου τον κήπο -τόσο πολλά τριαντάφυλλα- και μια ήσυχη φουσκοθαλασσιά έρχεται και φεύγει κάπου στην άκρη της πάλλευκης άμμου που πάνω της ξαπλώνεις.

Αγριοτριανταφυλλιές.

Κι ένα μικρό μπλε λουλουδάκι δίπλα στο πρόσωπό σου, αναρριγεί.

Είναι τόσο άνετα εδώ.

Εκτός για τον ώμο και τα πόδια σου.

Και θα 'χουν καταλάβει πια, πίσω στο στρατόπεδο - ότι έχεις αργήσει τόσο πολύ για να 'σαι κάτι άλλο από νεκρός.

Και συνειδητοποιείς ότι είσαι διψασμένος, γεύση χώματος κι αλατιού στο στόμα σου.

Και στριφογυρνάς έτσι, που σου προκαλεί αυτόν το μακρύ, τραβηγμένο πόνο και σηκώνεις τα μάτια σου κι αντικρίζεις τρία πρόσωπα, τρεις άντρες να στέκονται από πάνω σου, με πηλήκια κυριλέ βαλμένα και μουστάκια-αλφάδι - σου φέρνει στο μυαλό μια ταινία, μια κωμική όπερα ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων - φανταχτερές μπότες και κομψά βαριά πανωφόρια.

Γαμημένοι Γερμαναράδες, βεβαίως-βεβαίως.

Καταλαβαίνεις. Ό,τι κι αν κάνουν, δεν μπορούν να σ' αιφνιδιάσουν: πάντα θα το ξέρεις.

Dulag Luft: αυτό πρέπει να 'ναι το μέρος που σ' οδηγήσανε, αλλά δε νομίζεις ότι είσαι κει. Αυτό δε θα γινόταν σ' ένα τέτοιο μέρος. Δε σου λένε πού είσαι και δεν μπορείς να καταλάβεις. Υπάρχει μόνο αυτό το δωμάτιο κι ακόμη ένα.

Δεν έχεις πει σε κανέναν ότι έχεις χάσει το σκουφάκι σου, εκείνο που σου 'χε κάνει η Τζόις και δεν υπάρχει χρόνος να το κλάψεις. Υπάρχει μόνο αυτό το δωμάτιο κι ακόμη ένα.

Λένε ότι δεν είσαι τρομοκράτης αεροπόρος - γιατί κανείς δεν άκουσε τ' αεροπλάνο σου - γιατί κανείς δεν το 'δε - γιατί κανείς δε βρήκε τ' αλεξίπτωτό σου - γιατί δε φοράς ολόκληρη τη στολή σου - γιατί περίμεναν κάποιον που δεν είναι τρομοκράτης αεροπόρος κι αυτό που περιμένουν πρέπει να 'ναι το σωστό. Κάτι που σημαίνει απλώς ότι είναι ηλίθιοι, αλλά δεν μπορείς να τους το πεις κατάμουτρα. Δε σκέφτονται ότι είσαι στ' αλήθεια αεροπόρος και δεν πιστεύουν τ' όνομά σου ή τον αριθμό μητρώου σου ή το βαθμό σου. Τους τα λες και τα τρία, για καλό και για κακό. Όποτε κι αν σε ρωτούν. Ό,τι κι αν σε ρωτούν. Αλλά δεν τους κάνεις να σταματήσουν να πιστεύουν ότι είσαι κάτι άλλο, κάτι λάθος.

Πήρε πολύ καιρό να βρεθείς εδώ κι οι άνθρωποι δεν ήταν ευγενικοί και ποτέ δε σε πίστεψαν, κι έτσι, μένεις εδώ - πίσω σ' αυτό που καταλαβαίνεις. Υπάρχει μόνο αυτό το δωμάτιο κι ακόμη ένα.

Πάντα έπεφτα έξω. Και τίποτε περισσότερο δεν άρεσε στον πατέρα μου απ' τους τρόπους που θα μπορούσα να πέσω έξω: να λέω πράματα που δεν έπρεπε, να φαίνομαι αστείος, να κάνω σαν χαζός, να κάνω σαν βλάκας - έγινα από τέτοια υλικά, ώστε να πέφτω συνέχεια έξω. Και το βγάζεις αυτό, και το βγάζεις από 'να παιδί, γαμώτο, το μειώνεις μέχρι να το νιώσει ως τα μπούνια και το χτυπάς στο δόξα πατρί.»

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Βιβλίο / Βασίλης Σωτηρόπουλος: «Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στη νομοθεσία για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, υπάρχουν όμως ακόμα σημαντικά κενά»

Μια διαφωτιστική συζήτηση με τον γνωστό δικηγόρο παρ’ Αρείω Πάγω και συγγραφέα με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ΛΟΑΤΚΙ + Δικαιώματα & Ελευθερίες (εκδ. Σάκκουλα), ένα μνημειώδες όσο και πολύτιμο βοήθημα για κάθε ενδιαφερόμενο άτομο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ