«Από τα μικρά μου χρόνια ως σήμερα, ας μην πω με ακρίβεια πόσα είναι γιατί θα τρομάξω κι εγώ η ίδια, έζησα έναν πόλεμο, δύο εμφύλιους πολέμους, δύο δικτατορίες και δύο προσφυγιές. Δεν τα έζησα ως απλός παρατηρητής αλλά παίρνοντας ενεργό μέρος κάθε φορά, κι έτσι, και να ήθελα, δεν θα μπορούσε το συγγραφικό μου έργο να μην επηρεαστεί από τα γεγονότα αυτά που συγκλόνισαν τον τόπο μας. Άθελά μου η ζωή μου μπλέχτηκε μέσα στην Ιστορία κι έγινα κι εγώ ένα κομμάτι της. Το συγγραφικό μου, λοιπόν, έργο, θέλω δεν θέλω, είναι γεμάτο ιστορία… Αν πέτυχα να κάνω τα παιδιά να την ακούσουν τουλάχιστον, το μέλλον θα δείξει», έλεγε η Άλκη Ζέη σε μια συζήτησή μας πριν από μερικά χρόνια.
Η Άλκη Ζέη, ένας θρύλος των γραμμάτων, ανήσυχη, οξύνους και φιλοπερίεργη, σαρκαστική και τρυφερή, άνθρωπος μιας γενιάς της οποίας οι ατομικές φιλοδοξίες υποχώρησαν μπροστά στα συλλογικά οράματα και στα συνταρακτικά γεγονότα, τιμάται, τρία χρόνια μετά τον θάνατό της και εκατό από τη γέννησή της, από το ΥΠΠΟΑ, που ανακήρυξε το 2023 «Λογοτεχνικό Έτος Άλκης Ζέη», με μια μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη που θα πλαισιωθεί από πλήθος εκδηλώσεων και θα διαρκέσει από τις 16 Μαρτίου έως τις 30 Απριλίου 2023.
Το έργο της Άλκης Ζέη συμβάδισε με την πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας, των ανατροπών, των διωγμών, της αγωνίας για το αύριο, της συμμετοχής στους αγώνες για ελευθερία και δημοκρατία.
Ο τίτλος, «Ο μεγάλος περίπατος της Άλκης», φανερώνει το περιεχόμενο της έκθεσης: είναι το μοναδικό ταξίδι στον κόσμο γενικά και ειδικά της λογοτεχνίας μιας ιδιαίτερα αγαπητής, πολυγραφότατης, πολυμεταφρασμένης και με πολλές διακρίσεις Ελληνίδας συγγραφέως που κατόρθωσε με το έργο της να ταυτίσει το ιδιωτικό με το δημόσιο, καθώς η πορεία των μυθιστορηματικών ηρώων της συντονίζονται και με τις ιστορικές διαδρομές του «σύντομου 20ού αιώνα», τις τομές, τις ρήξεις, τις συνέχειες, τα μεγάλα και μικρά γεγονότα.
Στον πρώτο όροφο του μουσείου, λίγες μόνο ημέρες πριν από τα εγκαίνια, επικρατεί αναβρασμός. Ο σκηνογράφος Παύλος Θανόπουλος, που έκανε τη μελέτη της έκθεσης, ξεχωρίζει τα υλικά του, η επιμελήτρια της έκθεσης, ιστορικός πολιτισμού και προϊσταμένη Διεύθυνσης Γραμμάτων του ΥΠΠΟΑ, Σίσσυ Παπαθανασίου, κάνει τις συνεννοήσεις της με την ομότιμη καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, Χριστίνα Ντουνιά, μέλος της ομάδα εργασίας για τον συντονισμό, την υποστήριξη και τον σχεδιασμό δράσεων για την οργάνωση του Λογοτεχνικού Έτους Άλκης Ζέη, τον σκηνοθέτη-καθηγητή Κινηματογραφίας Πέτρο Σεβαστίκογλου, γιο της Άλκης Ζέη και του Γιώργου Σεβαστίκογλου, και την υπεύθυνη του σχεδιασμού, Μαρία Στέφωση.
Ο χώρος έχει χρώμα και φιγούρες από τις εικονογραφήσεις των βιβλίων της, ενώ στους τοίχους αναπτύσσεται η εργοβιογραφία της. Οι καταπληκτικές φωτογραφίες από τα νεανικά της χρόνια δεσπόζουν. Η νεαρή Άλκη είναι εδώ, παρούσα, κοιτάζει κατάματα τον επισκέπτη, με το ακλόνητα νεανικό πνεύμα της, την αδάμαστη προσωπικότητά της και τον ενθαρρυντικό λόγο της. Παρόντες εδώ οι γονείς της, οι συγγενείς της, η οικογένεια, οι φίλοι και οι συνομιλητές της, καλλιτέχνες και διανοούμενοι που συνάντησε στην πολυτάραχη πορεία της.
«Ένας μεγάλος χάρτης μάς προσκαλεί σε ένα νοερό ταξίδι από την Τασκένδη μέχρι το Παρίσι, τη Μόσχα και την Αθήνα, που δείχνει όλες τις περιπλανήσεις της», λέει η Σίσσυ Παπαθανασίου. «Καμία δεν ένιωσα σαν πατρίδα μου, ούτε τη Γαλλία, ούτε τη Ρωσία, μόνο την Ελλάδα. Και αν στερήθηκα και αν πέρασα δύσκολα, αυτά δεν τα υπολογίζω», μου είχε πει η Άλκη Ζέη.
«Εν είδει χρονολογίου παρουσιάζονται και οι εκδόσεις του έργου της, από τα πρώτα της βιβλία στις εκδόσεις Θεμέλιο, μετά στον Κέδρο, μέχρι τα τελευταία και τις επανεκδόσεις στις εκδόσεις Μεταίχμιο», λέει η Μαρία Στέφωση. «Υπάρχει και η σχέση της με το θέατρο, οι μεταφράσεις της αλλά και τα έργα που έγιναν με αφορμή τη δουλειά της».
«Πότε πιστέψατε ότι το γράψιμο θα είναι η δουλειά σας;» την είχα ρωτήσει.
«Από πολύ μικρή. Ότι θα ζήσω από αυτό δεν το πίστευα ποτέ, έλεγα κάτι άλλο θα κάνω, αλλά από μαθήτρια ήμουν βεβαία ότι αυτό θα έκανα. Μετά, θέλησα να πάω στο θέατρο και να γίνω και ηθοποιός. Ο Γιώργος δεν το 'βλεπε καθόλου, έτσι πήγα σε άλλη σχολή από αυτήν που δίδασκε, στο Ωδείο Αθηνών. Τελείωσα, αλλά κατάλαβα ότι ταλέντο δεν είχα και σταμάτησα».
Η Άλκη Ζέη ασχολήθηκε με το γράψιμο από πολύ νεαρή ηλικία. Στις πρώτες ακόμη τάξεις του γυμνασίου άρχισε να γράφει κείμενα για το κουκλοθέατρο. Ένας από τους ήρωες που δημιούργησε, ο Κλούβιος, έγινε στη συνέχεια ο ήρωας του γνωστού κουκλοθέατρου «Μπαρμπα-Μυτούσης».
Πρώτο της μυθιστόρημα είναι το «Καπλάνι της βιτρίνας» (1963), έργο σχεδόν αυτοβιογραφικό, εμπνευσμένο από τα παιδικά της χρόνια στη Σάμο. Ακολουθεί μια σειρά μυθιστορημάτων για παιδιά, και το 1987 κυκλοφορεί το πρώτο της βιβλίο για μεγάλους, «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα». Το 2013 κυκλοφόρησε το αυτοβιογραφικό της έργο «Με μολύβι Φάμπερ Νούμερο Δύο» και το 2017 το «Πόσο θα ζήσεις ακόμα, γιαγιά;». Το τελευταίο της βιβλίο με τίτλο «Ένα παιδί από το πουθενά» κυκλοφόρησε λίγους μήνες πριν από τον θάνατό της.
Το «Καπλάνι της βιτρίνας», το πρώτο της μυθιστόρημα, υπήρξε έργο-σταθμός για την ελληνική παιδική λογοτεχνία και θεωρείται πλέον ένα κλασικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας για παιδιά – κάνει συνεχείς επανεκδόσεις από το 1963 που πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα, μεταφράζεται σε πολλές χώρες και κερδίζει διακρίσεις στο εξωτερικό. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η Άλκη Ζέη υπήρξε πρέσβειρα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας σε όλο τον κόσμο. Η ίδια έχει μεταφράσει αρκετά βιβλία από τα γαλλικά, τα ιταλικά και τα ρωσικά .
«Ήμουν και είμαι αδελφική φίλη με την Ειρήνη, την κόρη της. Γνώρισα την οικογένεια στο Παρίσι όταν έκανα εκεί σπουδές, και την Άλκη μέσα από δρόμους πολύ προσωπικούς. Μέχρι το τέλος ήταν πάντα πάρα πολύ νέα, ήταν πιο ελεύθερη, πιο ανοιχτή από πολλούς νεότερούς της ανθρώπους.
Η σχέση μου μαζί της, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, άρχισε να είναι μια σχέση βαθιά, υποστηρικτική προς εμένα και σιγά-σιγά ξεκίνησε και μια κουβέντα για τη λογοτεχνία», λέει η Χριστίνα Ντουνιά που παραχώρησε ανέκδοτο υλικό με φωτογραφίες από τα σχολικά χρόνια της Ζέη, τα πρώτα της κείμενα στο σχολικό περιοδικό «Νεανική φωνή» και ντοκουμέντα από τη ζωή της στη Σχολή Αηδονοπούλου την περίοδο 1939-40 που συνομιλούν με τις πολυάριθμες βραβεύσεις της σε διπλανή προθήκη .
«Όταν εκδόθηκε το πρώτο σας βιβλίο είχε επιτυχία;» την είχα ρωτήσει. «Μου έχει μείνει αξέχαστο, αλλά όχι γιατί είχε επιτυχία. Με χτύπησαν σαν χταπόδι, έλεγαν ότι δεν είναι βιβλίο για παιδιά, ότι δεν κάνει να μιλάμε στα παιδιά για πολιτική, πήγαν να με κρεμάσουν, λίγο πολύ, και ούτε πολυκυκλοφορούσε.
Στη Γαλλία κατάλαβα ότι τα βιβλία μου είχαν αξία, γιατί εκεί υπήρχαν οι βιβλιοθηκάριοι, οι βιβλιοθήκες, είχε μεταφραστεί το "Καπλάνι της βιτρίνας", ο "Μεγάλος περίπατος του Πέτρου". Η αντίληψη να μη λέμε τίποτα στα παιδιά άλλαξε γιατί πάντα τα παιδιά ρωτάνε π.χ. "γιατί να πεθάνει ο παππούς;". Έτσι, ήθελα να πω στα εγγόνια μου ότι οι παππούδες κάποτε πεθαίνουν. Στην Ελλάδα με αποδέχτηκαν πολύ αργότερα, μετά τη Μεταπολίτευση».
Στον όμορφο, φιλικό χώρο υπάρχει ένα κόκκινο μικρό αμφιθέατρο που θα φιλοξενήσει πολλά εκπαιδευτικά προγράμματα, τις ομιλίες και τις συζητήσεις για τη ζωή και το έργο της. Η ίδια έλεγε για τη σχέση των παιδιών με τα βιβλία:
«Όταν ήμουν μικρή νόμιζα ότι ο άνθρωπος για να ζήσει πρέπει να έχει ένα βιβλίο. Υπάρχουν παιδιά που στα σπίτια τους δεν υπάρχουν βιβλία, υπάρχουν παιδιά που στα σπίτια τους υπάρχουν τόσα βιβλία που από αντίδραση δεν διαβάζουν. Ο δάσκαλος, καλύτερα από τον γονιό, βρίσκει τον τρόπο να τα πλησιάσει και χίλιες δυο έξυπνες μεθόδους για να τα ρίξει στην «παγίδα» του διαβάσματος. Μπαίνεις σε τάξεις και μένεις έκπληκτος, σε χωριά ακριτικά που δεν φαντάζεσαι και οι μαθητές είναι καλύτερα από παιδιά του Κολεγίου. Ξέρετε, δεν έχει σημασία αν ένα σχολείο είναι δημόσιο ή ιδιωτικό, έχω επισκεφθεί ιδιωτικά όπου όλοι ήταν εντυπωσιακά αδιάφοροι, και δημόσια, όπου τα παιδιά έκαναν πολύ σοβαρή δουλειά με τους δασκάλους».
Ένα πολύχρωμο «κουτί» δημιουργεί στον χώρο μια αίθουσα προβολής, ένα μικρό σινεμά που θα φιλοξενήσει την ταινία-ντοκιμαντέρ «Ο μεγάλος περίπατος της Άλκης».
«Με τους δυο συνεργάτες μου, τον Θάνο Ανεστόπουλο και τη Στέλλα Θεοδωράκη, που είναι σκηνοθέτες και παραγωγοί, αποφασίσαμε να κάνουμε μια ταινία για την Άλκη», λέει ο Πέτρος Σεβαστίκογλου.
«Δεν ήθελα να σκηνοθετήσω, γιατί θα έπρεπε να έχω απόσταση από το θέμα, έτσι το προτείναμε στη Μαργαρίτα Μαντά. Η ταινία είναι όλη η ζωή της Άλκης, με ό,τι ντοκουμέντα είχαμε – ευτυχώς τότε μπορούσε να ταξιδέψει. Έτσι, πήγαμε στο Παρίσι, στο σπίτι όπου μέναμε πριν από σαράντα, χτυπήσαμε το κουδούνι και μας υποδέχτηκε η σημερινή ένοικος. Ήταν συγκινητικό, σε αυτή την πολυκατοικία μέναμε απέναντι από τον Ροβήρο Μανθούλη και οι πόρτες ήταν πάντα ανοιχτές, κυκλοφορούσαμε από το ένα σπίτι στο άλλο. Πήγαμε στη Σάμο, μπήκε στο παλιό της σπίτι, ήταν μια διαδρομή για να ξαναθυμηθεί και να δει από κοντά τα μέρη όπου είχε ζήσει».
«Δυο χρόνια κράτησε αυτή η ωραία περιπέτεια. Όταν είδα την ταινία για πρώτη φορά στην οθόνη, ολοκληρωμένη, συνειδητοποίησα το μεγαλύτερο μάθημα που πήρα από αυτούς τους ανθρώπους που έζησαν πόλεμο, πείνα, Κατοχή, Εμφύλιο, εξορίες, φυλακές, δικτατορίες, διαψεύσεις, προδοσίες: η ζωή είναι πάντα πιο μεγάλη από οποιαδήποτε δυσκολία, πιο όμορφη από οποιαδήποτε ασχήμια», έχει πει για το ντοκιμαντέρ η Μαργαρίτα Μαντά.
Το έργο της Άλκης Ζέη συμβάδισε με την πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας, των ανατροπών, των διωγμών, της αγωνίας για το αύριο, της συμμετοχής στους αγώνες για ελευθερία και δημοκρατία. Τα βιβλία της, χωρίς ίχνος διδακτισμού, δημιούργησαν σχολή, ενώ παραμένει στη μνήμη μας, στη μνήμη ανθρώπων που τη γνώρισαν, που μεγάλωσαν αγκαλιά με τα βιβλία της, αναγνώστες κάθε ηλικίας.
Η έκθεση αυτή ανοίγει μια νέα ζωντανή συζήτηση μαζί της, είναι ένας αποκαλυπτικά μεγάλος περίπατος σε τόπους και ιδέες. Είναι μια έκθεση για μεγάλους και μικρούς, όπως ήταν πάντα το κοινό της Άλκης, μια ματιά στην Ιστορία, στην κοινή μας καταγωγή, δροσερό νερό που ξεδιψά, παράδειγμα για το δικό μας ταξίδι στον κόσμο. «Είστε πάντα δραστήρια, φιλική, γεμάτη ζωή. Είναι θέμα χαρακτήρα ή καλλιέργειας αυτό;» την είχα ρωτήσει. «Ίσως και καλλιέργειας, ίσως και μια άμυνα για τη ζωή», μου απάντησε χαμογελώντας.
Άλκη Ζέη 1923 - 2020: Ο μεγάλος περίπατος της Άλκης
Εγκαίνια: 15/3, 19:00
Διάρκεια: 16/3-30/4
Η έκθεση είναι ανοιχτή τις ημέρες και ώρες λειτουργίας του μουσείου