«Να λουστείς Μεγάλη Παρασκευή ανήμερα και μετά να μην ξαναλουστείς ποτέ πια Παρασκευή για όλο τον χρόνο». Οδηγία για γερά μαλλιά; Όχι. Είναι μια «συνταγή» για τη θεραπεία της μιγκράνας, της ημικρανίας από τις πολλές «γητειές και ξόρκια» που δημοσίευαν τα «Μικρασιατικά Χρονικά», μια ιστορική έκδοση που ψηφιοποιείται και θα αναρτηθεί στο διαδίκτυο από την Ένωση Σμυρναίων και το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Οι δυο φορείς με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή ετοιμάζουν και μια μικρή έκδοση που στρέφεται γύρω από τη λαϊκή ιατρική, γιατροσόφια, και παραδόσεις της Μικράς Ασίας, όπως αυτά καταγράφηκαν για πρώτη φορά στην ιστορική έκδοση «Μικρασιατικά Χρονικά», και πώς αυτά πέρασαν στην «ελληνική κουλτούρα».
Τα «Μικρασιατικά Χρονικά» αποτελούν την πρώτη συστηματική καταγραφή των παραδόσεων και της κουλτούρας της Μικράς Ασίας. Κυκλοφορούν για πρώτη φορά το 1938, λίγα δηλαδή χρόνια μετά την Καταστροφή, με στόχο να συγκεντρώσουν και να διασώσουν «την πραγματικότητα της Μικράς Ασίας».
Οι Ελληνίδες νοικοκυρές είχαν πολλά να μάθουν από τις Μικρασιάτισσες, έτσι γεννήθηκε μια κουλτούρα ολόκληρη ζυμωμένη με αναμνήσεις κληρονομιές παραδόσεων, ένα χαρμάνι καθημερινού τρόπου ζωής που φέρνει από την αρχοντιά δυο πολιτισμών κοντινών και αλλιώτικων το άρωμά του μέχρι τις μέρες μας.
Η ύλη της περιοδικής αυτής έκδοσης ποικίλλει. Μεγάλο όμως μέρος αφιερώνεται στην καθημερινή ζωή στη Σμύρνη και στη Μικρά Ασία.
Με αφορμή το πλούσιο αυτό υλικό, το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη συγκέντρωσε και εκδίδει αποσπάσματα περί λαϊκής ιατρικής, τα οποία θησαυρίζονται στους δύο πρώτους τόμους των «Μικρασιατικών Χρονικών» (Α' και Β'), με ημερομηνίες έκδοσης 1938 και 1939 αντιστοίχως. Πέρα από την ιστορικότητα τους, οι δύο αυτοί τόμοι, εξαντλημένοι σήμερα, αποτελούν τον πυρήνα των «Μικρασιατικών Χρονικών».
«Επικεντρωθήκαμε στη λαϊκή ιατρική και στις παραδόσεις, καθώς «γεφυρώνουν» με μοναδικό τρόπο τον σύγχρονο ελληνισμό με την πραγματικότητα της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας. Σήμερα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου έβριθε παραδόσεων, ιαματικών και φαρμακευτικών σκευασμάτων, μαγγανειών κλπ. Αρκετά από αυτά άλλωστε καταγράφονται με μεγάλη λεπτομέρεια σε πλήθος κειμένων, συμπεριλαμβανομένων των περιηγητικών. Αρκετοί βοτανολόγοι περιδιάβαιναν τον ελληνικό χώρο συγκεντρώνοντας και καταγράφοντας φαρμακευτικά φυτά. Άλλοι δε έρχονταν με στόχο να μελετήσουν τον λαϊκό πολιτισμό. Η σκηνή τοκετού από το έργο του Sonnini de Manoncourt είναι χαρακτηριστική. Είναι πολύ δύσκολο να προσδώσουμε ταυτότητα στις παραδόσεις, στα ξόρκια και στις γειτιές. Δεν έχει όμως και τόσο μεγάλη σημασία. Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι μάλλον τέτοιου είδους παραδόσεις και μαγγανείες έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της Μικράς Ασίας, ασχέτως κοινωνικής τάξεως και εισοδήματος, καθώς και ότι πέρασαν, με τον ένα η τον άλλο τρόπο, στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν ούτε αναιρούν την παραδοσιακή ιατρική. Εντάσσονται περισσότερο στο πλαίσιο της παράδοσης. Ποιος άλλωστε δεν έχει ακούσει για το ξεμάτιασμα η για τα χρήματα που προμηνύει η υπερχείλιση του καφέ; Αυτές λοιπόν οι παραδόσεις, αφενός μας μιλάνε, και αφετέρου μας βοηθούν να οικειοποιηθούμε με μοναδικό τρόπο μία άλλη πραγματικότητα, αυτή της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας. Με έναν αν μη τι άλλο ευχάριστο τρόπο, η αναγνώστρια/ο αναγνώστης γίνεται μέτοχος του ιστορικού χρόνου και της ιστορικής εξέλιξης» λέει ο ιστορικός Κωνσταντίνος Θανασάκης, επικεφαλής ερευνών και εκδόσεων του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
«Σε εποχές η περιοχές που δεν υπάρχουν νοσοκομεία, επιστήμονες γιατροί, φαρμακεία, και όπου γενικά απουσιάζει παντελώς η Ιατρική -ακόμη και οι μαμμές, Ελληνίδες η Τουρκάλες, πρακτικές ήταν-, ο άνθρωπος περιμένει την ίαση από το θαύμα, ενώ με μια σειρά πρακτικές, η μακρόχρονη εφαρμογή των οποίων είχε αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους, όπως βότανα, λασπόλουτρα και άλλα πολλά, προσπαθούσε να θεραπεύσει, και συχνά το κατόρθωνε, τα προβλήματα της υγείας του» γράφει η ιστορικός Βγένα Βαρθολομαίου. «Πρακτικοί γιατροί, αγύρτες, βασκανολόγοι, κομπογιαννίτες περιφέρονταν στην ύπαιθρο πουλώντας βότανα, έτοιμες αλοιφές, η παρέχοντας, με το αζημίωτο, πλήθος συμβουλές στους άρρωστους, η θεραπεία των οποίων συχνά ήταν θέμα αυθυποβολής. Απέδιδαν, μάλιστα, ιδιότητες θεραπευτή σε συγκεκριμένα άτομα, όπως στους χατζήδες, οι οποίοι, ως βαφτισμένοι στον 'Ιορδάνη, και επομένως ευλογημένοι, μπορούσαν να γιάνουν πληγές, κυρίως σε παιδιά».
«Η ιατρική βρίσκεται κάπου στη μέση, ανάμεσα στην ορθή λογική παρατήρηση και στη μαγεία. Πλήθος από βότανα, αλλά και πρακτικές και μεθόδους η και αρχές (ομοιοπαθητική), περιέχουν αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα», λέει ο καθηγητής της Κοινωνικής Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Μιχάλης Γ. Μερακλής.
Χόρτο για τη έμμηνο ρύση, θαυματουργά νερά, μαγικά και αγιάσματα, μεταλλοθεραπεία και χρήση των βοτάνων της φύσης, κρεμμύδια, σκόρδα ρόδια και σπαθόχορτα θεραπεύουν πλήθος μικρών προβλημάτων υγείας, και άλλα που αποτρέπουν την αρρώστια, χαϊμαλιά και κουρελάκια και κλωστές βουτηγμένες στο αίμα νεοσφαγμένης κότας ήταν σε κοινή και καθημερινή «χρήση». Και πολλά από αυτά δε διαφέρουν σε τίποτα από μαγικά και γητειές που συναντάμε σε άλλους πολιτισμούς, συνδεδεμένα πάντα με τη θρησκεία και την πίστη. Αν μπορούμε να επισημάνουμε κάτι ακόμα, αυτό αφορά τον κεντρικό, καθοριστικό και συχνά αποκλειστικό ρόλο που παίζει η γυναίκα στα θέματα της λαϊκής ιατρικής. Εκείνη είναι η μαμμή, η ξεματιάστρα, η γυναίκα που παρασκευάζει τα γιατροσόφια, τα ξόρκια και τα βοτανοπαρασκευάσματα. Μερικά από τα «γιατρικά», τα γιατροσόφια, ακόμα και οι προλήψεις που τα συνοδεύουν έφτασαν μέχρι τις μέρες μας. Άλλα ήταν βαθιά ριζωμένα σε αρχαίες παραδόσεις, άλλα ήρθαν με τα καράβια των προσφύγων που έφτασαν μετά την Μικρασιατική καταστροφή και μεταμόρφωσαν ριζικά το κοινωνικό τοπίο στις γειτονιές, αλλά και τις συνήθειες της καθημερινής ζωής. Οι Ελληνίδες νοικοκυρές είχαν πολλά να μάθουν από τις Μικρασιάτισσες, έτσι γεννήθηκε μια κουλτούρα ολόκληρη ζυμωμένη με αναμνήσεις κληρονομιές παραδόσεων, ένα χαρμάνι καθημερινού τρόπου ζωής που φέρνει από την αρχοντιά δυο πολιτισμών κοντινών και αλλιώτικων το άρωμά του μέχρι τις μέρες μας.
«Σε εποχές ή περιοχές που δεν υπάρχουν νοσοκομεία, επιστήμονες γιατροί, φαρμακεία, και όπου γενικά απουσιάζει παντελώς η Ιατρική -ακόμη και οι μαμμές, Ελληνίδες η Τουρκάλες, πρακτικές ήταν-, ο άνθρωπος περιμένει την ίαση από το θαύμα, ενώ με μια σειρά πρακτικές, η μακρόχρονη εφαρμογή των οποίων είχε αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους, όπως βότανα, λασπόλουτρα και άλλα πολλά, προσπαθούσε να θεραπεύσει, και συχνά το κατόρθωνε, τα προβλήματα της υγείας του» γράφει η Βγένα Βαρθολομαίου.
«Αγιάσματα, δηλαδή νεροπηγές με νερά που τα θεωρούσαν θαυματουργά, υπήρχαν σχεδόν σε κάθε χωριό. Μερικών η φήμη ξεπερνούσε συχνότατα τα στενά διοικητικά όρια της περιοχής, έτσι που προσέρχονταν σ᾽ αυτά πλήθος κόσμου από μακριά για να θεραπευτούν. Δεν ήταν μάλιστα σπάνιο το φαινόμενο, σε ονομαστά αγιάσματα να καταφεύγουν και Τούρκοι, όπως π.χ. στο άγιασμα του Αγίου Βαραδά στα Κουβούκλια. Αρκετά από τα αγιάσματα, λόγω της σύστασης του νερού, θεράπευαν συγκεκριμένες ασθένειες, όπως π.χ. το ψωράγιασμα στο νησί Κερά της Προποντίδας, το οποίο πίστευαν ότι θεράπευε την ψωρίαση. Η συνήθης πρακτική στα αγιάσματα ήταν συνδυασμός θρησκευτικών καθηκόντων, λουσίματος με το νερό και μαγικών δρώμενων που συνοδεύονταν με ξόρκια. Στο ψωράγιασμα της Κεράς, το μαγικό μέρος συνίστατο στο να κόψουν λουρίδα ύφασμα από το ρούχο τους, να τη δέσουν σε παρακείμενο θάμνο και να την ξορκίσουν ώστε το κακό να δεθεί εκεί. Άλλο αγίασμα για συγκεκριμένη ασθένεια ήταν της Αι-Παραπολινής στα Κουβούκλια: στην ίδια περιοχή αναφέρονται περισσότερα από 6 αγιάσματα, πολλά δε θεωρούνταν ότι γιάτρευαν τις θέρμες και η διαδικασία θεραπείας ήταν η ίδια, όπως την προαναφέραμε.
Τα περισσότερα ιαματικά νερά ήταν γνωστά από την Αρχαιότητα˙ έτσι, το αρχαίο ιερό αντικαταστάθηκε συνειδησιακά από το ξωκκλήσι και το αγίασμα. Τα λασπόλουτρα θεωρούνταν αποτελεσματικό θεραπευτικό μέσο (κάλυπταν με λάσπη όλο το σώμα η μόνο το μέρος που πονούσε).
Με το νερό από το αγίασμα ραίνονταν τα κουκούλια του μεταξοσκώληκα στις σηροτρόφες περιοχές, η ακόμα και τα καματερά, όπως από το αγίασμα του Αι-'λισσαίου, προστάτη των ζώων, στα Κουβούκλια.
Η εγκοίμηση ήταν θεραπευτική πρακτική ιδιαίτερα διαδομένη ήδη από την Αρχαιότητα. Ο άρρωστος ερχόταν σε χώρους ναών, αγιασμάτων η και σε χαμάμ. Αναφέρεται εγκοίμηση στο χαμάμ του Τσέκιργκε, προάστιου της Προύσας, λουτρό που ανήκε σε Τούρκο. Αφού δινόταν η άδεια από τον Τούρκο ιδιοκτήτη, ο άρρωστος με συγγενείς και φίλους πήγαινε στον λουτρώνα. Την τελετή της θυσίας, που προσφερόταν πριν από την εγκοίμηση κατά την Αρχαιότητα, αντικατέστησε το «κόψιμο» του αρνιού, που το έψηναν στο γειτονικό φούρνο και το έτρωγαν όλοι όσοι είχαν έρθει συνοδεύοντας τον άρρωστο. Στη συνέχεια ο ασθενής, φορώντας μόνο ένα πεστεμάλι, ελαφρό ύφασμα που το έδενε στη μέση, έμπαινε σε ξεχωριστό χώρο του λουτρού˙ εκεί πλάγιαζε λέγοντας προσευχές˙ ο,τι έβλεπε στον ύπνο του ήταν σημαδιακό για την περαιτέρω καλή η κακή εξέλιξη της αρρώστιας. Όταν ξυπνούσε, και αφού πλενόταν με τα ζεστά νερά του χαμάμ, το όνειρο ερμηνευόταν˙ και αφού όλοι οι δικοί και οι φίλοι έκαναν και αητοί το λουτρό τους, έχοντας πληρώσει την τιμή της εγκοίμησης στον ιδιοκτήτη, γυρνούσαν όλοι στο χωριό.
Η μεταλλοθεραπεία, που συνίστατο σε απλό επίθεμα νομίσματος, συνήθως ασημένιου, στο πονεμένο μέρος του σώματος, ακολουθούνταν συχνά, π.χ. στο Αραβανί˙ όμως η περισσότερο διαδομένη πρακτική επιθεμάτων ήταν με τα βότανα. (Τα βότανα χρησιμοποιούσε και ο πρωτόγονος άνθρωπος, ως επίθεμα, για εντριβή η για κατάποση.)
Το χόρτο «ραμματάκια» (εφέδρα η πολυκόμπι) βοηθούσε τις γυναίκες για την ομαλή ροή των εμμήνων˙ φυλλαράκια κουφοξυλιάς τσιγαρισμένα με λάδι ήταν αλοιφή κατάλληλη για πληγές˙ το βρασμένο σπαθόχορτο θεράπευε τη διάρροια των παιδιών˙ κουκιά κοπανισμένα και ανακατεμένα με λάδι έγιαναν τις πληγές των παιδιών˙ αντιαλλεργική ήταν η βρασμένη με ζάχαρη βρόμη. Το ρακί, το ούζο ήταν κατάλληλα για εντριβές σε περιπτώσεις κρυώματος η και κωλικών. Όλα αυτά και πλήθος άλλα γιατροσόφια τα ήξερε μητροπαράδοτα κάθε νοικοκυρά και τα παρασκεύαζε η ίδια στο σπίτι. Χρησιμοποιούσαν ακόμη και κοινά χόρτα η καρπούς η κηπευτικά για να θεραπεύσουν πλήθος μικροπροβλήματα υγείας˙ έτσι, σκόρδα, κρεμμύδια, ρόδια και άλλα ήταν σε ευρύτατη χρήση.
Σε περιπτώσεις επιδημιών, η κοινότητα, δρώντας συλλογικά, προέβαινε σε συγκεκριμένες πράξεις, όπως προσευχές, λειτουργίες, ραντίσματα˙ παράλληλα οι γυναίκες του χωριού η του μαχαλά ακολουθούσαν κάποιες άλλες πρακτικές για να εξορκίσουν το κακό˙ για παράδειγμα, στα Κουβούκλια μαζεύονταν στα τρίστρατα, έψηναν μικρές πίτες, τα λεγόμενα «πιταρούδια», και τις μοίραζαν στα παιδιά για να γλυκαθεί η αρρώστια.
Τέλος, κατέφευγαν σε ποικίλα μαγικά η γιατροσόφια. Έτσι, η ρινορραγία σταματούσε αν ο πάσχων κάρφωνε καρφιά σε καρυδιά˙ ο επιλόχειος πυρετός έπεφτε αν η λεχώνα έδενε στη μέση της κλωστή βουτηγμένη στο αίμα νεοσφαγμένης κότας, στα Κουβούκλια. Ξόρκια, χαιμαλιά, κουρελάκια που δένονταν σε δέντρα, φτύσιμο, λάδωμα, σταύρωμα ήταν αποτρεπτικά της αρρώστιας» .