Κρυμμένη αισιοδοξία. Όπως ο Μπέρνχαρντ, όπως ο Μπέκετ πρωτύτερα, όπως ο Μπάροουζ και ο Μπάλαρντ, έτσι και ο Λάσλο Κρασναχορκάι (Laszlo Krasznahorkai) όχι μόνον ανανεώνει το μυθιστορηματικό είδος, όχι μόνο το πλουτίζει με μια αδιανόητη ποιητικότητα και ένα πλήθος ακριβών γνώσεων, αλλά το καθιστά κρίσιμη πραγματεία για την ομορφιά και την απώλεια, για την αξιοπρέπεια και την υπενθύμιση όσων κάνουν θησαυρό τη ζωή παρά τις κακουχίες, τις αντιξοότητες και τις συνέπειες της βαναυσότητας. Οι Ούγγροι ξέρουν τη διαλεκτική οδύνης/ηδονής, ξέρουν να διαβάζουν το βλέμμα του ανθρώπου και το πώς φωτίζεται ακόμα και σε ζοφερούς καιρούς, ξέρουν τι σημαίνει διατηρώ μια έστω παραλογισμένη αισιοδοξία εκεί όπου όλα μοιάζουν σκοτεινά. Η αισιοδοξία του Λάσλο Κρασναχορκάι δεν είναι φανερή με την πρώτη ματιά, κρύβεται σε κόγχες του έργου του, καλύπτεται πολλές φορές πίσω από ένα υπόγειο χιούμορ και από ένα καμουφλαρισμένο πάθος για ζωή.
2.
Αθήνα και Ακρόπολη. Ήταν λίαν ευπρόσδεκτη η απροσδόκητη για πολλούς επιτυχία του μυθιστορήματος Πόλεμος και Πόλεμος (μτφρ. Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Πόλις), αυτού του καταιγιστικού μυθιστορήματος, μέρος του οποίου μάλιστα γράφτηκε στην κουζίνα του άλλου εξέχοντος μέλους της μπιτ γενιάς, του ποιητή Άλεν Γκίνσμπεργκ. Ενώ αναμένουμε την έκδοση του άλλου δυνατού μυθιστορήματός του, της Μελαγχολίας της Αντίστασης, μας συνεπαίρνει η ανάγνωση του πιο πρόσφατου έργου του Κρασναχορκάι, του πολυεπίπεδου μυθιστορήματος Seiobo there below, που κυκλοφόρησε στα αγγλικά και ήδη έχει αποσπάσει το Best Translated Book Award. Θυμίζουμε ότι ο Κρασναχορκάι τιμήθηκε με το Booker το 2015. Το Seiobo there below κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2013 από τον οίκο New Directions Books και τώρα κρατάμε στα χέρια μας την όμορφη δεμένη αγγλική έκδοση από τον οίκο Tuskar Rock Press. Κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι η κατίσχυση του κάλλους έναντι της ασχήμιας της εξουσίας και της εξουσιαστικής ασχήμιας. Όσο κι αν παραμένει περιθωριακός ο δημιουργός, το έργο του δεν παύει να εμπνέει, να αλλάζει αιφνιδιαστικά και πολλές φορές ακατανόητα τη ζωή του ανθρώπου που έρχεται σε επαφή μαζί του, ενίοτε τυχαία, αναπάντεχα. Με συνεχή ταξίδια στον χώρο και στον χρόνο, με παιχνίδια της τύχης, με τραγικές τροπές των πραγμάτων και, βέβαια, με τις δαιδαλώδεις φράσεις του ο Λάσλο Κρασναχορκάι μιλάει για γλυπτά, αρχιτεκτονήματα, μουσικές, μάσκες του Θεάτρου Νο, αγιογραφίες που η ομορφιά τους μένει ανοξείδωτη και προκαλεί απρόσμενες εξελίξεις στη ζωή των χαρακτήρων του που έρχονται σε επαφή μαζί τους. Είκοσι πυκνές σελίδες του βιβλίου περιγράφουν την ανάβαση του πρωταγωνιστή τους στον βράχο της Ακροπόλεως, τη συνάντησή του, προηγουμένως, με μια παρέα νεαρών Αθηναίων που πίνουν μπίρες, σχολιάζουν το εμβληματικό τραγούδι «The Guns of Brixton» και φέρονται με άδολη φιλικότητα στον ήρωα των σελίδων του Κρασναχορκάι. Είναι θελκτική και εξαντλητικά λεπτομερής η περιγραφή του ιστορικού κέντρου των Αθηνών και του βόμβου που δεσπόζει εδώ.
3.
Λάσλο, Πίντσον, Θελόνιους Μονκ. Ο Κρασναχορκάι μάς μεταφέρει στην Περσία, στην Ιαπωνία, στη Βενετία, μας μεταφέρει σε εποχές άλλες για να μιλήσει με ενάργεια για τη δική μας. Τα δεκαεπτά κεφάλαια/ιστορίες που συνθέτουν το μυθιστόρημα αριθμούνται σκόπιμα με την ακολουθία Φιμπονάτσι, υποδεικνύοντας στον αναγνώστη ότι κάθε ιστορία εμπεριέχει και τις δύο προηγούμενες. Μας εξοικειώνει έτσι και με μια αρχαιολογία της αισθητικής και με μια φιλοσοφία της τέχνης: κάθε ανθρώπινο καλλιτεχνικό επίτευγμα εμπεριέχει κάποια προηγούμενα επιτεύγματα. Ακόμα και το μότο του βιβλίου είναι έτσι συντεθειμένο. Πρόκειται για μια φράση του μεγάλου δημιουργού της τζαζ, του Θελόνιους Μονκ, την οποία χρησιμοποίησε ο Τόμας Πίντσον στο πολυπρισματικό μυθιστόρημά του Against the Day και τώρα τη χρησιμοποιεί εκ νέου ο Κρασναχορκάι, παραλλάσσοντάς την και δηλώνοντας, μέσω του εκδότη του, ότι ακριβώς πρόκειται για μια ανάπλαση της παράθεσης της αρχικής περιλάλητης φράσης. Αποφαίνεται ο Μονκ: «It's always night, or we wouldn't need light» («Πάντα νύχτα είναι, αλλιώς δεν θα χρειαζόμασταν το φως»). Ο Πίντσον χρησιμοποιεί ατόφια τη φράση. Ο Κρασναχορκάι παραλλάσσει, καταγράφοντας τα ονόματα του τζαζίστα δημιουργού και του Αμερικανού μυθιστοριογράφου: «Either it's night, or we don't need light – Thelonious Monk – Thomas Pynchon» («Είτε είναι νύχτα, είτε δεν χρειαζόμαστε φως»). Μέσα από την ομορφιά του έργου του που μιλάει για την ομορφιά άλλων έργων, ο Ούγγρος συγγραφέας άλλο δεν κάνει από το να μας προτρέπει να ανακαλύπτουμε την ομορφιά ακόμα και εκεί όπου φαινομενικά, αλλά και συντριπτικά, κυριαρχεί η ασχήμια.