TΟ 1943, ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, η Βρετανία ζούσε στη μεγάλη αντιφασιστική έξαρση που την είχε φέρει στο ίδιο στρατόπεδο με τη σοβιετική Ρωσία. Στον εκδοτικό χώρο, στα περιοδικά και στην κριτική κυριαρχούσε η συμβατική συναίνεση που δεν επιθυμούσε καμία κριτική κατά της Σοβιετικής Ένωσης, χώρα που αντιμετώπιζε την πιο σκληρή επίθεση από τον χιτλερισμό.
Σε αυτήν, λοιπόν, τη συγκυρία ο Τζορτζ Όργουελ, ανεξάρτητος σοσιαλιστής που συνδύαζε τις ελευθεριακές ιδέες με τον αγγλικό πατριωτισμό, θα γράψει τη Φάρμα των ζώων, μυθιστόρημα-πολιτική σάτιρα για την τύχη της Ρωσικής Επανάστασης. Το βιβλίο δεν θα βρει εύκολα τον δρόμο προς τη δημοσιότητα και μόνο όταν εμφανιστούν η ψυχροπολεμική διαίρεση και ο ανταγωνισμός Δύσης - Ανατολής το μέχρι προσφάτως ανεπιθύμητο μυθιστόρημα θα αποτελέσει, μαζί με τη δυστοπική πρόζα του 1984, μια σταθερή αναφορά στο πεδίο της αντισοβιετικής πολιτικής λογοτεχνίας.
Η αρχική πρόθεση του βιβλίου ήταν να είναι ένα παραμύθι για ενήλικες. Η κεντρική πλοκή της αφήγησης στρέφεται γύρω από ένα αγρόκτημα και την εξέγερση των ζώων εναντίον του ιδιοκτήτη του, του αυταρχικού κυρίου Τζόουνς. Κάποια από τα γουρούνια της φάρμας είναι αυτά που ηγούνται της ανατροπής, ιδίως το ανταγωνιστικό δίδυμο του Σνόουμπολ (Χιονάτου) και του Ναπολέοντα. Η επανάσταση θα οδηγήσει σε θετικές αλλαγές στη ζωή της φάρμας έως ότου ο Ναπολέων, έχοντας τάσεις μονοπώλησης της εξουσίας, θα αρχίσει να υπονομεύει τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των ζώων. Με τη βοήθεια του Σκουίλερ, ενός άλλου πιστού γουρουνιού, ο Ναπολέων θα ενορχηστρώσει μια προπαγανδιστική εκστρατεία, ενώ την ίδια στιγμή τα σκυλιά της φάρμας θα παίξουν τον ρόλο των «δυνάμεων καταστολής» στην πορεία που φέρει την ανατροπή των κατακτήσεων της επανάστασης.
Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς πως ένα σατιρικό παραμύθι σαν τη Φάρμα των ζώων ανήκει στους όρους της εποχής του, στις ιδέες και στις συγκρούσεις που καθόρισαν την υποδοχή του Όργουελ ως συγγραφέα.
Η αλληγορία είναι διάφανη και η πολιτική πρόθεση επίσης. Ο Σνόουμπολ-Τρότσκι, ο Ναπολέων-Στάλιν και ο αφέντης Τζόουνς ως Τσάρος υποβάλλουν στον αναγνώστη την εντύπωση πως διαβάζει μια παραβολή για τα δράματα του μπολσεβικισμού. Στη συμβατική αποτίμησή της η Φάρμα των ζώων είναι ένα βιβλίο για τη Ρωσική Επανάσταση και την προδοσία της, για την απελευθέρωση και την εσωτερική της διάβρωση από τα εξουσιαστικά πάθη και τη νεκρανάσταση των προνομίων.
Δεν είναι τυχαίο που όσο περισσότερο ο Ναπολέων και το σύστημα εξουσίας του εγκαθίστανται στη φάρμα, τόσο τα γουρούνια εμφανίζονται να αποκτούν ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Η όρθια στάση και άλλα τυπικώς ανθρώπινα γνωρίσματα του χαρακτήρα τους δείχνουν την αυτονόμηση μιας ελίτ ζώων από τους ομοίους τους και τη συμμαχία τους με τους πρώην αφέντες.
Προς το τέλος του μυθιστορήματος βλέπουμε το νέο καθεστώς του Ναπολέοντα να συνάπτει συμφωνίες με τις άλλες φάρμες που τις διοικούν άνθρωποι, όπως ο παλαιός αφέντης Τζόουνς. Με μια έννοια, η φάρμα επανεντάσσεται στο «διακρατικό» σύστημα του παλαιού κόσμου και χάνει κάθε ίχνος από τη ριζοσπαστική διαφορετικότητά της.
Το μοτίβο της μεταμόρφωσης ξετυλίγεται εδώ στις αρνητικές του εκδοχές: είναι καταρχάς μια διαδικασία προδοσίας ή εγκατάλειψης αρχών, μια ιστορία όπου ο πρώην καταπιεσμένος μεταβάλλεται σε καινούργιο δυνάστη, αφού πρώτα ανακαλύψει όλη τη σκληρότητα, τον κυνισμό και τα προνόμια της εξουσίας.
Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς πως ένα σατιρικό παραμύθι σαν τη Φάρμα των ζώων ανήκει στους όρους της εποχής του, στις ιδέες και στις συγκρούσεις που καθόρισαν την υποδοχή του Όργουελ ως συγγραφέα. Ο ίδιος, σε μια επιστολή του στον κριτικό Dwight Macdonald, αναγνωρίζει πως η Φάρμα των ζώων δεν είναι μόνο μια σάτιρα της Επανάστασης των Μπολσεβίκων αλλά και μια μυθοπλασία για τους κινδύνους που περικλείει κάθε επανάσταση βασισμένη στην ανάθεση και στην υποκατάσταση, κάθε πολιτική δικτατορία με τάχα «αγαθούς σκοπούς». Στο στόχαστρο του Όργουελ είναι οποιαδήποτε πολιτική δεν στηρίζεται στον έλεγχο των πολιτών, σε δυνατότητες ανάκλησης των ηγετών και στην εκτεταμένη ελευθερία της κριτικής και του διαλόγου¹.
Για δεκαετίες έχει συζητηθεί το εάν τα εμβληματικά αντιολοκληρωτικά μυθιστορήματα του Όργουελ είχαν αυτοδύναμη λογοτεχνική αξία ή όχι. Πνεύματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους όσο ο T.S. Εliot και ο μαρξιστής θεωρητικός Raymond Williams στάθηκαν απέναντί τους είτε αρνητικά (ένα «τροτσκιστικό βιβλίο» είχε δηλώσει ο Εliot) είτε με μια δόση συγκατάβασης (κατάλληλο για μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, σύμφωνα με τον Williams).
Πάντως, η συνηθισμένη αντιδιαστολή του Όργουελ δημοσιογράφου και κοινωνικού κριτικού με τον Όργουελ πεζογράφο, με τον πρώτο να εγκωμιάζεται και τον δεύτερο συχνά να επικρίνεται για γλωσσική φτώχεια ή ανεπαρκή ανάπτυξη των χαρακτήρων του, φαίνεται να αδικεί την ενότητα έμπνευσης και ευαισθησίας που διέπει το έργο του. Όπως έγραφε με αφοριστικό τρόπο μια κριτικός της εποχής, «η φύση δεν τον προόριζε να γίνει μυθιστοριογράφος»².
Άλλες κριτικές φωνές, όμως, θα αποδώσουν στον Όργουελ και στη Φάρμα των ζώων αφηγηματικές αρετές και αισθητική ευρηματικότητα που είχε υποτιμηθεί, ίσως και με ευθύνη του ίδιου του συγγραφέα.
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τα αλλόκοτα και τόσο ανθρώπινα γουρούνια της Φάρμας των ζώων δεν στήνουν για τον αναγνώστη απλώς ένα δράμα για την εξουσία και τα πάθη της. Με τον χρόνο έγιναν αναγνωρίσιμοι χαρακτήρες μιας γραφής που θα συνδυάσει τον ρεαλισμό, το μαύρο χιούμορ και την κοινωνική φαντασία για να αποτυπώσει ένα αίτημα ανθρωπιάς και ένα αδιάψευστο πάθος για την αλήθεια.
1. George Orwell, A life in letters, W.W. Norton and Company, 2013. «What I was trying to say was, "You can't have a revolution unless you make it for yourself; there is no such thing as a benevolent dictat[or]ship"».
2. Η φράση της κριτικού λογοτεχνίας Queenie Dorothy Leavis αναφέρεται στη μελέτη της Erica Gottlieb «George Orwell. A Bibliographical Essay», στον τόμο με την επιμέλεια του John Rodden, The Cambridge Companion to George Orwell, Νέα Υόρκη, Cambridge UP, 2007.
ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΚΠΤΩΣΗ ΕΔΩ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.
σχόλια