Εκατό χρόνια πέρασαν από τότε που πρωτοεκδόθηκε ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, το οποίο επαναπροσδιόρισε την εικόνα που έχουμε για την Ευρώπη και την ανθρώπινη φύση. Ειδικά στην παρούσα συγκυρία, με την ταυτόχρονη άνοδο της ακροδεξιάς, την οποία διέβλεπε αντίστοιχα τότε, με τον πλέον οδυνηρό τρόπο, ο κορυφαίος νομπελίστας, η ανάγνωση του πολύπτυχου αυτού έργου μοιάζει πιο επιβεβλημένη από ποτέ. Η συγκυρία σφραγίζεται με την ειδική επετειακή έκδοση του «Μαγικού Βουνού» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Θόδωρου Παρασκευόπουλου με χαρακτικό του Μιχάλη Αρφαρά και συνοδευτικά κείμενα από τον ίδιο τον Τόμας Μαν και την A.S. Byatt.
Πρόλογος στο Μαγικό Βουνό
Περισσότερο από ένα βιβλίο μαθητείας –Bildungsroman–, όπως έχει επανειλημμένως ειπωθεί για το μνημειώδες έργο που άφησε ο Τόμας Μαν σε έναν κόσμο που χάνεται, το Μαγικό Βουνό είναι το βιβλίο της ευρωπαϊκής μνήμης. Αυτής που γέννησε τα γράμματα και τον ουμανισμό, ενέπνευσε στις ψυχές τα πνευματικά ιδεώδη, αλλά βούλιαξε πολύ γρήγορα στα αδιέξοδα που η ίδια δημιούργησε στο εσωτερικό της. Κάτι όμως από τον φευγαλέο υπόκωφο θόρυβο από τις αρχαίες φωνές και τις ποιητικές διάρκειες που έφτασαν στα έγκατα της ευρωπαϊκής Ιστορίας αντηχεί στο Μαγικό Βουνό. Από εκεί ψηλά, στα χιονισμένα βουνά της Ελβετίας, όπου τοποθετείται ο χώρος δράση –το σανατόριο Μπέργκοφ–, ο κορυφαίος Γερμανός λογοτέχνης έβαλε τον ήρωά του να αγναντεύει όλες τις ευρωπαϊκές αξίες, τα αρχετυπικά φαινόμενα που γέννησαν τον μυστικισμό και τον Διαφωτισμό και διαμόρφωσαν έναν αδιαφιλονίκητο ανθρωπισμό, στον οποίο ο Τόμας Μαν επανέρχεται διαρκώς, ξαναχτίζοντας, σαν άλλος Νίτσε, τις εγγενείς του αξίες. Μέσα από τις συνεχείς διενέξεις των δύο εκφραστών του σύγχρονου ευρωπαϊκού πνεύματος, οι οποίοι αντιπαρατίθενται δυναμικά στο βιβλίο –τον οπαδό του κλασικισμού Σετεμπρίνι και τον θιασώτη του μεσαιωνικού μυστικιστικού ρεύματος Νάφτα–, κατάφερε άλλωστε και ο ήρωάς του να αφουγκραστεί τις ιαχές των αξιών που διαμόρφωσαν την ίδια τη ζωή του.
Η συμφιλίωση ανάμεσα στις δύο αυτές θέσεις επέρχεται τελικά εσωτερικά για τον Κάστορπ ύστερα από διαρκείς συγκρούσεις, αποδεικνύοντας πως καμία ιδέα δεν διυλίζεται καλύτερα απ’ ό,τι μέσα στον ανθρώπινο λόγο και πόνο. Οδεύοντας προς τον θάνατο, οσμίζεται από μόνος του τις αντιθέσεις των δύο πόλων, ωριμάζει, συναντά την εσωτερική ελευθερία και γίνεται ένα με το ενσαρκωμένο πνεύμα. Στο τέλος φαίνεται να γνωρίζει πως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, καθώς το καθετί ενέχει εν μέρει το αντίθετό του ή καταλήγει στο αντίθετο. Άλλωστε, η ύπαρξη σπινθηροβολεί πραγματικά μόνο όταν οι πλευρές φωτίζονται στον πάνω και στον κάτω κόσμο, όταν η σάρκα ακτινοβολεί πνευματικότητα: «Ο άνθρωπος είναι κύριος των αντιθέσεων, υπάρχουν μέσω αυτού και επομένως αυτός είναι ευγενέστερος από αυτές. Ευγενέστερος από τον θάνατο, πολύ ευγενής για τον θάνατο – αυτή είναι η ελευθερία του μυαλού του. Ευγενέστερος από τη ζωή, πολύ ευγενής για τη ζωή – αυτή είναι η ελευθερία στην καρδιά του. Να που έφτιαξα ρίμα, ένα ονειρικό ποίημα για τον άνθρωπο. Θα το θυμάμαι αυτό. Θέλω να είμαι καλός», δηλώνει ο ίδιος σε μια στιγμή συγκλονιστικής επιφοίτησης.
Για την αφηγηματική του εδραίωση ο συγγραφέας του δεν αρκέστηκε μόνο στα λογοτεχνικά εργαλεία αλλά επιστράτευσε την ειρωνεία, το χιούμορ, ακόμα και τη ρητορική –υπάρχουν σελίδες ολόκληρες γραμμένες ως παιχνίδι στα γαλλικά!– την ποίηση, την αρχαία μυθολογία, κυριολεκτικά τα πάντα.
Για όλους αυτούς τους λόγους το Μαγικό Βουνό, που ο Αλέξανδρος Νεχαμάς στην Τέχνη του Βίου (εκδόσεις Νεφέλη) έβαλε μεθοδολογικά δίπλα στους διαλόγους του Πλάτωνα, βρίσκοντας πολλά κοινά στη διερευνητική τους μέθοδο, θεωρείται παραπάνω από κλασικό: είναι οντολογικά απαραίτητο. Όχι μόνο για τις περίτεχνες περιγραφές του που αποκαλύπτουν τη μυθοπλαστική δαψίλεια του συγγραφέα αλλά και για την αυταξία των αιώνιων ερωτημάτων που σήμερα ακούγονται περισσότερο ηχηρά από ποτέ.
Βλέποντας τη λαίλαπα του ναζισμού να ενσκήπτει όχι μόνο στη χώρα του αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη, ο Τόμας Μαν έφτιαξε ένα αφηγηματικό κόσμημα 1.000 σελίδων περίπου χρησιμοποιώντας τα πιο πολύτιμα πετράδια της ευρωπαϊκής σκέψης: τη φιλοσοφία, τη θεωρία, την αισθητική, τη μουσική. Ουσιαστικά χωρίς να ασπαστεί τη φαινομενικά ριζοσπαστική σκέψη των μοντέρνων τότε τάσεων και ρευμάτων –με εξαίρεση ίσως τον μπερξονισμό, που διαποτίζει τα πρώτα πέντε κεφάλαια του βιβλίου–, ο συγγραφέας διείδε ήδη από το 1924, οπότε και εκδόθηκε το βιβλίο, την κατάπτωση των ευρωπαϊκών αξιών και είχε το θάρρος να συγκρουστεί με το ευκλεές κονκλάβιο των γραμμάτων στη χώρα του – και όχι μόνο.
Κατήγγειλε όπου μπορούσε τους Γερμανούς διανοουμένους που ασπάζονταν τις θεωρίες του Χίτλερ και φρόντισε να αφιερώσει το Νόμπελ (1929) στις υψηλές ιδέες για τις οποίες πάλεψε μέχρι το τέλος της ζωής του. Με τη διάσωση αυτών των ιδεών και αξιών –όχι όμως του ιδεαλισμού– ήταν άμεσα συνδεδεμένος και ο συντηρητισμός του, που αποκάλυπτε τη φενάκη της υποτιθέμενης ευρωπαϊκής προόδου: «Κάθε απόπειρα να καταστρωθεί το σχέδιο μιας ολοκληρωμένης από τεχνικής και ηθικής απόψεως διάταξης της κοινωνίας οδηγεί στη γελοιότητα και στην παράνοια», έγραφε στους εξαιρετικούς Στοχασμούς ενός απολιτικού (Ίνδικτος), γνωρίζοντας πως «όση πρόοδος και αν έγινε στην επιστήμη και στις τεχνικές γνώσεις, και μάλιστα αυτή κυρίως που σημειώθηκε στην ανθρωπιά, δεν έκανε ουδέποτε τον άνθρωπο πιο ευτυχισμένο, πιο ικανοποιημένο, παρά τον έκανε όλο και πιο ανικανοποίητο».
Αυτό ακριβώς το αίτημα της μεταστοιχείωσης του ανθρωπισμού σε ένα ουσιώδες κοίταγμα στην ψυχή του ανθρώπου και όχι σε μια αποθέωση των επιστημών προβάλλεται ως αδιαφιλονίκητη θέση και στο Μαγικό Βουνό. Για την αφηγηματική του εδραίωση ο συγγραφέας του δεν αρκέστηκε μόνο στα λογοτεχνικά εργαλεία αλλά επιστράτευσε την ειρωνεία, το χιούμορ, ακόμα και τη ρητορική –υπάρχουν σελίδες ολόκληρες γραμμένες ως παιχνίδι στα γαλλικά!– την ποίηση, την αρχαία μυθολογία, κυριολεκτικά τα πάντα. Στην ουσία, πάντως, η τεχνική του είναι αυτή ενός συνθέτη μουσικής συμφωνίας, με τα λάιτ μοτίφ να επανέρχονται αριστοτεχνικά στην κεντρική αφήγηση –είτε ως το τσιγάρο και η μπίρα που απολαμβάνει σχεδόν τελετουργικά ο Κάστορπ, είτε ως συμβολικό όνειρο, όπως αυτό με το μολύβι–, ενώ οι τίτλοι στα επιμέρους κεφάλαια λειτουργούν ως ειρωνικό αντιστάθμισμα φιλοσοφικών αντιπαραθέσεων και λόγων.
Λίγη σημασία όμως έχει να δικαιωθεί κάποιο στυλιστικό ή νοητικό σχήμα έναντι του άλλου, καθώς όλα φαίνονται να έχουν συμβάλει δυναμικά στην ανάπτυξη του σύγχρονου ευρωπαϊκού πνεύματος. Όχι τυχαία οι χαρακτήρες στο μυθιστόρημα εκφράζουν μια εννοιολογική, κατά βάση, θέση: ο δρ. Κροκόφσκι, που είναι από τους πρώτους που εμφανίζονται, είναι ένας λακανικός –με τα σύγχρονα δεδομένα– χαρακτήρας που διαβλέπει στις ψυχικές ασθένειες την καταπιεσμένη δύναμη του έρωτα και χαρακτηρίζει το Μαγικό Βουνό ως το «όρος της Αφροδίτης» (από τη βαγκνερική όπερα Τανχόιζερ). Η Κλάβντια Σοσά είναι συνώνυμη με τη λαγνεία και τον πόθο, μια σύγχρονη Κίρκη, μια εξωτική Ανατολίτισσα από τις απέραντες ρωσικές στέπες, ενώ ακόμα και ο Πέπεκορν, ο οποίος εμφανίζεται αργά στο μυθιστόρημα, είναι ο διονυσιακός ήρωας που παρασέρνει στο διάβα του τους ανυποψίαστους ρέκτες του πάθους. Ωστόσο, οι περισσότεροι φέρουν αλήθειες που είναι αντίθετες στην εννοιολογική τους προφάνεια και υπερισχύουν σε τέτοιον βαθμό ώστε ανατρέπουν τα δεδομένα του χαρακτήρα. Όλοι δείχνουν να παραδίδονται στο αντίθετο από αυτό που ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ως το βασικό τους χαρακτηριστικό – και αυτή είναι άλλωστε η μαγεία του ίδιου του πνεύματος.
«Το πνεύμα ήταν αυτό που διέκρινε τον άνθρωπο, αυτό το σε υψηλό βαθμό αποκομμένο από τη φύση πλάσμα, αυτό το πλάσμα που αισθανόταν το αντίθετό της από κάθε άλλη μορφή οργανικής ζωής. Επομένως, η αξιοπρέπεια και η ευγένεια του ανθρώπου βασίζονταν στο πνεύμα, στην ασθένεια· ήταν, με μια λέξη, τόσο περισσότερο άνθρωπος όσο πιο άρρωστος ήταν, και το πνεύμα της αρρώστιας ήταν πιο ανθρώπινο από το πνεύμα της υγείας. Περίεργο, είπε, που κάποιος ο οποίος παρίστανε τον φιλάνθρωπο έκλεινε τα μάτια μπρος σε αυτές τις θεμελιώδεις αλήθειες του ανθρωπισμού», δηλώνεται με αριστουργηματική σαφήνεια στην πιο αντιπροσωπευτική ίσως παράγραφο του Μαγικού Βουνού. Επομένως, η πραγματική ουσία του ανθρωπισμού αποκαλύπτει τη βαθύτερη ουσία του πάσχοντος ανθρώπου και οι σκοτεινές διάρκειες θεμελιώνουν τις πιο φωτεινές ουσίες. Ακόμα και η αντεστραμμένη υπόθεση του βιβλίου αποκαλύπτει ένα σανατόριο γεμάτο με ασθενείς οι οποίοι θα αποκαλύψουν το ουσιαστικό πνεύμα που έχει χαθεί κάτω από υποτιθέμενα «υγιείς» και «εύρωστες» δοκησίσοφες αντιλήψεις.
Όλα ξεκινούν όταν ο νεαρός μηχανικός από το Αμβούργο Χανς Κάστορπ επισκέπτεται τον ξάδελφό του Γιοάχιμ στο σανατόριο. Μια απλή αδιαθεσία τον κάνει να αποφασίσει να μείνει για τρεις βδομάδες, οι οποίες τελικά μετατρέπονται σε επτά ολόκληρα χρόνια διαμονής, με τον ίδιο να καθίσταται βαριά ασθενής εξωτερικά (και πνευματικά ολοκληρωμένος πολίτης). Το «βασανοπαίδι της ζωής», όπως συχνά τον αποκαλούν, μετατρέπεται σταδιακά σε ώριμο άνδρα, κατακτώντας την τελική συμφιλίωση όλων όσα συγκρούονταν μέσα του σε πνευματικό, σωματικό και συμβολικό επίπεδο, από την ερωτική του ταυτότητα, που συνένωσε το ομοφυλοφιλικό –όπως εκφραζόταν από τα ερωτικά του όνειρα προς τον συμμαθητή του Χίπε– με το ετεροφυλοφιλικό κομμάτι –που μετατοπίστηκε στον έρωτά του προς τη Σοσά–, μέχρι τις δοξασίες που αρχικά εμπνέονταν από τα δεδομένα των διαφωτιστικών, διαλογικών θέσεων και έφτασαν να εναρμονίζονται με τις μυστικιστικές μουσικές της σιωπής.
Ένας πραγματικός ανθρωπισμός δεν μπορεί να μένει στις επιφανειακές θέσεις και εντοπίζεται μακριά από την κλισέ εκδοχή του και τη φαινομενική ευταξία. Αυτό που δεν λέγεται έχει ανάλογο βάρος με τον λόγο και η ασθένεια είναι πιο ισχυρή από την πολυδιαφημισμένη υγεία (μην ξεχνάμε ότι στην εικόνα του υγιούς στήριξε ο Χίτλερ όλη τη ρητορική του). Στο σημείο αυτό ο Μαν γίνεται Νίτσε, επαναλαμβάνοντας πως «η γνώση είναι αρρώστια» με κάθε τρόπο. Και κάπως έτσι θα ολοκληρωθεί και το δύσκολο ταξίδι του Κάστορπ προς την εσωτερική ωριμότητα και ελευθερία. Όπως γράφει και ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος στην Έσχατη Στράτευση (Ύψιλον): «Έτσι, περνώντας από τις Σειρήνες, επαναλαμβάνει ο Κάστορπ τη “ζαβολιά” του ομηρικού ήρωα: τείνει το αυτί του στο κατάρτι του άπληστα στην “απαγορευμένη” μουσική, έχοντας όμως δεθεί στο κατάρτι που θα τον φέρει πάλι στην ανθρώπινη συμβίωση – ένα μίνιμουμ ζωτικής υποκρισίας ή μια θεμιτή “πανουργία” του ανθρώπου στην πάλη του με τους θεούς και τους δαίμονες».
Σημασία έχει άλλωστε το ταξίδι: παρ’ όλη την κάθοδο στον Άδη, καθώς το Μαγικό Βουνό είναι μια σύγχρονη συμβολική νέκυια, το βιβλίο είναι το πιο αισιόδοξο κείμενο που έχει γραφτεί ποτέ για τη δύναμη των ανθρώπων στην καρδιά της πιο βασανισμένης και πολύπαθης ηπείρου. Ας το κρατήσουμε. Και ας είναι αυτό το μυστικό μας μέχρι τέλους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.