ΓΝΩΡΙΣΑΜΕ ΤΟΝ ΤΙΜΟΘΙ ΣΝΑΪΝΤΕΡ, καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Γέιλ, μέσα από τα βιβλία του για τις ζοφερές στιγμές και τις φρικαλεότητες στην Ευρώπη του εικοστού αιώνα, όπως η εθνοκάθαρση, η ναζιστική επιχείρηση του Ολοκαυτώματος και η σοβιετική τρομοκρατία. Το δοκίμιό του On Tyranny (στα ελληνικά, Απέναντι στην τυραννία, εκδόσεις Παπαδόπουλος) διαβάστηκε πολύ και έγινε ο οδηγός πλεύσης κατά τη σκοτεινή περίοδο Τραμπ στις ΗΠΑ.
Το δοκίμιό του Η δική μας ασθένεια είναι εξίσου συναρπαστικό. Πρόκειται για ένα βαθύτατα πολιτικό κείμενο με θέμα το δικαίωμα στην υγεία, που στηρίζεται όμως στο δικό του βίωμα ως ασθενούς στα αμερικανικά νοσοκομεία από τον Δεκέμβριο του 2019 έως και τον Μάρτιο του 2020, λίγο πριν από το χάος που έφερε, ειδικά στις ΗΠΑ, ο κορωνοϊός.
Ο αμερικανικός τίτλος είναι Our malady, Lessons in liberty from a hospital diary. Έχει σημασία η χρήση των λέξεων: malady είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται πλέον σπάνια στα σύγχρονα αγγλικά. Όπως γράφει ο Σνάιντερ, είναι λέξη παλιά. Ιδιαίτερα στα χρόνια της Αμερικανικής Επανάστασης ήταν πολύ υψηλά στο λεξιλόγιο και σήμαινε τόσο την αρρώστια όσο και την τυραννία.
Ο Σνάιντερ το λέει ξεκάθαρα: η υγειονομική περίθαλψη δεν θεωρείται δικαίωμα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο παράδοξο στη χώρα των δικαιωμάτων και του δικαιωματισμού, αφού, χωρίς την υγεία, δεν μπορεί να υπάρξει κανένα άλλο δικαίωμα.
Στις 29 Δεκεμβρίου 2019 ο Σνάιντερ εισήχθη στην αίθουσα επειγόντων περιστατικών του νοσοκομείου του Νιού Χέιβεν. Είχε ένα απόστημα μεγέθους μπάλας του μπέιζμπολ στο συκώτι του, η μόλυνση είχε διαχυθεί σε όλο του το αίμα, ο πυρετός του είχε χτυπήσει σαράντα και η αρτηριακή του πίεση είχε φτάσει στο 7/3. Η σηψαιμία κάλπαζε και βρισκόταν στα πρόθυρα του θανάτου. Μια διάτρηση της σκωληκοειδούς απόφυσης μόλυνε το ήπαρ του.
Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2019 ήταν στο Μόναχο, όπου έδωσε μια διάλεξη για το πώς η Ιστορία αντικρούει την τυραννία στο παρόν και διασφαλίζει την ελευθερία για το μέλλον. Υπέφερε από τη σκωληκοειδίτιδα, που δεν έγινε όμως αντιληπτή από τους Γερμανούς γιατρούς.
Στην Αμερική υπέστη τη διάτρηση. Οι Αμερικανοί γιατροί παραμέλησαν το γεγονός. Του επέτρεψαν μάλιστα να ταξιδέψει για χριστουγεννιάτικες διακοπές στη Φλόριντα. Από κει τον μετέφεραν ετοιμοθάνατο στο Νιού Χέιβεν, για να ακολουθήσουν πέντε μήνες σε νοσοκομεία. «Ήταν εύκολο να συνειδητοποιήσω ότι η ελευθερία και η υγεία είναι αλληλένδετες, όταν η θέλησή μου δεν μπορούσε να κινήσει το σώμα μου ή όταν το σώμα ήταν συνδεδεμένο με σακούλες και σωληνάκια» γράφει.
Ο Σνάιντερ, που ως καθηγητής στο Γέιλ ανήκει προφανώς στους ευνοημένους της αμερικανικής κοινωνίας, παρουσιάζει μια απόλυτα ζοφερή εικόνα του υγειονομικού συστήματος στις ΗΠΑ. Δεν είναι μόνο η πλήρης εμπορευματοποίηση. Αν δεν έχεις λεφτά, πεθαίνεις. Αλλά ακόμα κι αν έχεις λεφτά, πάλι πεθαίνεις.
Ο Σνάιντερ έδωσε μάχη για να μπει στα επείγοντα. Οι νοσηλευτές δεν τον έπαιρναν στα σοβαρά. Κι επειδή συνοδευόταν από φίλη του γιατρό που ήταν μαύρη περιφρονήθηκε ρατσιστικά. Τα επείγοντα ήταν υπερπλήρη, με κρεβάτια στους διαδρόμους, και τον έβαλαν σε μια εσοχή που έκλεινε με κίτρινη κουρτίνα.
Πέρασαν οχτώ ώρες για να τον δει γιατρός, ειδικευόμενοι πειραματίζονταν πάνω στο σώμα του, κάνοντας πολλά λάθη, και όταν επιτέλους έγινε η επείγουσα παροχέτευση ήπατος, η απουσία μετεγχειρητικής φροντίδας τον οδήγησε και πάλι στο χειρουργείο για μια νέα επέμβαση στο συκώτι.
«Αν είχα πεθάνει, ο θάνατός μου θα ήταν μια εντελώς τυπική υπόθεση, μια μετάβαση σε θλιβερές στατιστικές», γράφει. Πραγματικά, τα στοιχεία που δίνει για το προσδόκιμο ζωής στις ΗΠΑ είναι συγκλονιστικά, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει μειωθεί. Είναι επίσης αδιανόητο για έναν πολίτη της Ευρώπης, όπου τα συστήματα υγείας λειτουργούν υπέρ των ανθρώπων και όχι του ιατρικού εμπορίου, πώς, στη μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου, περιφρονείται η ανθρώπινη ζωή και δεν αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην υγεία.
«Τα νιάτα έχουν χάσει τη γοητεία τους. Αν δεν αλλάξει κάτι, η γενιά των μιλένιαλ θα ζήσει συντομότερη ζωή, ενώ θα δαπανά περισσότερα χρήματα για την υγειονομική περίθαλψη από τους γονείς (γενιά Χ) ή τους παππούδες της (γενιά των μπέιμπι μπούμερ)».
Ο Σνάιντερ γράφει, με πολλή ειρωνεία, ότι «η ασθένεια προσιδιάζει στην Αμερική» καθώς οι Αμερικανοί πεθαίνουν νωρίτερα απ’ ό,τι οι κάτοικοι είκοσι τριών ευρωπαϊκών χωρών. Το αφήγημα περί ελευθερίας καταρρέει στην Αμερική από τη στιγμή της γέννησης. «Η φροντίδα των γυναικών που περιμένουν παιδί είναι εξωφρενικά άνιση και κατάφωρα ανεπαρκής». Ιδιαίτερα το ποσοστό θνησιμότητας βρεφών των Αφροαμερικανών γυναικών είναι υψηλότερο από αυτό στην Αλβανία, το Καζακστάν, την Κίνα και άλλες εβδομήντα χώρες.
Με την πανδημία του κορωνοϊού το χάσμα αυτό μεγάλωσε και ενίσχυσε την εμπορευματοποιημένη ιατρική. Προστέθηκε μάλιστα και ο εξτρεμισμός των pill-mill, δηλαδή των ιατρείων όπου οι γιατροί δεν εξετάζουν αλλά συνταγογραφούν οπιοειδή.
«Στη διάρκεια ενός χρόνου στην κομητεία Scioto του Οχάιο, με πληθυσμό 80.000, συνταγογραφήθηκαν δέκα εκατομμύρια δόσεις οπιοειδών». Το σύστημα της εμπορευματοποιημένης ιατρικής στις ΗΠΑ κυριαρχείται από την ιδιωτική ασφάλιση, τις περιφερειακές ομάδες ιδιωτικών νοσοκομείων και από άλλα ισχυρά συμφέροντα.
Οι ειδικοί του κέρδους, λέει ο Σνάιντερ, έχουν παρεισφρήσει στον χώρο της υγείας που κάποτε ελεγχόταν από τους ειδικούς, κυρίως τους γιατρούς. Τώρα οι γιατροί μετατρέπονται σε εργαλεία, καθώς οι αλγόριθμοι καθορίζουν πόσοι ασθενείς μπορούν να στριμωχτούν επικερδώς σε μία μέρα. Αυτό το σύστημα μοιάζει όλο και περισσότερο με απάτη. « Θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι διαθέτουμε υγειονομική περίθαλψη στην οποία εμπλέκεται, παρεμπιπτόντως, κάποια μεταφορά πλούτου. Στην πραγματικότητα, αυτό που έχουμε είναι μεταφορά πλούτου στην οποία εμπλέκεται, παρεμπιπτόντως, κάποια υγειονομική περίθαλψη».
Ο Σνάιντερ το λέει ξεκάθαρα: η υγειονομική περίθαλψη δεν θεωρείται δικαίωμα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο παράδοξο στη χώρα των δικαιωμάτων και του δικαιωματισμού, αφού, χωρίς την υγεία, δεν μπορεί να υπάρξει κανένα άλλο δικαίωμα.
Το αυτοβιογραφικό ύφος και η βιωματική εμπειρία κάνουν αυτό το δοκίμιο του Σνάιντερ να διαβάζεται σαν έναν χρονικό μεταξύ ζωής και θανάτου. Ο ασθενής, μαζί με τον πόνο και την κακουχία, φέρνει στο μυαλό του εικόνες των παιδιών του, εικόνες των αγροτών παππούδων του, ανακαλεί τους δικούς τραυματισμούς κατά την παιδική του ηλικία ή την εμπειρία του από νοσοκομεία και υγειονομικούς σταθμούς στην Ευρώπη, όπου το σύστημα είναι ανθρωποκεντρικό. Αυτό ο Σνάιντερ το τονίζει πολλές φορές.
Σπουδαίο, λοιπόν, δοκίμιο που αποδίδεται στα ελληνικά πολύ καλά από τον Γιώργο Μπολιεράκη, το οποίο ήρθε την κατάλληλη στιγμή.